«Αν επιθυμείς την ειρήνη, να ετοιμάζεσαι για πόλεμο». Δεν υπάρχει πιο αστήριχτο και πιο μεθοδικά καλλιεργημένο ιδεολόγημα. Αποκύημα μιας αυτοκρατορίας που μας κληροδότησε την ετυμολογική ρίζα του ιμπεριαλισμού, το ιμπέριουμ, και το επέβαλε με τη βία και το ψευδώνυμο της παξ ρομάνα.
Και μόνο το γεγονός ότι η εφαρμογή του καθοδήγησε την ανθρώπινη δράση επί αιώνες, χωρίς να επιφέρει την ειρηνική συμβίωση, θα αρκούσε για να μας πείσει ότι το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει. Η προετοιμασία για πόλεμο έχει αναχθεί στην πιο κερδοφόρα επένδυση σε παγκόσμιο επίπεδο και στοιχειώνει στη σύγχρονη ιστορία τής ανθρωπότητας με την κυριαρχία των διαβόητων στρατιωτικο-βιομηχανικών συμπλεγμάτων. Και λειτουργεί σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία: η ειρήνη είναι ουτοπία, γι’ αυτό αποδεχτείτε σαν κανόνα τον πόλεμο.
Ένα υπονομευμένο πείραμα
Η πιο πρόσφατη προσπάθεια διάψευσης αυτής της μεθοδικά κατασκευασμένης «αλήθειας», στο πλαίσιο της επικρατούσας πραγματικότητας, της καπιταλιστικής, ήταν η ιδέα της ενωμένης Ευρώπης. Κοιτίδας ως τότε των εθνικών ανταγωνισμών με συνέπεια τους πιο αιματηρούς παγκόσμιους πολέμους. Υπό την επήρεια του πιο πρόσφατου και πιο καταστροφικού από αυτούς –και παρά το γεγονός ότι χρωματίστηκε από την επικράτηση του ψυχρού πολέμου– η εφαρμογή της κατόρθωσε να εξασφαλίσει, σε έναν περιορισμένο, αλλά κρίσιμο γεωγραφικό χώρο, σχετική ηρεμία σχεδόν για πενήντα χρόνια. Και μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, διαμόρφωσε τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη ενός αντιπολεμικού και υπέρ του αφοπλισμού κινήματος, το οποίο συνέβαλε αποφασιστικά στην αποφυγή της «τελικής» αναμέτρησης των «δύο στρατοπέδων» με το γνωστό ως τότε τρόπο: του γενικευμένου σφαγείου. Ο πόλεμος δεν εξαλείφθηκε μεν από τον πλανήτη, δεν επικράτησε η παγκόσμια ειρήνη, καθώς τα αμύθητα κέρδη των πολεμοκάπηλων πραγματώθηκαν στην πλάτη άλλων λαών. Ωστόσο, το πείραμα αυτό ενίσχυσε το επιχείρημα υπέρ του αντίθετου ισχυρισμού: αν θέλεις ειρήνη, αγωνίσου γι’ αυτήν, δεν είναι ουτοπία.
Ο ισχυρισμός αυτός επιχειρήθηκε από την πρώτη στιγμή να διαψευστεί. Εμποδίστηκαν οι απόπειρες να επεκταθεί ανατολικά το εγχείρημα με την καλλιέργεια της ιδέας της «Ευρώπης από τον Ατλαντικό ως τα Ουράλια». Με πρωτεργάτη το υπερατλαντικό ιδεολογικό κέντρο του πρότυπου στρατιωτικο-βομηχανικού συμπλέγματος, τις ΗΠΑ. Αργότερα, το 1990, παρά τη διαφήμιση της κατάρρευσης της ΕΣΣΔ ως ευκαιρίας για να περάσει σε αχρηστία η λογική της σύγκρουσης των δύο κόσμων, διατηρήθηκε και ενισχύθηκε ο ανταγωνιστικός ρόλος του ΝΑΤΟ, με την ανοχή μιας Ευρώπης διψασμένης για νέες «αγορές», πρόωρα γερασμένης και νεάζουσας ερωμένης του νεοφιλελευθερισμού, και καλλιεργήθηκε μεθοδικά επί τριάντα χρόνια η ιδέα του νέου αντίπαλου δαίμονα. Αρχής γενομένης από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Στόχος, η αναβίωση ενός διπολικού κόσμου με νέες επείγουσες εξοπλιστικές ανάγκες, με πρωταγωνιστή τις ΗΠΑ, τον εναγώνιο διεκδικητή του τίτλου του μοναδικού παγκόσμιου κυρίαρχου σε έναν κόσμο οριστικά πολυπολικό.
