Την Τουρκία ως Δούρειο Ίππο για να διεισδύσει στον μουσουλμανικό κόσμο θέλει να χρησιμοποιεί η Ρωσία, με αποτέλεσμα να δίνει περιθώρια και να καλύπτει ένα ισχυρό και σημαντικό μέλος του ΝΑΤΟ όταν αυτό ασκεί εθνική πολιτική σε θέματα της Μέσης Ανατολής. Από τη δική του πλευρά το καθεστώς Ερντογάν βαδίζει στην κόψη του ξυραφιού κάθε φορά που κάνει το οποιοδήποτε βήμα στην εξωτερική πολιτική. Στόχος του δεν είναι μόνο να ενισχύει συνεχώς την παρουσία του στην περιοχή και να γίνει ο πόλος συσπείρωσης του μουσουλμανικού κόσμου, για να διαπραγματεύεται αυτό το όπλο με φίλους και συμμάχους αλλά να σταθεροποιηθεί στο εσωτερικό της Τουρκίας η κυβέρνηση που λόγω της οικονομικής κατάστασης της χώρας χάνει συνεχώς έδαφος. Στον βωμό των ρωσοτουρκικών σχέσεων και οι δύο πλευρές έχουν κάνει σημαντικές υποχωρήσεις σε σημείο που πολιτικοί παρατηρητές να τις χαρακτηρίζουν «αντιφατικές».
Η πρώτη μεγάλη αντίφαση φαίνεται στη Λιβύη. Η Ρωσία, μαζί με τη Γαλλία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, στέκεται στο πλευρό του στρατηγού Χαλίφα Χάφταρ. Η Τουρκία, από την πλευρά της, στηρίζει τον πρωθυπουργό Φαγέζ αλ Σαράζ, επικεφαλής της Κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας (GNA) που έχει αναγνωριστεί από τα Ηνωμένα Έθνη ως επίσημη κυβέρνηση της χώρας, η οποία ελέγχει τις τράπεζες και τα ταμεία του κράτους. Η απόφαση του Ερντογάν να παρέμβει στρατιωτικά στη σύγκρουση στη Λιβύη αυξάνει μεν την προοπτική ότι αυτή η σύγκρουση θα μπει σε πιο επικίνδυνη φάση, από την άλλη όμως ο ίδιος ο Ερντογάν επιδιώκει να ενισχύσει τις ισλαμικές πολιτοφυλακές που αγωνίζονται να πάρουν τον έλεγχο της χώρας και να δημιουργήσουν στην Τρίπολη μια κυβέρνηση τύπου Μουσουλμανικής Αδελφότητας.
Ο αρχηγός των ανταρτών της Λιβύης, ο οποίος έχει κατακτήσει μεγάλα τμήματα της, μεταξύ των οποίων και οι περιοχές όπου βρίσκονται οι μεγάλες πετρελαιοπηγές, προσπαθεί τώρα καταλάβει τον έλεγχο της πρωτεύουσας της Λιβύης. Η ενίσχυση που παίρνει από τη Ρωσία, που παλαιότερα ενίσχυε το καθεστώς Καντάφι, είναι μέσω του ιδιωτικού στρατού της εταιρείας Wagner.
Έως τώρα αυτή η διάσταση απόψεων δεν έχει φανεί, επίσημα τουλάχιστον. Τυπικά οι δύο χώρες κάνουν μεσολαβητικές προσπάθειες «για την επίτευξη λύσης» Καθίσταται σαφές ότι όποιο κι αν είναι το τελικό αποτέλεσμα το δίδυμο Ρωσία – Τουρκία θα βγει κερδισμένο.
Αντίθετα στη Συρία τα πράγματα αυτή τη στιγμή δεν είναι ξεκάθαρα. Η Ρωσία είχε αποδεχτεί, τουλάχιστον προσωρινά, μια τουρκική στρατιωτική συνεργασία ενάντια στους Κούρδους και οι δύο κυβερνήσεις προσπαθούν να σφυρηλατήσουν μια συμφωνία για το μέλλον της μεταπολεμικής Συρίας στο οποίο θα βγουν και οι δύο κερδισμένες. Αυτά έως πριν μερικές ημέρες όπου στρατιώτες των δύο χωρών έδωσαν μεταξύ τους μάχη με αποτέλεσμα τον θάνατο τούρκων στρατιωτών. Το γεγονός δημιούργησε διπλωματική ένταση μεταξύ των δύο χωρών και προσωπική επαφή Πούτιν – Ερντογάν. Το πιο πρόσφατο γεγονός η δήλωση του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών, ο οποίος δήλωσε ότι «η Τουρκία περιμένει από τη Ρωσία να σταματήσει αμέσως τις επιθέσεις» για να προσθέσει αμέσως ότι «η Άγκυρα χρειάζεται να εργαστεί με τη Μόσχα για να επιλύσει προβλήματα στην περιοχή.»
Αγκάθι στις σχέσεις των δύο χωρών παραμένει η μη αναγνώριση εκ μέρους της Τουρκίας, της προσάρτησης της Κριμαίας από τη Ρωσία. Στην αρχή δεν μπορούσε να το κάνει λόγω των σχέσεων της με τις ΗΠΑ. Αργότερα επικαλέστηκε την υποστήριξη της μειονότητας των Τατάρων που ζει στην περιοχή αναφέροντας ότι αυτή είναι πάγια θέση της χώρας, πριν από την Οκτωβριανή Επανάσταση. Πάντως, μια φράση που είπε ο Ταγίπ Ερντογάν, σύμφωνα με ξένους ανταποκριτές στην Άγκυρα, μιλώντας στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος του, ίσως να δίνει όλη τη διάσταση της σκέψης και της πολιτικής που προσπαθεί να εφαρμόσει: «Πρόθεση μας δεν είναι να έρθουμε αντιμέτωποι ούτε με τους συμμάχους μας ούτε με τους φίλους μας».
Νίκος Σερβετάς
Πηγή: Η Εποχή