Συνεντεύξεις

Ανδρέας Ξανθός: Το κέντρο βάρους πλέον έχει μετατεθεί στις πολιτικές αποφάσεις, για τις οποίες η κυβέρνηση συχνά επιδιώκει να εξασφαλίσει εκ των υστέρων επιστημονική συνηγορία

– Σας ανησυχεί η πορεία της πανδημίας κ. Ξανθέ; Εκτιμάτε ότι τα πράγματα θα δυσκολέψουν, καθώς προχωρά το φθινόπωρο;

-Μόνο από άγνοια κινδύνου μπορεί να μην ανησυχεί κανείς. Σίγουρα θα δυσκολέψουν τα πράγματα όσο προχωράμε στο «βαθύ φθινόπωρο» και στο χειμώνα, όπως έχει συμβεί και στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης με χαμηλές θερμοκρασίες. Το θέμα δεν είναι να κάνουμε προβλέψεις αλλά να γίνουν αυτά που πρέπει για να αποφύγουμε μια εκθετική, και άρα μη διαχειρίσιμη, αύξηση των κρουσμάτων στο γενικό πληθυσμό. Γιατί αυτό θα πιέσει αφόρητα το Δημόσιο Σύστημα Υγείας και μοιραία θα ενεργοποιήσει σενάρια αυστηρότερων περιορισμών (τοπικών ή γενικών), με τις γνωστές παρενέργειες στην ζωή όλων μας.

– Με τις ΜΕΘ ποια είναι η πραγματικότητα;

-Η πραγματικότητα σίγουρα δεν είναι ο «διπλασιασμός των κλινών ΜΕΘ», όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση. Ενεργοποιήθηκαν περίπου 200 επιπλέον κλίνες υπό την πίεση της πανδημίας και με εσωτερικές μετατροπές ειδικών κλινών (ΜΑΦ, στεφανιαίων μονάδων, καρδιοχειρουργικών-νευροχειρουργικών ΜΕΘ ) και έτσι σήμερα ο αριθμός στο ΕΣΥ είναι 760 (από 560). Οι 940 που επικαλείται το Υπουργείο Υγείας προκύπτουν μαζί με τις 180 κλίνες του ιδιωτικού τομέα και των στρατιωτικών νοσοκομείων, που βεβαίως προϋπήρχαν και δεν τις άνοιξε η κυβέρνηση. Είναι προσβλητικό για τη νοημοσύνη μας να κάνουν τέτοιες επικοινωνιακές «αλχημείες» και να διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα επειδή έχουν την «ασυλία» των ΜΜΕ . Άλλωστε, αν είχαν διπλασιαστεί οι ΜΕΘ τότε γιατί από την αρχή του δεύτερου κύματος με maximum 100 διασωληνωμένους, «ζορίζονται» τα νοσοκομεία και αρχίζουν να διοχετεύουν περιστατικά μη covid σε ιδιωτικές κλινικές; Οι οποίες ευνοούνται σκανδαλωδώς με διπλασιασμό του ημερήσιου νοσηλείου και θα λειτουργούν εντελώς εκτός προδιαγραφών ασφαλείας αφού πρόσφατη ΚΥΑ τους δίνει τη δυνατότητα να αυξήσουν έως 40% τις κλίνες ΜΕΘ με το ίδιο προσωπικό !Η ΝΔ δεν είχε σχέδιο να ενισχύσει τις δημόσιες ΜΕΘ αλλά να ευνοήσει τον κρατικοδίαιτο επιχειρηματικό τομέα υγείας. Γι’αυτό δεν άνοιξε ούτε ένα νέο κρεβάτι εντατικής μέχρι την έναρξη της πανδημίας. Μετά απλώς αναγκάστηκε να αλλάξει «γραμμή» και να θέσει – σωστά – το στόχο της σύγκλισης με το μέσο όρο της Ευρώπης (12κλίνες ΜΕΘ /100.000 κατοίκους). Εμείς σε περίοδο Μνημονίου, με σκληρούς δημοσιονομικούς περιορισμούς και χωρίς πανδημία, προσθέσαμε 120 κρεβάτια εντατικής στο ΕΣΥ και καλύψαμε όλες τις κενές οργανικές θέσεις γιατρών στις ΜΕΘ.

