Macro

Αννέτα Καββαδία: Η νέα βαρβαρότητα

«Η νέα βαρβαρότητα, μαγκιά και χυδαιότητα». Ο στίχος αυτός –από το ομώνυμο τραγούδι των Παύλου Παυλίδη & B-Movies, το οποίο ερμηνεύει μαζί με τον Γιάννη Αγγελάκα– στριφογυρίζει στο μυαλό τις τελευταίες ημέρες, με αφορμή τα δηλητηριώδη, έμπλεα μισανθρωπισμού σχόλια που κατέκλυσαν το διαδίκτυο μετά τον πολύνεκρο καταστροφικό σεισμό στα σύνορα Τουρκίας-Συρίας. Ένας οχετός μίσους σε συνδυασμό με έναν διάχυτο ρατσισμό και αναμεμειγμένος με μπόλικη δόση αναισθησίας και ανοησίας, αναρτήσεις που εξέφραζαν ικανοποίηση(!) για τον μεγάλο αριθμό των θυμάτων και απογοήτευση(!) για το ότι η ένταση του σεισμού δεν ήταν μεγαλύτερη, εθνικιστικές κορόνες που υπενθύμιζαν την …ανωτερότητα του ελληνικού πολιτισμού, άναρθρες διαδικτυακές κραυγές που μπορεί μεν να μην εκπλήσσουν, εξακολουθούν ωστόσο να εξοργίζουν.
 
 
Το κάνουν γιατί μπορούν
 
«Είναι οι φωνές αυτές περιθωριακές;», θα αναρωτηθεί κανείς. Υπήρχαν πάντα και απλώς τώρα, τις κάνει πιο ορατές το παραμορφωτικό αντηχείο των social media; Ή είναι ένα ασφαλές δείγμα για τον βαθμό διάβρωσης της ελληνικής κοινωνίας, στα χρόνια της νεοφιλελεύθερης λαίλαπας, και κυρίως για το επίπεδο στο οποίο βρίσκεται –και τη δυναμική που διαθέτει σήμερα– η διαβρωτική διαδικασία του εκφασισμού, προοίμιο του οποίου αποτελεί ο εκχυδαϊσμός της κοινωνίας;
 
Γιατί αν κάτι πραγματικά σοκάρει σε αυτό τον ανταγωνισμό χυδαιότητας, δεν είναι τόσο το γκροτέσκο ύφος ή η ευκολία στο ανάθεμα, όσο η άνεση με την οποία εκστομίζονται αυτές οι αθλιότητες. Άνεση που δεν είναι καθόλου άσχετη με το περιβάλλον που μετά λόγου γνώσεως δημιουργούν όσοι συνειδητά –στη δημόσια σφαίρα– ψεύδονται, χυδαιολογούν και συκοφαντούν, δημιουργώντας αυτόν τον προνομιακό χώρο που βρίσκεται πέραν του ορίου των δημοκρατικών αξιών, του πολιτικού πολιτισμού, της κοινωνικής ηθικής.
 
Κι αν υπάρχουν κάποιοι που με αφορμή μια φυσική καταστροφή όχι μόνο κλείνουν τα μάτια σε τραγωδίες που δεν γνωρίζουν από φυλές, θρησκείες και εθνικότητες, αλλά συστηματικά ασχημονούν, το κάνουν γιατί μπορούν. Γιατί νιώθουν πως υπάρχει ακροατήριο δεκτικό να μεταβολίσει την αθλιότητα που εκπέμπουν. Κι αυτό δεν είναι άσχετο με τις ασκούμενες πολιτικές. Δεν είναι άσχετο με τη συστηματική προσπάθεια της νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης της ΝΔ να λοιδορηθεί η έννοια της συλλογικότητας, της κοινωνικής αλληλεγγύης, του «εμείς» έναντι του «εγώ». Δεν είναι άσχετο με την υποδαύλιση ενός κλίματος μισαλλοδοξίας, ρατσισμού και ξενοφοβίας, ούτε με την ύπαρξη ενός γιγαντιαίου συστήματος προπαγάνδας που καθημερινά, επί 3,5 χρόνια, ποτίζει με μίσος και φόβο το τηλεοπτικό κοινό, με μοναδικό σκοπό τη χειραγώγησή του –οι ίδιοι που στο διαδίκτυο εύχονται τα χειρότερα για τον τουρκικό λαό επιχαίροντας για τους νεκρούς του, είναι οι ίδιοι που θριαμβολογούν για τους πνιγμένους πρόσφυγες στη Μεσόγειο και για τον νεκρό Ρομά από σφαίρα αστυνομικού, οι ίδιοι που παρακολουθούσαν με απάθεια το λιντσάρισμα του Ζακ, οι ίδιοι που φορώντας περικεφαλαίες, την περίοδο της συμφωνίας των Πρεσπών, άναβαν φωτιές και πετούσαν πέτρες έξω από τα σπίτια βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό ακριβώς το κοινό, η κυβέρνηση της ΝΔ το χαϊδεύει. Στο όνομα του εκλογικού κόστους, αλλά και όχι μόνο, καθώς στις ιδεολογικές καταβολές της Δεξιάς συναντιούνται τέτοια χαρακτηριστικά, κλείνει το μάτι σε φωνές επικίνδυνες –αν και μειοψηφικές.
 
