Macro

Αριστείδης Μπαλτάς: Ιστορικό συμβάν, ορφανός απολογισμός

Με τη συμπλήρωση 10 χρόνων από τον αδιαμφισβήτητα ιστορικό Γενάρη του 2015, η συζήτηση για το τι έγινε τότε και τις επιπτώσεις αυτού που έγινε τότε, έχει ξεκινήσει και καλά κρατεί. Αφιερώματα από πολλά έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα, άρθρα και μεμονωμένες παρεμβάσεις λίγο-πολύ από όλες τις πλευρές του πολιτικού φάσματος, πολλαπλασιάζονται και ενδεχομένως θα συνεχίσουν να πολλαπλασιάζονται.

Ο πληθωρισμός αυτός πιστοποιεί αφ’ εαυτού ότι το συμβάν «Γενάρης του 2015» –ή, με άλλα λόγια, «πρώτη φορά κυβέρνηση της Αριστεράς στην Ελλάδα»– εξακολουθεί να στοιχειώνει το κοινωνικό φαντασιακό, αγγίζοντας όλες τις πολιτικές χορδές. Έτσι, η Δεξιά και το «ακραίο Κέντρο» επιδιώκουν να ξορκίσουν κυριολεκτικά το συμβάν, με ξόρκια και μαγγανείες κάθε μορφής. Π.χ. επιστρατεύοντας βαρύγδουπους αριθμούς και ασύστολα ψεύδη που δεν πείθουν παρά τους ήδη πεισμένους, οι οποίοι, επιπλέον, δεν επιθυμούν ούτε να σκεφτούν κάτι ούτε να μάθουν οτιδήποτε. Ή –άλλη σχολή– σωρεύοντας χωρίς ίχνος ανάλυσης ή επιχειρήματος χύδην απαξιωτικούς προσδιορισμούς από αυτούς που συναντάμε συνήθως στους καβγάδες στα καφενεία: «ατζαμοσύνη και χοντροκοπιά», «καραγκιοζιλίκια», «απύθμενη χυδαιότητα», «γελοίο δημοψήφισμα και κωμικοτραγική συνέχεια», «ανηθικότητα και εξαπάτηση χωρίς όρια» –απλώς σταχυολογώ, με λύπη μου, από το ρεπερτόριο που παρουσίασε σε πρόσφατη παρέμβασή του στη Lifo ο κατά τα άλλα σοβαρός κ. Αριστείδης Χατζής, καθηγητής Φιλοσοφίας του Δικαίου και Θεωρίας των Θεσμών στο ΕΚΠΑ. Η ίδια σχολή φαίνεται πως έχει ολοκληρώσει πλέον την αποτίμησή της. Η προσφιλής σε κάθε Δεξιά που σέβεται τον εαυτό της ιατρική μεταφορά έρχεται να καθησυχάσει τους εξακολουθητικά ανησυχούντες: ο ελληνικός λαός κάποτε αρρώστησε από τη γρίπη ΣΥΡΙΖΑ που ευτυχώς του έχει περάσει. Έτσι διατείνεται τουλάχιστον ο κ. Χατζής. Ενώ ο κ. Πρετεντέρης έρχεται να επικυρώσει τον εφησυχασμό με μια ιδιόρρυθμη χρήση του Μοσκοβιτσί.

Αν το ΠΑΣΟΚ (και οι διάφορες παραλλαγές του) ακολούθησαν τον δρόμο αυτής της ρητορικής –ομολογουμένως ηπιότερα– σήμερα φαίνεται πως αυτό επικεντρώνει κυρίως τα πυρά του στην ονομασία του συμβάντος: «πρώτη φορά Αριστερά στην κυβέρνηση της χώρας» υπήρξε το ΠΑΣΟΚ του 1981. Ξεχνώντας, βέβαια, το πόσο διαφορετικές ήταν οι κοινωνικές, οικονομικές, πολίτικες και ιδεολογικές συνθήκες εκείνη την εποχή, όπως και την καταγωγική σχέση του τότε ΠΑΣΟΚ με την Ένωση Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου. Αλλά ας είναι. Γιατί υπήρχε ο ΣΥΡΙΖΑ του Γενάρη 2015, όπως υπάρχει και η σημερινή πληθυντική Αριστερά. Και αν το ΚΚΕ διαφεύγει απ’ όσα απασχολούν τούτη τη συζήτηση, γιατί η στάση του παραμένει εσαεί αμετάλλακτη παραδειγματίζοντας διαλεκτικότατα το υπερβατικό «πράγμα καθ’ εαυτό», η υπόλοιπη Αριστερά ενδιαφέρει και μάλιστα πολύ.

