Macro

Άγγελος Τσέκερης: Να ζητήσει συγγνώμη ο Κ. Μητσοτάκης!

Τις προηγούμενες μέρες, κύματα οργής ξέσπασαν εναντίον της κυβερνητικής απόφασης να αξιοποιηθούν σε κυβερνητικές θέσεις ο πρώην αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ. Κ. Τσουβάλας και ο πρώην βουλευτής του Ποταμιού Γ. Μαυρωτάς. Η οργή αυτή προέρχεται από τον κόσμο που μαζικά συμμετείχε στις καμπάνιες μίσους της Ν.Δ. για το Μάτι και το μακεδονικό. Είναι απολύτως σαφές ότι ο Κ. Μητσοτάκης και το κόμμα του πληρώνουν σήμερα την πολιτική υποκρισία, το χάιδεμα της Ακροδεξιάς, την ασύστολη καπηλεία, υλικά με τα οποία προσπάθησαν να συγκροτήσουν ένα σκληρό μέτωπο κατά της προηγούμενης κυβέρνησης.

Η εκστρατεία μίσους για το Μάτι

Η εκστρατεία μίσους με αφορμή την τραγική καταστροφή στο Μάτι είναι μια από τις πιο μαύρες σελίδες στη σύγχρονη πολιτική μας Ιστορία. Οι μηχανισμοί της αντιπολίτευσης επιχείρησαν να εκμεταλλευτούν αυτή την απίστευτη συμφορά προκειμένου να πετύχουν τη φθορά της κυβέρνησης -μια φθορά που δεν ήρθε, όπως ίσως ήλπιζαν- με την εφαρμογή των μέτρων του τρίτου Μνημονίου. Σχεδόν από την πρώτη στιγμή, τα φιλικά προς τη Ν.Δ. ΜΜΕ και ένας στρατός φανατικών στα κοινωνικά δίκτυα ενεργοποιήθηκαν προς αυτή την κατεύθυνση. Χρεοκοπημένοι πολιτικοί και οι πρωταθλητές της δημοσιογραφικής αλητείας, οι περισσότεροι από αυτούς με κοινοβουλευτικές φιλοδοξίες, καθώς και ο στρατός των ταλιμπάν της ασυμβίβαστης πολιτικής εμπάθειας μπήκαν δυναμικά στο παιχνίδι. Με ψέματα, με εκβιασμένη οργή και κατασκευασμένο πόνο, με ασύστολη προσπάθεια καπηλείας των νεκρών και των οικογενειών τους. Και η Ν.Δ., συνεπικουρούμενη από το ΚΙΝ.ΑΛΛ., καθοδηγούσε την εκστρατεία αυτή συντηρώντας το πολεμικό κλίμα.

Στόχος τους ήταν να μετατρέψουν κάθε λάθος στη διαχείριση της κρίσης και κάθε επικοινωνιακή αστοχία σε κατακραυγή κατά «της κυβέρνησης των ανίκανων». Δεν υπήρξε συζήτηση ούτε για λάθη και ευθύνες, ούτε για την επικοινωνιακή διαχείριση, συζήτηση που θα ήταν λογικό να γίνει και μάλιστα έντονα. Υπήρξε ένας ολοκληρωτικός πόλεμος, μια γενικευμένη εκστρατεία δολοφονίας χαρακτήρων, μια σαρωτική προσπάθεια αποδόμησης, στην οποία οι πρωταγωνιστές δεν υποκινούνταν πια από τη θλίψη -ή έστω την οργή τους- για την τραγωδία, αλλά από την αγανάκτησή τους για το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν βρισκόταν στα χέρια των “νόμιμων ιδιοκτητών” της χώρας. Κάθε συζήτηση για τις καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν στο Μάτι, κάθε συζήτηση για την αναδιοργάνωση της πολιτικής προστασίας, κάθε συζήτηση για την αυθαίρετη δόμηση, τις φραγμένες παραλίες και τα αποτελέσματά τους, καταγγέλλονταν ως χυδαία προσπάθεια αποπροσανατολισμού. (Και εννοείται, φυσικά, ότι η άρνηση να συζητηθεί η αυθαίρετη δόμηση έκλεινε το μάτι και μια μεγάλη μερίδα της «μεσαίας τάξης» ότι τίποτα δεν πρόκειται να πειραχτεί…).

Στην κορύφωση αυτής της εκστρατείας, το αφήγημα της «ανικανότητας» έγινε αφήγημα της  «απουσίας συναισθημάτων». Οι μαδούροι δεν πρέπει να χρεωθούν την καταστροφή απλώς επειδή διέλυσαν το κράτος, βόλεψαν ένα σωρό άχρηστους, είναι ανίκανοι. Πρέπει να τη χρεωθούν και γιατί είναι συναισθηματικά απαθείς. Δεν στενοχωρήθηκαν καν. Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι οι καρέκλες. Και αυτά τα απίστευτα για το επίπεδο της πολιτικής αντιπαράθεσης, και μάλιστα σε συνθήκες πένθους, τα ξεστόμισε ακόμα και ο ίδιος ο Κ. Μητσοτάκης, κατ’ εντολή προφανώς κάποιων επαγγελματιών συμβούλων επικοινωνίας. Τώρα, ο τότε αρχηγός της Αστυνομίας Κ. Τσουβάλας, του οποίου το κεφάλι ζητούσε η Ν.Δ. επί πίνακι για τη συμφορά στο Μάτι, τοποθετείται από τη νέα κυβέρνηση στη γ.γ. Προστασίας του Πολίτη. Και η απύθμενη πολιτική υποκρισία ξεπετιέται από τη Ν.Δ. του Κ. Μητσοτάκη σαν τον φασουλή με το ελατήριο έξω από το κουτί του.

