Ουδέν αληθέστερον από το κοινώς λεγόμενον ότι όταν πρόκειται για ένα δύσκολο και σύνθετο ζήτημα συμφωνία δεν υπάρχει, αν δεν έχει ολοκληρωθεί και επισήμως. Αυτό αποδείχθηκε για άλλη μια φορά αργά το απόγευμα της Παρασκευής, για την εκκολαπτόμενη συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και ΠΔΓΜ. Μια ανακοίνωση κυβερνητικού αξιωματούχου μάς ενημέρωσε ότι υπήρξε εμπλοκή και το αναμενόμενο τηλεφώνημα από Ζάεφ προς Τσίπρα αναβάλλεται, προς το παρόν. «Η πλευρά της ΠΓΔΜ από ό,τι φαίνεται δεν είναι ακόμη έτοιμη να ανταποκριθεί στα όσα συμφωνήθηκαν στις Βρυξέλλες ανάμεσα στους δύο υπουργούς Εξωτερικών» σημείωνε και συνέχιζε με πιο ελαστική φρασεολογία, θέλοντας να κρατήσει όλα τα —καλά— ενδεχόμενα ανοιχτά: «Συνεπώς, η πιθανότητα συμφωνίας εντός των επόμενων ημερών φαίνεται πως απομακρύνεται. Πιθανότατα να απομακρύνεται και η τηλεφωνική επικοινωνία των δύο πρωθυπουργών». Η ίδια πηγή, μάλιστα, όταν ρωτήθηκε από δημοσιογράφους (Real.gr) ανέφερε «ότι τίποτε δεν έχει τελειώσει».
Η ευθύνη της άλλης πλευράς
Ποια ήταν η πηγή, όμως, της εμπλοκής και ποια μπορεί να είναι τα επόμενα βήματα;. Τίποτε συγκεκριμένο δεν έγινε γνωστό και αυτό έχει τη σημασία του. Η εμπλοκή, μετά την συμφωνία σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών που σχεδόν είχε ανακοινωθεί —ιδίως από την ελληνική πλευρά—, το μόνο σαφές είναι ότι προήλθε από την πλευρά της ΠΓΔΜ. Δηλαδή, την πλευρά που εξ αρχής γνωρίζαμε ότι έχει ν΄ αντιμετωπίσει τα ισχυρότερα εμπόδια, όχι μόνο από την αντιπολίτευση του VMRO αλλά και από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας τον κ. Σ. Ιβανόφ.
Πράγματι, την Παρασκευή, όπως έγινε γνωστό, ζήτησε επισήμως να λάβει γνώση των εγγράφων της διαπραγμάτευσης. Την προηγούμενη μέρα, δηλαδή, ενός πανεθνικού συλλαλητηρίου. Εξάλλου, λίγες ώρες μετά τις δηλώσεις του Ζ. Ζάεφ για «κατ΄ αρχήν» συμφωνία, την οποία ο πρόεδρος χαρακτήρισε «προσωπική» των Ζάεφ-Τσίπρα, η Προεδρία εξέδωσε ανακοίνωση που σημείωνε ότι «η θέση του προέδρου βασίζεται σε αρχές και συγχρόνως είναι συνεπής με τις θέσεις όλων των προηγούμενων προέδρων της Δημοκρατίας της Μακεδονίας. Αυτή η θέση είναι ότι ο πρόεδρος Ιβάνοφ δεν αποδέχεται λύση της ονομασίας για όλες τις χρήσεις ή erga omnes».
Ως εδώ, όμως, είναι γνωστές οι δυσκολίες. Το ρεπορτάζ σημειώνει ότι η επίσημη ΠΓΔΜ επανήλθε για να θέσει εκ νέου κάποια ζητήματα που είχαν «κλείσει» σχετικά με όλες τις χρήσεις του ονόματος (erga omnes) όπως και άλλα σημεία που χαρακτηρίστηκαν «νομοτεχνικά». Οι ελληνικές πηγές, με άλλα λόγια αποδίδουν την ευθύνη της εμπλοκής στην άλλη πλευρά και προειδοποιούν ότι δεν θα δεχθεί άνοιγμα κλεισμένων θεμάτων.
Επιφυλακτικές ανακοινώσεις
Εξίσου ή και περισσότερο γενική στις τοποθετήσεις της ήταν η πλευρά της ΠΓΔΜ μετά από ώρες, αφού υπήρξε η ανακοίνωση του Έλληνα αξιωματούχου: «σ΄ αυτές τις δύσκολες ώρες δεν πρέπει να επικρατήσουν οι εικασίες. Η υπεύθυνη συμπεριφορά όλων των εμπλεκομένων και στις δύο χώρες θα συμβάλει στην εξεύρεση λύσης», τόνιζε με ανακοίνωση του το γραφείο του πρωθυπουργού Ζ. Ζάεφ. Είναι προφανής ο υπαινιγμός —«εικασίες»— κατά της ανακοίνωσης —βιαστικής τουλάχιστον— της ελληνικής πλευράς κατά την άποψη του πρωθυπουργού της ΠΓΔΜ. Ταυτόχρονα όμως, εφόσον είναι «εικασίες», άρα δεν υπάρχει κάτι σοβαρό, τότε ο κ. Ζάεφ πρέπει να προχωρήσει στο έδαφος που είχαν διαμορφώσει οι Κοτζιάς – Δημητρόφ και να ολοκληρωθεί, εγκρίνοντάς την πολιτικά, η συμφωνία.
