H ψήφιση του νέου εκλογικού νόμου, της ενισχυμένης αναλογικής, από τη Δεξιά – στο σύνολό της, διότι τον φιλελεύθερο Κυρ. Μητσοτάκη συνέδραμε και ο δηλωμένος ακροδεξιός κ. Βελόπουλος – αποκαλύπτει την έντονη ανησυχία της ΝΔ για τις μελλοντικές πολιτικές εξελίξεις. Γι’ αυτό έγκαιρα παίρνει τα μέτρα της, και δεν έχει καμιά σχέση με την αλήθεια ο ισχυρισμός της ότι ξεκαθαρίζει το θεσμικό τοπίο, χάριν της εύρυθμης λειτουργίας του πολιτικού συστήματος.
Γιατί όμως ανησυχεί; Για δυο λόγους καίριας σημασίας. Ο ένας, είναι ότι βαθμιαία, λόγω της πολιτικής που εφαρμόζει και της αλαζονείας της, συνειδητοποιεί ότι δεν έχει πιθανούς συμμάχους. Μιλώντας στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ το σημείωσε αυτό ο Αλέξης Τσίπρας πολύ καθαρά. «Θα μείνει μόνος του γιατί το πολιτικό του σχέδιο και οι προγραμματικές του θέσεις δεν μπορούν να χωρέσουν σε κανένα πλαίσιο σύγκλισης ή συνεννόησης για την επόμενη μέρα». «Και επειδή γνωρίζει», πρόσθεσε, «ότι δεν μπορεί να είναι μέρος της πολιτικής λύσης των συσχετισμών που θα διαμορφώσει ο ελληνικός λαός στις επόμενες εκλογές, μιλά διαρκώς για διπλές εκλογές». Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, συνοπτικά, εξέφρασε και την πεποίθηση του κόμματός του ότι κυβέρνηση μπορεί να προκύψει και με την απλή και «αυτή δεν θα τον περιλαμβάνει, γιατί πρέπει να είναι – και θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να είναι δημοκρατική και προοδευτική λύση». Σε άλλες στήλες αναπτύσσεται εκτενώς το θέμα αυτό (από τον Χ. Γεωργούλα σελ. 5, από τη Δανάη Κολτσίδα σελ. 6-7).
Ρήγμα στο φίλιο κοινό
Σ’ αυτό το σημείωμα θα επιμείνουμε στον άλλο λόγο ως πηγή ανησυχίας της κυβέρνησης. Είναι η συσσώρευση, πλέον, εμφανούς φθοράς της κυβέρνησης σε μια σειρά πεδία. Καταγράφεται μια τριβή που ναι μεν δεν αντανακλάται ακόμη στις δημοσκοπήσεις, αλλά υπάρχει και την ανιχνεύει κανείς εύκολα στην καθημερινή του συνάφεια με τον κόσμο ή διαβάζοντας ακόμη και τον φιλοκυβερνητικό Τύπο. Ποια είναι αυτά τα πεδία;
Πρώτον. Το μεταναστευτικό – προσφυγικό. Εδώ η προσγείωση είναι εκκωφαντική. Δεν είναι μόνο ότι την εκθέτει – στο πιο απαιτητικό κοινό της – το γεγονός ότι λόγω ιδεολογικού δογματισμού το ενέταξε και διοικητικά στη σφαίρα της «τάξης και της ασφάλειας» ενώ λέει τόσα πολλά για επιτελικό κράτος κ.τ.λ. Πιο βαρύ, αφόρητο για τη ΝΔ, είναι ότι το προσφυγικό και ο τρόπος που το αντιμετωπίζει προκαλεί ρήγμα στο δικό της κοινό όχι απλώς στην κοινωνία που μας αφορά, βέβαια, όλους.
Δεύτερον. Η έξωτερική πολιτική γενικώς, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, και οι σχέσεις με βασικούς συμμάχους όπως Γερμανία και ΗΠΑ. Όπως και το προηγούμενο ζήτημα είναι εξαιρετικά δύσκολο στην αντιμετώπισή του, άρα ο χειρισμός του ελέγχεται από την κοινωνία και προκαλεί ρήγμα στη βάση της ΝΔ και στον ηγετικό της πυρήνα. Στο θέμα αυτό η ΝΔ, ως δεξιά, έρχεται αντιμέτωπη με την παραδοσιακή ιδεολογία και πολιτική της. Είναι λογικό, επομένως, να την αναστατώνει. Η προσφυγή στη Χάγη, για παράδειγμα, ή η αναζήτηση συμβιβασμού με την Τουρκία βάσει του Διεθνούς Δικαίου θεωρούν ότι απεμπολεί ιδεολογικά βάθρα της Δεξιάς. Κατά τον κ. Α. Σαμαρά, είναι ένα είδος συνθηκολόγησης και δεν είναι, φυσικά, ο μόνος.
