Macro

Αννέτα Καββαδία: Αφού βιαστής είναι, προς τι η ενόχληση;

Τι είναι αυτό που ενοχλεί περισσότερο την κυβέρνηση στη θέα των, γνωστών πια, πανό; Γιατί οι δύο αυτές λέξεις –«βιαστής είναι»– χτυπάνε νεύρο στους κυβερνώντες; Γιατί η υπενθύμιση, περί αυτού πρόκειται, μιας πρωτόδικής δικαστικής απόφασης –απόφασης, το επαναλαμβάνουμε– σηκώνει τέτοια θύελλα αντιδράσεων;

Ας το δούμε βήμα–βήμα. Καταδικάστηκε, ναι ή όχι, ο Δημήτρης Λιγνάδης σε 12 χρόνια φυλάκιση για τον βιασμό δύο ανήλικων; Είναι ή δεν είναι, και με τη δικαστική βούλα, βιαστής;

Ναι, η απόφαση είναι σε α΄ βαθμό. Ναι, η εκτέλεση της ποινής αναστέλλεται –σωστά ή λάθος, είναι άλλη συζήτηση– μέχρι την εκδίκαση της έφεσης. Η αλήθεια, ωστόσο, είναι αυτή: ο εκλεκτός της κυβέρνησης της ΝΔ, και της καθεστηκυίας τάξης της χώρας, πρώην καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, κρίθηκε ένοχος για δύο βιασμούς ανήλικων. Άρα, βιαστής είναι.

Αυτό το γεγονός, αυτή η δικαστική απόφαση, λοιπόν, αναπαράγεται από άκρη σε άκρη σε όλη την Ελλάδα. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. Στην Επίδαυρο, στην Καλαμάτα, στο Ναύπλιο, στη Σαντορίνη, στην Καβάλα, στη Νίκαια, στη Λάρισα, σε θεατρικές παραστάσεις και συναυλίες, ο κόσμος δεν κάνει τίποτα άλλο από το να υπενθυμίζει, με δύο λέξεις πάνω σε ένα πανό, αυτό που το δικαστήριο αποφάσισε: βιαστής είναι. Προφανώς και είναι έκδηλη η φόρτιση από την απόφαση για αναστολή της εκτέλεσης της ποινής του –όταν μάλιστα σε αντίστοιχες περιπτώσεις, όπως πχ ιερέα στο Αγρίνιο που κρίθηκε ένοχος για βιασμό, παιδική πορνογραφία και ασέλγεια, η επιβληθείσα ποινή δεν αναστέλλεται.

Μόνο που αυτή η φόρτιση δεν αποτυπώνεται στα επίμαχα πανό, ούτε εγείρει άλλου είδους αιτήματα. Ούτε καν αναθεώρηση της απόφασης περί αναστολής δεν ζητά. Επαναλαμβάνει μονότονα την απόφαση του δικαστηρίου: βιαστής είναι. Τόσο απλά, τόσο ξεκάθαρα.

Γιατί, λοιπόν, τέτοια ταραχή στους κόλπους της κυβέρνησης; Γιατί τέτοια αγωνία στους πρόθυμους κονδυλοφόρους, που σπεύδουν να επιτεθούν και να λοιδορήσουν όσους αναπαράγουν ένα συγκεκριμένος γεγονός –αυτό της ενοχής Λιγνάδη– μιλώντας για «όχλο» και «λαϊκά δικαστήρια», και αφήνοντας σαφή υπονοούμενα για το κατά πόσο οι δικαστικές αποφάσεις μπορούν και αυτές να κρίνονται; Οι γνωρίζοντες τα εσωτερικά της ΝΔ εκτιμούν πως είναι πολύ πιθανό, καθ’ οδόν προς τις εκλογές, η συγκεκριμένη υπόθεση να λειτουργήσει καταλυτικά. Αυτή τη στιγμή, η κοινοβουλευτική ομάδα του κυβερνώντος κόμματος βράζει. Σε μια στιγμή που η αλματώδης ακρίβεια και η δυσχέρεια εκατομμυρίων νοικοκυριών να ανταποκριθούν στα υπέρογκα έξοδα, καθιστά άκρως προβληματική την επαφή των –αγχωμένων για την επανεκλογή τους– κυβερνητικών βουλευτών και βουλευτριών με τους ψηφοφόρους τους, έρχεται μια υπόθεση βιασμού, και δη ανηλίκων, να δυσκολέψει την ήδη κλονισμένη μεταξύ τους σχέση.

