Τα τελευταία πολλά χρόνια, στις κοινωνικές συζητήσεις κυριαρχούν τα ζητήματα που αφορούν την ασφυκτική οικονομική πραγματικότητα. Οι χαμηλοί μισθοί, το στεγαστικό πρόβλημα, η ενέργεια, η ακρίβεια στα τρόφιμα, η υγεία, η αναψυχή, δεν απασχολούν μόνο ένα μικρό κομμάτι του κόσμου αλλά μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας, σύμφωνα με όσα αποκαλύπτουν και τα επίσημα στοιχεία. Τα σύννεφα στη διεθνή οικονομία, εξαιτίας των συστημικών αδυναμιών του καπιταλιστικού συστήματος, προμηνύουν πως θα ακολουθήσουν ακόμη πιο δύσκολες περίοδοι.
Αποτελέσματα του οικονομικού αδιεξόδου που βιώνει η χώρα είναι η κατάρρευση της εμπιστοσύνης, η αβεβαιότητα, η απογοήτευση, η ανασφάλεια, πολλές φορές ο φόβος, και η γενικότερη κρίση νοήματος. Η απουσία αισιοδοξίας και προοπτικής πως τα πράγματα μπορούν να πάνε αλλιώς και πως υπάρχει εναλλακτική.
Ανά περιόδους οι πολιτικές δυνάμεις καταθέτουν στο δημόσιο διάλογο από μία πρόταση, μία δέσμη μέτρων, σχετικά με το πώς η ελληνική οικονομία μπορεί βαδίσει στον δρόμο της ανάπτυξης. Οι βαρύγδουποι τίτλοι περί «παραγωγικής ανασυγκρότησης», «βιώσιμης ανάπτυξης», «ισχυρής Ελλάδας» κλπ., συνιστούν συνήθως ανούσιες εξαγγελίες ανεφάρμοστων προτάσεων λαϊκίστικού περιεχομένου. Αποτελούν προγράμματα που δεν αγγίζουν ούτε στο ελάχιστο τις ανάγκες των πολιτών, καθώς οι «επιτροπές σοφών» που συνήθως τα εκπονούν δεν μπαίνουν στον κόπο να διεξάγουν έναν ανοιχτό και ουσιαστικό διάλογο. Αντιμετωπίζουν την οικονομία αποκλειστικά με όρους μεγέθυνσης (growth) και όχι δίκαιης ανάπτυξης (development) που θα δίνει έμφαση στη διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής, και, κυρίως, στερούνται οράματος.
Ευθύνη της Αριστεράς, αν θέλει να είναι νέα, δηλαδή με το σύχρονο, δεν είναι να καταθέσει ακόμη μία πρόταση ανάταξης της ελληνικής οικονομίας, αλλά να εφαρμόσει μία άλλη μεθοδολογία χάραξης του κοινού μας μέλλοντος. Να ενορχηστρώσει έναν ουσιαστικό και τεκμηριωμένο διάλογο, αξιοποιώντας τις βέλτιστες πρακτικές συμμετοχικού σχεδιασμού και τα διεθνή θετικά παραδείγματα, ανάμεσα σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη (stakeholders). Μία δομημένη συζήτηση που
- θα λαμβάνει υπόψη τις προτάσεις της Τοπικής Αυτοδιοίκησης,
- θα αφουγκράζεται τις ανάγκες του κόσμου της παραγωγής,
- θα αξιοποιεί τη γνώση που παράγεται στο ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο,
- και πρώτα απ’ όλα θα δίνει φωνή σε όλη την κοινωνία,
- θα ευνοεί και θα ενθαρρύνει την ουσιαστική συμμετοχή όλων των πολιτών, των εργαζομένων, των ανέργων, των μεταναστών/τριών, των νέων.
Η δημιουργία θεσμών ουσιαστικής διαβουλευτικής δημοκρατίας, που θα κατοχυρώνουν την ισότιμη συμμετοχή, και μηχανισμών κοινωνικής λογοδοσίας, που θα αξιολογούν και θα ελέγχουν τις αποφάσεις και τις αντίστοιχες δράσεις, μπορούν να δώσουν ένα νέο νόημα στη δημοκρατική διαδικασία και παράλληλα να οδηγήσουν σε συμπεριληπτικούς αναπτυξιακούς σχεδιασμούς.
Απέναντι στις αυστηρές τεχνοκρατικές προσεγγίσεις που συντηρούν την ιδεοληψία του «There Is No Alternative», ο συλλογικός μακροπρόθεσμος σχεδιασμός δίνει χώρο στη φαντασία και αποκαλύπτει τις πολλές και διαφορετικές δυνατότητες του μέλλοντος. Ως καινοτόμο εργαλείο χειραφέτησης δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την οικοδόμηση ενός κοινού οράματος, που θα δώσει ώθηση στην κίνηση που καταργεί τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων.