Macro

Αννέτα Καββαδία: Τοξικός και διχαστικός, άρα επικίνδυνος

Ξοδεύει πολλούς πόρους, απασχολεί πληθώρα συνεργατών, καταναλώνει πολλή ενέργεια για την προσωπική του εικόνα ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Ήδη από τον καιρό που βρισκόταν στην αντιπολίτευση, και μετά στην κυβέρνηση, επιχειρεί να χτίσει –με τη βοήθεια ειδικών και, φυσικά, με το αζημίωτο– την εικόνα του φιλελεύθερου, κεντροδεξιού ηγέτη, με απεύθυνση στους «άστεγους» κεντρώους, την εικόνα αυτού που κρατά με σταθερότητα στα χέρια του το τιμόνι της χώρας. Το κυβερνητικό πρόγραμμα της ΝΔ –απολύτως σαφές ως προς τα συμφέροντα που εξυπηρετεί, τις προτεραιότητες που θέτει και τις μεθόδους υλοποίησής του– εντάχθηκε και αυτό στο συγκεκριμένο επικοινωνιακό πλαίσιο κι έτσι, η σχεδόν απόλυτα ελεγχόμενη πληροφόρηση που φτάνει στους πολίτες, πόρρω απέχει από την πραγματικότητα που βιώνει η συντριπτική πλειονότητα του λαού. Μέχρι σήμερα, λοιπόν, πρόθυμες πένες τον έχουν πει «Μωυσή», «Ηρακλή», «Τσόρτσιλ» και «Κένεντι των Ελλήνων». Είπαν ότι παίζει «σιμουλτανέ» (σκακιστικός όρος για την ταυτόχρονη αντιμετώπιση αντιπάλων)», τον χαρακτήρισαν «αδίσταχτο τσιτάχ», τον είπαν «Φελπς», «υπέρκομψο», σχολίασαν ότι έχει «κορμί λαμπάδα», ότι είναι «γυμνασμένος» και ότι η «λάμψη του αστερισμού του τυφλώνει». Θα ήταν για γέλια αν δεν εξόργιζε το μέγεθος της δουλικότητας και η κατάντια ορισμένων εκπροσώπων του Τύπου…

Και φτάνει η περασμένη Τετάρτη. Και στο βήμα της Βουλής ανεβαίνει, εκτός προγράμματος, ο πρωθυπουργός της χώρας. Ο «μετριοπαθής», ο «κεντρώος», ο «συναινετικός», ο πρωθυπουργός «όλων των Ελλήνων», όπως αρέσκεται να κομπάζει. Και επιδίδεται –όχι για πρώτη φορά είναι αλήθεια, απλώς τώρα… ανέβηκε πίστα– σε ένα κρεσέντο τοξικότητας και ψεμάτων, στα όρια της προβοκάτσιας, κατηγορώντας, ούτε λίγο ούτε πολύ, τον ΣΥΡΙΖΑ ως ηθικό αυτουργό της εμπρηστικής επίθεσης στον δημοσιογραφικό όμιλο Real Group! Τι κι αν η αποτρόπαια αυτή πράξη καταδικάστηκε απερίφραστα από την πρώτη στιγμή; Έτσι, ξεδιάντροπα, χωρίς καμία απολύτως απόδειξη, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιτέθηκε στην αξιωματική αντιπολίτευση, δείχνοντας το πραγματικό του πρόσωπο: αμετροεπής αλαζονεία, πολιτικός αμοραλισμός, μικροπολιτική σκοπιμότητα και χυδαιότητα, σε μια άκρως διχαστική και εμπρηστική παρέμβαση. Και μίλησε για «εκτσογλανισμό» της ελληνικής κοινωνίας –δεν πρωτοτύπησε, τον όρο εισήγαγε στη δημόσια σφαίρα ο Βαγγέλης Βενιζέλος όταν σε ομιλία του σε συνεδρίαση της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής του ΠΑΣΟΚ στις 22/12/2013, θέλησε να επιτεθεί, και αυτός, στον ΣΥΡΙΖΑ– συσχετίζοντας την απολύτως απαράδεκτη και καταδικαστέα ανάρτηση του Χριστόφορου Βερναρδάκη εναντίον της Νίκης Κεραμέως, για την οποία ζήτησε συγγνώμη, με την πυρκαγιά στον δημοσιογραφικό όμιλο!

«Το γάντι του διχασμού, δεν πρόκειται να το σηκώσουμε, εμείς θα σας απαντάμε πολιτικά», ήταν η απάντηση του Αλέξη Τσίπρα την επόμενη μέρα στη Βουλή. «Στο δικό σας στόχο του διχασμού, εμείς προτάσσουμε την ενότητα της κοινωνίας, την πολιτική ψυχραιμία, τη νηφαλιότητα και την υπευθυνότητα», είπε, κρούοντας ταυτόχρονα τον κώδωνα του κινδύνου για όλα τα επικίνδυνα που ένα τέτοιο κλίμα ζόφου προοιωνίζεται για τη χώρα.

