Macro

Με αφορμή την εκλογή Τραμπ: προδιαγεγραμμένη εξέλιξη;

Τα ερωτήματα –όπως και οι απαντήσεις– έχει σημασία πώς τίθενται στη δημόσια συζήτηση: έχει σχέση η εξαιρετικά μαζική καμπάνια του Σάντερς για την προεδρική υποψηφιότητα με τους Δημοκρατικούς με  τη νίκη τελικά του Τραμπ για την προεδρία των ΗΠΑ; Συνδέεται το Brexit με την πρώτη και δεύτερη φορά επικράτηση του Κόρμπιν στην ηγεσία των Εργατικών; Η κυβερνητική θητεία του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να αποδώσει κάτι τις το διαφορετικό ή προοικονομεί την άνοδο της Χρυσής Αυγής; Η πάνω πλατεία του Συντάγματος είναι ίδια με την κάτω πλατεία; Η Αραβική Άνοιξη, που ως επι το πλείστον κατέληξε σε συντηρητικές παλινορθώσεις, συνδέεται με έναν άλλο τρόπο αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής; Πώς μπορεί να δει κανείς την άνοδο της ευρωπαϊκής και αμερικανικής άκρας δεξιάς σε συνάφεια με την παγκόσμια κινηματική ανάταξη από το 2010 και μετά;

 

Οι απαντήσεις

 

Η τρέχουσα δημοσιολογία προσπαθεί να απαντήσει στα ερωτήματα που τίθενται προβαίνοντας πολλές φορές σε εύστοχες, όμως και χωρίς πολιτικό και χρονικό βάθος απαντήσεις.

 

Για παράδειγμα, είναι εντελώς αληθές ότι η προσχώρηση της σοσιαλδημοκρατίας στο νεοφιλελεύθερο δόγμα από τη δεκαετία του 1990 είναι το κομβικό γεγονός που πυροδοτεί την κρίση πολιτικής εκπροσώπησης, μιας και η παράταξη απομακρύνεται από τη διαχρονική εκλογική της βάση, δηλαδή την εργατική τάξη. Η εκλογική απάντηση της εργατικής τάξης όμως δεν είναι ούτε ενιαία, ούτε διαχρονική. Συγκροτεί την εναντίωσή της στις επιβαλλόμενες πολιτικές ασύνταχτα και κατά περίπτωση: άλλοτε προβαίνοντας σε συλλογική δράση κι άλλοτε απέχοντας από το πολιτικό. Πότε ψηφίζοντας δεξιά και ακροδεξιά και κάποτε στηρίζοντας αριστερούς και ριζοσπάστες υποψηφίους, χωρίς όμως να αποδρά πλειοψηφικά και παντού από το εκάστοτε σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Εδώ, ο ελέφαντας στο δωμάτιο είναι πως κανένα ηγεμονικό σχέδιο απέναντι στο νεοφιλελευθερισμό δεν υπάρχει, μόνο οι διάφορες εκδοχές του «αντι-» χωρίς βάθος, σχεδιασμό και ενότητα.

 

