Πρόσφατα η Disney (ναι, όντως η Disney!) έκανε τη μεγάλη ανατροπή βγάζοντας μακράν το καλύτερο σκέλος στο (μακρύ πλέον) franchise που ξεκίνησε ο George Lucas το 1977. Παρότι έκδηλες οι αναφορές στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους και ιδιαίτερα στο Βιετνάμ, η ιστορία της τότε τριλογίας ελάχιστα ξεφεύγει από την κλασική επική αντιπαράθεση καλού και κακού, με σχετικά απλούς και αβαθείς χαρακτήρες που ήταν αρκετοί για να καθιερώσουν το «Star Wars» ως ένα από τα μεγαλύτερα φαινόμενα όλων των εποχών στο χώρο της φαντασίας, όχι όμως ικανό ώστε να μας «μιλήσει» στη σημερινή εποχή των πολλαπλών κρίσεων, της αβεβαιότητας, του ηθικού αλλά και πολιτικού κενού.
Σε αυτό έρχεται (εντελώς αναπάντεχα) να δώσει απάντηση το «Andor», σειρά που ξεκινά με αφορμή το επίσης εξαιρετικό «Rogue One» (2016), δίνοντας στους χαρακτήρες του την απαραίτητη υφή ώστε να συμβαδίσουν με τις σημαντικές αναζητήσεις μιας μεγάλης μερίδας της ανθρωπότητας που αρχίζει να κατανοεί τα τεράστια και γιγαντούμενα αδιέξοδα ενός καπιταλισμού όλο και πιο ασύμβατου με τη δημοκρατία.
Στα γεγονότα της σειράς δεν βλέπουμε απλώς τους κεντρικούς ήρωες –ανθρώπους προερχόμενους από διαφορετικά περιβάλλοντα– να διαμορφώνονται σε σκληραγωγημένους/ες επαναστάτες/τριες. Για πρώτη φορά, βλέπουμε με ανατριχιαστική λεπτομέρεια τις εσωτερικές πολιτικές αντιφάσεις τόσο της παντοδύναμης «Αυτοκρατορίας» όσο και την εν τη γενέσει της Συμμαχία των Εξεγερμένων. Προσωπικές στρατηγικές, ματαιοδοξία, διαφορετικά πολιτικά και ιδεολογικά σχέδια, ξεδιπλώνονται σε μια ιδιαίτερα ιντριγκαδόρικη και γεμάτη ανατροπές εξιστόρηση, η οποία ελάχιστα διαφέρει από την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα που έχουμε δει να αναπτύσσεται ανά την υφήλιο ειδικά την τελευταία εικοσαετία, χωρίς να εξαιρείται φυσικά και η χώρα μας.
Δεν είναι λίγες οι φορές που οι ομοιότητες είναι ικανές να μας κάνουν να ανατριχιάσουμε, φέρνοντας στο μυαλό μας τόσο τις πράξεις της «Αυτοκρατορίας», με τα μνημόνια, την καταστολή των πλατειών, την «ανίερη» κυβέρνηση Σαμαρά, αλλά και τα πιο πρόσφατα με τις υποκλοπές, τη θανατοπολιτική, τη συγκάλυψη των εγκλημάτων στα Τέμπη και αλλού, καθώς και τις τεράστιες ανεπάρκειες των «εξεγερμένων», με την άνοδο και την πτώση του ΣΥΡΙΖΑ, την πολυδιάσπαση και την αναξιοπιστία της Αριστεράς, τη συστημική προσαρμογή και τον κυβερνητισμό, τις εμπάθειες και τις αυτοαναφορικές και αδιέξοδες διαφωνίες, τις πολλαπλές και στρατηγικές ήττες.
