Πέρα από το χαρακτήρα της κορυφαίας κομματικής διαδικασίας που, ούτως ή άλλως, ένα συνέδριο κόμματος έχει, το 3ο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ αποκτά ένα πρόσθετο ενδιαφέρον εξαιτίας των συνθηκών μέσα στις οποίες διεξάγεται. Πανδημία, ακρίβεια, πόλεμος, ενεργειακή και επισιτιστική κρίση, συνθέτουν ένα εκρηκτικό περιβάλλον το οποίο υπαγορεύει, επί της ουσίας, και το πολιτικό πλαίσιο στο οποίο το συνέδριο οφείλει να ανταποκριθεί.
Τρία, σχεδόν, χρόνια μετά την ανάληψη των καθηκόντων της, η κυβέρνηση της ΝΔ συνεχίζει να υλοποιεί ένα συγκεκριμένο σχέδιο με σαφέστατα ταξικά ιδεοληπτικά χαρακτηριστικά, ένα σχέδιο που έχει οδηγήσει εκατομμύρια πολιτών στη φτωχοποίηση και στην απόλυτη απαξίωση. Επιδιώκοντας τη δημιουργία μιας εικόνας επίπλαστης σταθερότητας και χωρίς – παρά τις πολλαπλές κρίσεις – να έχει αναθεωρήσει ούτε κατ’ ελάχιστο τις προτεραιότητές του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιδιώκει να εμφανίζεται ως ο πρωθυπουργός που τα έχει όλα υπό έλεγχο, αποδίδοντας τη δυσχερέστατη κατάσταση στην οποία βρίσκεται η ελληνική κοινωνία, σε εξωγενείς και μόνο παράγοντες, εντελώς άσχετους με την ακολουθούμενη κυβερνητική πολιτική. Δεν φταίει για τους τρομακτικούς δείκτες και τους νεκρούς της πανδημίας – ασχέτως αν δεν ενίσχυσε ούτε κατ’ ελάχιστο το ΕΣΥ. Δεν φταίει για τα φαινόμενα αισχροκέρδειας και το ράλι ακρίβειας στην αγορά – ασχέτως αν αποδυνάμωσε στο έπακρο τους ελεγκτικούς μηχανισμούς. Δεν φταίει για την αρπακτική ασυδοσία των… ημετέρων – ασχέτως αν ομνύει στις απευθείας αναθέσεις και στους προκλητικούς μισθούς διάφορων golden boys. Δεν φταίει για την εργασιακή ανασφάλεια – ασχέτως αν η έννοια της συλλογικής σύμβασης εργασίας τείνει να εκλείψει από το λεξιλόγιό μας.
Την ίδια ώρα, κυβερνητικά στελέχη ξεδιπλώνουν τις γνωστές αντιΣΥΡΙΖΑ εμμονές τους, επιμένοντας να αναρωτιούνται – φτύνοντας ενίοτε τον κόρφο τους (!) ή χτυπώντας ξύλο (!) – «τι θα γινόταν αν, εν μέσω τέτοιων κρίσεων, ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνηση». Κατανοητή η αγωνία τους, αφού ως φορείς συγκεκριμένων ιδεολογικοπολιτικών πεποιθήσεων, μόνο σαν καταστροφή – για τα συμφέροντα, φυσικά, των τάξεων που εκπροσωπούν – βλέπουν αποφάσεις όπως πχ η ελεύθερη πρόσβαση στα νοσοκομεία για εκατομμύρια ανασφάλιστους και ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, η κατάργηση του αντισυνταγματικού υποκατώτατου μισθού για νέους κάτω των 25, η παροχή δωρεάν ζεστών γευμάτων στα σχολεία, η μηδενική αύξηση στους λογαριασμούς της ΔΕΗ, που χαρακτήρισαν, μεταξύ άλλων, τη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι η Eurostat, άλλωστε, που με στοιχεία κατέδειξε τη μείωση των ανισοτήτων την περίοδο 2015-2019, σε αντίθεση με την εκτόξευσή τους – στα προ του ’15 επίπεδα – λίγους μήνες μετά την άνοδο της ΝΔ στην κυβέρνηση, όπως και πάλι στοιχεία της Eurostat καταδεικνύουν.
Με απτό, λοιπόν, το διαφορετικό αποτύπωμα στην άσκηση πολιτικής, καλείται ο ΣΥΡΙΖΑ να απαντήσει στον ακραίο δεξιό ριζοσπαστισμό της ΝΔ. Ο οποίος δεν απαντιέται με στρογγυλέματα και δήθεν κεντρώες λύσεις, αλλά με ένα ξεκάθαρο, αριστερό, ριζοσπαστικό σχέδιο, ικανό να συσπειρώσει όλα εκείνα τα κοινωνικά στρώματα – και των λεγόμενων «μεσαίων» συμπεριλαμβανομένων – που νιώθουν να πλήττονται από τη βάναυση νεοφιλελεύθερη κυβερνητική πολιτική.
Η κοινωνία ασφυκτιά και οι πολίτες έχουν ανάγκη από ρεαλιστικές λύσεις. Πολλοί από αυτούς ξέρουν, πια, ότι ο βασιλιάς είναι γυμνός. Έχουν κουραστεί, έχουν θυμώσει αλλά δεν θέλουν να παραιτηθούν. Έχουν ανάγκη από ειλικρίνεια και χρειάζονται να νιώσουν ότι τα προβλήματά τους δεν αφορούν μόνο τους ίδιους.
Ως αξιωματική αντιπολίτευση και ως το μεγαλύτερο αριστερό κόμμα στην Ευρώπη, ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να ανταποκριθεί σε αυτή την πρόκληση. Ως εγγυητής της δημοκρατικής λειτουργίας των θεσμών και με ιδεολογικό και πολιτικό πρόσημο αδιαπραγμάτευτα αριστερό, να αποτελέσει το φορέα εκείνο που, αποκρούοντας σθεναρά λογικές ενσωμάτωσης, θα εκπονήσει και θα υλοποιήσει το σχέδιο απαλλαγής από την τοξική κυβέρνηση της ΝΔ.
Το 3ο συνέδριο, δεν είναι – προφανώς – το τέλος αλλά είναι αναμφίβολα ένας από τους πιο καθοριστικούς σταθμούς αυτής της προσπάθειας.
Αννέτα Καββαδία
ΤΑ ΝΕΑ