 
Ανθρωπιά και αλληλεγγύη vs μισανθρωπισμού
 
Εκπλήσσει, πράγματι, η χαμηλή αντίσταση της κοινωνίας μπροστά στον (υπαρκτό) κίνδυνο εκφασισμού της, μπροστά στη λεκτική, την ψυχολογική, ενίοτε και στη σωματική βία. Όπως εκπλήσσει και η ευκολία με την οποία αποδέχονται αυτή την κατάσταση θεσμοί που θεωρούνται και είναι οι πυλώνες της Δημοκρατίας. Μόνο που μια κοινωνία βυθισμένη μέσα στην απόγνωση και την αγωνία της επιβίωσης –απόρροια συγκεκριμένων πολιτικών– αδυνατεί να συνειδητοποιήσει τη μετάλλαξη στην οποία υπόκειται. Ώσπου κινδυνεύει, μια μέρα να ξυπνήσει μπροστά σε μια δυσάρεστη έκπληξη –η Ιστορία, άλλωστε, διδάσκει…
 
Δεν υπάρχει, λοιπόν, κανένα απολύτως περιθώριο εφησυχασμού. Το αποδεικνύουν τα καθημερινά περιστατικά που σχετίζονται με περιπτώσεις χρήσης αστυνομικής βίας, οι οικονομικές εξυπηρετήσεις και εκδουλεύσεις σε …ημέτερους, οι αβέβαιες εργασιακές συνθήκες, η αυταρχικότητα στον χώρο της εκπαίδευσης, τα περιστατικά γυναικοκτονιών που τείνουν να γίνουν ρουτίνα, η ευθεία επίθεση σε κάθε είδους δικαιώματα, η γενικευμένη φτωχοποίηση.
 
Κι εδώ αναδύεται η μεγάλη ευθύνη όλων των αριστερών, δημοκρατικών, προοδευτικών δυνάμεων που καλούνται να δώσουν τις κατάλληλες απαντήσεις στους εκχυδαϊστές της πολιτικής και κοινωνικής ζωής. Η λογική «όλοι ίδιοι είναι», που τεχνηέντως καλλιεργείται από το κυβερνητικό περιβάλλον, οφείλει να χτυπηθεί στη ρίζα της, καθώς αποτελεί το πιο πρόσφορο έδαφος στη γιγάντωση του χρυσαυγιτισμού, πτυχές του οποίου συνιστούν τα προαναφερόμενα περιστατικά αθλιότητας με αφορμή τον σεισμό.
 
Έχει επέλθει ο «κοινωνικός φασισμός»; Προφανώς και όχι. Γιατί αν δεχθούμε ως τετελεσμένο τον εκφασισμό της κοινωνίας, αν δεχθούμε πως ο πόλεμος έχει ήδη χαθεί, θα είναι σαν να παραλείπουμε τον κρίσιμο κρίκο του αγώνα σήμερα. Και το καθήκον αυτής της μάχης, της μάχης ενάντια στο τέρας, δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να το αποφύγουμε.
 
Ναι, ο μισανθρωπισμός είναι το περιβάλλον το οποίο τρέφει τον φασισμό. Απέναντι όμως σε αυτόν, υπάρχει η ανιδιοτελής προσφορά, η ανθρωπιά και η αλληλεγγύη, έτσι όπως αυτές εκφράστηκαν από την πρώτη στιγμή της τραγωδίας. Υπάρχουν οι χιλιάδες άνθρωποι που έσπευσαν να ανταποκριθούν στο κάλεσμα για βοήθεια, άνθρωποι που κόντρα στις φαντασιώσεις εθνικού μεγαλείου(!) είδαν απλώς δύο λαούς (τον τουρκικό και τον συριακό) να υποφέρουν. Και που χωρίς δεύτερη σκέψη επέλεξαν να σταθούν στο πλάι τους. Είναι ευθύνη όλων μας οι μισάνθρωποι να μπουν οριστικά στο περιθώριο, και αυτό το ποτάμι ανθρωπιάς και αλληλεγγύης να γίνει ακόμα πιο ορμητικό. Γιατί αν ο εκχυδαϊσμός της κοινωνίας είναι το προοίμιο του φασισμού, η ενίσχυση του δείκτη της ανθρωπιάς της μπορεί να αποτελέσει ένα από τα πιο αποτελεσματικά αναχώματα εναντίον του.

Αννέτα Καββαδία