Εξ επαγγέλματος θεατής της μικρής οθόνης, στο μυαλό μου βούιζε απ’ το πρωί η άνωθεν εντολή «φολί-φολί, φολί-φολί, φολί-φολί…». Λίγο έλειψε να είναι σήμερα αυτό το θέμα. Όχι μόνο για να υπερασπιστούμε φίλους και συντρόφους, αλλά και για να επισημάνουμε κερκόπορτες που δεν έκλεισαν και απειλούν τώρα με καταβολή τιμήματος, ακόμα και όσους δεν θα μπορούσε να βαρύνει ελάχιστη υποψία ενοχής. Όμως, από την πείρα, που αυξάνει μαζί -δυστυχώς- με την ηλικία, διδασκόμαστε ότι η μεγάλη εικόνα έχει κυρίως σημασία.
Έχει λόγο να φοβάται η ΝΔ;
Από τη σκοπιά αυτή, έχουμε να δούμε κι άλλες πολλές απόπειρες φθοράς του κύριου αντίπαλου της ΝΔ. Και αυτό δεν αφορά τις όποιες ειδήσεις ή «ειδήσεις», αλλά τη συντονισμένη υπερεκμεταλλευσή τους με την κατασκευή μιας αποπνικτικής ατμόσφαιρας, στην οποία δεν μπορεί να επιβιώσει η επί της ουσίας πολιτική αντιπαράθεση. Τη χρειάζεται, όμως, αυτή την πρακτική ένα κυβερνών κόμμα, που διατηρεί από την αξιωματική αντιπολίτευση διψήφια απόσταση ασφαλείας;
Φαίνεται ότι στο μέγαρο Μαξίμου την κρίνουν απαραίτητη. Πρώτον, επειδή η περίοδος ανοχής που είχε η κυβέρνηση της ΝΔ στο πρώτο κύμα της πανδημίας, δεν φαίνεται να συνεχίζεται και στο δεύτερο, κυρίως λόγω δικών της ζημιογόνων επιλογών. Γεγονός που καταγράφεται πλέον στις δημοσκοπήσεις και επισημαίνεται από τους αναλυτές. Δεύτερον, επειδή εντοπίζονται επικίνδυνα σημάδια σύγκλισης των πολιτικών δυνάμεων της αντιπολίτευσης, ακόμη και του κέντρου που το θεωρούσε διαχειρίσιμο, τα οποία συνδυάζονται με εκδηλώσεις δυσαρέσκειας στον κοινωνικό χώρο των μεσαίων στρωμάτων. Στοιχεία που θα μπορούσαν να απειλήσουν σοβαρά το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο, τόσο σημαντικό για την ίδια τη ΝΔ.
Προβλέπει, μάλλον, ότι θα είναι δύσκολο να επικρατήσει αναμφισβήτητα σε μια αντιπαράθεση επί του πεδίου των πραγματικών πολιτικών αναμετρήσεων, στην περίπτωση που θα τηρούσε την πρωθυπουργική υπόσχεση για εκλογές στο τέλος της τετραετίας. Πολύ περισσότερο που αυτές θα έχουν την ιδιαιτερότητα της απλής αναλογικής και της σύνθετης και διόλου εύκολης επιχείρησης να «καούν» προς όφελος μιας δεύτερης αναμέτρησης με υπερενισχυμένη.
Σε ένα τέτοιο σενάριο, η καθημερινή φθορά του αντιπάλου με πλαγιοκοπήσεις είναι όχι απλώς απαραίτητο, αλλά εκ των ων ουκ άνευ στοιχείο. Το χρειάζεται επειγόντως η ΝΔ, καθώς μετά την ακύρωση του σχεδίου εκλογικού αιφνιδιασμού μέσα στο 2020, αναζωπυρώνονται ιδέες για μετάθεσή του το φθινόπωρο, ή και νωρίτερα, του 2021, με σημαία την έξοδο από το τούνελ διά του εμβολιασμού. Ωστόσο, ακόμα και στην αισιόδοξη εκδοχή ενός τέτοιου σεναρίου, η κυβερνώσα παράταξη δεν θα βαδίσει στην εκλογική αναμέτρηση αλώβητη, όπως μπορούσε να φανταστεί τον εαυτό της το καλοκαίρι του 2020.
Υπάρχει δράκος στο παραμύθι;
Καλό το αφήγημα (με το συμπάθειο), θα μπορούσε να πει κάποιος, αλλά πού είναι ο δράκος; Το ενδεχόμενο να υπάρξει δράκος εξαρτάται από την αντιπολίτευση, πρώτα πρώτα την αξιωματική. Από το αν θα οργανώσει έγκαιρα την αντιπολιτευτική στρατηγική της με βάση ένα πρόγραμμα-κοινωνική συμφωνία, ρητά και με σαφήνεια αντίπαλο του νεοφιλελεύθερου σχεδίου της ΝΔ, που έχει ήδη ξεδιπλωθεί και έχει αισθητές συνέπειες, ανοιχτό στη συζήτηση τόσο με την κοινωνία και τους θεσμικούς φορείς της, όσο και με τις δημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις. Με κεντρικό ερώτημα: θα αφήσουμε τις αναχρονιστικές, σκληρά ταξικές ιδέες Πισσαρίδη, που θεοποιούν την ένταση της ανισότητας, να κυριαρχήσουν στην έξοδο από την πολλαπλή κρίση και για την επόμενη δεκαετία; Ερώτημα θεμελιώδες για μια πρόταση συγκρότησης ενός συνασπισμού κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, που είναι ιδρυτική ιδέα της πολιτικής θεωρίας για τον κοινωνικό μετασχηματισμό στον ορίζοντα του σοσιαλισμού.
