Η τροπολογία που ψηφίστηκε στη Βουλή και προβλέπει τη χορήγηση τριετούς άδειας παραμονής σε μετανάστες που ζουν ήδη τρία χρόνια και εργάζονται στην Ελλάδα θα πρέπει να εξεταστεί ως προς τη λειτουργία της από πολλές πλευρές.
Για τη Νέα Δημοκρατία, εθισμένη στη ρητορική των «ξέφραγων αμπελιών», των φρακτών και των pushbacks, η τροπολογία αυτή ήταν ένα πολιτισμικό σοκ. Ο Αντώνης Σαμαράς διαφοροποιήθηκε ηχηρά επικαλούμενος αντίστροφα το δόγμα Πλεύρη. Το «κάντε τους τη ζωή κόλαση για να σταματήσουν να έρχονται» το αντέστρεψε σε «άμα τους διευκολύνετε τη ζωή, θα πλακώσουν κι άλλοι». Για μια φορά ακόμα ο πρώην πρωθυπουργός έδειξε τη φυσική άνεση με την οποία συντάσσεται με τους ακροδεξιούς όλων των ειδών και των προελεύσεων – το είχε αποδείξει περίτρανα και στη συζήτηση για τη Συμφωνία των Πρεσπών εκφωνώντας πανομοιότυπη ομιλία με εκείνη του Μιχαλολιάκου. Τάσεις διαφοροποίησης, όμως, έδειξαν και άλλοι βουλευτές της Ν.Δ., με πρώτο τον ίδιο τον Πλεύρη. Ρητορική μίσους και θεωρίες ψέκας για υποκατάσταση του χριστιανικού πληθυσμού της Ελλάδας με μουσουλμανικό και για κίνδυνο αλλοίωσης του πολιτισμού μας διέσχισαν εύκολα τα σύνορα ανάμεσα στα ακροδεξιά κόμματα και στη Ν.Δ., αποδεικνύοντας ότι δίαυλοι επικοινωνίας και συναντίληψη υπάρχουν σε εκτεταμένο βαθμό. Όλοι όμως οι κυβερνητικοί βουλευτές που γκρίνιαξαν υπάκουσαν, τελικά, στην κομματική πειθαρχία και ψήφισαν με το χεράκι τους, μην έχοντας την άνεση και τα περιθώρια να παίξουν με την πολιτική τους καριέρα.
Εννοείται ότι για τους ίδιους τους ανθρώπους που θα υπαχθούν στο μέτρο είναι προφανέστατα μεγάλη η ανακούφιση. Αποκτούν υπόσταση, ασφαλιστικά δικαιώματα, πρόσβαση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, στοιχειώδη νομική προστασία και το δικαίωμα να ζουν χωρίς να κρύβονται. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο η Αριστερά έκανε πολύ καλά που στήριξε την κυβερνητική τροπολογία.
Υπάρχει ακόμα μία πλευρά που πρέπει να εξεταστεί προσεκτικά. Η τροπολογία αυτή έρχεται προκειμένου ένα εργατικό δυναμικό που δούλευε ως τώρα παράνομα να ενταχθεί με κανονικό τρόπο στην αγορά εργασίας, ιδιαίτερα εκεί όπου λείπουν εργατικά χέρια: στον αγροτικό τομέα, στον τουρισμό και στις κατασκευές. Ο ίδιος ο υπουργός Εργασίας Άδωνης Γεωργιάδης δήλωσε ότι η ρύθμιση αυτή θα εξασφαλίσει 25.000 εργαζόμενους που χρειάζονται για να προχωρήσει το έργο στο Ελληνικό.
Και εδώ ακριβώς είναι το θέμα. Γιατί οι άνθρωποι αυτοί, έστω κι αν παίρνουν νόμιμα χαρτιά για τρία χρόνια, θα είναι απολύτως εξαρτημένοι από τις διαθέσεις του εργοδότη τους. Μια εργοδοτική καταγγελία μπορεί να τους κόψει το δικαίωμα παραμονής και να προκαλέσει την απέλασή τους. Φαντάζεται κάποιος πώς θα δουλέψουν έτσι οι 25.000 που θέλει να προσλάβει στο Ελληνικό ο Άδωνης Γεωργιάδης; Χωρίς συνδικαλιστική προστασία, χωρίς συλλογική σύμβαση, χωρίς Επιθεώρηση Εργασίας, χωρίς προστασία από την εργοδοτική αυθαιρεσία, χωρίς ουσιαστικό δικαίωμα να διεκδικήσουν ή να αρνηθούν έστω και το ελάχιστο;
Αυτή η εικόνα αποκαλύπτει τις πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη: η ρύθμιση αυτή έχει στόχο να επιβάλει ντάμπινγκ (δηλαδή ανταγωνισμό προς τα κάτω) στην αγορά εργασίας. Οι εργοδότες αποκτούν επιτέλους πρόσβαση σε εργατικά χέρια πραγματικά φτηνά, που τελούν υπό καθεστώς ομηρίας. Αυτή θα είναι η χαριστική βολή για τα μεροκάματα. Και είναι έργο της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που υποσχέθηκε πολλές και καλές θέσεις εργασίας και αύξηση του μέσου μισθού στα 1.500 ευρώ έως το τέλος της τετραετίας.
Για την Αριστερά σημασία δεν έχει η καταγωγή ή το θρήσκευμα των εργαζόμενων. Το σημαντικό είναι να προστατεύονται όλοι οι εργαζόμενοι από συλλογικές συμβάσεις, να έχουν συνδικαλιστική κάλυψη και να γίνονται σεβαστά τα εργασιακά τους δικαιώματα. Σήμερα αυτά δεν υπάρχουν. Απαιτούνται αγώνες για να κατακτηθούν ξανά.
Άγγελος Τσέκερης