Σε μια από τις πιο πετυχημένες πολιτικές γελοιογραφίες του τελευταίου διαστήματος, ο Τάσος Αναστασίου –στην Αυγή της περασμένης Τετάρτης– «δείχνει» τη φωνή κάποιου αξιωματούχου της ΝΔ να λέει, μέσα από το κτήριο της οδού Πειραιώς: «Στη ΝΔ χωράνε όλοι. Από τον μετριοπαθή βασιλικό και τον ευρωπαϊστή χουντικό, μέχρι τον λαϊκό ακροδεξιό και τον φιλελεύθερο φασίστα». Περιγράφοντας έτσι, με τον πλέον γλαφυρό τρόπο, τη δεδομένη –προς το παρόν τουλάχιστον– κυριαρχία του ακροδεξιού ρεύματος εντός του κυβερνώντος κόμματος, το οποίο πόρρω απέχει από έναν ευρωπαϊκού τύπου κεντροδεξιό κομματικό σχηματισμό, όπως αρέσκεται να τον περιγράφει ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Αρκεί μια ματιά στους ανθρώπους που αυτή τη στιγμή είναι τα πρώτα βιολιά και δίνουν τον ιδεολογικό τόνο στο κόμμα που, τάχα, «δεν συνδιαλέγεται με τα άκρα», για να μαρτυρήσει του λόγου το αληθές. Με το λεγόμενο καραμανλικό, «ντεγκωλικό» και ρεπουμπλικανικό, κομμάτι της ΝΔ –εκείνο δηλαδή το κομμάτι που, θεωρητικά τουλάχιστον, βρίσκεται κοντύτερα στην ιδρυτική ιδεολογία του συγκεκριμένου κόμματος– να τελεί υπό άτακτη υποχώρηση και να περιθωριοποιείται διαρκώς, και με τις εφαρμοζόμενες πολιτικές να προσιδιάζουν όλο και περισσότερο σε τραμπικές συνταγές «επιτυχίας», η σημερινή ΝΔ υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη –παρά τα κατά καιρούς …καμουφλαρίσματα– δεν μπορεί να κρύψει πως είναι οι δυνάμεις της σκληρής συντήρησης εκείνες που την εμπνέουν και την τροφοδοτούν.
«Χαϊδεύουν» αυτιά
Κι επειδή είναι αυτό ακριβώς το ακροατήριο το οποίο θέλει να κολακέψει, επενδύει διαρκώς στο δόγμα «νόμος και τάξη». Ανακοινώνει ότι θα είναι υποψήφιος βουλευτής Έβρου, ότι «ο φράχτης θα συνεχίσει να κατασκευάζεται και θα ολοκληρωθεί με εθνικούς πόρους, αν αυτό είναι απαραίτητο» και ότι «στην προστασία των συνόρων και στην ασφάλεια των ακριτών μας δεν πρόκειται να κάνω βήμα πίσω», όπως δήλωσε στην Κομοτηνή.
Είναι αυτό ακριβώς το ακροατήριο που τον «υποχρέωσε» –στην κηδεία του Κ. Γκλύξμπουργκ– να τετραγωνίσει τον κύκλο, μη ικανοποιώντας μεν το αίτημα της οικογένειας για κηδεία δημοσία δαπάνη, αλλά προσφέροντας στην ουσία και «λαϊκό προσκύνημα» και αναβαθμισμένη κυβερνητική εκπροσώπηση.
Γιατί, κακά τα ψέματα, με τον ενταφιασμό του Κ. Γκλύξμπουργκ δεν «έπεσε η αυλαία σε μια εποχή της ελληνικής Ιστορίας», όπως έγραψαν και είπαν κάποιοι σχολιαστές. Αυτή η αυλαία είχε πέσει οριστικά και αμετάκλητα με την απόφαση του ελληνικού λαού το 1974 να εκδιώξει μια για πάντα τη μοναρχία –ξένο σώμα– από την Ελλάδα. Δεν υπάρχει κάποιο ανοιχτό ζήτημα ως προς το πολιτειακό, ούτε καν περιθώριο ψηφοθηρίας. Γιατί η φιλομοναρχική ψήφος ήδη φιλοξενείται σχεδόν εξ ολοκλήρου εντός της ΝΔ, με τα άλλα δεξιά και ακροδεξιά κόμματα και γκρουπούσκουλα να προσπαθούν απλώς κάτι να… τσιμπήσουν.