Βραδεία φθορά, με βαθύ αποτύπωμα
Τρίτον. Ο τομέας γενικά της εργασίας. Οι εργασιακές σχέσεις που εγκαθιστά και η αμοιβή της εργασίας. Η επίπτωση εδώ στους εργαζόμενους, και μέσω αυτών στην πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας, είναι μεν βραδεία, αλλά αφήνει βαθύ και σταθερό αποτύπωμα. Εντάσσοντας την εργασία ως κίνητρο στο αναπτυξιακό της μοντέλο, κατά τα νεοφιλελεύθερα δόγματα, ήταν επόμενο να προχωρήσει σε μέτρα γενικευμένης επιδείνωσης. Έχουμε αναφερθεί εκτενώς σ’ αυτά, πολλές φορές. Αυτό που μπορεί να σημειωθεί, ως γενίκευση του κλίματος, είναι το εξής: οι εργοδότες σήμερα αισθάνονται ότι έχουν τη δική τους κυβέρνηση και επομένως μπορούν να συμπεριφέρονται με την άνεση που θα ήθελαν.
Τέταρτον. Το ασφαλιστικό. Η δυστοκία που παρακολουθούμε στο να κατατεθεί το σχετικό νομοσχέδιο είναι αποκαλυπτική. Εδώ η κυβέρνηση, τελικά, θα πληρώσει και την επιλογή της να χειριστεί το πιο δύσκολο, ευαίσθητο και λεπτό ζήτημα της κοινωνίας, ένας υπουργός, όπως ο κ. Βρούτσης που δεν διστάζει να διαστρεβλώσει οτιδήποτε, να πει κάτι αναληθές, να δημιουργήσει αστήρικτες προσδοκίες σε αδύναμους ανθρώπους. Ενώ έχει δεσμευτεί ότι τυχόν έλλειμμα του ΕΦΚΑ θα καλυφθεί από τον προϋπολογισμό του υπουργείου Εργασίας, άρα θα κάνει αυξήσεις στα ασφάλιστρα ή θα περικόψει συντάξεις, διατείνεται ότι θα αυξηθούν οι συντάξεις. Φυσικά είναι και η επαπειλούμενη αλλαγή του ασφαλιστικού να ενισχυθεί η ιδιωτική ασφάλιση.
Η κατάσταση της οικονομίας
Πέμπτον. Η οικονομία. Το ασφαλιστικό και τα εργασιακά έχουν σαφή την ταξική τους στόχευση και επομένως εδώ η ΝΔ έχει βάση στήριξης, κοινωνικά ερείσματα, δεν πρέπει να το αγνοούμε. Όμως αυτά επηρεάζονται πολύ από την κατάσταση της οικονομίας. Εάν είναι ανοδική, με αύξηση της ζήτησης, επενδύσεις, μείωση της ανεργίας κτλ, η νεοφιλελεύθερη δεξιά πείθει το κοινό της. Δεν συμβαίνει, όμως, τώρα. Όπως όλα δείχνουν δεν φαίνεται να επαληθεύεται ένα από τα βάθρα που έφερε τη νίκη της ΝΔ. Εκτός του ότι οι, καίριας σημασίας, θετικές οικονομικές εξελίξεις έχουν τη βάση τους σε όσα κληρονόμησε η κυβέρνηση από την προηγούμενη – αυτό το γνωρίζει ο κόσμος και θα λειτουργεί όλο και περισσότερο – οι προσδοκίες που δημιούργησε η ΝΔ δεν επιβεβαιώνονται. Ούτε το ράλι επενδύσεων έγινε, ούτε η προοπτική ανόδου του ΑΕΠ είναι αυτή που νόμιζε. Ούτε η διαπραγμάτευση με τους θεσμούς είναι πολύ ενθαρρυντική ότι θα μειωθεί το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2021. Ακόμη και η παραχώρηση για επενδύσεις των κερδών των ομολόγων που μας επιστρέφουν οι δανειστές δεν είναι καθόλου δεδομένο. Έχουμε και μερικούς δείκτες που δεν πάνε καλά π.χ., ανεργία, εξαγωγές, παραγωγή. Είναι νωρίς να βγάλουμε συμπεράσματα, αλλά βοηθούντος και του ότι δεν υπήρξε φέτος κοινωνικό μέρισμα υπάρχει ένα μούδιασμα στην αγορά και αποτυπώνεται, πλέον, στις συζητήσεις που κάνουν οι επαγγελματίες, όταν δίπλα – δίπλα, τα πρωϊνά, συζητούν τα προβλήματά τους. Οι επιχειρηματίες δεν πείστηκαν από τον κ. Ά. Γεωργιάδη δεν προεξοφλούν αισθητή την ανάκαμψη που τους υποσχέθηκε, δεν προετοιμάζονται γι’ αυτή με σχέδια αναπτυξιακά κτλ.
