Η εικόνα της συγχυτικής και εκτός ελέγχου κατάστασης που εμφανίζει η κυβέρνηση στο πεδίο της διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης, καθώς και τα αρνητικά αποτελέσματα που έχει σε ευρύτατα λαϊκά και ενδιάμεσα στρώματα η πολιτική της για την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της, μειώνουν δραστικά την αληθοφάνεια του κυβερνητικού ισχυρισμού ότι όλα βαίνουν καλώς και θα πάνε ακόμα καλύτερα μετά την έξοδο από το τούνελ της πανδημίας. Αυτό που πλήττεται δεν είναι μόνο η εντύπωση που είχε αρχικά καλλιεργηθεί για την ικανότητά της να αντιμετωπίσει τη διπλή κρίση, αλλά η αξιοπιστία του γενικότερου σχεδίου της, μέσα στο οποίο έχει ενταχθεί και η αντιμετώπιση της απρόβλεπτης κρίσης. Η αρνητική εικόνα που παρουσιάζει σήμερα η κυβέρνηση, είναι συνέπεια της άρνησής της να διανοηθεί καν ότι για την αντιμετώπιση της πανδημίας και των οικονομικών συνεπειών της χρειάζεται ένα σχέδιο στον αντίποδα της νεοφιλελεύθερης αντιμεταρρύθμισης, που εξακολουθεί με συνέπεια να προωθεί.
Επικίνδυνες ευκολίες
Ο,τι φαίνεται κακό για την κυβέρνηση, δεν είναι αυτονόητα καλό για την αξιωματική αντιπολίτευση. Η επιδείνωση της εικόνας τής κυβέρνησης και η ενίσχυση της πιθανότητας πρόωρων εκλογών γι’ αυτό το λόγο, μεγεθύνει τον κίνδυνο να θεωρηθεί η αναμέτρηση αυτή, από επιλογή ή από αδυναμία, σαν μια αντιπαράθεση ανάμεσα στους «ανίκανους» και τους «πολλά υποσχόμενους».
Μια τέτοια απλούστευση θα μπορούσε να αποδειχτεί εξαιρετικά επικίνδυνη για την αξιωματική αντιπολίτευση. Όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι δεν υπάρχει ανοιχτή και απρόσκοπτη δίοδος επικοινωνίας μεταξύ των πιθανών ψηφοφόρων των δύο βασικών αντιπάλων. Οι απώλειες της κυβερνητικής πλευράς δεν μετατρέπονται αυτόματα, όπως στον κλασικό δικομματισμό, σε κέρδη για την αξιωματική αντιπολίτευση. Αυτό σημαίνει με πολιτικούς και κοινωνικούς όρους ότι χρειάζεται να καταβληθεί επίμονη προσπάθεια για να μετατοπιστούν θετικά τα αμφιταλαντευόμενα κοινωνικά στρώματα.
Ταυτόχρονα, όμως, τα ίδια στοιχεία δείχνουν ότι, για να μπορέσει να διεκδικήσει τη νίκη στις εκλογές η αξιωματική αντιπολίτευση, χρειάζεται να λογαριαστεί με τη χαμηλή συσπείρωσή της. Με εκείνους που την ενίσχυσαν αποφασιστικά τον Ιούλιο του 2019, αλλά δεν είναι καθόλου δεδομένοι. Αλλά και με όσους προσανατολίζονται να απέχουν από την εκλογική διαδικασία, γιατί νιώθουν πολιτικά ακάλυπτοι.
Διπλός στόχος, διπλή προσπάθεια
Για να εξυπηρετηθεί αυτός ο διπλός στόχος, δεν αρκεί μια ευέλικτη, χωρίς γωνίες εκλογική τακτική. Αυτό που χρειάζεται είναι μια ολοκληρωμένη και σύνθετη πολιτική πρόταση, που να καλύπτει τις τυπικά αλληλοαναιρούμενες επιδιώξεις. Οι υποσχέσεις του 2019 που διαψεύδονται σήμερα, αποσταθεροποιούν την επιρροή τής ΝΔ στα ενδιάμεσα στρώματα. Αλλά το σύνολο της πολιτικής πρότασης και της πολιτικής παρουσίας τής αξιωματικής αντιπολίτευσης χρειάζεται να πείθει ότι δεν λέει στον καθένα ό,τι θέλει να ακούσει. Ότι στην κυβερνητική πολιτική τής ΝΔ δεν αντιπαραθέτει απλώς την ικανότητά της, αλλά την ανάγκη μιας ριζικά διαφορετικής πολιτικής. Που θα ανακόψει τον αντιμεταρρυθμιστικό κατήφορο και θα επιτρέψει την ανατροπή των αρνητικών συνεπειών που ήδη έχουν οι πολιτικές τής ΝΔ. Να πείθει, δηλαδή, ότι αυτό που χρειάζεται δεν είναι ένας πιο ικανός διαχειριστής, αλλά μια κυβέρνηση αλλαγής της απαράδεκτης φτωχοποίησης της μεγάλης πλειονότητας και διεύρυνσης των ανισοτήτων. Μια κυβέρνηση ανατροπής των δεδομένων που επιχειρεί να παγιώσει η ΝΔ.
