Macro

Ανθρωπόκαινος, ανθρωπόκενος

Βρίσκεστε στη φλεγόμενη Αττική ή στην Εύβοια, η φωτιά που τις κατακαίει δεν σας επέτρεψε να χαρείτε τους λίγους βαθμούς πτώσης της θερμοκρασίας από τα επίπεδα βρασμού, οι αέρηδες δεν σας ανακουφίζουν διόλου, ίσα ίσα πλημμυρίζουν τα πνευμόνια με αιθάλη και σωματίδια και το μυαλό σας με αγωνία για τη διαδρομή της πυρκαγιάς. Είστε κολλημένοι στα ζωντανά τηλεοπτικά ρεπορτάζ, ζάπινγκ από την ΕΡΤ στο OPEN κι από κει στο ΣΚΑΪ ή στον ΑΝΤ1, με την ελπίδα να πέσετε πάνω σε μια καλή είδηση, μια ανάσα ανακούφισης, «σε ύφεση το μέτωπο», ή έστω «αποφεύχθηκαν τα χειρότερα»· εις μάτην.

Ψυχολόγοι και ψυχίατροι ταλαντεύονται αν πρέπει να υιοθετήσουν μια ειδική νεύρωση, μια ιδιαίτερη μαζική φοβία όχι της ίδιας της φωτιάς, αυτή είναι γνωστή από εποχής Προμηθέα, αλλά του τρόμου του «παραλυμένου Λεβιάθαν». Και στην προσπάθειά σας να ξεφύγετε απ’ αυτόν τον τρόμο, κάθε φορά που ο Νικ Χαρντ εγγυάται ότι όλα εξελίσσονται υποδειγματικά, αλλά ο Μωυσής προειδοποιεί ότι αύριο μπορεί να είναι όλα χειρότερα, πιάνετε το τηλεκοντρόλ κι αναζητάτε διαφυγή. Κι εκεί πέφτετε πάνω στην ανακουφιστική εικόνα ενός κατάλευκου, παγωμένου αρκτικού τοπίου, χωρίς ίχνος πρασίνου και καύσιμης ύλης, και στα χαμογελαστά –τουλάχιστον μπροστά στην κάμερα– πρόσωπα των Ινουίτ που κινούνται κι ανασαίνουν στους μείον 30 σαν να πρόκειται για το φυσικότερο πράγμα στον κόσμο. Αλλά μετά την πρώτη ψευδαίσθηση δροσιάς που εκπέμπει η εικόνα, αναρωτιέστε: «Πώς αντέχουν;».

Το ίδιο αναρωτιούνται και οι Ινουίτ της Αλάσκας ή της Γριλανδίας, που πιθανά χαζεύουν κι αυτοί στις τηλεοράσεις τους τις εικόνες της πυρπολημένης Μεσογείου, ενώ απολαμβάνουν τους 6 βαθμούς του αρκτικού καλοκαιριού τους, έχοντας εισπράξει ικανοποίηση ή απογοήτευση από το «ταμείο» της μέρας, από το κυνήγι της μονοκέρης φάλαινας ή της φώκιας, ίσως με μια δόση τσαντίλας γιατί η πετυχημένη σοδειά της θάλασσας έπιασε το ταβάνι της επιτρεπόμενης ποσότητας. Η φωτιά είναι εξίσου φίλη τους με μας, είναι κι αυτοί παιδιά του Προμηθέα, αλλά δεν την έχουν νιώσει ποτέ σαν ανελέητο εχθρό, και καθώς κι αυτοί έχουν τις δικές τους αγωνίες για το βάθος του πάγου που λιώνει κάθε φορά που έρχεται ένα πιο ζεστό καλοκαίρι από τα προηγούμενα, 1 ή 2 βαθμούς πάνω από το περσινό, στους 7 ή στους 10 βαθμούς, μας βλέπουν να καιγόμαστε από τον ολέθριο συνδυασμό καύσωνα και πυρκαγιών κι αναρωτιούνται: «Πώς αντέχουν;».

