Η κυβέρνηση μπροστά στις προκλήσεις οικονομίας και εξωτερικής πολιτικής
Ποιο είναι το κλίμα μετά τη συζήτηση στη Βουλή για το σκάνδαλο Novartis; Ακόμη ζούμε τους μετασεισμούς της, οι οποίοι είναι ακόμη πολύ ισχυροί.
Εν τω μεταξύ η επικαιρότητα έφερε στο τραπέζι δύο ακόμη πολύ σοβαρά ζητήματα. Το πρώτο, στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, είναι η περαιτέρω σκλήρυνση της στάσης της Τουρκίας με επίκεντρο αυτή τη φορά την ΑΟΖ Κύπρου, όπου εμπόδισε έμπρακτα και επικίνδυνα το γεωτρύπανο να κάνει έρευνες. Το δεύτερο, είναι στο πεδίο της οικονομίας, όπου παρά τις καλές ειδήσεις εδώ και την αναβάθμισή της από την Moody’s, το Γιούρογκρουπ, εντούτοις, τη Δευτέρα, απέτρεψε την εκταμίευση της δόσης των 5,7 δισ. ευρώ δια ασήμαντον αφορμή, αλλά με στόχο να μην ξεχνάμε ποιος έχει το πάνω χέρι…
Το τοπίο, λοιπόν, είναι σύνθετο, το κλίμα βαρύ με την κυβέρνηση να «τρέχει» τρία τέσσερα πολύ σοβαρά ζητήματα και την αντιπολίτευση να οργανώνει όλη της την σκέψη στο πως θα επωφεληθεί από τις δυσκολίες, ακόμα και ενδεχόμενα λάθη, της κυβέρνησης. Αφενός, εκτιμά ότι η κυβέρνηση δεν θα τα καταφέρει ν’ αντιμετωπίσει, συγχρόνως, όλα αυτά τα προβλήματα, ιδίως διότι σ’ ένα από αυτά, το μακεδονικό διαφωνούν οι ΑΝΕΛ. Αφετέρου, προσπαθεί να ενισχύσει την ενότητά της, έστω πρόσκαιρα, διότι οι διαφορές στο εσωτερικό της σχετικά μ’ αυτά είναι πολύ μεγάλες.
Να μην χαθεί ο κεντρικός στόχος
Η κυβέρνηση, με τις τοποθετήσεις των βασικών στελεχών της στη βουλή και του ίδιου του πρωθυπουργού την προηγούμενη Τετάρτη, υποστήριξε με μετριοπάθεια και με επιχειρήματα την πρότασή της. Αντίθετα από τον τρόπο που στελέχη της —ίσως αυτόκλητα— υποδέχθηκαν την έλευση της δικογραφίας στη βουλή, μίλησαν κυρίως για την ουσία της υπόθεσης και όχι την επιφάνεια. Γι’ αυτό και απώτερος στόχος είναι να επανέλθει η όλη υπόθεση στους δικαστές και να φύγει από την βουλή, που είναι εξάλλου και η πάγια άποψη του ΣΥΡΙΖΑ που αντιτίθεται σφόδρα στον νόμο περί ευθύνης υπουργών.
Η κυβέρνηση οφείλει να πείσει, διότι για λίγο έχασε την απαραίτητη σαφήνειά της, ότι εμπιστεύεται απολύτως την άποψη για το πόσο σημαντικό είναι για το λαό η μάχη να κερδηθεί στο κοινωνικό και οικονομικό πεδίο. Είναι σημαντική, ασφαλώς, και η πάταξη της διαφθοράς, κυρίως η αποκάλυψη των μηχανισμών που την παράγουν, αλλά όχι για να επισκιάζει τις προσπάθειες –και τις θυσίες– που γίνονται να φύγει η χώρα από την παγίδα των νεοφιλελεύθερων καταναγκασμών των μνημονίων. Να μη χαθεί ο κεντρικός στόχος ιδιαίτερα αυτή την περίοδο που πάει να γίνει η στροφή, που θα συγκροτηθεί το πρόγραμμα για τη «μετά» περίοδο.
Τραχιά διαδρομή
Η κυβέρνηση είναι ωφέλιμο να συνειδητοποιήσει εις βάθος ότι η πορεία προς την έξοδο και η διαδρομή μετά θα είναι τραχιά και μια γεύση πήραμε στο τελευταίο Γιούρογκρουπ. Εντούτοις, το συμβάν πέρασε χωρίς ιδιαίτερη αξιολόγηση μέσα στη φούρια της Novartis. Όμως, γνωρίζουμε ότι, ανεξάρτητα από τις δικές μας απόψεις, το πολιτικό κλίμα επηρεάζει τις οικονομικές συμπεριφορές και τις συμπεριφορές θεσμών. Δεν πρέπει να μας είναι αυτό αδιάφορο, να χάνουμε το μέτρο, δίνοντας λαβή σε όσους δεν θα ήθελαν μια κυβέρνηση με κορμό την Αριστερά να επιλύσει ιστορικής σημασίας ζητήματα.