Από αλλού εκπορεύεται η όποια αγωνία. Οι επιτελείς του Μαξίμου γνωρίζουν καλά πως αυτό το ακροατήριο έχει πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά: ήταν και παραμένει εξαιρετικά συντηρητικό και αντιδραστικό, βουτηγμένο στην άγνοια, τον εθνικισμό, τη θρησκοληψία και το μίσος για οτιδήποτε δεν του μοιάζει. Οι άνθρωποι που πήγαν στην κηδεία του έκπτωτου μονάρχη δεν είναι διόλου η μόνη, ή ακόμα και η πιο άσχημη, έκφραση αυτού του ακροατηρίου. Αρκεί να θυμηθούμε τις λαοσυνάξεις του Χριστόδουλου και τα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία «μας» στις αρχές της δεκαετίας του 1990, κυρίως όμως τις επαίσχυντες συγκεντρώσεις μίσους κατά της Συμφωνίας της Πρεσπών το 2018-2019. Με ευθεία υποκίνηση της ΝΔ και του Κυριάκου Μητσοτάκη προσωπικά –αλήθεια, ποιο κόμμα ενίσχυσαν οι μισό εκατομμύριο ψηφοφόροι της ΧΑ, όταν οι χρυσαυγίτες έπαψαν πια να είναι χρήσιμοι στο σύστημα και βρέθηκαν από τα βουλευτικά έδρανα στη φυσική τους θέση, δηλαδή στο κελί της φυλακής;
Σε λίγους μήνες, οι ίδιοι αυτοί άνθρωποι θα πάνε και πάλι, αξημέρωτα και πρώτοι–πρώτοι, να ψηφίσουν. Για αυτήν την πίτα γίνεται όλος ο καυγάς. Και στο όνομα της προσέλκυσης, αλλά και της διατήρησης αυτών των ψηφοφόρων εντός της ΝΔ, η ηγετική ομάδα του κόμματος (θα) σκληραίνει όλο και περισσότερο. ¨
Ευρωπαίοι α λα καρτ
Τι κι αν έχουν αρχίσει οι τριγμοί σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι επιτελείς της κυβέρνησης δεν φαίνεται να θορυβούνται.
Δεν έχουν περάσει παρά λίγες μέρες από όταν η επίτροπος Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης, Ντούνια Μιγιάτοβιτς, ζήτησε με ανακοίνωσή της από τις ελληνικές αρχές «να διασφαλίσουν ότι οι υπερασπιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων και οι δημοσιογράφοι μπορούν να εργάζονται με ασφάλεια και ελεύθερα, παρέχοντάς τους ένα ευνοϊκό περιβάλλον για την εργασία τους, αναγνωρίζοντας δημόσια τον σημαντικό ρόλο τους σε μία δημοκρατική κοινωνία», καθώς η κατάσταση που επικρατεί σε αυτά τα ζητήματα «αποτελεί θέμα ανησυχίας για αρκετά χρόνια». Όπως δεν είναι μυστικό ότι η Ελλάδα αγνοεί συστηματικά έναν συνεχώς αυξανόμενο αριθμό ασφαλιστικών μέτρων, επείγοντος χαρακτήρα, που εκδίδει το ΕΔΔΑ για να αποτρέψει την επιστροφή με συνοπτικές διαδικασίες των αιτούντων άσυλο που βρίσκονται εγκλωβισμένοι κατά μήκος των συνόρων με την Τουρκία και κινδυνεύουν άμεσα να επαναπροωθηθούν. Κι όλα αυτά, σε συνδυασμό με τη δυσώδη υπόθεση των παρακολουθήσεων, την επίθεση σε θεσμούς και κράτος δικαίου, τον εντεινόμενο αυταρχισμό, την ασφυκτική κατάσταση σε ό,τι αφορά την ελευθερία του Τύπου. Αλλά και την ακρίβεια, τη δραματική επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου εκατομμυρίων πολιτών, την απουσία προοπτικών για τους νέους ανθρώπους.
Το έχουμε ξαναπεί: στις προσεχείς εκλογές συγκρούονται δύο εντελώς διαφορετικοί κόσμοι. Ευθύνη της Αριστεράς –και του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ειδικότερα, ως αξιωματικής αντιπολίτευσης– είναι να πείσει για το ζωτικής σημασίας διακύβευμα της προσεχούς εκλογικής αναμέτρησης. Προτάσσοντας την επεξεργασμένη, εναλλακτική του πρόταση, να πείσει για την αξία της συμμετοχής –καταπολεμώντας τη βαθιά απογοήτευση πολλών, ειδικά νέων– στοχεύοντας, μεταξύ άλλων, και στη μείωση της αποχής.
Κι αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση.
Αννέτα Καββαδία