Το νήμα που συνδέει την τηκόμενη Αρκτική και την καιόμενη Αττική είναι η υπερθέρμανση. Κανείς δεν έχει πια αμφιβολία γι’ αυτό. Ακόμη και οι αρνητές της κλιματικής αλλαγής εστιάζουν την επιχειρηματολογία τους όχι στο αν ο πλανήτης ζεσταίνεται, αλλά αν είναι πράγματι κάτι που επηρεάζεται από την ανθρώπινη δραστηριότητα, ή απλώς πρόκειται για εναλλαγή θερμών και ψυχρών περιόδων της Γης, ανεξάρτητες από μας. Η προθυμία με την οποία το μεγαλύτερο μέρος των πολιτικών ηγεσιών του κόσμου, αλλά και το κυρίαρχο μέρος της παγκόσμιας επιχειρηματικής ελίτ έχουν προσχωρήσει στη ρητορική της κλιματικής αλλαγής και, κυρίως, επενδύουν τεράστια ποσά στην αντιμετώπισή της, στην αλλαγή ενεργειακού και τεχνολογικού μοντέλου, θολώνει το τοπίο και προκαλεί εύλογες καχυποψίες. Γιατί άραγε η Tesla, η Coca Cola, η Microsoft ή η Goldman Sachs ανησυχούν για το κλίμα; Γιατί θέλουν την πράσινη ενέργεια, γιατί υπόσχονται να εκμηδενίσουν το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα, γιατί θέλουν να εξαφανίσουν τα πλαστικά καλαμάκια, γιατί ομνύουν στην ολική ανακύκλωση, γιατί δεσμεύονται στους 17 στόχους της βιώσιμης ανάπτυξης του ΟΗΕ;

Για να μην μπερδευόμαστε, δεν είναι η πρώτη φορά που το πιο «βρόμικο» οικονομικό σύστημα στην ιστορία της ανθρωπότητας κάνει επιλογή επιβίωσης και αναπαραγωγής. Ο καπιταλισμός μπορεί να είναι φιλοπόλεμος όσο ο πόλεμος είναι επικερδής, φιλειρηνικός όταν η ειρήνη υπόσχεται υψηλότερη απόδοση κεφαλαίου, αλλά μπορεί μια χαρά να είναι και τα δύο ταυτόχρονα, κατανέμοντας κατά βούληση μερίδες πολέμου και ειρήνης μεταξύ Βορρά – Νότου, Ανατολής – Δύσης, φτωχών και πλούσιων χωρών. Σε μια αναλογία, το σκηνικό επαναλαμβάνεται με τη ριζική στροφή της αναπτυγμένης Δύσης στο θέμα της κλιματικής αλλαγής. Η στροφή γίνεται με τόσο άνισους για τους φτωχότερους πληθυσμούς της Γης όρους, ώστε η «καθαρή» ανάπτυξη που ευαγγελίζονται οι ισχυρότερες χώρες καταντά απλή εφαρμογή του κανόνα «τα σκουπίδια στην πόρτα του γείτονα».