Με λίγα λόγια, το «Andor», με την ασφάλεια της απόστασης που του δίνει το γεγονός ότι αναφέρεται σε ένα φανταστικό σύμπαν («in a galaxy far, far away»), μπορεί και αποτυπώνει τη σημερινή γήινη πραγματικότητά μας πολύ καλύτερα από τη μεγάλη πλειοψηφία της συστημικής (αλλά και δήθεν αντισυστημικής) δημοσιογραφίας. Αυτή ακριβώς η δημιουργική απόσταση του φανταστικού, του δίνει τη δυνατότητα να μας υπενθυμίσει με ανελέητο ρεαλισμό πολλές σκληρές αλήθειες για την κοινωνία και την πολιτική: Πως οι νίκες δεν πετυχαίνονται συνήθως μόνο με όρους ισχύος αλλά με όρους ηγεμονίας και εκμετάλλευσης των ρωγμών του αντιπάλου, πως η ενότητα στη δράση απαιτεί αξιοπιστία και εμπιστοσύνη που χτίζονται δύσκολα και γκρεμίζονται εύκολα, πως μπορεί το σύστημα να χρησιμοποιεί τις αντιστάσεις για να «κατασκευάζει» συναίνεση για γενοκτονίες, πολέμους, αέναη καταστολή.
Αν και απολύτως αξιοσημείωτα όλα τα παραπάνω για μια σειρά που προέρχεται από την καρδιά του mainstream, η δημιουργία αυτή μας δίνει κάτι το οποίο έχουμε πολύ περισσότερο ανάγκη: Πέραν της απόλαυσης που λαμβάνει κανείς παρακολουθώντας την εξέλιξη των χαρακτήρων, η βασική συνεισφορά του «Andor» είναι ο αμείλικτος τρόπος με τον οποίον αποδομεί τους ήρωές του. Οι κεντρικοί ήρωες και οι κεντρικές ηρωίδες της Εξέγερσης σκοτώνουν, κλέβουν, προδίδουν και εκμεταλλεύονται τις συγκυρίες για να πετύχουν το στόχο τους, ενώ συχνά αποκλίνουν, σε μια δύσκολη ταλάντωση μεταξύ της υπηρέτησης του «σκοπού» και των προσωπικών τους αναγκών. Παρόλη την εικονοκλαστική της διάθεση, όμως, η σειρά μας τονίζει ξανά και ξανά μια πολύ σημαντική αλήθεια: Όσοι/ες παραμένουν πιστοί/ές στο σκοπό, καταγράφονται εν τέλει ηρωικά. Αυτή η «αποαγιοποίηση χωρίς αποκαθήλωση» είναι απολύτως αναγκαία στις μέρες μας. Τόσο για να κατανοήσουμε αυτά που συμβαίνουν στην Παλαιστίνη (αλήθεια, πόσο πιστεύουμε ότι διέφεραν οι δικοί μας εθνικοί ήρωες από αυτούς της παλαιστινιακής αντίστασης;) όσο και για να κατανοήσουμε τα αδιέξοδα της Αριστεράς στην Ελλάδα και παγκοσμίως.
Σε ό,τι αφορά το τελευταίο ερώτημα, η ίδια η οδυνηρή απόκλιση του «Andor» από τη σημερινή πραγματικότητα μας δίνει έναυσμα να βελτιωθούμε: Παρά τις αντιφάσεις και αδυναμίες τους, οι ηρωίδες και οι ήρωες του «Andor» έχουν πάντα ως πρώτη προτεραιότητα τον Αγώνα, δίνοντας ακόμα και τη ζωή τους γι’ αυτόν αν χρειαστεί. Ακόμη και οι όποιες προσωπικές στρατηγικές και διαφορές αναδύονται πάντα έχουν γνώμονά τους τον κοινό σκοπό, την ανατροπή του συστήματος, τη νίκη της εξέγερσης. Από την αντίσταση του «Andor» απουσιάζουν οι καρεκλοκένταυρες γραφειοκρατίες, οι εφ’ όρου ζωής επαγγελματίες της πολιτικής, οι άνευ όρων αρχηγίσκοι και νάρκισσοι. Αυτό το έλλειμμα είναι, κατά τη γνώμη μου, η πηγή της ελπίδας που μας χαρίζει αυτό το καλλιτέχνημα: Δεν έχουμε ανάγκη από Άγιους, αλάνθαστους σωτήρες, ειδικούς, «υπερταλαντούχους» της πολιτικής. Έχουμε απλώς ανάγκη να δούμε τον ηρωισμό μέσα στο ίδιο μας το πείσμα να κάνουμε την αυριανή κοινωνία περισσότερο δίκαιη, περισσότερο δημοκρατική, περισσότερο ελεύθερη – δηλαδή, καλύτερη.