Δεν μπορεί κανείς με σιγουριά να υποστηρίξει αν η «επιφυλακτικότητα» των ανακοινώσεων των δύο πλευρών, η προσπάθειά τους να μην οξύνουν τα πράγματα και να προφυλάξουν το ως τώρα πλούσιο έργο του διαλόγου έχουν στόχο να ολοκληρωθεί ή είναι επιδέξιες τοποθετήσεις και αρχή ενός παιχνιδιού για το ποιος θα καταφέρει να πείσει ότι την ευθύνη την έχει η άλλη πλευρά.
Σοβαρότερα ζητήματα
Η εκ των υστέρων, δηλαδή μετά την υποτιθέμενη «εμπλοκή», ανάγνωση διαφόρων τοποθετήσεων αξιωματούχων παραπέμπει, μάλλον, και σε διαφωνίες σε σοβαρότερα σημεία. Ένα απ΄ αυτά είναι η σειρά εγκρίσεων της συμφωνίας αν υπάρξει, και τα παράλληλα βήματα προς ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και την έναρξη προενταξιακής διαδικασίας προς την ΕΕ. Μιλώντας σε δημοσιογράφους, ο κ. Ζάεφ υποστήριξε ότι η συμφωνία πρέπει να κυρωθεί από τη Βουλή της ΠΓΔΜ πριν το δημοψήφισμα που θα γίνει το φθινόπωρο «προκειμένου η Ελλάδα να στείλει επιστολή στο ΝΑΤΟ και στα Σκόπια να λάβουν πρόσκληση για ένταξη στη Βορειοατλαντική Συμμαχία». Οι διαδικασίες θα ολοκληρωθούν μετά το δημοψήφισμα που θα εγκρίνει τη συμφωνία. Από την ελληνική πλευρά ωστόσο αυτό που εκπέμπεται γι΄ αυτό το πολύ κρίσιμο για την ΠΓΔΜ σημείο είναι ότι «δεν θα υπάρξει ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, πριν από το δημοψήφισμα και τις αλλαγές στο σύνταγμα.
Ελπίζουμε και υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις προς τούτο να ισχύει η πρώτη εκδοχή και η συμφωνία να ολοκληρωθεί τις αμέσως επόμενες μέρες σε συνάντηση των δύο πρωθυπουργών. Θα ήταν ιστορικό σφάλμα αν χαθεί η ως τώρα εργασία, η προσέγγιση μεταξύ των δύο μερών που επιτεύχθηκε, ο διπλωματικός δίαυλος που οικοδομήθηκε.
Εν αναμονή
Τις επόμενες μέρες θα δούμε τις νέες ισορροπίες που θα διαμορφωθούν και πώς θα συνεχιστεί ο διάλογος. Ισορροπίες, ωστόσο, που δεν θα αφεθούν να διαμορφώσουν μόνες τους οι δύο πλευρές. Αυτό ήταν η έως τώρα εμπειρία. Ιδιαίτερα αν κριθεί από «συμμάχους και εταίρους»ότι η εμπλοκή συνέβη για δευτερεύοντα ζητήματα που μπορεί να ξεπεραστούν.
Έχει ενδιαφέρον σ’ αυτο το σημείο να σημειώσουμε την απουσία της ΝΔ, την μη παρέμβασή της στις σοβαρές αυτές εξελίξεις. Προφανώς θέλει να προφυλαχθεί από όλα τα πιθανά κόστη πλην αυτού της μη έκφρασης γνώμης που είναι το επαχθέστερο για ένα κόμμα που προβάρεται συνεχώς ως κυβερνητικό.
Ευρωπαϊκός Νότος, μέρος δεύτερον
Δεν έχουν ακόμη αποσαφηνιστεί, πλήρως, οι εξελίξεις στις δυο σημαντικότερες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, Ισπανία και Ιταλία, αλλά η κατεύθυνσή τους, κυρίως οι συνέπειές τους είναι ορατές. Οι χώρες της ευρωζώνης που έχουν, θεσμοθετημένα, υποχρεωθεί να πηγαίνουν με δεύτερες και τρίτες ταχύτητες ή σωστότερα οι κοινωνίες τους, αντιδρούν και διεκδικούν αυτό ν’ αλλάξει. Υπό τα βλέμματα των αγορών όλα αυτά, ασφαλώς, αλλά δεν είναι μόνο η μια πλευρά, πλέον, που τρομοκρατείται ότι αυτή θα πληρώσει, στο τέλος, τα σπασμένα. Υπό τα βλέμματα και της Γερμανίας, οπωσδήποτε, αλλά κι αυτή, σε δύναμη πυρός και ισχύος, απέχει πολύ απ΄ τη Γερμανία του 2010 και του 2015. Και αυτή έχει, πλέον, αδύναμη πολιτικά κυβέρνηση.