Αλλά ακόμη κι αν κάποια στιγμή στο απώτατο μέλλον κλείσει η ψαλίδα της περιβαλλοντικής ανισότητας, είναι αμφίβολο αν θα επαρκεί για να αναστρέψει τη μη βιώσιμη συνθήκη, όχι για το ανθρώπινο είδος γενικώς και αορίστως, αλλά για τον οικονομικό πολιτισμό της αέναης εκθετικής μεγέθυνσης. Οι επιστήμονες και ιδιαίτερα οι γεωλόγοι σωστά προσανατολίζονται να υιοθετήσουν ως αυτόνομη γεωλογική εποχή την ανθρωπόκαινο (εκ του άνθρωπος + καινός= καινούργιος). Διαφωνούν για το αν ως σημείο εκκίνησής της πρέπει να οριστεί η χρήση της φωτιάς, η γεωργική επανάσταση ή η πολύ μεταγενέστερη βιομηχανική επανάσταση. Δεν είμαι βέβαιος αν έχει και την πιο τεράστια σημασία, αλλά υποθέτω πως ουδείς αμφισβητεί ότι η μεγαλύτερη περιβαλλοντική ζημιά είναι υπόθεση των τελευταίων τριών αιώνων που «τυγχάνει» να είναι οι αιώνες οικουμενικής εδραίωσης του καπιταλισμού, με όλα τα ενεργειακά και τεχνολογικά παρελκόμενά του, αλλά πάνω απ’ όλα με τη λατρεία της οικονομικής μεγέθυνσης, που δεν άφησε ανεπηρέαστο και το αντίπαλο δέος, τον υπαρκτό – ανύπαρκτο σοσιαλισμό και όλες τις αποχρώσεις του.

Στην τελική, θα πρέπει να αναρωτηθούμε μήπως δεν αρκεί απλά να εξασφαλίσουμε μια καθαρότερη και κλιματικά ουδέτερη παραγωγική δραστηριότητα, αλλά να σταματήσουμε την αέναη οικονομική μεγέθυνση, τη θρησκεία της ανάπτυξης που μετριέται αδιάλειπτα με όρους στατιστικής νεύρωσης. Οι Ινουίτ ίσως μπορούν να μας διδάξουν ότι το μυστικό της αληθινής αειφορίας στις συνθήκες των μείον 20 βαθμών, όπως και οι ιθαγενείς του Αμαζονίου στους συν 40 βαθμούς, είναι η απο-ανάπτυξη. Ή, για να το πούμε αλλιώς, η μόνη λύση είναι να βάλουμε τέλος στην ανθρωπόκαινο εποχή, πριν η κλιματική κρίση τη μετατρέψει σε ανθρωπόκενο (άνθρωπος+ κενός, ο μεθερμηνευόμενον, γη κενή από ανθρώπους ή γεμάτη κενούς ανθρώπους).

 

Θεωρίες για την υπεραξία

Μέσα από τις ληστρικές μας συμπεριφορές, τα συστήματα εκμετάλλευσης και τις προσηλωμένες στην ανάπτυξη κοινωνίες, ζούμε σε ανταγωνισμό μεταξύ μας, προς τα άλλα είδη και προς τον πλανήτη τόσο καιρό που έχουμε προκαλέσει μια νέα γεωλογική εποχή. Εχουμε επιταχύνει το τέλος της ολοκαίνου εποχής, που άντεξε τα τελευταία δέκα χιλιάδες χρόνια, και έχουμε επισπεύσει την εκκίνηση της ανθρωποκαίνου εποχής- το όνομα της οποίας διακηρύσσει την παγκόσμια κυριαρχία μας και τις σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις των Homo Sapiens. Στην τρέχουσα ανθρωπόκαινο περίοδο, ενώ είναι σε πλήρη εξέλιξη η κλιματική αλλαγή, η έκτη μεγάλη κρίση εξαφάνισης ειδών στην Ιστορία της Γης, η έλλειψη πόρων, ο παγκόσμιος καπιταλισμός, ο επιθετικός νεοφιλελευθερισμός, οι οικονομικές καταρρεύσεις, η αυξανόμενη συγκέντρωση εξουσίας, ο ανεξέλεγκτος μιλιταρισμός, μακρόχρονοι πόλεμοι, οδύνες και συγκρούσεις παντού, βρισκόμαστε σε ένα ιστορικό σταυροδρόμι που πρέπει να γίνουν και να εφαρμοστούν κεφαλαιώδεις επιλογές.

Στίβεν Μπεστ, «Η πολιτική της ολικής απελευθέρωσης: Μια επανάσταση για τον 21ο αιώνα»

ΚΙΜΠΙ

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών