Macro

Αννέτα Καββαδία: Αριστερή ματιά, αριστερά προτάγματα

«Θυμάσαι την “Κραυγή”; (σ.σ.: Το πιο γνωστό, ίσως, έργο του σπουδαίου νορβηγού ζωγράφου Έντβαρντ Μουνκ φτιαγμένο το 1893) Βλέπω, σε πίνακα, τη δυστοπία που ζούμε». Αυτή η προσέγγιση φίλου, σε συζήτηση προ ημερών, είναι αλήθεια πως δεν διαβάζεται μονοσήμαντα. Γιατί πέρα από τις προφανείς γενεσιουργές αιτίες αυτής της δυστοπικής ατμόσφαιρας –στη δημιουργία της οποίας οι ασκούμενες κυβερνητικές πολιτικές κατέχουν τη μερίδα του λέοντος– σημασία έχει να προβληματιστούμε στο αν και πώς η συνθήκη αυτή μπορεί να αλλάξει.

Γράφαμε στην «Εποχή» (13/6), πως η διαιρετική τομή Αριστερά-Δεξιά είναι πάντα εδώ. Και πως έχει σημασία να αντιληφθούμε ότι αυτή η τομή είναι κάτι βαθύτερο από μια απλή κοινωνική, ιδεολογική ή πολιτική διαίρεση. Υπ’ αυτό το πρίσμα, έχει σημασία να τονίσουμε πως η απάντηση στο δίλημμα: ένταξη σε συλλογικές δράσεις –συστατικό στοιχείο της Αριστεράς– ή στροφή στον αμυντικό ατομισμό –υπαρκτός κίνδυνος και επιδίωξη της Δεξιάς– συνιστά καθοριστικό παράγοντα στην προσπάθεια να υπάρξουν ρωγμές στο κυρίαρχο, δυστυχώς, δυστοπικό περιβάλλον.

 

Σύγχρονο νόημα στο όραμα

Προκειμένου, ωστόσο, να επιτευχθεί μια άλλη σχέση με την πολιτική, προκειμένου η συλλογικότητα να καταστεί εκ νέου ελκυστική, απαιτείται επαναπροσδιορισμός λέξεων, εννοιών, όχι όμως και αξιών. Εξηγούμαι: ανήκουν στην Αριστερά όσοι δεν παραιτούνται μπροστά στην αδικία, τον ανορθολογισμό, τη βία και τη βαρβαρότητα του κόσμου. Όσοι εντοπίζουν την ευθύνη γι’ αυτή την κατάσταση στην ταξική οργάνωση της κοινωνίας, και όχι στη… θεία βούληση ή στη φύση των πραγμάτων. Όσοι προσπαθούν να αλλάξουν τον κόσμο με συλλογική δράση για να καταπολεμηθούν οι ανισότητες, να επικρατήσουν οι αξίες της ελευθερίας, της αλληλεγγύης, του ορθού λόγου, των δικαιωμάτων, της δημοκρατίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, του χωρισμού Εκκλησίας-κράτους, της υπεράσπισης του φυσικού περιβάλλοντος.

Την ίδια ώρα, δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται προβλήματα του σήμερα, ακόμα κι αν έρχονται από το χθες, με παλιές αντιλήψεις. Και πολύ περισσότερο τα νέα ζητήματα που ανακύπτουν: βιώσιμη ανάπτυξη, βιοποικιλότητα, δικαιώματα, φυλακές, μειονότητες, ψηφιακές διακρίσεις, βιοηθική, μεταλλαγμένα, βιολογική γεωργία, μητροπόλεις, εμπόριο οργάνων, σύγχρονες μορφές οικογένειας… Δεν μπορούμε, για παράδειγμα, να δεχόμαστε ως νομοτελειακή τη σύγκρουση μεταξύ οικολογικού και κοινωνικού. Οι αντιλήψεις μας για το οικοσύστημα ως ολική αντίληψη δεν μπορεί να θυσιάζονται στον πραγματισμό. Η οικολογία, όπως και ο κοινωνικός μετασχηματισμός, είναι καθολική δύναμη ρήξης και η οικολογική διάσταση πρέπει να είναι κεντρική συντεταγμένη στην ιδεολογία και τη δράση μας.

