Τον Ιανουάριο του 2025, ο Ντόναλντ Τραμπ, στο πλαίσιο της επιστροφής του στον Λευκό Οίκο, όντας έτοιμος να εκπληρώσει όλα όσα ευαγγελιζόταν προεκλογικά, υπέγραψε το Εκτελεστικό Διάταγμα 14169, σε μια επιτηδευμένη παράσταση παρουσία καμερών –που όλοι θυμόμαστε–, βάζοντας προσωρινό πάγο σε όλα τα προγράμματα εξωτερικής βοήθειας των Ηνωμένων Πολιτειών. Η «προσωρινότητα» αυτή όμως γρήγορα μετουσιώθηκε σε μια σκληρή και ιδεολογικά φορτισμένη «καρατόμιση» οικονομικών πακέτων ανθρωπιστικής βοήθειας, διαλύοντας χιλιάδες προγράμματα διεθνούς υποστήριξης.
Η μείωση κατά 40% του συνολικού ποσού, το οποίο μεταφράζεται σε πάνω από 4 δις δολάρια περικοπές από τον προϋπολογισμό της USAID, του State Department και του Bureau for Humanitarian Assistance για το 2025, είχε ως αποτέλεσμα τη διακοπή άνω των 9.000 προγραμμάτων παγκοσμίως. Η απόφαση αυτή, τυλιγμένη στο μανδύα της «κυβερνητικής αποδοτικότητας», που προωθεί η νέα Διεύθυνση Κυβερνητικής Αποδοτικότητας (DOGE) υπό την επιρροή του Έλον Μασκ, παρουσιάζεται ως προσπάθεια να ευθυγραμμιστεί η ανθρωπιστική βοήθεια με τα «αμερικανικά συμφέροντα». Ακόμη κι αυτή η αλληλεγγύη από πλευράς ΗΠΑ –αν μπορούμε να την χαρακτηρίσουμε έτσι– θυσιάζεται, ή μάλλον δολοφονείται μπροστά στο βωμό του χρήματος, για την επιβίωση της μητέρας του καπιταλισμού.
Όταν διακόπτεις προγράμματα διεθνούς υποστήριξης στη Γάζα, στην Κεντρική και Ανατολική Αφρική, στην Ανατολική Ασία, γίνεσαι συνένοχος στις γενοκτονίες που διαδραματίζονται σε αυτές τις χώρες. Και ας αναφέρουμε και το εξής: Ο ίδιος ο Μπιλ Γκέιτς –ναι, ο γνωστός– έσπευσε να καταγγείλει την απόφαση αυτή ως δολοφονική, προειδοποιώντας για δεκάδες χιλιάδες θανάτους παιδιών λόγω έλλειψης βασικών υπηρεσιών υγείας.
Οι ΗΠΑ, που μέχρι πρότινος ήταν ο μεγαλύτερος μονομερής χορηγός ανθρωπιστικής βοήθειας στον κόσμο, αποσύρουν βίαια τη στήριξή τους από δεκάδες χώρες και οργανισμούς, πλήττοντας καίρια περιοχές που βρίσκονται ήδη σε ανθρωπιστικό ναρκοπέδιο: Παλαιστίνη, Αφγανιστάν, Ουκρανία, Αιθιοπία, Κένυα, Σομαλία, Λ.Δ. Κονγκό, Μπαγκλαντές. Σε αρκετές περιπτώσεις, η διακοπή της βοήθειας ξεπερνά σε αξία το 1% του ΑΕΠ των χωρών αυτών. Σκεφτείτε τι σημαίνει αυτό για μια χώρα όπως η Παλαιστίνη, που βιώνει απόλυτο αποκλεισμό, και είναι απομονωμένη και αβοήθητη μπροστά στο τελικό στάδιο της γενοκτονίας του λαού της.
Πέρα από τους ευάλωτους που χάνουν άμεσες παροχές –τροφή, καθαρό νερό, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη– τεράστια είναι και η επίπτωση στους ίδιους τους φορείς ανθρωπιστικής βοήθειας. Η UNHCR, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα, το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα και δεκάδες ΜΚΟ (IRC, CARE, Save the Children), αναγκάζονται να περικόψουν προσωπικό, να μειώσουν αποστολές, να εγκαταλείψουν περιοχές όπου δραστηριοποιούνταν επί δεκαετίες. Πρόκειται για μια ήσυχη κατάρρευση, με ανυπολόγιστο κοινωνικό κόστος. Ένας φαύλος κύκλος που θρέφει ανασφάλεια, νέα κύματα μετανάστευσης και ακραίες κοινωνικές αντιδράσεις.