Οι ανά χείρας «Παρεμβάσεις» άνοιξαν το θέμα της αποτίμησης του συμβάντος. δημοκρατικά. Επιζητώντας δια-λόγο, δηλαδή λόγο που θέλει να διασχίζει τις διαφορετικές τοποθετήσεις και συν-ζήτηση, δηλαδή ζήτηση από κοινού των συντεταγμένων της επιδιωκόμενης αποτίμησης. Μόνον που εδώ αναδεικνύεται ένα μεγάλο κενό. Κενό που είχε παρατηρηθεί και επισημανθεί ήδη από τον Μάρτιο του 2020. Εννοώ τα εξής:

Ο τότε ΣΥΡΙΖΑ είχε συντάξει λεπτομερή απολογισμό του έργου του –κριτικό και αυτοκριτικό– για την περίοδο 2012-2019. Μετά από δουλειά διάρκειας τριών περίπου μηνών και αφού συζητήθηκε διεξοδικά στα όργανά του (Πολιτική Γραμματεία και Κεντρική Επιτροπή), το κείμενο του «Απολογισμού» (10 κεφάλαια σε 125 σελίδες) εγκρίθηκε ομόφωνα από την ΚΕ στα τέλη Φεβρουαρίου του 2020 με μια μόνο λευκή ψήφο. Κατόπιν, ωστόσο, το κείμενο αυτό ελάχιστα απασχόλησε τις οργανώσεις και τα μέλη του κόμματος. Μολονότι το γεγονός ότι υπήρξε ένας τέτοιος κριτικός και αυτοκριτικός απολογισμός, από κόμμα που μόλις είχε κυβερνήσει, συνιστούσε γεγονός πρωτοφανές στην ιστορία του τόπου –ίσως και διεθνώς. Μολονότι το κείμενο του «Απολογισμού» επαινέθηκε από πολλές πλευρές, και μάλιστα κάποιες φορές σε υπερθετικό βαθμό. Μολονότι –και κυρίως– ο «Απολογισμός» είχε συνταχθεί με στόχο να αποτελέσει βάση για να χαράξει ο ΣΥΡΙΖΑ τη νέα πορεία που απαιτούσε η ήττα του στις εκλογές του 2019. Κατ’ ουσίαν αγνοήθηκε από τους πάντες. Μόνο λίγες οργανώσεις του κόμματος ανέλαβαν από μόνες τους την πρωτοβουλία να τον συζητήσουν. Το γεγονός δηλοί πολλά για την πορεία που ακολούθησε ο ΣΥΡΙΖΑ από ‘κει και πέρα. Αλλά δεν είναι εδώ η θέση να εξετάσουμε τα πολλά αυτά. Αναφέρομαι στον «Απολογισμό» μόνο για να τονίσω ότι αυτός είχε –και έχει– μείνει κατ’ ουσίαν ορφανός. Και για να υπογραμμίσω ότι αυτή η ορφάνια υποθηκεύει καίρια, αν δεν υπονομεύει εκ βάθρων, μια επαρκώς επιχειρηματολογημένη συζήτηση για το συμβάν που μας απασχολεί.

Για του λόγου το ασφαλές, παραπέμπω στις τοποθετήσεις που διαβάσαμε στο προηγούμενο τεύχος των «Παρεμβάσεων». Γιατί καμιά από αυτές δεν δέησε να καταβάλει τον κόπο που θα απαιτούσε η ανάγνωση του «Απολογισμού», ώστε να διαπιστώσει ποιες απαντήσεις είχε δώσει προκαταβολικά ο τότε ΣΥΡΙΖΑ στις δικές τους σημερινές ενστάσεις. Και άρα να διατυπώσει τις ενστάσεις που θα συνέχιζε ενδεχομένως να διατηρεί μετά λόγου γνώσεως. Γνώσεως τόσο των πραγματικών περιστατικών, όσο και του πώς ο ΣΥΡΙΖΑ αντιμετώπισε τότε αυτά τα περιστατικά. Υποθηκεύει ή δεν υποθηκεύει, λοιπόν, η ορφάνια του «Απολογισμού» τη σοβαρότητα της συζήτησης;

Γιατί –για να αρχίσω από αυτά– τα πραγματικά περιστατικά της περιόδου όπου κυβέρνησε ο ΣΥΡΙΖΑ (το συμβάν «Γενάρης 2015» και οι επιπτώσεις του) δεν τα κρύβει μόνον η αχλή των χρόνων που μεσολάβησαν. Τα κρύβει πιο καθοριστικά η ιδεολογική επικάλυψη και η συνεπόμενη διαστρέβλωσή τους από προσεγγίσεις που φαίνεται να αποζητούν πρωταρχικά εκ των υστέρων δικαίωση, εις βάρος κάποιες φορές ακόμη και όσων οι ίδιες διατείνονταν τότε εν θερμώ. Αδικώ πολλούς και πολλές; Ίσως, όσο κι αν δεν είναι πρόθεσή μου. Αλλά κάθε υπόνοια περί αδικίας θα εξέλειπε αν κατορθώναμε πρώτα να συν-εννοηθούμε –να εννοήσουμε από κοινού και να αποδεχθούμε– ποια ήταν τα πραγματικά περιστατικά και ποιες ήταν οι ούτως ή άλλως καταγεγραμμένες τότε τοποθετήσεις επ’ αυτών. Μόνον έτσι ο «Απολογισμός» θα έπαυε να είναι ορφανός και –πράγμα πολύ σημαντικότερο– θα μπορούσε αυτός να εμπλουτιστεί και ενδεχομένως να τροποποιηθεί από τα αποτελέσματα ενός αυθεντικού δια-λόγου και μιας αυθεντικής συν-ζήτησης μεταξύ αριστερών.

Αριστείδης Μπαλτάς

Η ΕΠΟΧΗ