Το ίδιο ισχύει και για το μακεδονικό. Εδώ, η αντιπολίτευση επιχειρεί να αξιοποιήσει τμήμα του λαού, σε εθνικιστική κατεύθυνση και το ζήτημα είναι ακόμη πιο λεπτό και σύνθετο. Όμως, η κυβέρνηση πρέπει να προχωρήσει χωρίς ταλαντεύσεις. Ούτε αμυνόμενη, όπως την συμβουλεύουν από την μετριοπαθή δεξιά, δηλαδή, ασκώντας «προληπτική διπλωματία», μ’ άλλα λόγια να μην αφήσει την ηγεσία της FYROM να πάρει θετικές πρωτοβουλίες. Είναι φανερό ότι φωτογραφίζουν μ’ αυτό τη δραστήρια και σωστή παρέμβαση των ηγετών της FYROM στην Ευρώπη. Το θέμα είναι να λυθεί το ζήτημα, όχι να επιρρίψουμε στους γείτονες την ευθύνη της αποτυχίας. Θα ήταν μια ιστορικά ελέγξιμη στάση, που δεν θα δικαιωθεί. Η αριστερά δεν πρέπει να ψάχνει, φοβισμένη, προσχήματα αλλά να βρίσκει διεξόδους.
Καθαρή η ανάγκη για λύση
Οι συζητήσεις του έλληνα Πρωθυπουργού στη Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες για το ζήτημα της FYROM, ειδικά στο περιβάλλον της κρίσης των σχέσεων με την Τουρκία με την Κύπρο για την ΑΟΖ, αλλά και την Ελλάδα για τα Ίμια, δίνουν μια εικόνα και για την στάση των εταίρων της χώρας. Η λύση του προβλήματος, συμπεραίνει κανείς, θα είναι έργο σχεδόν εξ ολοκλήρου της ελληνικής πλευράς. Αυτό ενυπάρχει και στη δήλωση του Αλ. Τσίπρα. Ένα απόσπασμα της δείχνει ακριβώς ότι είναι καθαρό στην ελληνική πλευρά η ανάγκη για μια λύση.
«Εμείς από την πρώτη στιγμή έχουμε πει την πάσα αλήθεια, δεν μας πιέζει κανείς, δεν βιαζόμαστε, είναι δική μας πρωτοβουλία να λύσουμε ένα πρόβλημα που επιβαρύνει την εξωτερική πολιτική της χώρας, ιδιαίτερα όταν έχει να αντιμετωπίσει υπαρκτούς κινδύνους», είπε ο Αλ. Τσίπρας. Και συνέχισε τονίζοντας ότι πρέπει να λυθεί με μια λύση βιώσιμη, σταθερή που θα εδράζεται σε στέρεα θεμέλια και γι’ αυτό πήρε την πρωτοβουλία να συναντήσει τον Ζ. Ζάεφ στο Νταβός και να ανοίξει ένας διάλογος για το πώς θα μπορούσε να βρεθεί μια αμοιβαία αποδεκτή λύση.
Παρά την πίεση από την πλευρά της δεξιάς, και παρά τις δυσκολίες βεβαίως, δεν πρέπει να παρεκκλίνουμε από αυτή τη γραμμή.
ΓΙΟΥΡΟΓΚΡΟΥΠ
Ο Μ. Ντράγκι πιέζει για να περάσει τη γραμμή του
Με το γνώριμο, προσεκτικό και συγκρατημένα αισιόδοξο τόνο ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, κατά την περιοδεία του την Παρασκευή στην Κρήτη, σημείωνε στα Χανιά, ότι «το κλίμα που επικρατεί είναι λίγο καλύτερο και πιο αισιόδοξο» στην οικονομία. Στο τέλος μιας τόσο πυκνής σε συμβάντα και δύσκολης πολιτικά εβδομάδας, αυτή η δήλωση δεν πρέπει να καταχωρηθεί στις συνηθισμένες των κυβερνητικών στελεχών. Το Γιούρογκρουπ της Δευτέρας, η συζήτηση στη Βουλή την Τετάρτη, η αξιολόγηση της Moody’s, είναι μερικά μόνο από τα γεγονότα που εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα.