– Και με τις προσλήψεις ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού;

-Και εκεί υπάρχει εικονική πραγματικότητα. Δεν έχουμε να κάνουμε με 6000 προσλήψεις ιατρονοσηλευτικού προσωπικού, όπως λέει ο κ. Μητσοτάκης, αλλά με ελάχιστους επικουρικούς γιατρούς (περίπου 500), με αρκετούς συμβασιούχους νοσηλευτές χωρίς εμπειρία και με πολύ περισσότερους εργαζόμενους άλλων κλάδων και κατηγοριών. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι, πέραν όσων μόνιμων προσλήψεων είχε δρομολογήσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και 400 θέσεων γιατρών που πρόσθεσε η σημερινή κυβέρνηση, δεν υπάρχει σχέδιο μόνιμης και σταθερής ενίσχυσης του ΕΣΥ με το αναγκαίο ανθρώπινο δυναμικό. Λες και η κυβέρνηση περιμένει να «περάσει η μπόρα» και να επιστρέψει στην γνωστή νεοφιλελεύθερη λογική των ΣΔΙΤ, της εκχώρησης λειτουργιών του ΕΣΥ σε ιδιώτες επενδυτές και της δημιουργίας «ζωτικού χώρου» στην ιδιωτική ασφάλιση υγείας. Αυτό που χρειαζόμαστε σήμερα είναι πλάνο 15.000 μόνιμων προσλήψεων σε βάθος 3-4 χρόνων, με αυξημένη μοριοδότηση των υπηρετούντων συμβασιούχων (επικουρικοί γιατροί, λοιπό επικουρικό προσωπικό, εργαζόμενοι μέσω προγραμμάτων ΟΑΕΔ), αναβάθμιση του μισθολογίου των υγειονομικών, ειδικά κίνητρα για τις άγονες-νησιωτικές περιοχές και για τις άγονες ειδικότητες (αναισθησιολογία, εντατικολογία κλπ) και, ταυτόχρονα, την θεσμοθέτηση της αυτόματης προκήρυξης (χωρίς ΠΥΣ, δηλαδή έγκριση από τα συναρμόδια υπουργεία) όλων των κενούμενων θέσεων στο ΕΣΥ, λόγω συνταξιοδότησης ή αποχώρησης προσωπικού. Μόνο έτσι μπορεί να υπάρξει ασφάλεια για την προοπτική του ΕΣΥ, έμπρακτη στήριξη των «ανθρώπων της πρώτης γραμμής», αντιστροφή του braindrain και ουσιαστική «παρακαταθήκη» από την πανδημία. Το σχέδιο λοιπόν για την «επόμενη μέρα» στην Υγεία, είναι η διαχωριστική γραμμή σήμερα. Το νέο-συντηρητικό σχέδιο προβλέπει παρέμβαση «μιας χρήσης» στο ΕΣΥ και άνοιγμα στην αγορά, ενώ το αριστερό-προοδευτικό περιλαμβάνει μια γενναία και μακροπρόθεσμου χαρακτήρα επένδυση στη δημόσια περίθαλψη και στις υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας. Η ενδυνάμωση των δημόσιων συστημάτων υγείας, μαζί με την πολιτική της καθολικής και ισότιμης κάλυψης υγείας, είναι σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) ο όρος για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των νέων αναγκών που έχει αναδείξει η πανδημική κρίση. Η μείωση των ανισοτήτων στην Υγεία είναι το θέμα. Και την απάντηση μπορούν να τη δώσουν πολιτικά προγράμματα, πολιτικές δυνάμεις και πολιτικό προσωπικό που εμπνέεται από τις αξίες και τις ιδέες της Ισότητας και της Κοινωνικής Δικαιοσύνης και που δεν θεωρεί ότι οι ανισότητες είναι συμβατές με την ανθρώπινη φύση και την οργάνωση των σύγχρονων κοινωνιών.

