Macro

Ανάπτυξη για ελάχιστους, φτώχεια για τους πολλούς

Είναι σχεδόν βέβαιο πως η μεγέθυνση της ελληνικής οικονομίας το 2022 θα είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη. Αυτό, όμως, δεν δικαιολογεί την κυβερνητική θριαμβολογία για δύο βασικά λόγους. Πρώτον, οι παράγοντες στους οποίους βασίστηκε η μεγάλη αύξηση του ΑΕΠ έχουν προσωρινό χαρακτήρα. Δεύτερον, το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας όχι μόνο δεν συμμετέχει στην οικονομική αυτή επέκταση, αλλά υφίσταται μεγάλη απώλεια αγοραστικής δύναμης διολισθαίνοντας στη φτώχεια.
 
Συγκεκριμένα, η ισχυρή αύξηση του ΑΕΠ οφείλεται κυρίως στην αύξηση του τουρισμού και της ιδιωτικής κατανάλωσης, που τροφοδότησαν οι κυβερνητικές ενισχύσεις μαζί με την αύξηση του κατώτατου μισθού και της απασχόλησης, και δευτερευόντως στις επενδύσεις. Όμως, με την ενεργειακή κρίση και την ακρίβεια που παρόξυναν ο πόλεμος και οι οικονομικές κυρώσεις, υπάρχει μία κλιμακούμενη καταστροφή στο βιοτικό επίπεδο των Ευρωπαίων, η οποία σε συνδυασμό με την άνοδο του προστατευτισμού θα πλήξει τις ελληνικές εξαγωγές αγαθών και τουριστικών υπηρεσιών το 2023. Την ίδια στιγμή, το αντίστοιχο επίπεδο διαβίωσης στη χώρα μας κυριολεκτικά καταβαραθρώνεται με τη μεγάλη επιβράδυνση του όγκου των λιανικών πωλήσεων και της ιδιωτικής κατανάλωσης μεταξύ α’ και β’ τριμήνου 2022, όπως και με την κατρακύλα των δεικτών καταναλωτικής εμπιστοσύνης το τελευταίο 5μηνο Απριλίου–Αυγούστου 2022 (-53 έναντι -30 το αντίστοιχο διάστημα 2021).Επίσης, το τελευταίο δίμηνο παρατηρείται αντιστροφή της πτωτικής τάσης του ποσοστού ανεργίας που προοιωνίζεται αρνητικές εξελίξεις στο μέτωπο της απασχόλησης, μία πιθανότητα που ενισχύει η πολιτική αύξησης των επιτοκίων και ποσοτικής σύσφιξης των κεντρικών τραπεζών με θύμα τους οφειλέτες (νοικοκυριά και επιχειρήσεις), αλλά και τους υποψήφιους
επενδυτές.
 
Η κοινωνία εκτός της οικονομικής μεγέθυνσης
 
 
Μεγέθυνση στην οποία δεν συμμετέχει η κοινωνία δεν συνιστά βεβαίως ανάπτυξη και μάλιστα βιώσιμη. Αυτό υπογραμμίζει πρόσφατη δημοσκοπική έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, η οποία διαπιστώνει ότι:
 
1. Οι 7 στους 10 μισθωτοί έχουν οδηγηθεί σε μεγάλη περικοπή δαπανών για βασικά είδη διατροφής.
 
2. Οι 8 στους 10 μισθωτοί δεν είχαν αύξηση μισθού το 2022, γεγονός που αναδεικνύει περαιτέρω την αναγκαιότητα των κλαδικών συμβάσεων εργασίας. Δεδομένου ότι το 20% που είχε αύξηση μισθού δεν αφορά μόνον όσους λαμβάνουν τον κατώτατο (οι οποίοι ανέρχονται στο 19–20% του συνόλου των μισθωτών) συμπεραίνεται πως δεν λαμβάνουν την αύξηση όσοι πραγματικά δικαιούνται τον κατώτατο μισθό.
 
3. Το 63% των μισθωτών θεωρεί ως αποτελεσματικότερο μέσο για την προστασία του βιοτικού του επιπέδου την αύξηση του μισθού και του κατώτατου, συγκριτικά με τις επιδοτήσεις σε τρόφιμα και ενέργεια, ενώ το 31% προτιμά τη μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης.
 
4. Οι 4 στους 10 μισθωτούς εργάζονται παραπάνω από το κανονικό ωράριο, ενώ εξ αυτών οι 5 στους 10 δεν πληρώνονται την υπερωριακή του εργασία.
 
5. Οι έλληνες μισθωτοί χρειάζονται 80% περισσότερο χρόνο από τους Γάλλους και Ρουμάνους για να καλύψουν το αυξημένο κόστος της ενέργειας και υπερτριπλάσιο χρόνο από τους Λιθουανούς για να πληρώσουν τον ετήσιο λογαριασμό ενέργειας.
 
6. Τέλος οι 3 στους 10 δηλώνουν πως δεν είναι ικανοποιημένοι από την εργασία τους.
 