Η εκλογική εξέγερση των πληβείων, λέει μια άλλη απάντηση, έχει να κάνει με την εναντίωση στην έπαρση της καθοδήγησης. Το δημοσιογραφικό και πολιτικό κατεστημένο νουθετεί παγκοσμίως περί της ορθής πολιτικής συμπεριφοράς και οι κοινωνίες λένε πλέον όχι στις συμβουλές που μας φτωχοποιούν. Όσο το ακραίο κέντρο αναπαράγει την ηγεμονία του στις παγκόσμιες δημοσιογραφικές και επιστημονικές ελίτ, τόσο οι κοινωνίες θα του στρέφουν την πλάτη, ακόμα κι αν κάθε φορά εκπλήσσονται για τον ανορθολογισμό των αποφάσεών τους. Φυσικά, το «όλες οι κοινωνικές ομάδες είναι με το ναι» είναι μια αδιανόητη καφρίλα σε πολλές και διαφορετικές βερσιόν ανά τον πλανήτη, αλλά δεν μπορεί να παράξει από μόνο του αποτελέσματα. Δεν είναι πολύ μακριά ο καιρός που οι ίδιες ελίτ έλεγαν τι πρέπει να ψηφίσουν οι πολίτες και εισακούονταν. Τα εκλογικά αποτελέσματα ως αποτυπώσεις των τάσεων του εκλογικού σώματος είναι όχι μόνο εμφάσεις εναντίωσης στο δημοσιογραφικό/πολιτικό σύμπλεγμα, αλλά επερωτήσεις μιας ζωής που θα έπρεπε να βιωθεί διαφορετικά. Το κενό νοήματος των δυτικών (και όχι μόνο) κοινωνιών είναι απότοκο της μεταμοντέρνας συνθήκης του πατριαρχικού καπιταλιστικού λόγου. Η καταρχάς εναντίωση στο προσφερόμενο πλέγμα νοημάτων είναι μια πρώτη, αδύναμη αντίδραση.

 

Ας δούμε κι άλλη απάντηση.

 

Το αίτημα για δημοκρατία (αστική, άμεση, αληθινή) από την Αραβική Άνοιξη ως τους Αγανακτισμένους της Ευρώπης και τα Occupy είναι ατελές και ευλόγως απέτυχε να ευοδωθεί, μιας και δεν συνδέθηκε με την οικονομική συνιστώσα της κυριαρχίας, δηλαδή τον καπιταλισμό. Άρα, η ταξική πάλη με την οποία συγκροτήσαμε τον πρόσφατο δικό μας κινηματικό κύκλο εργασιών ήταν κάπως πρωτόλεια. Φυσικά και κάτι τέτοιο ισχύει, όμως δεν μπορούμε να επερωτάμε με αρνητισμό τα μεταϋλιστικά αιτήματα των σημερινών κοινωνιών, ενώ έχουμε εθίσει ως οργανωμένες κινήσεις με τα αιτηματολόγια της ετερότητας για πολλά χρόνια. Πολλώ δε μάλλον, που η όποια ταξική ανάλυση από αριστερή σκοπιά δεν είναι σχεδόν ποτέ εμβριθής, εμμένοντας στη συνθηματολογία και τον καταγγελτισμό. Όσο για την ταξική πάλη στο επίπεδο της εργασίας το ρεπερτόριο δράσης είναι επιεικώς απαρχαιωμένο με τεράστια τη «συμβολή» της Αριστεράς.

 

Ο δικός μας κύκλος εργασιών

Έχω τη βεβαιότητα πως χρειάζεται να κοιτάξουμε την ταξική πάλη που παράχθηκε τα τελευταία χρόνια έπειτα από το Σιάτλ.

Η δημιουργία των Φόρουμ (Ευρωπαϊκό, υπόλοιπα ηπειρωτικά και Παγκόσμιο) ήταν η πρώτη διεθνής συνάντηση των αντιστάσεων και μάλιστα με έναν διαφορετικό τρόπο από αυτόν που είχαμε συνηθίσει κατά τη διάρκεια του 19ου και 20ού αιώνα με τις Διεθνείς. Συμμετοχικότητα, δημοκρατικός τρόπος λήψης απόφασης, οργανωτική, πολιτική και πολιτισμική πολυμορφία, πολυθεματικότητα και, παράλληλα, συγκεκριμένες εμφάσεις. Αυτά όλα όχι χωρίς οργανωτικά και πολιτικά προβλήματα που τελικά οδήγησαν στο τέλος ή εν πάση περιπτώσει στην αποδυνάμωση αυτού του τρόπου αντίστασης.

Παράλληλα συγκροτήθηκε μια περίπου άγαρμπη κι όμως πολύ νεανική διατύπωση του αιτήματος για ζωή με αξιοπρέπεια (εξέγερση παρισινών προαστίων, Δεκέμβρης της Αθήνας), για την εναντίωση στη μεταδημοκρατία και την εγκαθίδρυση μιας συμμετοχικής δημοκρατικής συνθήκης (πλατείες Ελλάδα- Ισπανία, Occupy), για τη μετάβαση από ολοκληρωτικά δικτατορικά καθεστώτα σε δημοκρατίες δυτικού τύπου (Αραβική Άνοιξη).

Η νέα αυτή φάση που με έναν συμβολικό τρόπο εγκαινιάζεται από τους Ζαπατίστας το 1994 και θεσμοποιείται στο κρατικό επίπεδο από τις διάφορες εκδοχές της κυβερνητικής και αντιπολιτευτικής Αριστεράς στη Λατινική Αμερική έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, όχι καθολικά, αλλά αρκετά διακριτά ώστε να μπορούμε να τα θεματοποιήσουμε.

Στο επίπεδο των αιτημάτων:

– Αντινεοφιλελεύθερη αντίσταση

– Δημοκρατική συγκρότηση κρατών, περιφερειών, οικονομίας

– Οικολογικός, αειφόρος προσανατολισμός της παραγωγής

-Αντιπαγκοσμιοποιητική, αντιχρηματοπιστωτική εναντίωση

– Περιγραφή, έστω και σε αδρές γραμμές, ενός περισσότερο δημοκρατικού/σοσιαλιστικού μέλλοντος.

Η συγκεκριμένη αυτή ταξική πάλη στην παγκόσμια βάση της είναι ελπιδοφόρα, δυναμική με όρους εξέλιξης, μα και αδύναμη.

 

  • Ελπιδοφόρα μιας και πολλές αντιστάσεις διακρίνονται στη σύνθεσή τους από την εμπλοκή της άγριας νεολαίας, της διανοούμενης αριστερής νεολαίας, των επιστημονικών προλετάριων ή και των βιομηχανικών προλετάριων (βλ. Κίνα).Παράλληλα, το κομμάτι των αντιστεκόμενων συμπεριλαμβάνει παλαιότερες γενιές, οι οποίες εμπλέκονται όταν πια οι αντιφάσεις έχουν αναδειχτεί από τις εκάστοτε νεανικές πρωτοπορίες.
  • Δυναμική γιατί μπόρεσε να ξεπεράσει μια ορισμένη εκδοχή πάλης που δεν ζητούσε την εξουσία, που παρέμενεμονοθεματική ή χωρίς κοινωνική εμβέλεια, που δεν συγκροτούνταν καν στη δεκαετία του 1990, μια πάλη που δεν ήταν προτασιακή. Οι ορισμένες αυτές κατανοήσεις είναι πεδίο προς κατάκτηση από όλο και περισσότερους/ες αντιστεκόμενους/ες, που έκαναν το βήμα πέρα από την εναντίωση στην κυριαρχία. Η ρητορική που αναφωνούσε πως όσες φορές οργανωνόμαστε για να πάρουμε την εξουσία από τους αστούς καταλήγουμε να κάνουμε τα ίδια με αυτούς μπορούμε να πούμε πως δεν είναι πια τόσο ισχυρή όσο παλαιότερα σε μια νεο- ή μετα- αναρχική της εκφώνηση.
  • Τελικά όμως αδύναμη. Αν θέλαμε να τολμήσουμε μια ιστορική αναλογία, θα παρομοίαζαμε το σημερινό επίπεδο της ταξικής πάλης με εκείνη του γαλλικού εργατικού κινήματος από την Κομμούνα μέχρι το 1920 χοντρικά. Η αδύναμη ταξική πάλη συγκροτείται χωρίς επαρκή διεθνιστικά χαρακτηριστικά, με μειωμένη πολιτική/θεσμική εκπροσώπηση, με ισχνή την ανταλλαγή εμπειριών για την παραγωγή θεωρίας, μεελλειμματικά ενωτικό τρόπο και τελικά με νίκες που σημειώνει ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός εναντίον μας, με περισσότερη δυσκολία μεν, χωρίς όμως μεγάλο πρόβλημα δε.

