Στις γενικές εκλογές που έγιναν στην Ιταλία το 1976, στην Ιταλία, το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα (PCI) πήρε 34,4%. Είναι το υψηλότερο ποσοστό που πήρε ποτέ Κομμουνιστικό Κόμμα στην Δυτική Ευρώπη. Και δεν είναι τυχαίο το ότι ακριβώς αυτό το Κομμουνιστικό Κόμμα ήταν που είχε μιλήσει πρώτο για έναν σοσιαλισμό στον οποίο οι δημοκρατικές ελευθερίες θα ήταν πλήρως κατοχυρωμένες. Έναν σοσιαλισμό χωρίς καταπίεση, λογοκρισία και περιορισμούς των κοινωνικών δικαιωμάτων, όπου η ελευθερία της έκφρασης θα ήταν αυτονόητη, το ίδιο και η λειτουργία των πολιτικών κομμάτων και οργανώσεων, η διεξαγωγή εκλογών και ο κοινοβουλευτισμός. Ο Δημοκρατικός Σοσιαλισμός ήταν μια ιδέα που ωρίμασε, σε μεγάλο βαθμό, μέσα από τις ιδεολογικές αναζητήσεις των Ιταλών κομμουνιστών.
Ριζωμένο στην ιταλική κοινωνία
Το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα βγήκε από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο με το κύρος του εξαιρετικά αναβαθμισμένο. Οι παρτιζάνικες ταξιαρχίες του ήταν τα πιο μαζικά ένοπλα τμήματα της ιταλικής Αντίστασης, με εξαιρετικά πολεμικά επιτεύγματα και με τεράστια αποδοχή από τον πληθυσμό των περιοχών όπου έδρασαν. Με τη λήξη του πολέμου και πειθαρχώντας στη ρεαλιστική γραμμή του Στάλιν για τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, το PCI εγκατέλειψε την ιδέα να καταλάβει επαναστατικά την εξουσία και συμμετείχε, μέχρι το 1947, στις οικουμενικές κυβερνήσεις που ανέλαβαν να σταθεροποιήσουν οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά τη ρημαγμένη χώρα. Ο Ψυχρός Πόλεμος και η οριστική ένταξη της Ιταλίας στο δυτικό στρατόπεδο το έφεραν στην αντιπολίτευση. Απέναντί του είχε το νέο πολιτικό κατεστημένο που εδραιωνόταν στην Ιταλία, την Καθολική Εκκλησία που χειραγωγούσε τις φτωχές, αμόρφωτες και προκατειλημμένες λαϊκές μάζες, τη Μαφία του Νότου, τις ΗΠΑ που απαγόρευαν κατηγορηματικά την πολιτική συνεργασία με τους κομμουνιστές σε χώρα – μέλος του ΝΑΤΟ και, φυσικά, τους εργοδότες.
Μέσα σε τέτοιες συνθήκες, το PCI διέγραψε εντυπωσιακή πορεία. Επέδειξε εξαιρετικές οργανωτικές δυνατότητες, που το μετέτρεψαν στο μεγαλύτερο οργανωμένο κόμμα της Ιταλίας και -μαζί με το γερμανικό SPD- ολόκληρης της Ευρώπης. Συγκέντρωσε μεγάλη υποστήριξη στην Αυτοδιοίκηση, δημιουργώντας ένα υπόδειγμα τοπικής διακυβέρνησης, βασισμένο στην εντιμότητα, την αποτελεσματικότητα και τη δημοκρατία. Υπηρέτησε με αρχές τον συνδικαλισμό και απέκτησε σχεδόν καθολική απήχηση στα εργατικά στρώματα. Ρίζωσε σε κάθε πλευρά της ιταλικής κοινωνικής ζωής.
Κόμμα – συλλογικός διανοούμενος
Εκτός από κόμμα – οργανωτής, το PCI υπήρξε και κόμμα – συλλογικός διανοούμενος. Άνοιξε δρόμους στην πολιτική σκέψη και την κίνηση ιδεών της Ιταλίας, με τις εκδόσεις του, το φεστιβάλ της Unita, τους κορυφαίους διανοούμενους που συσπείρωνε, τον ελεύθερο και υψηλού επιπέδου διάλογο που εξασφάλιζε στο εσωτερικό του, τον βαθύ σεβασμό του στη δημοκρατία. Τα ηγετικά του στελέχη ήταν άνθρωποι ανιδιοτελείς, καλλιεργημένοι και σκεπτόμενοι, ικανοί να γράφουν και να συζητάνε για κρίσιμα πολιτικά και ιδεολογικά θέματα, έξω από τους κανόνες της υποχρεωτικής ομοφωνίας, αλλά εξίσου ικανοί να συνθέτουν διαφορετικές απόψεις χωρίς να προκαλούν τραύματα στο κόμμα. Ανάμεσά τους ξεχώρισε, τη δεκαετία του ‘7,0 ο Ενρίκο Μπερλινγκουέρ, χαρισματικός ηγέτης, η ακτινοβολία του οποίου ξεπερνούσε κατά πολύ τα όρια του κόμματος.
Το PCI άρχισε να σκέφτεται σοβαρά πάνω στο θέμα του σοσιαλισμού με δημοκρατία όταν κατάλαβε ότι η αποσταλινοποίηση του Χρουστσόφ αντιμετωπίστηκε ευνοϊκά από την ιταλική εργατική τάξη, ενώ η σοβιετική εισβολή στην Ουγγαρία όχι. Η προσήλωσή του στη δημοκρατία το ενδυνάμωνε. Το 1968, το κόμμα αποδοκίμασε ανοιχτά μια άλλη σοβιετική εισβολή, αυτή τη φορά στην Τσεχοσλοβακία, δρομολογώντας μια διαδικασία διάστασης με το ΚΚΣΕ, στην οποία συνέκλιναν τα σημαντικότερα Κ.Κ. της Δυτικής Ευρώπης.
