Macro

Από τη United Fruit Company στην Apple

Οι αριθμοί και η Ιστορία δείχνουν ότι πρόκειται για μείζον θέμα, το οποίο μπορεί να επηρεάσει και να καθορίσει τις ζωές σχεδόν ολόκληρου του πλανήτη. Η υπόθεση των φορολογικών «κινήτρων» που πρόσφερε η Ιρλανδία είναι απλώς ένα κεφάλαιο σε αυτή την υπόθεση. Υπάρχουν και άλλα…

Η υπόθεση της Ιρλανδίας και της Apple φέρνει πάλι στο προσκήνιο ένα μείζον θέμα: την ισχύ των πολυεθνικών, τον τρόπο που τη χρησιμοποιούν και την εξάρτηση που μπορεί να έχουν από αυτές πολιτικοί και πολιτική. Κοντολογίς, η τεράστια συγκέντρωση πλούτου που έχουν εξασφαλίσει και οι επιπτώσεις που μπορεί να έχει αυτή τόσο σε επίπεδο εθνικών οικονομιών όσο και στην ίδια τη Δημοκρατία.

Οι αριθμοί και η Ιστορία δείχνουν ότι πρόκειται για μείζον θέμα, το οποίο μπορεί να επηρεάσει και να καθορίσει τις ζωές σχεδόν ολόκληρου του πλανήτη. Η υπόθεση των φορολογικών «κινήτρων» που πρόσφερε η Ιρλανδία είναι απλώς ένα κεφάλαιο σε αυτή την υπόθεση. Υπάρχουν και άλλα: τα μεροκάματα πείνας που εξασφαλίζουν κυβερνήσεις φτωχών, αλλά και αναπτυσσόμενων χωρών, προκειμένου να έχουν την εύνοιά τους. Υπάρχουν τα θέματα τα οποία αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος, που πολλές φορές υφίσταται μη αναστρέψιμες ζημιές, στα οποία οι κυβερνήσεις είτε σιωπούν είτε αποσιωπούν. Υπάρχουν παρεμβάσεις με στόχο ανατροπή νόμιμων κυβερνήσεων. Υπάρχουν και περιπτώσεις που οι μητρικές εταιρείες ανατρέπουν τη διπλωματική των κυβερνήσεων προκειμένου να εξυπηρετήσουν τα δικά τους συμφέροντα. Υπάρχουν…

Ένα είναι σίγουρο: Το οικονομικό εκτόπισμα αυτών των εταιρειών είναι πλέον τόσο μεγάλο, ώστε να ξεπερνά το ΑΕΠ εκατοντάδων χωρών και το «κόστος ευκαιρίας» είναι τέτοιο, ώστε μπορούν να επιβάλλουν τις βουλές τους όχι τόσο με το επιχείρημα του κέρδους όσο με την ισχύ της απώλειας. Κοντολογίς, ζούμε σε έναν πλανήτη στον οποίο έχουν αναπτυχθεί παράλληλες εξουσίες.

Ας πάρουμε το παράδειγμα της Apple. Η αξία της στην αγορά εκτιμάται στα 570 δισεκατομμύρια δολάρια και είναι υψηλότερη από το ΑΕΠ 160 χωρών σε σύνολο, 195 χωρών σε ολόκληρο τον κόσμο. Η Apple, λοιπόν, είναι μια ισχυρή εταιρεία, η οποία μάλιστα στο τέλος του περασμένου χρόνου αρνήθηκε να δώσει τον κωδικό κάποιου iPhone σε υπόθεση τρομοκρατίας την οποία ερευνούσαν επειγόντως οι διωκτικές αρχές. Το FBI ήθελε πρόσβαση σε iPhone που ανήκε στον αποθανόντα ύποπτο για τρομοκρατία Syed Farook, ο οποίος συμμετείχε στην επίθεση στο Σαν Μπερναντίνο της Καλιφόρνια, στις 2 Δεκεμβρίου 2015. Το τηλέφωνο του Farook είναι κρυπτογραφημένο κι έτσι το FBI ήθελε η Apple να εκδώσει μια προσαρμοσμένη, ενημερωμένη έκδοση λογισμικού που θα του επιτρέψει να παρακάμψει την κρυπτογράφηση. Η Apple απάντησε αρνούμενη να γράψει ειδικό λογισμικό που θα εξαλείψει τις προστασίες ασφαλείας της.