Η συνεδρίαση του Γιούρογκρουπ της Δευτέρας και η άρνηση της εκταμίευσης της δόσης των 5,7 δισ., με πρωτοστατούσα την ΕΚΤ και τον κ. Ντράγκι, ουσιαστικά συνιστούσε πρόγευση των δύσκολων συνομιλιών έως ότου οριστεί το ακριβές καθεστώς στη μετά το τέλος του προγράμματος εποχή για την Ελλάδα. Οι τρεις λόγοι –προαπαιτούμενα– που επικαλέστηκε δεν έστεκαν και είναι ο ίδιος ο πρόεδρος του Γιούρογκρουπ, Μάριο Σεντένο, που το είπε έμμεσα. «Οι θεσμοί αναφέρουν σημαντική πρόοδο, ήταν τεράστια η προσπάθεια από την ελληνική κυβέρνηση… Από τα 110 προαπαιτούμενα μόνο δύο απομένουν, τα οποία είναι εκτός του ελέγχου της κυβέρνησης». Παρ’ όλα αυτά ο κ. Ντράγκι ήθελε να στείλει ένα μήνυμα κυρίως να τονίσει ότι οι «αγορές τιμωρούν» τους μη προνοητικούς, δηλαδή αυτούς που δεν δέχονται την προληπτική πιστωτική στήριξη.
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος απάντησε, ασφαλώς, αμέσως διότι το εξέλαβε ως πρόθεση αλλαγής συμφωνημένων κανόνων και αποφάσεων. Και του δόθηκε η ευκαιρία σε συνέντευξή του να κάνει ολοκληρωμένη τοποθέτηση. «Ελπίζω η διαδικασία εξόδου», σημείωσε στο Echos, «να είναι όσο το δυνατό παρόμοια με αυτή που γνώρισαν η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Κύπρος». «Το μαξιλάρι ασφαλείας δεν λειτουργεί συμπληρωματικά στην προληπτική πιστωτική γραμμή, αλλά ως εναλλακτική».
Ο φόβος του κ. Ντράγκι –και εξ αντανακλάσεως η συμπεριφορά του κ. Στουρνάρα– ότι η ελληνική οικονομία χρειάζεται μια μορφή προστασίας για την μετά το πρόγραμμα περίοδο δέχθηκαν πλήγματα, εμμέσως, από τις αγορές! Εν πάση περιπτώσει από αυτούς που τις επηρεάζουν, όπως οι Οίκοι Αξιολόγησης, π.χ., η Moody’s που αναβάθμισε δύο επίπεδα την ελληνική οικονομία.
Το ενδιαφέρον στην αναβάθμιση της Moody’s είναι ότι τη στηρίζει σε μια αποτίμηση της κατάστασης της οικονομίας αρκετά αισιόδοξη. Κυρίως επιχειρηματολογεί ότι η σταθεροποίηση και η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας έχει μόνιμα χαρακτηριστικά. Ότι, π.χ., έχουν επιτευχθεί σημαντικές δημοσιονομικές και θεσμικές βελτιώσεις, ότι το τρίτο πρόγραμμα θα ολοκληρωθεί και η χώρα θα επιστρέψει στις αγορές με καθαρή έξοδο, την οποία θα εγγυηθούν το απόθεμα και η δέσμευσή της Ευρωζώνης για ελάφρυνση χρέους ότι ο κίνδυνος εκτροχιασμού της οικονομικής και δημοσιονομικής προόδου είναι πολύ χαμηλότερος συγκριτικά με αυτόν του 2014. «Το ρίσκο αντιστροφής» σημειώνει «θα περιορίζεται επίσης από την πιθανή διασύνδεση μεταξύ της ελάφρυνσης χρέους και της ευθυγράμμισης της χώρας με τις δεσμεύσεις της προς τον επίσημο τομέα».
Ο Μ. Σεντένο σε συνέντευξή του αναφέρθηκε ξανά στην ελληνική οικονομία με θετικό τρόπο. «Είναι σημαντικό να προσδώσουμε στην ελληνική κυβέρνηση, στις τοπικές αρχές και την κοινωνία, την αίσθηση ότι παίρνουν το μέλλον τους στα χέρια τους… Είναι πολύ σημαντικό οι επόμενες κυβερνήσεις να νιώθουν ότι κρατούν το μέλλον στα χέρια τους για όλη αυτή τη διαδικασία. Διότι είναι μια πολύ δύσκολη διαδικασία».
Ότι θα είναι δύσκολη η διαδικασία ποιος και ποια δεν το ξέρει. Το ζήτημα είναι αν καταφέρει η κυβέρνηση, να κρατήσει ανοικτούς, παρά ταύτα, τους δρόμους βαθμιαίας απομάκρυνσης και αποδόμησης των νεοφιλελεύθερων πολιτικών των τριών μνημονίων.
Παύλος Κλαυδιανός
Πηγή: Η Εποχή