 

Ο δικός τους κύκλος εργασιών

Η πλευρά των από πάνω μπόρεσε να διατηρήσει την ηγεμονία της προβαίνοντας σε τρεις μετασχηματισμούς στο οικονομικό/παραγωγικό επίπεδο, στο πολιτισμικό/αξιακό και στο δημοκρατικό/ δικαιωματικό. Και οι τρεις είναι γνωστές στις αναλύσεις της Αριστεράς.

Ο χρηματοπιστωτικός προσανατολισμός του καπιταλισμού έπειτα από την παγκόσμια κρίση της δεκαετίας του 1970 αποτέλεσε στρατηγική ανακατεύθυνση της ροής κεφαλαίων και πόρων κάθε είδους. Παράλληλα, η απορρύθμιση σε όλα τα πεδία της οικονομίας φιλοδοξούσε να αναπληρώσει τα μειούμενα ποσοστά κέρδους, να αναδιανείμει κεφάλαια σε τομείς της οικονομίας που κυριαρχούσε ο δημόσιος τομέας (παιδεία, υγεία, πρόνοια, ασφάλεια) και σε περιοχές όπου ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής ήταν αδύναμος ή με μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης.

Στο πολιτιστικό/αξιακό πεδίο, η μεταμοντέρνα συνθήκη συνοδεύει τις δομικές αλλαγές στην οικονομία, την τρίτη τεχνολογική επανάσταση των ηλεκτρονικών υπολογιστών και του αυτοματισμού. O Jameson, αντλώντας από το σχήμα του Mandel, θεωρεί πως στη λογική του μεταμοντέρνου εντάσσονται οι μέριμνες που κινητοποιούν και αναπαράγουν την ανάπτυξη του καπιταλισμού: πλήρης αισθητικοποιήση της ζωής και των αναπαραστάσεων, υπερακατανάλωση και εξατομίκευση, σπάσιμο των δεσμών και τέλος των μεγάλων αφηγήσεων, ψυχωτικός τρόπος αναδείξεων και παραγωγής κύρους, καμία σταθερή θεματοποίηση της αλήθειας ή παράσταση της κοινωνίας για τον εαυτό της, κανένα πρόταγμα κοινωνικού μετασχηματισμού.

Ο μεταδημοκρατικός τρόπος διακυβέρνησης, δηλαδή το ξεπέρασμα των πειθαρχιών της αστικής δημοκρατίας, η μεταβίβαση των αποφάσεων σε ένα μικρό σώμα διαβουλευόμενων, συνήθως μακριά από εκλεγμένα όργανα, και η αδιαφορία των πολιτών για τα τεκταινόμενα στο πολιτικό πεδίο, βαθαίνει όσο πλησιάζουμε προς το τέλος του 20ού αιώνα. Η πραγματική κίνηση της εξουσίας κατευθύνεται είτε προς επάνω, είτε προς τα έξω ή προς τα κάτω χωρίς πόρους. Η μεταδημοκρατία τελεί σε συνάφεια με την επιβολή της βιοπολιτικής εξουσίας που εγγράφεται στα σώματα και συντελεί στο φρονηματισμό και τον έλεγχο των υποτελών.

Φυσικά, ο χρονισμός και η χωρικότητα των τριων αυτών ανασυγκροτήσεων δεν είναι απαραίτητο πως ταυτίζεται, αφού η χωροχρονική ανισομέρεια στις υλικοποιήσεις των στρατηγικών ολοκληρώσεων του καπιταλισμού είναι εμμενής.