Χρειάζεται, με άλλα λόγια, η Αριστερά –μέσα και από μια διαδικασία αυτοκριτικής και αναστοχασμού– να δώσει σύγχρονο νόημα στο όραμα, να ορίσει τι είναι σήμερα ριζοσπαστικό και να μορφοποιήσει τις προτάσεις της με τέτοιο τρόπο ώστε να μην είναι ένας οργανισμός που απλώς θα προσαρμόζει «αριστερότερα» διάφορες τεχνοκρατικές προτάσεις. Να εμπλουτίσει τις βασικές της αξίες με αυτές που αναδείχθηκαν στην πανδημία (δημόσια αγαθά, κοινωνική δικαιοσύνη, αλληλεγγύη, προστασία του πλανήτη), έτσι ώστε η κοινωνική αλλαγή και η παραγωγική ανασυγκρότηση που ευαγγελίζεται, να μη μείνουν ευσεβείς πόθοι. Αν υπάρχει ένα σύνθημα που στις μέρες μας παίρνει ακόμα πιο επιτακτική μορφή, αυτό είναι το, πολλάκις συκοφαντημένο, «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα». Γιατί το αίτημα του σοσιαλισμού δεν περιγράφει ούτε μια ουτοπία, ούτε ένα καθεστώς. Αποτελεί μια απελευθερωτική διαδικασία. Με τομές και ρήξεις, χωρίς νομοτελειακά προκαθορισμένη πορεία ή αποτέλεσμα. Μια διαδικασία που προφανώς θα περιλαμβάνει και πισωγυρίσματα, αλλά ποτέ δεν θα παίρνει τα μάτια από το στόχο.

 

Νέος αέρας

Αναμφίβολα, η εποχή που ζούμε θέτει τα ερωτήματα με τα οποία οφείλουμε να αναμετρηθούμε. Και η Αριστερά οφείλει να συμπυκνώνει από την σκοπιά του σοσιαλισμού του 21ου αιώνα, τα αιτήματα και τις διεκδικήσεις της κοινωνίας. Σαφώς και σήμερα δεν αρκεί ένα φύλλο πορείας από τα άπαντα του Μαρξ, του Ένγκελς, του Λένιν, όπως παλιά. Χρειάζεται πυξίδα, αλληλεγγύη, γενναιότητα. Χρειάζεται τα κόμματα της Αριστεράς να είναι τόποι ήθους, μέσα σε ένα περιβάλλον διάβρωσης κάθε δημόσιου χώρου με κοινωνική αποστολή. Και εχθρικοί τόποι για τα κάθε λογής νέα κατεστημένα, για τον ελιτισμό, την εξουσιαστική λογική, τις πολιτικές στροφές, τη συνύφανση με μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα. Έτσι ώστε να (ξανα)γίνουν ελκυστικά και για τους νέους –αποστασιοποιημένους από την πολιτική– ανθρώπους.

Προσοχή όμως: η νεολαία να έρθει όχι απλώς για να μας στηρίξει, αλλά για να μας «αποσταθεροποιήσει». Να φέρει τον αέρα της αμφισβήτησης, τα αδυσώπητα ερωτηματικά της, τα νέα μέτωπα πάλης της δικής της εποχής. Μιλάμε για νέους ανθρώπους που ζουν την κρίση της εκπαίδευσης, την ανεργία, την πτώση των αξιών. Που έχουν ανάγκη να ανοίξουμε τη συζήτηση για το δικαίωμά τους στην αποτυχία και στο λάθος, για τη δεύτερη και τρίτη ευκαιρία, για το «μαζί», για την απελευθέρωση από την αφόρητη πίεση της κατάκτησης της ατομικής πρωτιάς. Άνθρωποι που ήταν αγέννητοι όταν κατέρρεε ο «σοσιαλιστικός κόσμος», που δεν έζησαν ούτε τη μεγάλη προσδοκία ούτε την καθολική πτώση. Δεν ήταν εκεί, όπως πολλές και πολλοί από εμάς, ούτε «πριν» ούτε «τότε». Είναι μπροστά σε ένα ξένο, ακατανόητο και σιβυλλικό «μετά». Δεν κατανοούν εύκολα τον δικό μας κόσμο ιδεών. Και ο καλύτερος κόσμος που αποζητάμε δεν θα είναι ποτέ εφικτός, αν δεν γίνει ο κόσμος της νεολαίας. Όχι μιας μικρής της ομάδας αλλά της πλειονότητάς της. Αυτό που αντιστοιχεί στην Αριστερά είναι όχι να περιγράφει αλλά να δίνει λύσεις στις εκρηκτικές κοινωνικές αντιθέσεις. Που τις αντιλαμβανόμαστε τόσο περισσότερο, όσο λιγότερο κοιτάμε τον εαυτό μας στον καθρέφτη.

Αννέτα Καββαδία

Πηγή: Η Εποχή