Επειδή από την πλύση εγκεφάλου που μας κάνουν κοντεύουμε να πειστούμε και οι ίδιοι ότι κάτι τέτοια αποτελούν υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα, καλό θα ήταν να αναλογιστούμε τι κυρίως κάνει επί δύο χρόνια τώρα, και από την πρώτη στιγμή, η κυβέρνηση της ΝΔ: ανατρέπει συστηματικά με ασυγκράτητη νομοθετική παραγωγή ό,τι είχε μπορέσει να διασωθεί σε μνημονιακές συνθήκες από την προηγούμενη κυβέρνηση, και ό,τι είχε μπορέσει να κερδηθεί παρά την επιβολή τους. Κάνοντας το σχετικό απολογισμό θα διαπιστώσουμε ότι δεν ήταν λίγα και καθόλου ασήμαντα. Στις συνθήκες, που έχουν διαμορφωθεί και λόγω πανδημίας, τα περιθώρια είναι αρκετά μεγαλύτερα. Το διακύβευμα είναι υπαρκτό και συγκεκριμένο. Δεν είναι προεκλογικό τέχνασμα.
Συγκεκριμένες δεσμεύσεις και όραμα
Αυτή τη στιγμή, τα όπλα που διαθέτει η αξιωματική αντιπολίτευση, είναι ένα σχέδιο προγράμματος διαμορφωμένο για τις ανάγκες ενός συνεδριακού σώματος. Με την αναγκαστική γενικότητα των διατυπώσεών του δεν είναι το κατάλληλο μέσο για τη στήριξη μιας εκλογικής μάχης. Δεν ευνοεί την πειστικότητα, τη δεσμευτικότητα των προτάσεων. Αφήστε που μπορεί να προσβληθεί σαν σκόπιμη, για να μην υπάρχει συγκεκριμένη δέσμευση.
Στη διάρκεια της πανδημίας, για την κάλυψη των αναγκών που αυτή δημιούργησε, υπήρξαν επεξεργασίες, όπως αυτή για το Νέο ΕΣΥ, ή για τις κατευθύνσεις μιας οικονομικής πολιτικής εξόδου από την κρίση. Σε αυτά τα πρότυπα χρειάζεται να υπάρξουν ανάλογες επεξεργασίες σε βασικούς τομείς, όπως είναι η περιβαλλοντική πολιτική και η πολιτική αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης, η εκπαίδευση και η έρευνα, η εφαρμογή των νέων τεχνολογιών προς όφελος των λαϊκών τάξεων, η προστασία της εργασίας και του εργατικού εισοδήματος, η ομαλή, παραγωγική και με αξιοπρέπεια ένταξη της νέας γενιάς και του ριζοσπαστικού δυναμικού της στην αναγεννητική προσπάθεια… Η δέσμευση απέναντι στα λαϊκά στρώματα χρειάζεται να είναι συγκεκριμένη και να εμπνέει εμπιστοσύνη.
Η εμπέδωση αυτής της εμπιστοσύνης έχει και μια ακόμα προϋπόθεση: την τόνωση των οραματικών στοιχείων της πολιτικής. Όχι για να καλλιεργείται ο μαξιμαλισμός, αλλά για να εξασφαλίζεται η προοπτική ενός μακροπρόθεσμου πολιτικού σχεδίου, στο οποίο μπορούν να συντίθενται διαφορετικές αλλά συγκλίνουσες επιδιώξεις. Το επιβάλλει η καταγωγή του δυναμικού που μπορεί να συσπειρωθεί, η οποία ανάγεται στη στρατηγική του δημοκρατικού δρόμου για τον κοινωνικό μετασχηματισμό. Μόνο σε μια τέτοια προοπτική μπορεί να συνειδητοποιηθεί ευρύτερα η ανάγκη για μια νέα κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία, στο πλαίσιο της οποίας υπαρκτές αντιθέσεις μπορούν να δώσουν τη θέση τους σε προωθητικές συγκλίσεις. Και, συνεπώς, να καταστεί δυνατή και σχετικά σταθερή η συνάντηση σε έναν κοινό τόπο, και στην ίδια κάλπη, ψηφοφόρων από διαφορετικές αφετηρίες.
Χαράλαμπος Γεωργούλας
Πηγή: Η Εποχή