Macro

Αννέτα Καββαδία: Τίποτα δεν τελείωσε, το τέρας καραδοκεί

Είναι από τις ειδήσεις που πέρασαν στα «ψιλά». Μέσα στον ορυμαγδό της ανατριχιαστικής ειδησεογραφίας –με την πλειονότητα των ΜΜΕ να αδυνατούν, από επιλογή, να ανταποκριθούν στο ρόλο τους– ποιος θα ασχολιόταν με μια καταγγελία, εν προκειμένω της ΚΕΕΡΦΑ, για επίθεση ομάδας 15 φασιστών έξω από το 1ο ΕΠΑΛ στο Μαρούσι; Συνέβη την περασμένη εβδομάδα, παραμονή της κατάθεσης της Μάγδας Φύσσα στη δίκη της Χρυσής Αυγής, όταν μέλη του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος του Αμαρουσίου, της ΚΕΕΡΦΑ και της μαθητικής ομάδας Anticapitalista, μοίραζαν φυλλάδια–κάλεσμα στην αντιφασιστική συγκέντρωση της επόμενης μέρας στο Εφετείο, αλλά και στην απεργία της 9ης Νοέμβρη.
 
 
Με εθνικιστικά συνθήματα υπέρ της Χρυσής Αυγής και με προπηλακισμό, σύμφωνα με την καταγγελία, σε βάρος της δημοσιογράφου της Εργατικής Αλληλεγγύης και δημοτικής συμβούλου Αμαρουσίου Αφροδίτης Φράγκου, η επίθεση ολοκληρώθηκε με κλωτσιές και γροθιές στο πρόσωπο άλλου ατόμου.
 
 
Θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει κανείς μεμονωμένο περιστατικό. Είναι όμως; Για να δούμε μέσα σε ποιο περιβάλλον βρίσκουν έδαφος και εκδηλώνονται τέτοιου είδους συμπεριφορές.
 
Κανείς δεν μπορεί να πει ότι δεν ήξερε
 
 
 
Δεν έχει κοπάσει ακόμη ο θόρυβος από τον προκλητικό ναζιστικό χαιρετισμό του Κωνσταντίνου Πλεύρη μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου, ενέργεια που προκάλεσε την παρέμβαση της, σχετικής με τη δίωξη και έρευνα ρατσιστικών εγκλημάτων, εισαγγελέα (είχε προηγηθεί παρέμβαση του προέδρου του ΔΣΑ, ο οποίος ζήτησε έρευνα σε πειθαρχικό επίπεδο και με επιστολή του προς το δικαστήριο, που …όλως τυχαίως δεν είδε τον χαιρετισμό, την τήρηση όλων των νόμιμων διαδικασιών). Παρεμπιπτόντως, η ασέβεια στο δικαστήριο είναι πειθαρχικό –και όχι μόνο– αδίκημα, για κάθε συνήγορο. Πλην όμως, δεν είδαμε κάποια αντίδραση από την έδρα σε αυτό το σκανδαλώδες ναζιστικό παραλήρημα. Αντιθέτως, φωτογραφίες από την αίθουσα δείχνουν μέχρι και χαμόγελα από συναδέλφους του συνηγόρου υπεράσπισης.
 
 
 
Αξιοσημείωτη είναι και η διστακτικότητα ορισμένων συστημικών ΜΜΕ να αναφέρουν τον Κωνσταντίνο Πλεύρη με το όνομά του, προτιμώντας, σε πολλές περιπτώσεις, την περιγραφική διατύπωση «ο συνήγορος του Λαγού». Ενδεχομένως για να αποφύγουν να υπενθυμίσουν ότι ο «συνήγορος του Λαγού» είναι ο πατέρας του προβεβλημένου, και γνωστών πεποιθήσεων, υπουργού Υγείας της κυβέρνησης της ΝΔ, ο οποίος ωστόσο –πρέπει να επισημανθεί– καταδίκασε ανεπιφύλακτα τη συμπεριφορά του πατέρα του. «Ο πατέρας μου ποτέ δεν έχει κρύψει την ιδεολογία του, που η δημοκρατία του επιτρέπει να έχει. Ο χαιρετισμός με κάνει να αισθάνομαι πολύ άσχημα για δύο λόγους: ο πρώτος ότι έγινε μέσα στη δικαστική αίθουσα και ο δεύτερος μπροστά σε μια γυναίκα που το παιδί της δολοφονήθηκε από έναν ναζί. Με συγχωρείτε, αλλά αυτό είναι αποκτήνωση», είπε. Ψηφοθηρικοί ή όχι οι λόγοι που τον ώθησαν σε μια τέτοια δήλωση, είναι δευτερεύουσας –αυτή τη στιγμή– σημασίας. Το μείζον είναι ότι την έκανε. Το αν βέβαια η δημοκρατία επιτρέπει τη ναζιστική ιδεολογία, είναι μια άλλη, μεγάλη συζήτηση και θέμα ξεχωριστού άρθρου.
 
