Συνέντευξη με τον Απόστολο Ξαψάλη, νομικό-εργατολόγο για την εργασία στο πεδίο του τουρισμού
Το 2020 έγραψες, μαζί με τον Βαγγέλη Κουμαριανό και τον Νικόλα Αυγέρη, ένα βιβλίο με τίτλο «Η παραβατικότητα στην εργασία. Η περίπτωση του επισιτισμού – τουρισμού» (εκδόσεις ΙΝΕ-ΓΣΕΕ). Θα ήθελα να μου πεις πού βρισκόμαστε όσον αφορά στα εργασιακά ζητήματα στον χώρο του τουρισμού.
Η μελέτη αυτή αφορούσε το 2019, τη χρονιά δηλαδή όπου ο ελληνικός τουρισμός έσπασε κάθε ρεκόρ. Η κατάσταση στα χρόνια της πανδημίας πήγε προς το χειρότερο. Και αυτό παρά το γεγονός ότι στον χώρο του τουρισμού υπάρχει συλλογική σύμβαση που δίνει τη δυνατότητα να ελέγχονται οι εργασιακές συνθήκες στις μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις. Στην έρευνά μας αποτυπώνουμε την παραβατική κανονικότητα ως στοιχείο DNA της επιχειρηματικότητας στον τουρισμό. Δεν υπάρχει λόγος να μας προκαλεί εντύπωση το περιστατικό με τον εργαζόμενο στη Ρόδο που σέρβιρε μέσα στο νερό. Η παραβατικότητα και η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων είναι παγιωμένη κατάσταση. Είναι ενδημική. Είτε στα χρόνια της ανάπτυξης είτε στα χρόνια της κρίσης είτε στα χρόνια της ανάκαμψης (2016-2019) είτε στα χρόνια της πανδημίας είτε τώρα που έχουμε μια κρίση ακρίβειας. Η τήρηση της εργατικής νομοθεσίας καθίσταται σχεδόν προαιρετική. Και για τον εργαζόμενο και για τον εργοδότη. Δυστυχώς, δημιουργείται μια νέα κουλτούρα πολίτη που ευνοεί τη μαύρη εργασία. Και μπορεί πλέον τα φαινόμενα παραβατικότητας να απασχολούν τον δημόσιο διάλογο τώρα, αλλά αφορούν μια ήδη εμπεδωμένη εδώ και πολλά χρόνια πραγματικότητα.
Υπάρχει, επομένως, μια «μεγάλη παραίτηση»; Μια «μεγάλη προσαρμογή»; Μπορεί να υπάρξει μια «μεγάλη αντεπίθεση»;
Η «μεγάλη παραίτηση», που σε άλλες χώρες σημαίνει «αλλάζω δουλειά», στην Ελλάδα σημαίνει παραίτηση από τα δικαιώματά μου. Ο νέος εργαζόμενος, ανεξαρτήτως ηλικίας, έχει παραιτηθεί από την προοπτική ότι μπορεί να δουλέψει με όρους αξιοπρέπειας, όπως εργαζόταν μέχρι το 2008. Πλέον, η εργασία είναι ένα μέσο επιβίωσης. Πολλές φορές είναι ο ίδιος ο εργαζόμενος που προτείνει στον εργοδότη μορφές παραβατικότητας, ακόμα και σε προστατευμένους συνδικαλιστικά κλάδους. Και ως προς την αμοιβή και ως προς τον τρόπο καταβολής και ως προς το ωράριο. Για να μπορέσει να επιβιώσει σε ένα περιβάλλον σαν το σημερινό. Δυστυχώς, όπως είδαμε στις πρόσφατες εκλογές, σχεδόν κανένα κόμμα δεν προέταξε το εργασιακό ζήτημα. Επομένως, έχει υποχωρήσει η γραμμή άμυνας στα ελαχίστως απαραίτητα. Έχουμε αφήσει πίσω και την ποιότητα της εργασίας και τη δημοκρατία στους χώρους δουλειάς. Αυτό, με τη σειρά του, σημαίνει εξαφάνιση της εργατικής αλληλεγγύης. Και όταν δεν υπάρχει εργατική αλληλεγγύη, δεν μπορεί ο εργαζόμενος σε ατομικό επίπεδο να συγκροτήσει πόλους αντεπίθεσης.