«Ούτε ΗΠΑ, ούτε Ρωσία…» Το παλιό/καινούργιο σύνθημα
Και –επιτέλους!– η ιδέα γίνεται πραγματικότητα. Με την απρόσμενη βοήθεια μιας πολιτικής ηγεσίας, που θεωρεί βολικό τον απολυταρχικό δρόμο για τον καπιταλισμό σε μια μεγάλη χώρα, τη Ρωσική Ομοσπονδία (η οποία κάποτε κυοφόρησε, γέννησε, αλλά δεν κατάφερε να αναθρέψει μια μεγάλη σοσιαλιστική επανάσταση).
Στο έδαφος αυτής της ίδιας ηπείρου προκύπτει σήμερα η ανάγκη ενός νέου κινήματος ειρήνης και αφοπλισμού, αποτροπής του πολέμου και καλλιέργειας της ύφεσης. Και διάσωσης των ιδεών που γεννήθηκαν από τις εμπειρίες του αντιφασιστικού πολέμου. Κίνημα μπολιασμένο από την επείγουσα ανάγκη αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης, της σωτηρίας του πλανήτη από την αδηφαγία του κέρδους, που επιτείνει τους πολεμικούς ανταγωνισμούς και την αδιαφορία για την καταστροφική επίδρασή τους στο περιβάλλον. Κίνημα επιβεβλημένο και από την αναβίωση μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες των εθνικισμών και των ρατσιστικών ιδεών, που ανατροφοδοτούν τη διαίρεση, το μιλιταριστικό πνεύμα, τον πολεμικό ανταγωνισμό.
Το έδαφος είναι γόνιμο. Οι «κλιματικές» συνθήκες κατάλληλες. Οι συνειδήσεις, καταπονημένες από τα πολεμοχαρή κηρύγματα, αντιμετωπίζουν το δίλημμα: να δεχτούν σαν ανθρώπινη μοίρα τη διεστραμμένη παρερμηνεία του ρητού «πόλεμος πατήρ πάντων» ή να αντιδράσουν αλλάζοντας το ανθρώπινο πεπρωμένο, όπως έχει συμβεί πολλές φορές;
Η κυοφορία και η γέννηση ενός κινήματος
Σε αντίθεση με διάφορες δοξασίες, όμως, τα κινήματα κυοφορούνται μεν μέσα στις κατάλληλες συνθήκες, αλλά δεν γεννιούνται χωρίς τη μαιευτική κινητοποίηση όσων θεωρούν πολιτικά σωστή και κοινωνικά αναγκαία τη γέννηση και την ανάπτυξή τους. Την αφιέρωσή τους σε έναν τέτοιο σκοπό και τον εξοπλισμό τους με το πιο πλατύ πνεύμα συσπείρωσης και συνεργασίας με έναν κοινό στόχο: την απόδειξη στην πράξη ότι η μοίρα των ανθρώπων, των λαών, των κρατών, των διεθνών οργανισμών δεν είναι να ετοιμάζουν την επόμενη πολεμική σύγκρουση πάνω στη συσσώρευση δεινών και εξοπλισμών, αλλά η ύφεση, η συνεργασία, ο έλεγχος των εξοπλισμών και ο αφοπλισμός, η ειρηνική επίλυση των διαφορών και των συγκρούσεων. Η ισχύς ενός τέτοιου κινήματος μπορεί να αποδειχτεί πολύ μεγαλύτερη από την ενδιάθετη τάση προς την καταστροφή ενός συστήματος σε παρακμή.
Η συμβολή της Αριστεράς σ’ αυτό το κίνημα είναι αυτονόητη, όσο και η απόρριψη της αποκλειστικής έκφρασής του από την ίδια. Η ανάγκη αποδοχής μιας τέτοιας ευθύνης και πρωτοβουλίας αναδείχτηκε και στην προχθεσινή συζήτηση στη Βουλή. Ήταν παράλειψη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που διά του προέδρου της Αλ. Τσίπρα δεν έδωσε, εκεί μέσα, συνέχεια στη σχετική πρόταση του προέδρου του ΜΕΡΑ25. Αν αντιλαμβάνεται, πάντως, τη σημασία μιας τέτοιας πρωτοβουλίας και αφιέρωσης δυνάμεων, υπάρχει και χώρος και χρόνος για να δοθεί συνέχεια εκτός Βουλής. Αν το ΚΚΕ εμμείνει στη χωριστική τακτική του, ο καθείς και τα έργα του. Πάντως, αυτό δεν μπορεί να είναι δικαιολογία για όλους τους άλλους.
Χαράλαμπος Γεωργούλας
Πηγή: Η Εποχή