-Έρχεται και η γρίπη, έρχονται με τον χειμώνα και άλλα εποχιακά νοσήματα. Με την Πρωτοβάθμια Υγεία πού βρισκόμαστε; Ή θα την πληρώσουν και πάλι τα νοσοκομεία;

-Μήνες τώρα, από την αρχή της πανδημίας, προτείνουμε την ενεργό εμπλοκή της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ) στην προνοσοκομειακή διαχείριση των κρουσμάτων με ήπια συμπτωματολογία (πάνω από το 80% του συνόλου).Μόλις πριν λίγες μέρες το Υπουργείο ανακοίνωσε την ενσωμάτωση του 50% των Κέντρων Υγείας και κάποιων Περιφερειακών Ιατρείων στη μάχη κατά της νόσου covid-19. Έστω και αργά είναι βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Είναι θετικό επίσης ότι, παρά την αρχική εξαίρεση, τελικά το υπουργείο Υγείας άρχισε να αναφέρεται και στις Τοπικές Μονάδες Υγείας (ΤΟΜΥ) που ανέπτυξε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αν και χωρίς να είναι πολύ σαφής ο ρόλος τους. Για μας το στοίχημα είναι η δημιουργία σε πρωτοβάθμιο επίπεδο ενός αποτελεσματικού «φίλτρου» περιστατικών covid προς τα νοσοκομεία. Η κρίσιμη προϋπόθεση είναι να ενισχυθούν με προσωπικό οι δημόσιες δομές ΠΦΥ, να εξοπλιστούν και να οργανωθούν, να μπορούν να παίρνουν δείγματα για SARS-CoV-2, να διασυνδεθούν με τον ΕΟΔΥ, τα νοσοκομεία, τους συμβεβλημένους γιατρούς με τον ΕΟΠΥΥ, τις κοινωνικές υπηρεσίες των Δήμων, έτσι ώστε να αναπτυχθεί ένα δίκτυο ολοκληρωμένης κοινοτικής και κατ’ οίκον φροντίδας που θα καλύψει τις ανάγκες της συνήθους νοσηρότητας, θα διευκολύνει χρόνιους ασθενείς με σοβαρά προβλήματα που δεν πρέπει να μετακινούνται και θα παρακολουθεί συστηματικά ασθενείς με covid που «Μένουν σπίτι» και δεν χρειάζονται νοσοκομειακή υποστήριξη. Έτσι θα αποφύγουμε το blackout των νοσοκομείων την περίοδο της έξαρσης των ιογενών αναπνευστικών λοιμώξεων .

– Ακούσαμε πρόσφατα τον κ. Μαγιορκίνη να δηλώνει πως τα τεστ στα ιδιωτικά θεραπευτήρια δεν δηλώνονται. Εκτιμάτε πως υπάρχει θέμα με τα δηλωμένα τεστ, μπορεί να είναι και περισσότερα;

-Κατ’ αρχήν είναι πρόκληση που ο κ.Μαγιορκίνης παραμένει μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων μετά την αποκάλυψη ότι υπήρξε προνομιακή μεταχείριση του ιδιωτικού εργαστηρίου στο οποίο ήταν επιστημονικός υπεύθυνος. Αυτό είναι ο ορισμός της σύγκρουσης συμφερόντων. Κατά δεύτερον, δεν οφείλει να απαντά σε ερωτήσεις που έχουν σχέση με την πολιτική διαχείριση της πανδημίας. Το να αγνοεί πάντως το αν δηλώνονται ή όχι τα τεστ που γίνονται σε ιδιωτικά εργαστήρια, κάτι σημαίνει για το επίπεδο πρόσβασης των ειδικών σε κρίσιμες πληροφορίες και για την αξιοπιστία των δεδομένων. Το σημαντικό όμως θέμα που προέκυψε από τη συγκεκριμένη απάντηση του κ.Μαγιορκίνη, είναι ότι το 1/3 των δειγμάτων για SARS-CoV-2 που διενεργούνται καθημερινά στη χώρα τα πληρώνει ο κόσμος από την τσέπη του. Δηλαδή η κυβέρνηση έχει μετατρέψει σε ατομική υπόθεση μια εξέταση που αφορά τη Δημόσια Υγεία και όπως σε όλη την Ευρώπη πρέπει το κόστος της να καλύπτεται από την Πολιτεία.

