Macro

Αννέτα Καββαδία: Δεν θέλει κόπο, θέλει τρόπο

Where there’s a will, there’s a way –όπου υπάρχει θέληση, υπάρχει και ο τρόπος. Και η Κέητ Μπλάνσετ σίγουρα ήθελε.
 
Ο ευρηματικότατος τρόπος να περπατήσει στο πιο κοσμικό κινηματογραφικό γεγονός της Ευρώπης, στο Φεστιβάλ Καννών –το ευρωπαϊκό αντίστοιχο των αμερικανικών Όσκαρ– με μια τουαλέτα στα χρώματα της παλαιστινιακής σημαίας, είναι η πιο ηχηρή απόδειξη πως αν θέλεις να σταθείς στη σωστή πλευρά της Ιστορίας, πολύ απλά το κάνεις. Ακόμα και εκεί που έχουν σφραγιστεί όλες οι χαραμάδες, ακόμα και σε συνθήκες ασφυκτικής σιωπής, πάντα υπάρχει τρόπος να μην αδιαφορήσεις, να μη συμμορφωθείς, να πεις –χωρίς καν να ανοίξεις το στόμα σου– αυτό που πρέπει. Να κάνεις εξαιρετικά ηχηρή την παρουσία σου ακόμη και περπατώντας σιωπηλά στο κόκκινο χαλί.
 
 
Ποιος δεν θυμάται αντίστοιχα, τον μουσικό, συνιδρυτή των Pink Floyd, Ρότζερ Γουώτερς να παρουσιάζει το τρόπαιο του Ρολάν Γκαρός τον Ιούνιο του 2018 φορώντας την παλαιστινιακή μαντίλα; Ή ποιος μπορεί να μην εκτιμήσει το ξεκάθαρο «όχι στη γενοκτονία» και τις δημόσιες εκκλήσεις και άλλων καλλιτεχνών –απολύτως ενδεικτικά αναφέρουμε, Σούζαν Σάραντον, Πάτι Σμιθ, Αντζελίνα Τζολί, Τζένιφερ Λόπεζ, Ρίτσαρντ Γκιρ, Μπράντλει Κούπερ, Μπεν Άφλεκ, Σίνθια Νίξον, Άννι Λένοξ, Χοακίν Φίνιξ, Μάικλ Μουρ, Ζιλιέτ Μπινός, Μίλα Γιόβοβιτς αλλά και πολλ@ άλλ@– για άμεση κατάπαυση του πυρός. Άνθρωποι που κάθε άλλο παρά περιθωριακούς τούς λες, αφού είναι απολύτως ενταγμένοι στη mainstream βιομηχανία του θεάματος, γι’ αυτό όμως και η συγκεκριμένη τοποθέτησή τους αποκτά ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα. Τόσο για την εμβέλεια του κοινού στο οποίο απευθύνονται, όσο και για το πιθανό κόστος αυτής της επιλογής.
 
 
Η σιωπή δεν είναι πάντα χρυσός
 
 
Με αφορμή την εντύπωση που προκάλεσε η εμφάνιση της Κέητ Μπλάνσετ –που να υπενθυμίσουμε ωστόσο ότι δεν είναι η πρώτη φορά που παίρνει δημόσια θέση, αφού και ως πρέσβειρα καλής θέλησης του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες έχει εξαπολύσει δριμύ κατηγορώ στην ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των δυτικών κυβερνήσεων για τους πολέμους και τα εκατομμύρια των ξεριζωμένων, ενώ ήδη από τον Νοέμβρη του ‘23, μιλώντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έκανε έκκληση για άμεση εκεχειρία στη Γάζα– επανέρχεται στο προσκήνιο η συζήτηση για τον ρόλο και την ανοιχτή θέση που παίρνουν ή δεν παίρνουν, πάνω σε κρίσιμα επίδικα, προβεβλημένοι άνθρωποι με δημόσιο βήμα. Άνθρωποι του πολιτισμού, των γραμμάτων, εκπρόσωποι όλων των ρευμάτων των σύγχρονων μορφών τέχνης, των επιστημών, συλλογικοί διανοούμενοι, διαμορφωτές κοινής γνώμης.
 
Έχει ενδιαφέρον να συγκρίνει κανείς, τόσο σε εγχώριο όσο και σε διεθνές επίπεδο, πόσες είναι οι φωνές που ευθαρσώς έχουν ταχθεί κατά της σφαγής στη Γάζα και πόσες έχουν σιωπήσει. Πόσες, πόσοι, πόσα έχουν βγει μπροστά –με πλήρη συναίσθηση του βάρους του ονόματός τους, άρα και της δυνατότητας να γίνουν παράδειγμα προς μίμηση– και πόσοι, από την άλλη πλευρά, δεν έχουν βρει μία λέξη να πουν.
 
