Το να συμβάλεις με λίγες λέξεις σε μια συζήτηση με τόσο μεγάλο θέμα απαιτεί μια σκληρή αρχική επιλογή. Επιλέγω, λοιπόν, να αναφερθώ γενικά, αλλά κατά το δυνατόν συγκεκριμένα, στις αρχές πολιτικής πρακτικής που, τουλάχιστον κατ’ εμέ, προσδιόρισαν στην πράξη το «πείραμα ΣΥΡΙΖΑ», το πείραμα που συνέστησε τη λεγόμενη «πρώτη κυβέρνηση της Αριστεράς».
Οι αγώνες εναντίον του καπιταλισμού
Αρχίζω, λοιπόν, με τον ισχυρισμό ότι σχετικά νωρίς σε αυτόν τον αιώνα, οι διεκδικήσεις από τον καπιταλισμό διαχωρίστηκαν πολιτικά από τους αγώνες εναντίον του. Ρεφορμισμός ή Επανάσταση. Αυτό ήταν κατά βάσιν το δίλημμα που προσδιόρισε από τότε την Αριστερά μέχρι την οριστική κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και τη συνάδουσα παγκοσμιοποίηση. Όπου στο πλαίσιο του παγκοσμιοποιημένου και χρηματιστηριακού καπιταλισμού η Αριστερά άρχισε να συνειδητοποιεί ότι το δίλημμα, τουλάχιστον έτσι αμείλικτα διατυπωμένο, δεν μπορεί πλέον να ενεργοποιήσει σχεδόν τίποτε ενόσω η ίδια δεν μπορεί να προσφύγει ή να επαναπαυθεί σε σιδερένιες νομοτέλειες. Αφού, εκτός των άλλων, το αστάθμητο καραδοκεί παντού και δεν μπορεί να χειραγωγηθεί ποτέ. Και άρα ότι αυτή μπορεί να στηριχθεί μόνον σε μια τάση, τάση εγγενώς ενυπάρχουσα σε κάθε ταξική κοινωνία, τάση που συνιστά τόσο ιστορική όσο και ανθρωπολογική σταθερά: την τάση προς την καθολική δικαιοσύνη που συνθέτει ελευθερία, ισότητα και αλληλεγγύη, την τάση, αν θέλουμε, προς τον ορίζοντα του κομμουνισμού. Τάση που διασχίζει ακόμη και τον σοσιαλισμό ως το καθεστώς/μη καθεστώς που επιδιώκει να οδηγήσει στον κομμουνισμό. Το πείραμα «ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση» σε αυτήν την τάση στηρίχθηκε. Κάποτε ρητά, αλλά κυρίως άρρητα. Όπου γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, ο πόλεμος εναντίον του υπήρξε από την αρχή και εξακολουθεί να είναι ολοκληρωτικός: τέτοιο πείραμα οφείλει να μην υπάρξει ξανά ποτέ και οι αντικειμενικά αδιαμφισβήτητες επιτυχίες του οφείλουν να διαγραφούν από τη συλλογική μνήμη με κάθε μέσο.
Έτσι ή αλλιώς, η στήριξη σε αυτήν την τάση σήμαινε και εξακολουθεί να σημαίνει, ότι ο αγώνας της Αριστεράς για τον σοσιαλισμό εναπόκειται αποκλειστικά στη δική της ακλόνητη βούληση και στην αποτελεσματική οργάνωση των δικών της δυνάμεων, όπως και το ότι η επιτυχία του αγώνα και η επίτευξη του στόχου ανάγονται κάθε στιγμή στην προσπάθειά της να διευρύνει το εκάστοτε εφικτό. Να το διευρύνει προς την κατεύθυνση, ακριβώς, του σοσιαλισμού. Όπου το εφικτό και η διεύρυνσή του προσδιορίζονται από τον αναγκαίο ρεαλισμό σε κάθε στιγμή του αγώνα. Ανάλογα με τις εκάστοτε περιστάσεις και τους αντίστοιχους συσχετισμούς ισχύος. Ρεαλισμό, ωστόσο, που υπόκειται σε μια ακλόνητη και αισιόδοξη βούληση μακράς πνοής. Δηλαδή έναν ρεαλισμό πάντοτε ανοιχτών οριζόντων που μπορεί να κινητοποιεί το αντίστοιχο ακλόνητο φρόνημα.
