ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΖΕΡΑΡ ΝΟΥΑΡΙΕΛ ΣΤΗΝ «L’ HUMANITE DIMANCHE»
Το κοινωνικό κίνημα εκφράζει μια πολύ εκτεταμένη κοινωνική οργή. Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για μια εμβάθυνση της κοινωνικής αντίστασης;
Ναι, ασφαλώς. Η λέξη αντίσταση είναι περισσότερο πολιτική και θέτει τον τόνο –και αυτός είναι ο στόχος του βιβλίου μου «Λαϊκή Ιστορία της Γαλλίας»– στο συσχετισμό δυνάμεων. Η αντίσταση εκδηλώνεται όταν ο λαός υφίσταται την κυριαρχία και αντιδρά σ΄ αυτή. Η λέξη οργή μπορεί επίσης να έχει αυτό το νόημα. Μπορεί, όμως, να γίνει κατανοητή με μια έννοια ψυχολογική, η οποία μου φαίνεται ότι δεν αποδίδει επακριβώς την κατάσταση. Βασικά, η οργή είναι αίσθημα ατομικό. Προφανώς, μπορούμε να την χρησιμοποιήσουμε και για συλλογικές καταστάσεις. Θεωρώ, όμως, πως για την περίπτωση μας δεν είναι σωστή. Σήμερα, ο γαλλικός λαός μετέχει σε μια διαδικασία αντίστασης απέναντι σε μια νεοφιλελεύθερη επίθεση, τέτοια που δεν έχει γνωρίσει στο παρελθόν, ούτε ακόμα και επί προεδρίας Σαρκοζί.
Αυτή η αντίσταση εκφράζει τις πολλαπλές αιτίες της δυσαρέσκειας, πέρα από το συνταξιοδοτικό ζήτημα. Τέτοια αντίσταση βλέπουμε εξάλλου και σε άλλες χώρες, όπως π.χ. στη Χιλή όπου βρέθηκα πριν 15 ημέρες. Αυτή η σύμπτωση εκφράζει το γεγονός ότι ο φιλελευθερισμός έχει φθάσει σε ορισμένες περιπτώσεις στα όρια του. Θα πρέπει, όμως, να είμαστε προσεκτικοί και να μην γενικεύουμε, ούτε να κάνουμε πρόβλεψη για το μέλλον, αν και έχω την εντύπωση πως τα φτερά του φιλελευθερισμού, που εγκαταστάθηκε και θριάμβευσε από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 με τους Ρίγκαν και Θάτσερ και την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, έχουν ήδη κοπεί. Έτσι παρατηρούμε ακόμα και στη Γερμανία τι μπορεί να συμβεί με το SPD. Και από την άλλη, λίγο-πολύ εκδηλώνονται παντού μορφές αντίστασης που αναπτύσσονται. Το πρόβλημα είναι να μάθουμε πώς μπορούν αυτές οι αντιδράσεις να αντέξουν, για να ανατρέψουν τις (φιλελεύθερες) κυβερνήσεις.
Η λογική του μακρονισμού
Τα φτερά του φιλελευθερισμού είχαν ήδη κοπεί, όταν ξέσπασε η χρηματοπιστωτική κρίση το 2008-2009, τότε όμως είδαμε ότι οι οικονομικές και πολιτικές ελίτ ξαφνικά στράφηκαν και πάλι στον παρεμβατισμό του κράτους. Ο μακρονισμός είναι η εκδίκηση αυτής της ιστορικής ταπείνωσης;
Αυτός ο τρόπος της ξανα-αποκάλυψης του ρόλου του κράτους από τους μεγάλους καπιταλιστές, συνδέθηκε εκ των πραγμάτων από την ανάγκη τους το κράτος να γεμίσει τα γκισέ των τραπεζών, με τρόπο πολύ κυνικό. Αυτή η επαναχρηματοδότηση έγινε σε βάρος των λαών και κυρίως των πιο καταπιεσμένων. Το ζήτημα της λογικής του μακρονισμού συνδέεται με το ζήτημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, έτσι όπως την περιγράφει με την ταινία του «Ενήλικες στο δωμάτιο» ο Κώστας Γαβράς, ο οποίος δείχνει με τρόπο αρκετά επαρκή πώς οι ισχυροί και η γραφειοκρατική εξουσία, κυριαρχούμενοι από την Γερμανία, επέβαλαν το φιλελευθερισμό της, ακόμα και σε βάρος του λαού τους.