– Συνεπώς τι κριτική κάνετε στην κυβέρνηση;

-Εμείς δεν ζητάμε γενικώς και αορίστως περισσότερα test. Αυτό ήταν το απολύτως εύλογο αίτημα της αρχικής φάσης. Τώρα ζητάμε στοχευμένους προληπτικούς ελέγχους σε δομές και πληθυσμούς ειδικής ευαλωτότητας, αύξηση της δυναμικότητας των δημόσιων εργαστηρίων, διαφάνεια στη συνεργασία με ιδιωτικά εργαστήρια και όχι προκλητική εύνοια συγκεκριμένων συμφερόντων. Και πάνω απ’ όλα ζητάμε να μην πληρώνουν οι πολίτες από την τσέπη τους για τα μοριακά τεστ που αναγκάζονται -λόγω οριακής δυνατότητας των δημόσιων εργαστηρίων – να κάνουν στον ιδιωτικό τομέα. Μια εξέταση που παίζει καθοριστικό ρόλο στην προστασία της Δημόσιας Υγείας, δεν μπορεί να επιβαρύνει τους πολίτες αλλά το Κράτος. Η κριτική μας αφορά όχι μόνο αυτή καθ’ αυτή τη διαχείριση της κρίσης αλλά και την προοπτική για το Δημόσιο Σύστημα Υγείας και την κάλυψη των νέων αναγκών των ανθρώπων μετά την πανδημία.

– Θεωρείτε ότι η υγειονομική επιτροπή του υπουργείου Υγείας εισακούεται από την κυβέρνηση;

-Είναι απολύτως προφανές ότι το «κέντρο βάρους» πλέον έχει μετατεθεί στις πολιτικές αποφάσεις. Για τις οποίες η κυβέρνηση συχνά επιδιώκει να εξασφαλίσει εκ των υστέρων επιστημονική συνηγορία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι προϋποθέσεις για το άνοιγμα των σχολείων. Η αξιόπιστη και έγκυρη λοιπόν ομάδα ειδικών που έχει αναλάβει το δύσκολο έργο να εισηγείται στην Πολιτεία με βάση τα επιδημιολογικά δεδομένα που είναι στη διάθεση της, διατρέχει τον κίνδυνο και να μην εισακούεται έγκαιρα και να χρεωθεί την προβληματική πορεία της πανδημίας στη νέα φάση. Η κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός είναι έτοιμοι να «κρυφτούν» πίσω από τις ευθύνες των ειδικών. Γι’αυτό τονίζουν συνεχώς το θέμα της ατομικής ευθύνης. Ακόμα όμως και το έλλειμμα πειθούς και συνειδητής συμμόρφωσης μερίδας της κοινωνίας στα περιοριστικά μέτρα, είναι δημόσια ευθύνη και άρα απαιτεί άλλου τύπου διαχείριση και από την επιστημονική κοινότητα και από την Πολιτεία. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που σίγουρα δεν αποδίδει είναι ο αυταρχισμός, οι απειλές και τα πρόστιμα. Η προστασία της Δημόσιας Υγείας δεν είναι αστυνομική υπόθεση αλλά υπόθεση εξειδικευμένης προληπτικής παρέμβασης στην κοινότητα και ολοκληρωμένης υγειονομικής-κοινωνικής φροντίδας, με ταυτόχρονη λήψη αντισταθμιστικών μέτρων στήριξης των κλάδων, των επαγγελματιών, των εργαζομένων και των τοπικών κοινωνιών που πλήττονται από την πανδημία.

– Μια τελευταία ερώτηση: Λείπει ο Σωτήρης Τσιόδρας από την καθημερινή ενημέρωση; Δείχνει κάποιες φορές σαν να λαμβάνει αποστάσεις…

-Το κοντράστ της σημερινής και της προηγούμενης φάσης στην ενημέρωση , είναι νομίζω πολύ εύγλωττο. Δεν ξέρω πραγματικά αν υπάρχουν αποστάσεις , αν αιτιολογούνται ή από πια πλευρά προέρχονται. Θα επαναλάβω όμως για άλλη μια φορά ότι ο Σωτήρης Τσιόδρας έχει δώσει εξαιρετικά «δείγματα γραφής» και εξακολουθεί να απολαμβάνει την αναγνώριση και την εμπιστοσύνη της συντριπτικής πλειοψηφίας των πολιτών. Με την έννοια αυτή η δημόσια παρουσία του είναι πάντα ευπρόσδεκτη και χρήσιμη σε κάθε φάση της υγειονομικής κρίσης.

Πηγή: iEidiseis