Ο ακροδεξιός κανιβαλισμός για το μακεδονικό

Διαφορετικά χαρακτηριστικά είχε η άλλη εκστρατεία μίσους, αυτή για το μακεδονικό. «Πώς θα ανεβείτε στη Θεσσαλονίκη κύριε Τσίπρα, αναρωτιόταν χαιρέκακα στη Βουλή ο Κ. Μητσοτάκης όταν πια φαινόταν ότι οι συνομιλίες Κοτζιά – Ντιμητρόφ θα κατέληγαν σε αποτέλεσμα. Και όταν ένας ακροδεξιός συρφετός εμποδίστηκε να πλησιάσει το Βελλίδειο, όπου ο Αλ. Τσίπρας εκφωνούσε την καθιερωμένη πρωθυπουργική ομιλία, η Ν.Δ. ξέσπασε σε διαμαρτυρίες για στρατοκρατούμενη πόλη και αναίτια χρήση βίας εναντίον των διαδηλωτών.

Εδώ η υποκριτική διγλωσσία της Ν.Δ. αποκαλύφτηκε πολύ νωρίς. Τόσο από τις διαβεβαιώσεις του Κ. Μητσοτάκη στο ΕΛΚ ότι η συμφωνία δεν θα τεθεί εν αμφιβόλω από τη δική του κυβέρνηση όσο και από την αποκάλυψη των επαφών της Μ. Σπυράκη με τον Ζ. Ζάεφ. Αυτό δεν εμπόδισε την αξιωματική αντιπολίτευση να επιδοθεί σε μια χωρίς προηγούμενο πολιτική εκμετάλλευση του μακεδονικού. Η υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών συνοδεύτηκε από μια ασυγκράτητα κανιβαλική εκστρατεία, στην οποία πρωτοστάτησαν κεντρικά και περιφερειακά στελέχη αγκαλιά με τα χειρότερα ακροδεξιά στοιχεία. Η συμπαράταξη με οργανωμένα μπλοκ της Χρυσής Αυγής στα συλλαλητήρια δεν φάνηκε να ενόχλησε κανέναν. Το ίδιο και τα συνεχή έκτροπα, με επιθέσεις εναντίον πολιτών και βεβηλώσεις μνημείων. Στοιχήθηκαν πίσω από νεοφασιστικά στοιχεία ακόμα και στην προσπάθεια να υποκινηθούν καταλήψεις σε σχολεία. Δεν μίλησαν ούτε για τις προγραφές βουλευτών και τις επιθέσεις εναντίον τους· τα επεισόδια στο Σύνταγμα και η τετράωρη προσπάθεια κατάληψης της Βουλής, περιγράφηκαν ως βιαιοπραγίες των ΜΑΤ εναντίον φιλήσυχων διαδηλωτών.

Τώρα, σαν τίποτα να μην συνέβη ποτέ, υψηλόβαθμα στελέχη της σημερινής κυβέρνησης δεν χάνουν την ευκαιρία να τονίζουν, ιδιαίτερα σε διεθνές ακροατήριο, ότι η Συμφωνία των Πρεσπών έχει τα θετικά της, αρκεί βεβαίως να εφαρμοστεί σωστά. Και όσα εκστόμιζαν για την τεράστια εθνική υποχώρηση στο θέμα της ιθαγένειας και της γλώσσας, καθώς και οι υποτιθέμενες ολέθριες επιπτώσεις στην οικονομία της βόρειας Ελλάδας, τείνουν να μπουν κάτω από το χαλί. Κι αυτό είναι δύο φορές χειρότερο όταν εκφωνείται από ανθρώπους που είχαν σπεύσει να δώσουν το “παρών” στα συλλαλητήρια, γιατί δείχνει ότι το κίνητρο που τα ώθησε στις κινήσεις αυτές δεν ήταν τίποτα περισσότερο από δημαγωγία και άγρα ψήφων. Και φυσικά η σκληρή δεξιά βάση του κόμματος έχει εξεγερθεί, ερεθισμένη και από την τοποθέτηση του Γ. Μαυρωτά, ένθερμου και συνειδητού υποστηρικτή της Συμφωνίας των Πρεσπών, στη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού.

Να ζητήσουν συγγνώμη

Αποδεικνύεται λοιπόν περίτρανα ότι οι δύο αυτές πρωτοφανείς εκστρατείες μίσους δεν είχαν κανένα άλλο κίνητρο, παρά μόνο την ανάγκη της Ν.Δ. να υπονομεύσει την κυβέρνηση δηλητηριάζοντας όσο γίνεται περισσότερο το πολιτικό κλίμα. Ο ασυγκράτητος οχετός πολιτικού μίσους που ξεχύθηκε και στις δύο περιπτώσεις, πήγαζε από καθαρή υποκρισία και τυχοδιωκτισμό, ανακατεμένο με τεράστιες ποσότητες εμπάθειας και ρεβανσισμού. Κι αν ο Κ. Μητσοτάκης διαπιστώνει ότι σήμερα τον εξυπηρετεί ένα σαφώς πιο ήρεμο πολιτικό κλίμα, έχει τουλάχιστον μια στοιχειώδη υποχρέωση: να ζητήσει μια μεγάλη συγγνώμη γι’ αυτό το αδιανόητο ρεσιτάλ πολιτικής αθλιότητας.

Άγγελος Τσέκερης

Πηγή: Η Αυγή