Συνεντεύξεις

Η απαξίωση του συνδικαλισμού δεν συμφέρει κανέναν – Συνέντευξη με την Βουλεύτρια του ΣΥΡΙΖΑ, Αννέτα Καββαδία

Τη συνέντευξη πήρε η Ιωάννα Δρόσου

Η ολοκλήρωση της αξιολόγησης και τα αποτελέσματά της συζητήθηκαν πολύ τις τελευταίες μέρες. Η αντιπολίτευση εκτιμά πως πρόκειται για μια νέα ήττα της κυβέρνησης. Η κυβέρνηση, αντίθετα, κάνει λόγο για άνοιγμα του δρόμου εξόδου από τα μνημόνια και τη λιτότητα. Ποια η γνώμη σου;

Για τον ΣΥΡΙΖΑ η απόφαση της 15ης Ιουνίου αποτελεί ένα βήμα που έπρεπε να γίνει προκειμένου να συνεχιστεί η σκληρή προσπάθεια για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Προφανώς και θα θέλαμε μια καλύτερη συμφωνία, με περισσότερη σαφήνεια, ωστόσο είναι αστείο αυτό που λένε οι πολιτικοί μας αντίπαλοι -δεξιά και αριστερά- ότι αυτό που πήραμε είναι μόνο ένα ευχολόγιο. Η σύνδεση του δημοσιονομικού με το αναπτυξιακό μέσω της ρήτρας ανάπτυξης, μια ιδέα που θέταμε ως ΣΥΡΙΖΑ από το 2012, πριν ακόμα γίνουμε κυβέρνηση, είναι μια σημαντική και συγκεκριμένη δέσμευση και αποτέλεσμα της σκληρής διαπραγματευτικής γραμμής που τηρήσαμε, αδιαφορώντας για τις προτροπές της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού, που μας ζητούσαν να υπογράψουμε γρήγορα και υπάκουα, ευθυγραμμιζόμενοι με τις ξένες πιέσεις. Κρίσιμη είναι επίσης η ενίσχυση της παρουσίας στην Ελλάδα της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας για την Ανοικοδόμηση και την Ανάπτυξη (EBRD). Σημαντικό είναι το κλείδωμα των απαιτήσεων για πρωτογενές πλεόνασμα σε χαμηλότερο επίπεδο. Επιτυχία αποτελεί η επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων το 2018.
Αναμφίβολα, το ζήτημα των μέτρων που επιβαρύνουν τους, ήδη, δοκιμαζόμενους συμπολίτες μας, και που δεν αποτελούν πολιτική μας επιλογή, είναι για μας μείζον ζήτημα. Γι’ αυτό και το ερώτημα στο οποίο πρέπει άμεσα –ως κυβέρνηση και ως κόμμα– αποτελεσματικά να επικεντρωθούμε, είναι αν θα μπορέσουμε να υλοποιήσουμε τα δικά μας προτάγματα, που θα αποτυπώνουν αποτελεσματικά τη φιλοσοφία μας και θα προσφέρουν στον κόσμο, στα φτωχότερα αλλά και στα μεσαία κοινωνικά στρώματα, όσα έχουν ανάγκη: εργασία, υγεία, παιδεία, βελτιούμενο επίπεδο καθημερινότητας, εκδημοκρατισμό του κράτους, κοινωνικά δικαιώματα. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα, το επόμενο άμεσο χρονικό διάστημα, είναι που θα κρίνει το μέλλον της Αριστεράς στη χώρα μας. Όπως και ο ρεαλισμός που θα εμπεριέχουν οι απαντήσεις στο άλλο μεγάλο ερώτημα: πώς σε ένα παγκοσμιοποιημένο καπιταλιστικό περιβάλλον θα καταστεί δυνατόν να υλοποιείς στρατηγικές μετασχηματισμού προς τη σοσιαλιστική κατεύθυνση.

Συνδικαλιστική απαξίωση

Η απεργία των συμβασιούχων έδωσε την ευκαιρία στη ΝΔ να ανοίξει, από τη μια, το θέμα της αποκομιδής σκουπιδιών από ιδιώτες και, από την άλλη, να παρουσιάσει την κυβέρνηση ως «ανίκανη» να διαχειριστεί τέτοιες καταστάσεις. Ποια τα συμπεράσματα από την απεργία αυτή;

Αναμφίβολα, τα σκουπίδια αποτελούν τη νέα μεγάλη «μπίζνα», για να χρησιμοποιήσω τον αγοραίο όρο, του κεφαλαίου διεθνώς. Η πρόταση της ΝΔ να υπάρξουν συμπράξεις ιδιωτών και δήμων στην καθαριότητα, εξυπηρετεί ακριβώς αυτή τη λογική. Η τροπολογία της κυβέρνησης δίνει – με δεδομένο το ασφυκτικό δημοσιονομικό πλαίσιο -μια δίκαιη λύση σε ένα πρόβλημα που δημιουργήθηκε από τις νομοθετήσεις άλλων κυβερνήσεων και υλοποιεί την πολιτική δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ ότι δεν θα παραδοθούν βορά σε ιδιωτικά συμφέροντα οι δομές καθαριότητας της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
 Σε ό,τι αφορά στις κινητοποιήσεις, το δικαίωμα στην απεργία είναι ιερό, πολλώ δε μάλλον όταν πρόκειται για ανθρώπους (συμβασιούχους) που επί χρόνια ήταν όμηροι των προηγούμενων κυβερνήσεων, οι οποίες και δημιούργησαν το πρόβλημα. Υπ΄ αυτή την έννοια, σέβομαι και εκτιμώ όλους όσοι παλεύουν για το δικαίωμα στην εργασία. Από εκεί και πέρα, θεωρώ ότι οι εργαζόμενοι έχασαν μεγάλο μέρος από το δίκιο τους προχωρώντας σε συνέχιση της απεργίας, παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση είχε, πλέον, ψηφίσει στη βουλή την ικανοποίηση των βασικών τους αιτημάτων. Αυτή η, χωρίς αντικείμενο, συνέχιση της αντιπαράθεσης έδειξε πως μέρος των συνδικαλιστικών ηγεσιών κινείται και δρα με όρους που δεν αφορούν αυτούς που υποτίθεται πως εκφράζουν. Ήταν μεγάλο λάθος τους. Η Αριστερά πάντα μιλά και θα μιλά για ισχυρά συνδικάτα, θεωρώντας τα σημαντικό κοινωνικό εταίρο. Όμως η ευθύνη για να υπάρξουν τα ισχυρά συνδικάτα βαραίνει τα μέλη των συνδικάτων και τις ηγεσίες τους. Η απαξίωσή τους δεν συμφέρει κανέναν, εκτός βεβαίως από τις δυνάμεις του νεοφιλελευθερισμού.

Μιλώντας για συνδικαλιστικό κίνημα, η ΠΟΑΣΥ αποφάσισε να πραγματοποιήσει την περασμένη Πέμπτη εκδήλωση στην πλατεία Εξαρχείων, ανοίγοντας τον ασκό του Αιόλου. Ποια η σκοπιμότητα μιας τέτοιας κίνησης; Πώς κρίνετε τη στάση της ΝΔ στο ζήτημα αυτό;

Ο καθένας καταλαβαίνει πως η απόφαση της ΠΟΑΣΥ αποσκοπούσε αποκλειστικά στην πρόκληση επεισοδίων. Όταν όργανα της πολιτείας, με θεσμική αποστολή την αποτροπή της εκδήλωσης άνομης βίας, συνειδητά επιχειρούν να δημιουργήσουν συνθήκες εκδήλωσης βίαιων επεισοδίων, τότε δικαιούμαι να δηλώνω βαθύτατα ανήσυχη και προβληματισμένη. Η συγκεκριμένη απόφαση δεν εμπίπτει στη συνδικαλιστική, ούτε καν στην πολιτική δράση και οι εμπνευστές της – εντός και εκτός ΠΟΑΣΥ – φαίνεται να νοσταλγούν άλλες δεκαετίες. Ας αποτελέσει η συγκεκριμένη «πρωτοβουλία» αφορμή για να προβληματιστούμε, εκ νέου, αναφορικά με θέματα όπως εκδημοκρατισμός των σωμάτων ασφαλείας, σχέση αριστεράς και αστυνομίας κλπ., θέματα στα οποία έχουμε ως κόμμα σοβαρές θεωρητικές επεξεργασίες, αλλά, φοβάμαι, πενιχρά αποτελέσματα στην πράξη.

 

Επικίνδυνη πολιτική

Ο πρόεδρος της ΝΔ, με δηλώσεις του στην Politico, αναφέρει πως «είμαστε η μόνη χώρα στην Ευρώπη που έχει εσωτερική τρομοκρατία, προερχόμενη από την άκρα αριστερά. Η βία προέρχεται αποκλειστικά από την αριστερά τα τελευταία χρόνια». Με αυτή τη δήλωση υποβάθμισε –το λιγότερο- τη δράση των ταγμάτων εφόδου της Χρυσής Αυγής;

Η επιλογή του Α. Γεωργιάδη ως αντιπροέδρου της ΝΔ έπρεπε να μας είχε προετοιμάσει για αυτήν την εξέλιξη, αλλά οι περισσότεροι το είχαν θεωρήσει «εξόφληση γραμματίου» για την υποστήριξη στο εσωκομματικό πεδίο. Τα γεγονότα αποδεικνύουν πως αυτή η προσέγγιση δεν είναι ακριβής. Οι δηλώσεις του κ. Μητσοτάκη που, χωρίς αιδώ, ξεπλένουν την εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής, δεν είναι απλώς δείγμα πολιτικής εμπάθειας και ανοησίας, αλλά αποκαλύπτουν ποια στρατηγική συζητιέται στα γραφεία της οδού Πειραιώς. Ο αρχηγός της Ν.Δ. γνωρίζει πολύ καλά τις δολοφονίες του Παύλου Φύσσα και του Λουκμάν αλλά και τα αμέτρητα ρατσιστικά επεισόδια σε βάρος μεταναστών και προσφύγων. Αυτό που τον ενδιαφέρει είναι ο προσεταιρισμός των ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής. Μια τέτοια λογική είναι απολύτως επικίνδυνη. Νομίζω πως πρέπει, σε αντίθεση, να ενεργοποιηθούμε περισσότερο αναφορικά με τη δίκη της Χρυσής Αυγής, μια δίκη που παραμένει στο ημίφως, παρότι οι καταθέσεις των μαρτύρων και καταδεικνύουν τον εγκληματικό χαρακτήρα της.

Πριν δυο μέρες επέστρεψες από μια συνεδριάση στο Στρασβούργο, όπου ένα από τα βασικά θέματα ήταν το προσφυγικό-μεταναστευτικό. Η συνεδρίαση συνέπεσε με την απόφαση-σταθμό για το ναυάγιο στο Φαρμακονήσι, κατά το οποίο 12 πρόσφυγες πνίγηκαν. Βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ υπερψηφίσατε τροπολογίες που καταψήφισε ο εισηγητής σχετικής έκθεσης, Μιλιτιάδης Βαρβιτσιώτης. Τι συνέβη με αυτή την έκθεση;

Η έκθεση, στην αρχική της μορφή, ήταν «κομμένη και ραμμένη» στα μέτρα της ευρωπαϊκής συντήρησης, η οποία επιδιώκει να αποφύγει με κάθε τρόπο τις ευρωπαϊκές ευθύνες για την προσφυγική/μεταναστευτική κρίση, προβάλλοντας μια ψευδή εικόνα, δήθεν ομαλοποίησης της κατάστασης. Ήταν μια έκθεση εξαιρετικά ελλιπής και πρόχειρη, πράγμα που αποδεικνύεται από το γεγονός ότι κατατέθηκαν, ούτε λίγο ούτε πολύ, 31(!) τροπολογίες για τη βελτίωσή της. Τροπολογίες που υπερψηφίστηκαν με μεγάλη πλειοψηφία και διακομματική συναίνεση και αφορούσαν, μεταξύ άλλων, το αίτημα τήρησης των ευρωπαϊκών αποφάσεων για τη μετεγκατάσταση, την επανεγκατάσταση, την οικογενειακή επανένωση. Θέματα τα οποία ελάχιστα αναφέρονταν στο αρχικό κείμενο του κ. Βαρβιτσιώτη, από το οποίο έλειπε η ρητή αναφορά και η προτροπή προς την Ευρώπη για τήρηση των υποχρεώσεών της. Εμείς δεν κρύβουμε το πρόβλημα κάτω από το χαλί. Το πρόβλημα παραμένει υπαρκτό και σοβαρό, παρά τις προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης από το 2015, την πρόοδο που έχει σημειωθεί και το μοναδικό πνεύμα αλληλεγγύης του ελληνικού λαού. Κατανοώ τον εκνευρισμό του κ. Βαρβιτσιώτη λόγω της προσωπικής ήττας που υπέστη στο Στρασβούργο.

Πηγή: Η Εποχή