Πώς να κατανοήσει ο μέσος συντηρητικός ψηφοφόρος της ΝΔ –που σιχαίνεται, εξίσου με τη συντριπτική πλειονότητα της κοινωνίας, τον βιαστή παιδιών– την προκλητική αφωνία της κυβέρνησης μπροστά στα αίσχη της υπερασπιστικής γραμμής και την, επί της ουσίας, παροχή ασυλίας στον, και επισήμως, καταδικασθέντα εκλεκτό της;

Πώς να αιτιολογήσει το εκλογικό κοινό της ΝΔ, την κοντόφθαλμη, μικροκομματική αντιπολίτευση της υπουργού Πολιτισμού –και κατ’ επέκταση της κυβέρνησης, αφού ουδέποτε η Λίνα Μενδώνη αποδοκιμάστηκε για αυτή την επιλογή της– η οποία έσπευσε να αποδώσει στον ΣΥΡΙΖΑ τις καθολικές διαμαρτυρίες σε θέατρα και συναυλίες, χαρίζοντας έτσι στους κομματικούς αντιπάλους της ΝΔ ένα θέμα που ευαισθητοποιεί εξίσου και το ίδιο;

Πώς να πειστεί πως το κομματικό συμφέρον επιτάσσει τη σιωπή, όταν βλέπει βιαστές ανηλίκων να χαίρουν προνομιακής μεταχείρισης από τη δικαστική εξουσία –έστω και αν είναι το ίδιο κοινό που ζητά καταπάτηση των νόμων, όταν πρόκειται για ιδεολογικούς του εχθρούς…

Κι επειδή στο Μέγαρο Μαξίμου τα γνωρίζουν αυτά, δεν μπορεί να μην τα γνωρίζουν –οι πληροφορίες λένε πως τα τηλέφωνα από οργισμένους ψηφοφόρους δεν σταματούν να χτυπούν στα βουλευτικά γραφεία της ΝΔ– γι’ αυτό και επιστρατεύουν τους… συνήθεις πρόθυμους προκειμένου να τους ξελασπώσουν. Μόνο που απ’ ό,τι φαίνεται, παρά το μπαράζ δημοσιευμάτων τις πρώτες μέρες της αναστολής της ποινής Λιγνάδη, παρά την επίκληση δήθεν διατάξεων της δικονομίας, παρά τη λάσπη εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ, παρά την προσπάθεια υποτίμησης των αυθόρμητων λαϊκών αντιδράσεων, ίσως για πρώτη φορά, το δίχτυ προστασίας γύρω από την κυβέρνηση, με αφορμή το συγκεκριμένο θέμα, να μην είναι τόσο αρραγές. Το αποδεικνύουν οι …λελογισμένες αποστάσεις που άρχισαν δειλά να κρατούν εφημερίδες, κανάλια και sites –είναι ενδεικτική η άρνηση των περισσότερων ΜΜΕ να παίξουν το χυδαίο παιχνίδι της δημιουργίας εντυπώσεων που επιχείρησαν οι Κούγιας/Λιγνάδης οι οποίοι, σε δελτίο Τύπου, δημοσιοποίησαν φωτογραφίες θυμάτων και μηνυτών αλιευμένες από το διαδίκτυο (!)– καθώς και η διαφοροποίηση κάποιων δημοσιογράφων –πλήρως ενταγμένων, κατά τ’ άλλα, στο κυβερνητικό αφήγημα– από τη λογική της άκριτης προστασίας του πάλαι ποτέ ισχυρού θεατρανθρώπου, την οποία, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, υιοθετεί η κυβέρνηση.

Είναι επίσης χαρακτηριστικό πως λαλίστατοι, κατά τ’ άλλα, υπουργοί, βουλευτές και στελέχη του κυβερνώντος κόμματος, μόνιμοι θαμώνες τηλεοπτικών στούντιο και καθημερινοί προσκεκλημένοι δημοσιογραφικών εκπομπών, έχουν καταπιεί τη γλώσσα τους για το συγκεκριμένο θέμα, επιδεικνύοντας μια αμήχανη σιωπή που καθόλου δεν συνάδει με την εικόνα που χρόνια τώρα καλλιεργούν για τον εαυτό τους.

Είναι πραγματικά απορίας άξιο γιατί η ΝΔ επιλέγει αυτή την τακτική στην υπόθεση Λιγνάδη. Γιατί, εν μέσω προεκλογικής περιόδου –ασχέτως πότε θα γίνουν οι εκλογές– εξακολουθεί να τον καλύπτει (όσο κι αν οι κυβερνώντες κόπτονται περί του αντιθέτου), και γιατί υποτιμά, προς το παρόν τουλάχιστον, τη δυσαρέσκεια που προκαλεί στο εκλογικό της κοινό η διαχείριση αυτής της υπόθεσης. Γιατί για πολλά μπορεί να κατηγορήσει κανείς τη σημερινή κυβέρνηση, όχι όμως για αφέλεια. Οπότε, τα ερωτήματα παραμένουν. Και όσο δεν δίνονται ξεκάθαρες απαντήσεις, τόσο οι ερμηνείες παραμένουν ορθάνοιχτες.

Αννέτα Καββαδία

Η ΕΠΟΧΗ