Και αν νομίζει κανείς ότι πρόκειται για «μακρινά» προβλήματα, ας αναλογιστεί πως ένα μεγάλο μέρος των χρηματοδοτούμενων ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα εξαρτάται από αυτήν ακριβώς τη διεθνή χρηματοδότηση. Οργανώσεις όπως το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες, το SolidarityNow, η METAdrasi, προσφέρουν κρίσιμες υπηρεσίες σε πρόσφυγες, αιτούντες άσυλο, ασυνόδευτα παιδιά. Και αυτές οι οργανώσεις έχουν ήδη ξεκινήσει περικοπές σε δράσεις και προσωπικό.
Την ίδια στιγμή, η στάση της πολιτείας κρίνεται θεσμικά ανεπαρκής, καθώς αδυνατεί να καλύψει τα κενά και επιλέγει το δρόμο της αδράνειας. Ο Μάκης Βορίδης, με την ακροδεξιά ρητορική αποκλεισμού και τη διακηρυγμένη εχθρότητα προς την έννοια της αλληλεγγύης, δεν μπορεί –και δεν θέλει– να υπερασπιστεί την ανάγκη διατήρησης ενός στοιχειώδους πλαισίου προστασίας για τους ευάλωτους. Δεν τον απασχολεί ούτε η χρηματοδότηση των δομών ούτε η στήριξη των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών. Αντίθετα, εργαλειοποιεί το μεταναστευτικό για να ενισχύσει μια ατζέντα φόβου, αποκλεισμού και αστυνομοκρατίας.
Βρισκόμαστε μπροστά σε μια σιωπηλή αλλά συντονισμένη υπονόμευση κάθε θεσμικής μορφής αλληλεγγύης. Δεν πρόκειται για αδράνεια, αλλά για συνειδητή πολιτική επιλογή. Επιλογή που διαλύει τα δίκτυα προστασίας και ταυτόχρονα χτυπά εκείνους που τα στηρίζουν – τους εργαζόμενους στις ΜΚΟ, τους μεταφραστές, τους ψυχολόγους, τους κοινωνικούς λειτουργούς. Αν δεν σταθούμε απέναντι σε αυτή τη μετάβαση από την ανθρωπιστική διαχείριση στην πολιτική αποτροπής και εκφοβισμού, πολύ σύντομα δεν θα υπάρχει τίποτα να υπερασπιστούμε.
Η επιλογή του Τραμπ να ξηλώσει το διεθνές δίκτυο αλληλεγγύης είναι μόνο η κορυφή ενός παγόβουνου. Όπως αποχώρησε από τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα, όπως απέσυρε χρηματοδότηση από τον ΠΟΥ εν μέσω πανδημίας, όπως ενίσχυσε τις πιο αυταρχικές κυβερνήσεις στον πλανήτη, τώρα καταστρέφει την τελευταία γραμμή άμυνας εκατομμυρίων ανθρώπων: την ανθρωπιστική βοήθεια. Μια λογική εθνοκεντρικής, ταξικής υπεροψίας, με επικίνδυνα αποτελέσματα.
Η παγκόσμια κοινότητα παρακολουθεί παγωμένη. Ο ΟΗΕ, ο ΠΟΥ, εκατοντάδες οργανώσεις έχουν κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου. Αλλά δεν αρκεί. Οι περικοπές αυτές δεν είναι απλώς μια «λάθος απόφαση». Είναι πολιτική επιλογή που σκοτώνει. Όχι συμβολικά – κυριολεκτικά. Είναι πολιτική επιλογή με σαφές πρόσημο, το όραμα ενός κόσμου όπου η ανθρώπινη ζωή μετριέται μόνο με γεωπολιτικά συμφέροντα και οικονομική αποδοτικότητα.
Το ερώτημα δεν είναι μόνο τι θα γίνει σε εκείνες τις χώρες μακριά από την Ελλάδα. Πρέπει να γίνει κατανοητό πως το πρόβλημα, αφενός, αφορά το σύνολο της ανθρωπότητας και, αφετέρου, πως αργά ή γρήγορα θα δούμε τις συνέπειες αυτών των αποφάσεων να χτυπούν και τη δική μας πόρτα, όπως έχει συμβεί και στο παρελθόν. Δεν γνωρίζω πόσος χρόνος απομένει, μα τούτη τη στιγμή το μέλλον δείχνει σκοτεινό. Σε αυτό τον κόσμο που χτίζουμε, δεν μπορώ να δεχτώ ότι κάποιοι αποφασίζουν πως δεν αξίζει να σωθούν οι ζωές που δεν τους συμφέρει να υπάρχουν.