Η ισχύ της Apple δεν εστιάζεται, όμως, μόνο στα θησαυροφυλάκια του ομίλου, αλλά στο ίδιο το προϊόν. Η Apple ασχολείται με δεδομένα, το Facebook ασχολείται με πληροφορίες, η Google ορίζει τι πρέπει η ανθρωπότητα να γνωρίζει και τι μπορεί να ξεχάσει. Κι αν θέλουμε να προχωρήσουμε ένα βήμα παραπέρα, ένα σημαντικό κομμάτι της δύναμής τους συνδέεται και με τον αριθμό των ανθρώπων που η εργασία τους εξαρτάται -άμεσα ή έμμεσα- από αυτές. Όλα αυτά καθιστούν όλες αυτές τις εταιρείες κέντρα εξουσίας. Και η ισχύς τους θα πολλαπλασιαστεί ακόμα περισσότερο στη νέα ψηφιακή εποχή που έρχεται. Το Ίντερνετ των πραγμάτων και η ρομποτοποίηση θα έχουν άμεσες επιπτώσεις στο μέγεθος της απασχόλησης, αφού στην πραγματικότητα υποκαθιστούν θέσεις εργασίας. Οι αυξανόμενες δυνατότητες αυτοματοποίησης απειλούν μία από τις πιο αξιόπιστες στρατηγικές που έχουν χρησιμοποιήσει οι φτωχές χώρες για να προσελκύσουν επενδύσεις από το εξωτερικό: την προσφορά χαμηλών ημερομισθίων για να αντισταθμιστεί η χαμηλή παραγωγικότητα και τα χαμηλά επίπεδα δεξιοτήτων. Και η τάση αυτή θα επεκταθεί πέρα από τη μεταποίηση. Διαδραστικά συστήματα φωνητικής απόκρισης, για παράδειγμα, μειώνουν την απαίτηση για άμεση αλληλεπίδραση πρόσωπο με πρόσωπο, προαναγγέλλοντας προβλήματα για τα τηλεφωνικά κέντρα (call centers) του αναπτυσσόμενου κόσμου. Ομοίως, όλο και πιο αξιόπιστα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών θα περικόψουν τις μετεγγραφές που γίνονται τώρα συχνά στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Σε όλο και περισσότερες περιοχές, η πιο οικονομικά αποδοτική πηγή «εργασίας» γίνεται από έξυπνα και ευέλικτα μηχανήματα, σε αντίθεση με τους χαμηλόμισθους ανθρώπους σε άλλες χώρες.

Αποτέλεσμα; Η ισχύς τους θα πολλαπλασιαστεί, καθώς τα κράτη δεν θα έχουν την ισχύ να τις αντιμετωπίσουν, αφού ουσιαστικά οι ηγεσίες τους θα βρίσκονται σε μόνιμη απειλή. Κι αυτό δεν αφορά μόνο φτωχές χώρες, αλλά και άλλες, που σήμερα χαρακτηρίζονται «οικονομικοί γίγαντες», όπως για παράδειγμα η Κίνα και η Ινδία.

Και το μείζον ερώτημα που ανακύπτει αφορά το πώς θα χρησιμοποιήσουν σε πολιτικό επίπεδο αυτή την ισχύ. Η μέχρι σήμερα εμπειρία οδηγεί σε ζοφερές σκέψεις.

Οι πολυεθνικές απέκτησαν πρωτοφανή δύναμη κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, σε σημείο να βρίσκονται πίσω από την άνοδο και την πτώση καθεστώτων. Τη δεκαετία του 1950, η United Company Fruit πίεσε επιτυχώς την κυβέρνηση των ΗΠΑ να ανατρέψει την επαναστατική κυβέρνηση της Γουατεμάλας, η οποία είχε θεσπίσει λιγότερο ευνοϊκές πολιτικές προς την εταιρεία απ’ όσο η προηγούμενη κυβέρνηση. Το ιρανικό πραξικόπημα του 1953 ήταν μια κοινή πρωτοβουλία της Βρετανίας και των ΗΠΑ, στην προσπάθειά τους να προστατευτούν τα συμφέροντα της British Petroleum (BP). Τη δεκαετία του 1970, η CIA θα χρησιμοποιήσει την ITT Corporation, έναν αμερικανικό τηλεπικοινωνιακό όμιλο, για να καθαιρέσει τον πρώην πρόεδρο της Χιλής Σαλβατόρ Αλιέντε. Αυτά είναι ακραία παραδείγματα εμπλοκής επιχειρήσεων στις διεθνείς υποθέσεις.