Ο ιστορικός συμβιβασμός
Δεν ήταν, φυσικά, όλα εύκολα. Τα κινήματα της δεκαετίας του ’60, κινήματα που, για την Ιταλία, εκτός από τα πανεπιστήμια, εκδηλώθηκαν σε πολύ σημαντικό βαθμό και στα εργοστάσια, πέρα από τον καπιταλισμό αμφισβήτησαν και την ορθοδοξία, την πειθαρχία και τον συντηρητισμό των παραδοσιακών κομμουνιστικών κομμάτων. Το PCI δοκιμάστηκε στις συνθήκες εκείνες, ειδικά στο επίπεδο της βάσης, ενώ υπέστη και μια διάσπαση από τα αριστερά. Την ίδια περίοδο, καταλαβαίνοντας ότι ο μόνος τρόπος να κυβερνήσει ήταν η συνεργασία με την Ιταλική Χριστιανοδημοκρατία, προσανατολίστηκε σε μια πολιτική ευελιξίας και ρεαλισμού, που έμοιαζε πολύ με νερό στο κρασί του: συναίνεσε σε προγράμματα λιτότητας, δήλωσε υπέρ της παραμονής της Ιταλίας στο ΝΑΤΟ, στήριξε κυβερνήσεις στις οποίες δεν συμμετείχε. Ακόμα κι έτσι, η ιδέα της κυβερνητικής συγκατοίκησης των κομμουνιστών με τους χριστιανοδημοκράτες, γνωστή ως ο «ιστορικός συμβιβασμός», προκαλούσε ανατριχίλα στους συντηρητικούς, τους εργοδότες και το ΝΑΤΟ. Η ιδέα αυτή τελείωσε ουσιαστικά με την δολοφονία από τις Ερυθρές Ταξιαρχίες του Άλντο Μόρο, του μοναδικού από την ηγεσία της Χριστανοδημοκρατίας που ήταν θετικός σε μια τέτοια προοπτική.
Όπως και να είχαν τα πράγματα, το PCI δεν σταμάτησε ποτέ να είναι ένα μεγάλο εργαστήριο παραγωγής πολιτικής και αριστερών ιδεών. Η εξαιρετική ικανότητα του Μπερλινγκουέρ να συνθέτει διαφορετικές απόψεις, να κάνει πολιτική και, παράλληλα, να κρατάει το κόμμα σε αριστερές ράγε, έπαιξε καθοριστικό ρόλο σε αυτό. Όμως το 1984 ο Μπερλινγκουέρ πέθανε ξαφνικά, στα 62 του χρόνια, μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη κατά τη διάρκεια μιας ομιλίας του για τις ευρωεκλογές. Μέχρι να μπορέσει το PCI να ορθοποδήσει, το πρόλαβαν οι κοσμογονικές εξελίξεις με τις οποίες θα έκλεινε η δεκαετία του ’80.
Η μετάλλαξη
Λίγο αργότερα, υπό την ηγεσία του Ακίλε Οκέτο, το κόμμα αποφάσισε τη μετεξέλιξή του σε Δημοκρατικό Κόμμα της Αριστεράς. Η αλήθεια είναι ότι μόνο μια μικρή μειοψηφία των μελών αντιστάθηκε, ενώ ηγετικά στελέχη της αριστερής του πτέρυγας, όπως ο Ινγκράο, παρέμειναν στο νέο σχήμα, έστω και διαφωνώντας. Το μετεξελιγμένο κόμμα κατάφερε αυτό που δεν είχε καταφέρει το πανίσχυρο και συντεταγμένο PCI: να συμμετάσχει στη διακυβέρνηση της Ιταλίας. Ο παλιός κομμουνιστής Μάσιμο ντ’ Αλέμα έγινε πρωθυπουργός της χώρας. Ο κόσμος τον θυμάται, κυρίως, από τη συμμετοχή της Ιταλίας στους ΝΑΤΟϊκούς βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία. Έκτοτε η μετάλλαξη ήταν ραγδαία. Σήμερα, που το Δημοκρατικό Κόμμα της Αριστεράς ονομάζεται απλώς Δημοκρατικό Κόμμα, οι ρίζες και οι καταβολές από το PCI δεν είναι καν ανιχνεύσιμες.
Όπως και να έχει, το PCI, με τη δράση και τις θεωρητικές του επεξεργασίες, επηρέασε βαθύτατα τον τρόπο με τον οποίο η Αριστερά σκέφτεται και καταλαβαίνει τον κόσμο και τον εαυτό της. Φέτος, που συμπληρώνονται 100 χρόνια από την ίδρυσή του, είναι ακόμα μια ευκαιρία να συνειδητοποιήσουμε ότι, παρ’ όλο που το PCI δεν υπάρχει πλέον εδώ και καιρό, ο δρόμος που χάραξε παραμένει ανοιχτός. Και πολλά από τα πράγματα για τα οποία μίλησε εξακολουθούν να μας συγκινούν και να μας γοητεύουν, όχι γιατί έχουμε μείνει πίσω, αλλά γιατί θέλουμε να κοιτάξουμε πάλι μπροστά.
Άγγελος Τσέκερης
Πηγή: Η Αυγή