Γιατί, όμως, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιλέγει να εμφανιστεί ως παραγωγός τοξικότητας και διχασμού; Γιατί καταφεύγει σε –έστω και ξαναχρησιμοποιημένους– όρους χαμαιτυπείου; Με ποιο σκεπτικό θολώνει, αυτοβούλως, το λούστρο της σοβαροφάνειας με το οποίο επιχειρεί να καλύψει τη σκληρά νεοφιλελεύθερη πολιτική του; Τι τον ωθεί να αποδομήσει τόσο εκκωφαντικά την εικόνα του μετριοπαθούς πολιτικού που με τόσο κόπο –και τόσους πόρους– προσπαθεί επί χρόνια να στήσει; Γιατί επιλέγει τώρα τη στρατηγική της ακραίας πόλωσης, η οποία –σύμφωνα με πληροφορίες– ξένισε αρκετούς και εντός της ΝΔ, οι οποίοι αναρωτιούνται πώς εξυπηρετείται έτσι ο στόχος της προσέλκυσης μετριοπαθών κεντρώων ψηφοφόρων, όπως με κάθε ευκαιρία διακηρύττει;

Οι επιτελείς στο Μαξίμου, και ο ίδιος προσωπικά, γνωρίζουν πως η φθορά της κυβέρνησης της ΝΔ είναι ραγδαία. Η ανάγνωση των ποιοτικών ευρημάτων των δημοσκοπήσεων δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών, καθώς ο εκτροχιασμός της ακρίβειας, οι δείκτες του πληθωρισμού και η ασφυκτική, εξ αυτών, πίεση εκατομμυρίων νοικοκυριών που αδυνατούν να βγάλουν τον μήνα, θα είναι εκ των πραγμάτων καθοριστικοί παράγοντες στην επιλογή ψήφου. Πιεσμένος και στο εσωτερικό του κόμματός του –κυρίως από εκπροσώπους της λεγόμενης λαϊκής Δεξιάς που μεταφέρουν την έντονη δυσφορία της κοινωνίας, αλλά και από νυν βουλευτές που βρίσκονται μπροστά στο ενδεχόμενο της μη επανεκλογής τους– ο Κυριάκος Μητσοτάκης (ξανα)χρειάζεται επειγόντως το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο. Και επιχειρεί να το ανασυνθέσει εκμεταλλευόμενος το –ακόμα υπαρκτό αν και αποδυναμωμένο σε σχέση με το παρελθόν– αντιΣΥΡΙΖΑ ρεύμα, το οποίο φροντίζει, πάντα με το αζημίωτο, να καλλιεργεί η συντριπτική πλειονότητα των διαμορφωτών της κοινής γνώμης.

Επιλέγει, λοιπόν, την ακραία πόλωση. Ευελπιστώντας έτσι, πέρα από τη συσπείρωση του αμιγώς δικού του ακροατηρίου, πέρα από το «χάιδεμα» των αυτιών του εκ δεξιών του κοινού, να κερδίσει τα συναισθήματα και να ενεργοποιήσει τον ηθικό πανικό –έτσι ορίζεται, σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, η δυσανάλογη και εχθρική κοινωνική αντίδραση απέναντι σε μια κατάσταση, πρόσωπο ή ομάδα που φαντάζει σαν απειλή στις κοινωνικές αξίες, εμπλέκει στερεοτυπικές αναπαραστάσεις των ΜΜΕ και οδηγεί σε απαιτήσεις για περισσότερο κοινωνικό έλεγχο δημιουργώντας σπιράλ αντιδράσεων– των μεσαίων στρωμάτων. Αφού δεν μπορεί να φανεί συνεπής στα όσα τους έταξε, επιχειρεί να τους φοβίσει με το ενδεχόμενο απώλειας των όποιων προνομίων τους –της βολής και της ησυχίας τους συμπεριλαμβανομένων– σερβίροντας, και πάλι, το ξαναζεσταμένο φαϊ του «ταραξία» ΣΥΡΙΖΑ.

Όταν, όμως, ένας πρωθυπουργός της Δεξιάς, με τη γνωστή παράδοση αυτής της παράταξης στην πολιτική ζωή της χώρας, απασφαλίζει και καταφεύγει στον διχασμό, όταν στο όνομα της μικροπολιτικής αντιπαράθεσης βουλιάζει στην τοξικότητα και μετέρχεται μεθόδους πολιτικής ανηθικότητας, κάθε αριστερός, δημοκρατικός πολίτης έχει λόγους να ανησυχεί. Γι’ αυτό, χρειάζεται επαγρύπνηση. Και σοβαρότητα. Και υπευθυνότητα. Και κυρίως, αποφυγή ενεργειών που πριμοδοτούν την επικίνδυνη αντίληψη πως «όλοι ίδιοι είναι».

Αννέτα Καββαδία