Υπάρχουν συνεπώς πολλές επιτακτικές ανάγκες για δράσεις. Εδώ επίσης βρίσκεται και ο ρόλος των ερευνητών, των κοινωνιολόγων και των ιστορικών να ανταποκριθούν σε αυτές τις αναγκαιότητες. Βέβαια ενεδρεύει ο κίνδυνος να εκφραστούν προσωπικές απόψεις. Σε ό,τι με αφορά, διατηρώ τη μαρξιστική μου άποψη, του συσχετισμού δυνάμεων. Αυτό το ζήτημα της αλλαγής του συσχετισμού δυνάμεων τίθεται σήμερα. Ο Εμμανουέλ Μακρόν επωφελείται από τη διάσπαση της αριστεράς […] Το ενδιαφέρον των «Κίτρινων Γιλέκων» είναι να δούμε πώς μπορούν να συνδεθούν αυτοί οι αγώνες, παρά τις διαφορετικές μορφές τους.
Το ελπιδοφόρο μήνυμα των κινητοποιήσεων σήμερα είναι η ικανότητά τους να συνδέουν τους παραδοσιακούς αγώνες με τις διάφορες μορφές πάλης και τις μεγάλες απεργίες που ζούμε τώρα. Και αυτός είναι ο ρόλος των συνδικάτων. Να συντονίσουν τη δράση τους και να δείξουν ότι είναι πάντα παρόν και ικανά να παίξουν ουσιαστικό ρόλο στην κοινωνία, αποκρούοντας πάντα τα αντικοινωνικά μέτρα –κάνοντας αισθητή τη δυνατότητά τους να διευρύνουν το κοινωνικό μέτωπο με την ενσωμάτωση των νέων μορφών αντίστασης, όπως τις είδαμε στη διάρκεια του κινήματος των «Κίτρινων Γιλέκων».
Τα συνδικάτα θα πρέπει να έρθουν σε επαφή –κυρίως η CGT– και να επιχειρήσουν να ανοίξουν διάλογο μαζί τους. Η ανάληψη πρωτοβουλίας από τα συνδικάτα και τα «Κίτρινα Γιλέκα» θα σηματοδοτήσει πως βρισκόμαστε σε μια διαδικασία περάσματος σ΄ ένα νέο επίπεδο κοινωνικής αντίστασης;
Όταν κάποιος επιθυμεί να δει να εξελίσσονται τα πράγματα στην κοινωνία μας προς μια θετική κατεύθυνση, θα πρέπει να ελπίζει σε κάθε περίπτωση. «Θα πρέπει να συνδέσουμε την απαισιοδοξία της σκέψης με την αισιοδοξία της θέλησης», όπως έγραψε ο Αντόνιο Γκράμσι. Αυτό που είδαμε, από την αρχή, πριν ένα χρόνο, με το ξεκίνημα των «Κίτρινων Γιλέκων» είναι τα όρια των μορφών δράσης. Δεν αρκεί μια διαδήλωση κάθε Σάββατο το απόγευμα στους δρόμους του Παρισιού και μετά να λες όχι στη συζήτηση και τον προβληματισμό. Θα πρέπει, επίσης, να είσαι ικανός να οικοδομείς ένα κίνημα για να είσαι αποτελεσματικός απέναντι σε αυτούς που έχουν την εξουσία. Ένας ορισμένος αριθμός των «Κίτρινων Γιλέκων» συνειδητοποιήθηκε από την εμπειρία του αγώνα και αυτό είναι ενδεχομένως ένα στοιχείο που μπορεί να βοηθήσει να υφανθούν οι δεσμοί τους με τις δομές του εργατικού κινήματος.
Από την άλλη πλευρά, στους κόλπους των συνδικάτων θα πρέπει να συνειδητοποιηθεί ότι τα προβλήματα που τέθηκαν από τα «Κίτρινα Γιλέκα» ανταποκρίνονται επίσης σε πραγματικά προβλήματα που απασχολούν και συζητιούνται στους κόλπους των λαϊκών τάξεων, που ενεπλάκησαν στις νέες μορφές και τρόπους του αγώνα. Το πιο αποτελεσματικό μέσο κατά του καπιταλισμού, που παραμένει σήμερα, είναι η παρέμβαση στους χώρους απ΄ όπου αποκομίζουν το κέρδος, δηλαδή από τα εργοστάσια, όπως δείχνει το απεργιακό κίνημα σήμερα.
Νέες μορφές λαϊκής αντίστασης
Είναι δυνατόν στις σημερινές συνθήκες φτωχοποίησης του λαού να ασκηθεί πίεση μέσα στα εργοστάσια και κυρίως στις μεταφορές; Δεν θα πρέπει να σκεφθούν επίσης νέες μορφές αλληλεγγύης από τη μεριά τους αυτοί που δεν μπορούν να απεργήσουν, ώστε να στηρίξουν αυτούς που απεργούν;
Ένα άλλο σημείο που μου φαίνεται σημαντικό, είναι πώς θα βρούμε νέες μορφές λαϊκής αντίστασης, οι οποίες θα ανταποκρίνονται στις μεταλλάξεις του καπιταλισμού. Οι μορφές αυτές, όμως, δεν μπορούν να εφευρεθούν από τη μια μέρα στην άλλη. Μου φαίνεται ότι εμείς σήμερα βρισκόμαστε σε μια φάση εκκόλαψης και ανασύνθεσης, όπως περίπου αυτή του παρελθόντος στο τέλος του 19ου αιώνα, όταν το παλιό εργατικό κίνημα των τεχνικών των πόλεων περιθωριοποιήθηκε από το κίνημα που αναπτύχθηκε στις μεγάλες βιομηχανίες. Σήμερα είναι η φάση του αναστοχασμού, της αμφιβολίας και των νέων ρήξεων, οι οποίες με προβληματίζουν για τη διαδικασία της μετάβασης και της διαχείρισης. Σε κάθε περίπτωση, όποια κι αν είναι η κατάληξη του κινήματος σήμερα, είναι βέβαιο ότι έχουμε μπει σε μια περίοδο που θα χαρακτηριστεί από την ισχυρή ανάπτυξη των κοινωνικών κινημάτων, όχι μόνο στη Γαλλία αλλά παντού στον κόσμο.
ΝΕΕΣ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΙΣ 9 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ
Φιλίπ Μαρτινέζ: Η κυβέρνηση δεν άκουσε το δρόμο…
Μετά την τεράστια ιστορική κινητοποίηση που έφθασε σε νέα υψηλά επίπεδα της 17ης Δεκεμβρίου, η δεύτερη μέσα σε λίγες ημέρες μετά την 5η Δεκεμβρίου, οι συνδικαλιστικές ηγεσίες CGT, FO, Solidaire, ISU και οι οργανώσεις της νεολαίας αποφάσισαν να προχωρήσουν σε νέα κινητοποίηση στις 9 Ιανουαρίου του 2020. Μετά βέβαια και τις άγονες συσκέψεις του πρωθυπουργού που είχε με τις συνδικαλιστικές ηγεσίες.
Ο ηγέτης της CGT Φιλίπ Μαρτινέζ, βγαίνοντας από τη σύσκεψη, δήλωσε πως «η κυβέρνηση είναι σταθερά προσηλωμένη στο μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος σε κεφαλαιοποιητικό. Δεν είχε τίποτα το ουσιαστικό να μας ανακοινώσει εκτός από υποσχέσεις και μόνο υποσχέσεις…».
Αυτές οι υποσχέσεις αφορούσαν δευτερεύουσες βελτιώσεις, με τις οποίες δεν αποσκοπούσε σε τίποτ΄ άλλο παρά να προκαλέσει ρήξη στο μέτωπο των συνδικάτων, χωρίς να το καταφέρει. Γιατί η CFDT συνεχίζει να βλέπει πως η κυβέρνηση έχει υπερβεί τις «κόκκινες γραμμές».
Από τη σύσκεψη αυτή, ικανοποιημένοι φαίνεται πως βγήκαν μόνο οι εκπρόσωποι της εργοδοσίας του… Ο πρωθυπουργός συνέχισε να υπερασπίζεται τη στρατηγική της κυβέρνησης. Μια στρατηγική που ο βασικός της εμπνευστής, Ζαν-Πολ Ντελβουά, είχε υποβάλει την παραίτησή του. Μια ημέρα πριν, ο Έντουαρντ Φιλίπ όμως, μετά τις τεράστιες κινητοποιήσεις στις 17 Δεκεμβρίου, αναγκάστηκε να μιλήσει για το δημοκρατικό «δικαίωμα της απεργίας». Με στόχο, όμως, να αποφύγει τις παραπέρα κινητοποιήσεις, λόγω των εορτών των Χριστουγέννων και του Νέου Έτους. Με το ίδιο πνεύμα έσπασε τη σιωπή του και ο πρόεδρος Εμμ. Μακρόν. Και οι δύο όμως έριξαν λάδι στη φωτιά των απεργιακών κινητοποιήσεων, ανακοινώνοντας λίγες ημέρες πριν τις γιορτές, στις 11 Δεκεμβρίου, το μεταρρυθμιστικό τους σχέδιο, επισήμαναν συνδικαλιστικά στελέχη της CGT και της Εργατικής Δύναμης (FO), τα οποία τόνισαν πως οι κινητοποιήσεις θα συνεχιστούν και το Νέο Έτος.
Πηγή: Η Εποχή