 
Όπως και να έχει, τα εγχώρια ΜΜΕ κάνουν φιλότιμες προσπάθειες να αποφύγουν οποιαδήποτε αναφορά θα μπορούσε να θυμίσει τις προνομιακές σχέσεις της –φιλελεύθερης κατά τα άλλα– κυβέρνησης Μητσοτάκη με την ακροδεξιά, ακόμα και με τη χουντολάγνα πτέρυγά της, εμβληματικές μορφές της οποίας, άλλωστε, είναι αρκετά πρωτοπαλίκαρα της ως άνω ελληνικής ακροδεξιάς –όσο κι αν τα ίδια θέλουν, χωρίς στην ουσία να έχουν αλλάξει ιδεολογία και φρόνημα, να ξεχάσουμε το παρελθόν τους.
 
Το φίδι του φασισμού καραδοκεί
 
 
 
Αυτό είναι αρκετά κακό από μόνο του, αλλά γίνεται ακόμα χειρότερο, ακόμα πιο προβληματικό, ακόμα πιο επίφοβο, όταν συνδυαστεί με άλλα γεγονότα που δείχνουν ότι σε συνθήκες κοινωνικής εξαθλίωσης και οικονομικής κατάρρευσης, η ελληνική ακροδεξιά αρχίζει να σηκώνει και πάλι κεφάλι. Το συμβάν στο Μαρούσι είναι απολύτως ενδεικτικό.
 
 
Το φίδι του φασισμού δεν έχει συντριβεί και είναι έτοιμο να ξαναβγεί από την τρύπα του, μόλις νιώσει ότι το ευνοούν και πάλι οι συνθήκες. Κι εδώ, η ευθύνη της συγκεκριμένης κυβέρνησης της ΝΔ, με τον συγκεκριμένο πρωθυπουργό, είναι τεράστια. Γιατί συνειδητά και σκόπιμα έχει καλλιεργήσει εκείνες τις συνθήκες που ευνοούν την ανάκαμψη του φασισμού. Ανήλθε, άλλωστε, στην εξουσία πατώντας πάνω στον εθνικισμό, τον φανατισμό, τη μισαλλοδοξία και τη συκοφαντία των πολιτικών της αντιπάλων.
 
Με ύβρεις και υστερικές κραυγές στα εθνοσυλλαλητήρια των δήθεν νέων μακεδονομάχων κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών, στα οποία τα στελέχη της ΝΔ κατέβηκαν χέρι-χέρι με τη Χρυσή Αυγή. Και ως κυβέρνηση συνεχίζει να πολιτεύεται με τον ίδιον ακριβώς τρόπο. Προμοτάροντας την αισχρή και ανιστόρητη θεωρία των δύο άκρων. Καλλιεργώντας υπαινικτικά, ή και ανοικτά, τον μύθο του εσωτερικού εχθρού, ο οποίος –όλως τυχαίως– είναι πάντα αριστερών πεποιθήσεων. Πουλώντας τάξη και ασφάλεια –στην πραγματικότητα ξύλο και καταστολή– σε ένα δεξιό ακροατήριο που είναι ήδη καλά εκπαιδευμένο να δεχθεί την ακροδεξιά ρητορική και ατζέντα ως μια διέξοδο στα υπαρξιακά του αδιέξοδα.
 
 
Αρωγός, δυστυχώς, σε αυτή την κυβερνητική επιλογή, μια μεγάλη μερίδα εγχώριων ΜΜΕ, που μετά από τρεις δεκαετίες ασταμάτητης εθνικιστικής, μισαλλόδοξης, ξενοφοβικής και ρατσιστικής προπαγάνδας, έχουν εκπαιδεύσει άριστα το συγκεκριμένο ακροατήριο.
 
 
Η ανάγκη, λοιπόν, καταπολέμησης των αιτίων που οδηγούν στον φασισμό, η εκπόνηση πολιτικών που θα καταπολεμήσουν τη φτώχεια, τις ανισότητες, την περιθωριοποίηση, είναι περισσότερο επιτακτική παρά ποτέ. Οι αριστερές, δημοκρατικές, προοδευτικές δυνάμεις, δεν έχουν δικαίωμα να ολιγωρούν.
Αννέτα Καββαδία