Ναι, υπάρχει κόστος σε μία τέτοια επιλογή. Η υστεροφημία σου μπορεί να δοκιμαστεί, το σύστημα μπορεί να σε «ξεβράσει» ή να μην σου επιτρέψει ποτέ να γίνεις μέρος του, η καθημερινότητα και τα προβλήματα επιβίωσης μπορεί να είναι ο οδοδείκτης των όποιων επιλογών σου. Σε ένα περιβάλλον, μάλιστα, που η οποιαδήποτε αντίδραση στη συνεχιζόμενη σφαγή βαφτίζεται «αντισημιτισμός», οι πιθανότητες να «επιβιώσεις» όλο και λιγοστεύουν. Χαρακτηριστικό, και όχι φυσικά το μόνο, είναι το παράδειγμα της σερβοβόσνιας συγγραφέα Λάνα Μπάστασιτς, μιας από τις πιο ενδιαφέρουσες φωνές της σύγχρονης ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, η οποία –όπως έγραφε σε σχετικό άρθρο στην «Εποχή» στις 10/3 η Έφη Γιαννοπούλου– διέκοψε το συμβόλαιό της με τον γερμανικό εκδοτικό οίκο Fischer Verlag, γιατί αυτός δεν παίρνει θέση. «Ακόμη και η αναφορά της λέξης Παλαιστίνη, μπορεί να γίνει αιτία να κατηγορηθείς για αντισημιτισμό στη Γερμανία», έγραψε η Μπάστασιτς, υπενθυμίζοντας τη συλλογή υπογραφών σε κείμενο που καλούσε σε μποϊκοτάζ των γερμανικών πολιτιστικών ιδρυμάτων ως έκφραση διαμαρτυρίας για τις «μακαρθικές πολιτικές που καταστέλλουν την ελευθερία της έκφρασης, ειδικά τις εκφράσεις αλληλεγγύης με την Παλαιστίνη». Μεταξύ των υπογραφών στο «Strike Germany», η βραβευμένη με Νόμπελ γαλλίδα συγγραφέας Αννί Ερνώ και αρκετοί πρόσφατοι νικητές του βρετανικού βραβείου τέχνης Turner, όπως οι Τάι Σάνι και Τζέσι Ντάρλινγκ.
 
 
Υποχρέωση και όχι επιλογή
 
 
Ναι, έχει κόστος να βγεις μπροστά. Αυτός, όμως, δεν (θα έπρεπε να) είναι ο ρόλος της Τέχνης; Να πάρει θέση, να εμπνεύσει, να κινητοποιήσει. Στα καθ’ ημάς, δυσκολεύτηκα –πέραν κάποιων μεμονωμένων, ξεκάθαρων δηλώσεων υπέρ της Παλαιστίνης– να βρω ένα συλλογικό κείμενο με ηχηρές υπογραφές, με ονόματα που συνιστούν είδηση από μόνα τους, με ανθρώπους που θα ηγούνταν μιας προσπάθειας να ευαισθητοποιηθεί περισσότερος κόσμος, που θα διέθεταν απλόχερα το χάρισμά τους, και την αναγνωρισιμότητα που αυτό τους διασφαλίζει, προκειμένου να οργανωθούν πρωτοβουλίες για να σπάσει το επιβαλλόμενο πέπλο όχι μόνο σιωπής, αλλά και παραπληροφόρησης. Μια συλλογική αντίδραση στη θεσμική σιωπή πάνω στο θέμα της γενοκτονίας στην Παλαιστίνη –κάτι αντίστοιχο με το δημόσιο κάλεσμα που απηύθυνε, αρχές Μαρτίου, το δίκτυο «Filmmakers’ for Palestine Greece» που το συγκροτούν εργαζόμενες και εργαζόμενοι στον κινηματογράφο.
 
 
Γιατί η αναγνωρισιμότητα, αν και από μόνη της δεν λέει τίποτα, ή τουλάχιστον δεν θα έπρεπε να λέει, υπάρχουν στιγμές, όπως αυτές που βιώνουμε, που μπορεί να λειτουργήσει με τρόπο τέτοιο, ώστε να συμβάλλει στην ενδυνάμωση της κοινωνικής συνείδησης. Ας χρησιμοποιήσουν, λοιπόν, το σύστημα που «τους παίζει», ας βγουν μπροστά και ας αποδείξουν έμπρακτα, ακόμη κι αν δεν είναι ανέξοδο, πως αγωνίζονται για τον κόσμο, επειδή έχουν αντιληφθεί πως είναι κομμάτι του εαυτού τους, όχι κάτι ξέχωρο από αυτούς που δεν τους αφορά.
 
Αννέτα Καββαδία