Η στόχευση του σοσιαλισμού
Πώς, όμως, μπορεί η Αριστερά να πορευτεί στον δρόμο προς τον σοσιαλισμό όταν οι θεωρίες για εκείνον, οσοδήποτε πλούσιες, παραμένουν –όπως, άλλωστε, το οφείλουν ως θεωρίες– μονίμως ανοιχτές και κάποτε αμφιλεγόμενες; Ενώ ούτως ή άλλως καμιά τους δεν μπορεί να εδραιώσει νομοτέλειες ούτε να προλάβει το αστάθμητο; Μόνον αν ακούσουμε τον ποιητή –τον Ισπανό Αντόνιο Ματσάδο (1875-1939)– που υποδεικνύει ότι έναν τέτοιο και έναν τόσο νέο δρόμο μπορούμε να τον διανοίξουμε και να τον χαράξουμε μόνον περπατώντας. Με πάντα σταθερό τον προσανατολισμό μας στο βάθος του ουρανού. Κατά συνέπεια, τα προγράμματα της Αριστεράς δεν μπορεί παρά να συνιστούν συγκυριακές προσπάθειες που οφείλουν να είναι ανοιχτές στο αστάθμητο και έτοιμες να αποκριθούν ακόμη και στις παντελώς απροσδόκητες επιπτώσεις του. Ομολογουμένως, το «πείραμα ΣΥΡΙΖΑ» δεν τα πήγε εδώ και τόσο καλά.
Και πώς μπορούμε να συντηρούμε και να επισκευάζουμε το όχημα ή το σκάφος που επιτρέπει την πορεία σε απάτητο δρόμο που απλώς υποδεικνύει έναν ορίζοντα; Δρόμο σε στεριές και θάλασσες, με το ρεύμα σχεδόν μόνιμα ενάντιο; Όταν οι θεωρίες μας δεν εξασφαλίζουν νομοτέλειες, οι συνθήκες είναι πάντα νέες, οι άνεμοι που πνέουν κάθε στιγμή άστατοι και απρόβλεπτοι ενώ ούτε οι εμπειρίες που έχουμε συσσωρεύσει επαρκούν για ασφαλή πλοήγηση; Όσο κι αν εμπειρίες και θεωρίες ανασύρουν και ανασυγκροτούν μνήμες σκληρές και πολύτιμες, όσο κι αν καλλιεργούν φρόνημα φτιάχνοντας πείσμα και πειθώ. Συνάγεται πως μπορούμε να συντηρούμε και να επισκευάζουμε το όχημα ή το σκάφος μόνον αν ακούσουμε τον φιλόσοφο –τον Όττο Νόιρατ (1882-1945), αριστερό μέλος του διάσημου Κύκλου της Βιέννης– που υποδεικνύει ότι τούτο το όχημα ή σκάφος μπορούμε να το ναυπηγούμε και να το ξανα-ναυπηγούμε μόνον από τα υλικά που βρίσκουμε, ανασύρουμε και επεξεργαζόμαστε στον δρόμο και εν κινήσει. Δηλαδή μόνον εν πλώ.
Ποιος είναι, λοιπόν, ο σοσιαλισμός και πώς τίθεται; Ο σοσιαλισμός είναι ο απαράκαμπτος στόχος του μόνιμου αγώνα για καθολική δικαιοσύνη. Του αγώνα εντός και εναντίον του καπιταλισμού, που αποσκοπεί κάθε στιγμή στη διεύρυνση του εφικτού, πάντα υπό τη σκοπιά του στόχου, αλλά αναγνωρίζοντας κάθε φορά τις ρεαλιστικές δουλείες της στιγμής. Του αγώνα που φτιάχνει τον δικό του δρόμο περπατώντας τον, με όχημα ή σκάφος που ναυπηγείται, συντηρείται και επισκευάζεται εν πλω.
Αλλά τι μπορεί να είναι ένα τέτοιο όχημα ή σκάφος; Τόσο η δομή του καπιταλισμού (η αποφασιστική σημασία και η σχετική αυτονομία της πολιτικής βαθμίδας) όσο και η συσσωρευμένη εμπειρία υποδεικνύουν πως τούτο το όχημα ή σκάφος δεν μπορεί παρά να συνίσταται σε ένα κόμμα ιδιαίτερης μορφής: κόμμα που δρα πάντοτε εν μέσω κοινωνίας και όχι εκ των άνω. Κόμμα αψεγάδιαστης εσωτερικής δημοκρατίας και ανοιχτό στους καιρούς και σε συνομιλητές. Κόμμα πάντοτε έτοιμο να εντοπίζει το νέο και να αφουγκράζεται ιδέες και κινήσεις που λειτουργούν εκτός τρέχουσας δημοσιότητας. Κόμμα ικανό να αναγνωρίζει ανοιχτά και σταράτα τα δικά του λάθη ή ολιγωρίες και να αυτο-διορθώνεται ανάλογα. Και άλλα πολλά. Αλλά τούτα τα πολλά –και ειδικά σήμερα μετά τη διάλυση που επέφερε η καταιγίδα του «αντι-πειράματος Κασσελάκη»– αποτελούν θέμα μιας άλλης συζήτησης που οφείλει να συμπληρώσει αυτήν που ήδη ανοίξαμε.
Αριστείδης Μπαλτάς