Μα τα πράγματα έχουν αλλάξει από τότε, θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος. Αν μελετήσει κανείς με προσοχή τις κινήσεις τους, θα διαπιστώσει ότι το κέρδος εξακολουθεί να είναι η κινητήρια δύναμη και το κίνητρό τους. Δείτε τις τεχνολογικές εταιρείες των ΗΠΑ, οι οποίες επεμβαίνουν με τον δικό τους τρόπο και στη διπλωματία. Για παράδειγμα, στις σχέσεις των ΗΠΑ και της Κίνας έχουν αποφύγει παραδοσιακά γεωπολιτικά ζητήματα, όπως οι εδαφικές διαφορές στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, αλλά οι πράξεις τους αναμφισβήτητα επηρεάζουν πολύ περισσότερα από όσα τα περιθώρια κέρδους τους.

Υπήρξαν αποτελεσματικό υποστηρικτικό μέσο στην Κίνα καθώς επεδίωκε να προωθήσει τον τομέα της τεχνολογίας στη χώρα, δεδομένου ότι η Κίνα χρειάζεται την τεχνογνωσία των αμερικανικών εταιρειών (και σε αντάλλαγμα τους δίνει πρόσβαση στην προσοδοφόρα αγορά της Κίνας).

Την προηγούμενη χρονιά σημειώθηκε έκρηξη στις αμερικανοκινεζικές συνεργασίες τεχνολογίας. Η Baidu, η κορυφαία μηχανή αναζήτησης της Κίνας, υπέγραψε συμφωνία με την Cloudflare, μια αμερικανική εταιρεία ασφαλείας, για να διαθέτει τα προϊόντα της σε 17 από τα κέντρα δεδομένων της Baidu. Για να εξασφαλίσει τη συμφωνία, η Cloudflare έπρεπε να διευθετήσει την αυξημένη ευαισθησία της Κίνας γύρω από την ξένη τεχνολογία λόγω ανησυχιών για την εθνική ασφάλειά της. Ομοίως, η Dell ανακοίνωσε μια εκστρατεία «Στην Κίνα, για την Κίνα», ύψους 125 δισ. δολαρίων, που θα περιλαμβάνει τη βοήθεια σε μια κινεζική κρατική επιχείρηση ώστε να αναπτύξει υψηλής απόδοσης servers. Έπειτα από μια περίοδο κατακόρυφης πτώσης των πωλήσεων στην Κίνα, η IBM ανακοίνωσε την πρωτοβουλία της «Made with China» («Κατασκευασμένο με την Κίνα»), μέσω της οποίας θα εργαστεί με πολλές κινεζικές εταιρείες για να χτίσει την προηγμένη βιομηχανία τσιπ της χώρας.

Το δίχως άλλο, αργά ή γρήγορα, οι πολιτικές ηγεσίες του πλανήτη θα πρέπει να απαντήσουν σε ένα απλό ερώτημα: Ποιος τελικά κυβερνά αυτό τον πλανήτη, οι πολιτικοί ή οι διευθύνοντες σύμβουλοι και οι μέτοχοι…

Το δίχως άλλο, η παγκοσμιοποίηση και η τεχνολογική αλλαγή δεν θα λειτουργήσουν προς όφελος όλων. Η οικονομική ανισότητα είναι πιθανό να συνεχίσει να αυξάνεται, θέτοντας μια σειρά από προβλήματα. Η εισοδηματική ανισότητα μπορεί να οδηγήσει σε ανισότητα ευκαιριών, στερώντας έθνη από πρόσβαση σε ταλέντα και υπονομεύοντας το κοινωνικό συμβόλαιο. Η πολιτική εξουσία, εν τω μεταξύ, συχνά ακολουθεί την οικονομική ισχύ, στην περίπτωση αυτή υπονομεύοντας τη Δημοκρατία.

Γιάννης Σιώτος

Πηγή: Η Αυγή