Με τους μισθούς καθηλωμένους επί μία 12ετία και με τον πληθωρισμό φέτος να τρέχει 10%, ενώ το 80% των μισθωτών δεν είχε καμία αύξηση μισθού, γίνεται αντιληπτή η πολύ μεγάλη μείωση του πραγματικού μισθού και της αγοραστικής δύναμης που καμία επιδότηση ή ενίσχυση δεν αρκεί να αντισταθμίσει. Πολύ περισσότερο που ο πραγματικός πληθωρισμός για τα χαμηλά εισοδήματα –τα οποία αναλώνονται σε δαπάνες διατροφής, στέγασης και μεταφορών– είναι σχεδόν τριπλάσιος.
 
Επιδείνωση της φτώχειας
 
 
Συνεπώς, βρισκόμαστε μπροστά σε μία δραματική επιδείνωση της φτώχειας στην ελληνική κοινωνία μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, η οποία όταν εκλείψουν οι προεκλογικές παροχές και εισαχθεί για τα καλά η ευρωπαϊκή κρίση το 2023 θα γίνει πραγματικά ανυπόφορη με πιθανές εκρηκτικές αντιδράσεις. Θυμίζουμε πως η έρευνα του ΙΝΕ–ΓΣΕΕ αφορά τους μισθωτούς, ενώ φτωχοί εργαζόμενοι υπάρχουν και σε μη μισθωτούς. Αν στα 2.400.000 μισθωτούς που δηλώνουν μεγάλες περικοπές δαπανών σε βασικά είδη διατροφής προσθέσουμε τους 600.000 ανέργους και τους 1.100.000 συνταξιούχους με μεικτή σύνταξη κατώτερη των 820 ευρώ, αντιλαμβανόμαστε ότι η φτώχεια πλέον έχει ασφυκτικά αγκαλιάσει πάνω από τους 4 στους 10 έλληνες πολίτες (σχεδόν το 50% με την συμπερίληψη των παιδιών που τους αναλογούν).
 
Με τη μισή Ελλάδα στο όριο ή κάτω από τη φτώχεια και με την κρίση –σύμφωνα με δηλώσεις κορυφαίων ευρωπαίων και αμερικανών ηγετών– μπροστά μας για αρκετά ακόμη χρόνια είναι προφανές πως τίποτα δεν θα αλλάξει, αντίθετα θα συνεχίσουμε να βουλιάζουμε στο βούρκο της κρίσης και εξαθλίωσης, αν δεν υπερβούμε τις συμβατικές πολιτικές των προσωρινών δημοσιονομικών βοηθημάτων, των ιδιωτικοποιήσεων, της απορρύθμισης των αγορών και της παράλληλης πιστωτικής σκλήρυνσης, που μόνο τους έχοντες και κατέχοντες εξυπηρετούν.
 
Ανάγκη εναλλακτικών πολιτικών
 
 
Απαιτούνται ριζοσπαστικές αριστερές πολιτικές, όπως είναι η κατάργηση του χρηματιστηρίου ενέργειας, η επιβολή πλαφόν στα τιμολόγια φυσικού αερίου των παρόχων (όχι μόνο της ΔΕΗ), η επανακρατικοποίηση των ΔΕΗ–ΔΕΔΗΕ, ώστε να επιτευχθεί η αποτελεσματική ρύθμιση της χονδρικής αγοράς ενέργειας, το πάγωμα των τιμών βασικών αγαθών διατροφής (πχ ψωμί, λάδι, γάλα), η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 850 ευρώ, ώστε να συμπεριλάβει τη φετινή άνοδο του πληθωρισμού, η εξέταση επιβολής ΑΤΑ και τέλος η ενίσχυση των καταναλωτών με επιστροφή των πραγματικών (όχι εικονικών) υπερκερδών από τις ενεργειακές και άλλες μεγάλες ολιγοπωλιακές εταιρείες, που εκμεταλλεύονται την άνοδο του πληθωρισμού για να κερδοσκοπούν στις πλάτες των εργαζομένων.
 
 
Ενδεικτικά αναφέρουμε πως μόνον οι πετρελαϊκοί κολοσσοί Chevron και ExxonMobil το α’ εξάμηνο του 2022 είχαν κέρδη 100 δισ. δολάρια. Και βεβαίως, η άλλη όψη του νομίσματος είναι η κοινωνική πτώχευση που δεν είναι ελληνικό, αλλά παγκόσμιο φαινόμενο: υπολογίζεται, για παράδειγμα, πως πάνω από 40% των νοικοκυριών στη Βρετανία δεν θα είναι σε θέση να θερμάνουν επαρκώς τα σπίτια τους τον χειμώνα που έρχεται. Κάτι πολύ μεγάλο και σημαντικό πρέπει να αλλάξει στη θεώρηση και αντιμετώπιση των πραγμάτων τώρα που ο αγώνας γίνεται για την απλή επιβίωση. Και αυτό πρέπει να γίνει άμεσα…
 
Κώστας Καλλωνιάτης