Κατασκευάζοντας τον «εσωτερικό εχθρό»
Έκτον. Η πολιτική για το Νόμο και την Τάξη. Είχε δυο στόχους: να καλύψει τις ανασφάλειες μεγάλου μέρους της κοινωνίας, άρα να διευρύνει το κοινό της και συγχρόνως να αποπροσανατολίσει ή και να κερδίσει ανοχή για την πολιτική της γενικότερα. Για να λειτουργήσει, όμως, το σχέδιο αυτό και να κερδίσει το πολιτικό κέντρο χρειάζονται κάποιες προϋποθέσεις, όπως πχ «το μέτρο» στην «κρατική βία» και την «αποτελεσματικότητα» της καταστολής για να είναι «σύννομης διάρκειας». Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν ισχύει. Μάλιστα η ΝΔ, ως ελληνική Δεξιά έχει ξανά «κατασκευάσει εσωτερικούς εχθρούς, επικίνδυνους πολίτες, μιάσματα και συνοδοιπόρους» όπως σημειώνει σε εύστοχο άρθρο του στο «Έθνος» ο Νίκος Ξυδάκης. Αυτό, όμως, δεν προσεγγίζει το πολιτικό κέντρο, ξυπνά επώδυνες μνήμες, μπορεί να γίνει μπούμερανγκ. Το περιεχόμενο των ομιλιών στο Πολεμικό Μουσείο είναι αποκαλυπτικές.
Έβδομον. Η θεσμική πολιτική της ΝΔ ή σωστότερα η ιδιότυπη βία που ασκεί επί των θεσμών για να χωρέσουν την πολιτική της. Τελευταίο, ακραίο και προκλητικό παράδειγμα, είναι ο νόμος για τους απόφοιτους κολεγίων. Εφόσον δεν κατάφερε να αλλάξει το άρθρο 16 του Συντάγματος το υπονομεύει. Εφόσον δεν απέτρεψε την απλή αναλογική στην Αυτοδιοίκηση, την παρακάμπτει με νόμο. Εφόσον δεν μπορεί να αντικαταστήσει έναν επικεφαλής σε μια Αρχή καταργεί την Αρχή. Εφόσον δεν καλύπτουν τα προσόντα ενός ή μιας υποψήφιου/ας για μια θέση αλλάζει τον Νόμο. Εφόσον τη δυσκολεύει να «αναπτύξει» την πολιτική της για τον «Νόμο και την τάξη» το πλέγμα προστασίας των δικαιωμάτων, το στενεύει με νόμο. Εφόσον της ζητούν κάτι οι επιχειρηματίες που το εμποδίζει το εργατικό δίκαιο, το αλλάζει. Ο κατάλογος είναι, όντως, μακρύς. Είναι αποκαρδιωτικό αναλυτές και δημοσιογράφοι – πρώην αριστερές/οί πολύ συχνά – που κάνουν καριέρα γράφοντας για τον εχθρό των θεσμών, τον ΣΥΡΙΖΑ, να μην βλέπουν όλη αυτή τη νέα νομοθεσία των νεοφιλελεύθερων βαρβάρων.
Όγδοον. Πέρα από τα πολύ παχιά λόγια για την πράσινη ανάπτυξη και ατζέντα, η προστασία του περιβάλλοντος δεν είναι το τελευταίο θύμα της ΝΔ. Η μειωμένη προστασία του έχει ενταχθεί στην αναπτυξιακή εργαλειοθήκη της κυβέρνησης, ως αναπτυξιακό κίνητρο. Συχνά εντελώς συγκεκριμένο για κάποιες επενδύσεις και πρόσωπα.
Κλείνοντας, να προειδοποιηθούμε – όλοι μας – ότι καμιά κυβέρνηση δεν πέφτει μόνο από την πολιτική της. Είναι και η προοπτική που ανοίγει και ο κύριος αντίπαλός της, με κύριο εργαλείο το πρόγραμμά του. Αλλιώς …
Παύλος Κλαυδιανός
Πηγή: Η Εποχή