 

Είναι ο Τραμπ ο Σατανάς;

Και κάπως έτσι φτάνουμε στην εκλογή του ακροδεξιού Τραμπ ως Προέδρου των ΗΠΑ, έχοντας βεβαίως περάσει από τον παγκόσμιο συγκρουσιακό κύκλο του 2010-2013. Οι εκλογικές αναμετρήσεις αναδεικνύουν τη σχάση της νέας σοσιαλδημοκρατικής συναίνεσης (μετά από εκείνη των «τριάντα χρυσών χρόνων» έπειτα από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο) που εγκαθιδρύθηκε από τη δεκαετία του 1990. Οι υποσχέσεις μιας ζωής όπου η κοινωνική και οικονομική ανέλιξη ήταν ζήτημα προσωπικού κόπου αποδείχτηκαν έωλες. Το μέλλον επιφύλαξε μια τέτοια ποιότητα ζωής που η υπερχρέωση, η υπερκατανάλωση και οι περίοδοι ανεργίας έγιναν η νόρμα. Η δομική ανεργία, οι φτωχοί εργαζόμενοι και το ογκούμενο πρεκαριάτο είναι αυτό που επιφυλάσσουν οι παραπάνω αναδιαρθρώσεις του καπιταλισμού, είναι το μέλλον μιας κοινωνίας μακράν φτωχότερης εκείνης των 2/3.

Το τέλος των μεγάλων αφηγήσεων επέβαλε την μόνη μεγάλη αφήγηση της εμπορευματικής ορθοδοξίας. Ο αέναος παροντισμός των επιβαλλόμενων αλλαγών στη μόδα, στο στυλ, στη γλώσσα, και η συνακόλουθη αισθησιαρχία του θεάματος δεν καλύπτει το κενό νοήματος και προοπτικής. Η μεταδημοκρατία των τεχνοκρατών δεν καλυτερεύει τις ζωές των πολλών, απλώς δημιουργεί τις συνθήκες επιβολής της κυριαρχίας τους.

Η ταυτοτική πολιτική έγινε εργαλείο που ανασύνταξε εκλογικά την άκρα δεξιά: πατρίδα, θρησκεία, μίσος για τον ξένο ή τον άλλο πάτησαν πάνω στα οδυνηρά απότοκα του εξωφρενικού νεοφιλελευθερισμού για την ψυχική και συναισθηματική φύση των ανθρώπων.

Οι πολιτικές της ετερότητας που στρατηγικά ή εκ της ήττας της η Αριστερά έφερε στο προσκήνιο συγκροτούν μικρές κοινότητες, υψώνουν αντιστάσεις και υποδεικνύουν τις διαδρομές μιας άλλης προοπτικής. Όμως η ελλιπής ενασχόληση με τις βαριές μεταβλητές του καπιταλισμού και των χαρακτηριστικών του, όταν δεν γίνεται από ευκολία, γίνεται από εμμονή μιας και «εμείς τα ξέρουμε αυτά». Και έχει αποτελέσματα στον τρόπο που η Αριστερά παράγει πολιτική, λόγο, οργανώσεις.

Ο Τραμπ δεν είναι ο εωσφόρος με περούκα, είναι ό,τι μπορεί να συμβεί σε έναν κόσμο που οι αντιστάσεις αλλά και οι κινήσεις των από πάνω και των από κάτω ήταν τέτοιες και όχι άλλες.  Όπως πάντα όμως, δεν αλλάζουν τα πράγματα μόνο με τις εκλογές. Και τα αμερικάνικα κοινωνικά κινήματα έχουν πεδίο δόξης λαμπρό και μια πλούσια όσο και πρόσφατη παρακαταθήκη κινητοποιήσεων για να δυναμώσουν την «Πολιτική Επανάσταση» που εκπροσώπησε άξια ο Μπέρνι Σάντερς.

Κι ακόμα κάτι. Η ριζική ενδεχομενικότητα της ιστορίας, αυτές δηλαδή οι νησίδες του απρόβλεπτου που δεν υπακούν στον κανόνα που λέει πως απότοκα παράγει κυρίως η ταξική πάλη που διεξάγεται και από τα πάνω και από τα κάτω, είναι ένας τρόπος να αναστοχαστούμε και την πολυπλοκότητα των εργαλείων ανάλυσης που μεταχειριζόμαστε και το στυλ πολιτικής δουλειάς που έχουμε εθιστεί να επιτελούμε.