Οπότε, η περαιτέρω τουριστικοποίηση τι μπορεί να σημάνει για την προοπτική των εργαζομένων και της ελληνικής οικονομίας;
Για τα δημόσια οικονομικά τέτοιου είδους ανάπτυξη έχει μικρό αντίκτυπο. Και από άποψη φορολογικών και ασφαλιστικών εσόδων και από άποψη κατανάλωσης. Αυτό το μοντέλο είναι αυτοκαταστροφικό. Ο τουρισμός πάντα επηρεάζεται από εξωγενείς παράγοντες (πόλεμος, πανδημίες κ.ά.). Φέτος, για παράδειγμα, ενώ θα μπορούσαμε να είχαμε σπάσει πάλι κάθε ρεκόρ, ο τουρισμός, λόγω ακρίβειας, δεν τροφοδοτείται από γηγενείς πελάτες. Είναι μεγάλα τα κόστη για τους Έλληνες και αυτό έχει πλήξει αρκετές περιοχές. Υπάρχει, όμως, και ο πολιτικός κίνδυνος, καθώς κόμματα, επαγγελματικές ενώσεις και πολίτες παραιτούνται από το όραμα να γίνει η Ελλάδα μια κανονική χώρα, μια καλύτερη χώρα. Ούτε η νέα κυβέρνηση, φυσικά, επιθυμεί να αντιμετωπίσει τα σχετικά προβλήματα και τις ανισορροπίες, όπως οι δημογραφικές ελλείψεις, παρ’ όλο που μέχρι και ο Στουρνάρας έγραψε για τη θετική συμβολή των μεταναστών στην ελληνική οικονομία. Οι σχετικές ανάγκες σε ανθρώπινο δυναμικό, βέβαια, είναι πολύ πιθανό να επηρεάσουν τη μεταναστευτική πολιτική με πολύ διαφορετικό τρόπο από αυτόν που θα έπρεπε.
Ας πούμε, τότε, πώς συνδέεται το μεταναστευτικό με τις ανάγκες του τουρισμού.
Μας λείπουν εκατοντάδες χιλιάδες εργατικά χέρια σε μια σειρά από κλάδους, συμπεριλαμβανομένου του τουρισμού. Πώς θα καλυφθούν αυτές; Με εισδοχή εργατικού δυναμικού από το εξωτερικό. Αλλά το πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να ανταποκριθεί, αφού έχει υπερεκτεθεί με τη φύλαξη των συνόρων και την καθαρότητα της φυλής. Οι νεοεισερχόμενοι, όμως, δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο από μουσουλμάνοι από ασιατικές χώρες. Τι προσπαθεί να κάνει η κυβέρνηση; Λέει ότι θα συνεχίσει να φυλάει τα σύνορα και ότι θα επενδύσει στη νόμιμη μετανάστευση μέσω διμερών συμφωνιών. Έχει κάνει τέτοιες με το Μπαγκλαντές και την Αίγυπτο, οι οποίες όμως είναι σε μεγάλο βαθμό προβληματικές και/ή ανεφάρμοστες. Με σκοπό να καλυφθούν οι εποχιακές ανάγκες της ελληνικής οικονομίας (μάζεμα αγροτικών προϊόντων, λάντζα και καθαριότητα στα ξενοδοχεία κ.λπ.). Χωρίς δηλαδή δικαιώματα επανένωσης, απόκτησης ιθαγένειας κ.λπ. Αυτό, για να πετύχει, θα πρέπει να καταλάβουν οι υποψήφιοι μετανάστες ότι είναι πολύ επικίνδυνο το παράνομο ταξίδι προς την Ελλάδα, ώστε να επιλέξουν τη νόμιμη οδό. Σε αυτό το πλαίσιο, το ναυάγιο της Πύλου μπορεί να περιέχει ενδεχόμενο δόλο.
Δημήτρης Παπανικολόπουλος