Το 2012-2015 οι κοινωνικές αντιδράσεις μετασχηματίζονται ιδίως στον Νότο, σε πολιτικές, συγκροτούνται σε κόμματα και θέτουν αιτήματα στα ευρωπαϊκά κέντρα. Όμως, ο τότε συσχετισμός δυνάμεων επέτρεπε στη Γερμανία και τους συμμάχους της —και εντός του Νότου— να επιβάλλει τη δική της άποψη. Η ελληνική Αριστερά, ο ΣΥΡΙΖΑ ηττήθηκε αλλά επιβίωσε, η ισπανική εμποδίστηκε υπό το κλίμα τρομοκρατίας να νικήσει, γαλλική και ιταλική σοσιαλδημοκρατία δεν είχαν ψυχή και αποδέχθηκαν τη γερμανική συνταγή, η πορτογαλική Αριστερά διασώθηκε.
H Γερμανία, προφανώς, διέπραξε το λάθος του ισχυρού, τότε. Οι διεργασίες συνεχίστηκαν στην ίδια, παρά τις δυσκολίες, κατεύθυνση, δηλαδή της μη αποδοχής, από τις κοινωνίες, ότι η ΕΕ και η ευρωζώνη θα λειτουργούν μ’ αυτούς τους κανόνες. Όσοι βιάστηκαν —και εδώ—να ειρωνευτούν τις συνόδους των χωρών του Νότου ότι δεν έχουν καμιά βαρύτητα στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, σήμερα ας αλλάξουν γνώμη. Στην Ιταλία, τελικά, η κυβέρνηση που προέκυψε και θα στηρίζεται πάνω στις πολιτικές αποκρυσταλλώσεις των αντιδράσεων της κοινωνίας θα θέσει ανοικονόμητα ζητήματα στα ευρωπαϊκά όργανα. Κόπηκε ο κ. Σαβόνα διότι —σε ανύποπτο χρόνο— είχε πει ότι το ευρώ είναι «γερμανικός κλωβός» αλλά ο κ. Τρία, έχει υποστηρίξει πολύ σωστά —οικονομικά, όχι αριστερά— «αν, μέσω των σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών, χάνεται ένας μηχανισμός εξισορρόπησης, ένα συνεκτικό σύστημα οφείλει να διαθέτει άλλους τέτοιους μηχανισμούς, διότι οι αγορές δεν λειτουργούν κατά το ήμισυ». Όπως και ότι «δεν έχει δίκιο όποιος θεωρεί ότι η έξοδος απ΄ το ευρώ είναι πανάκεια, αλλ΄ ούτε έχει δίκιο ο διοικητής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι που υποστηρίζει ότι το ευρώ είναι μη αναστρέψιμο, αν δεν διευκρινίσει υπό ποιες συνθήκες και πότε θα γίνουν οι μεταρρυθμίσεις που είναι απαραίτητες για την επιβίωσή του». Στην Ισπανία, όπου το βάρος της Αριστεράς είναι διαφορετικό, οι εξελίξεις παίρνουν άλλες μορφές. Μας απομακρύνουν από τις επικίνδυνες αντιμεταναστευτικές ιταλικές πλευρές. Θα προκύψει και από εκεί μια αμφισβήτηση των μέχρι τώρα ισορροπιών στην eυρωζώνη.
Ο δρόμος, ασφαλώς, είναι μακρύς, αλλά πάντως η ενίσχυση της φωνής του Νότου είναι δεδομένη. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο Ελλάδα και Πορτογαλία αποκτούν, με τη σειρά τους, πολύ μεγαλύτερο βάρος. Και ο Μακρόν, ακόμη, μπορεί να ξαναβάλει στο τραπέζι τις —απορριφθείσες— θέσεις του.
Η ρευστότητα στο σύστημα είναι μεγάλη. Σίγουρα πρέπει να περιμένουμε την αποσαφήνιση. Όμως, το πρόβλημα μπήκε στο τραπέζι, τώρα, με πιο ευνοϊκούς όρους. Μπορεί σ’ αυτή τη διαπραγμάτευση, όσον φορά την Ελλάδα, να μην προλάβει να επηρεάσει θετικά, υπάρχουν όμως και οι επόμενες.
Παύλος Κλαυδιανός
Πηγή: Η Εποχή