Για την ώρα, η αξιωματική αντιπολίτευση μετεωρίζεται ανάμεσα, αφενός, στη γοητεία και τις υποσχέσεις μιας τακτικής που επιδιώκει να συγκεντρώσει κάτω από την ίδια ομπρέλα κάθε ομάδα, κατηγορία, στρώμα, κάθε διεκδίκηση και αίτημα, λιγότερο ή περισσότερο δικαιολογημένο, με στόχο την προσέλκυση της πλειονότητας του πληθυσμού στην κάλπη του ΣΥΡΙΖΑ, αφετέρου, στην καταστατική της δέσμευση να εκπροσωπεί, με ένα ριζοσπαστικό και ρεαλιστικό ταυτόχρονα πρόγραμμα, τις δυνάμεις εκείνες της κοινωνίας, που μπορούν και έχουν συμφέρον να δώσουν την κρίσιμη ώθηση στην αναγκαία όσο ποτέ άλλοτε «ανατροπή του υπάρχοντος».
Η πρώτη ορμή είναι αυτή που την οδηγεί και σε τροπολογίες που επιχειρούν να ανοίξουν πελατειακούς λογαριασμούς με αδιαβάθμητα, αδιαφοροποίητα και συχνά αδικαιολόγητα έκτακτα επιδόματα σε κατηγορίες εργαζομένων, όπως η επονομαζόμενη «τροπολογία Σπίρτζη», που αδικεί ακόμα κι αυτούς που δικαιούνται παρόμοιο επίδομα, έστω κι αν δεν ανήκουν στο νοσηλευτικό προσωπικό. Είναι βασισμένη στην ιδέα πως η εκλογική νίκη μπορεί να είναι ποσοτικό αποτέλεσμα μιας άμεσης και γρήγορης συσσώρευσης εκλογικού δυναμικού από κάθε κατεύθυνση. Ιδέα διαδεδομένη ιδιαίτερα σε εποχές μεγάλης πόλωσης, κυρίαρχη σε κόμματα εκ πεποιθήσεως πολυσυλλεκτικά, με απουσία στρατηγικής συμμαχιών, καθώς τις αντιμετωπίζουν σαν ευκαιριακού χαρακτήρα κινήσεις.
Τα πράγματα με τ’ όνομά τους
Το βέβαιο είναι πως ούτε η συγκυρία, ούτε τα κοινωνιολογικά και ταξικά χαρακτηριστικά της ελληνικής πραγματικότητας σήμερα ευνοούν μια τέτοια εκδοχή του πολιτικού σχεδιασμού ενός κόμματος της αριστεράς. Δεν αμφισβητείται, δηλαδή, μόνο σαν επιλογή αρχής, αλλά και σαν συγκυριακό ενδεχόμενο.
Εδώ είναι που αρχίζει μια συζήτηση γύρω από ένα συνθηματοποιημένο κίνδυνο: της «διολίσθησης προς το κέντρο». Η οποία διεξάγεται με ένα μη συστηματικό τρόπο και γι’ αυτό ενέχει το ενδεχόμενο να πετάξει μαζί με τα απόνερα και το παιδί. Γιατί αν η «διολίσθηση» αυτή αποσκοπεί να υποκαταστήσει στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων-πολιτών φθίνοντα κόμματα του κέντρου με απομίμηση του πολιτικού προσώπου τους, τότε πραγματικά είναι απευκταία. Αν, όμως, η απαξίωση της «διολίσθησης» εμπεριέχει και τις πρωτοβουλίες προσέγγισης και συνεργασίας και με δυνάμεις του δημοκρατικού κέντρου και των κοινωνικών στρωμάτων στα οποία αναφέρονται, που έρχονται σήμερα αντικειμενικά σε σύγκρουση με τη νεοφιλελεύθερη δεξιά, τότε υπάρχει πρόβλημα. Πρόβλημα σοβαρό, όχι μόνο γιατί αγνοείται η στρατηγική επιλογή ενός κόμματος της ριζοσπαστικής και ανανεωτικής αριστεράς, αλλά παραβλέπονται και τα δεδομένα μιας συγκυρίας που μας προειδοποιούν και μας προτρέπουν σε επείγουσες πρωτοβουλίες.
Χαράλαμπος Γεωργούλας
Πηγή: Η Εποχή