Macro

Από την αραβική άνοιξη στη βαρυχειμωνιά της λιτότητας

Στρατός στους δρόμους, νεκροί διαδηλωτές και εκατοντάδες συλλήψεις. Δεν είναι η επαναστατημένη Τυνησία του 2011, αλλά εκείνη του 2018. Εννέα διαδοχικές κυβερνήσεις πέρασαν μετά την ανατροπή του «ισόβιου ηγέτη» Μπεν Άλι χωρίς καμία από αυτές να κατορθώσει να επιλύσει τα οικονομικά προβλήματα που έφεραν την τότε κοινωνική έκρηξη. Γιατί να εκπλήσσει επομένως αυτή που σημειώνεται σήμερα;

H Τυνησία ήταν μέχρι τώρα το μοναδικό success story εκδημοκρατισμού που είχε να επιδείξει η λεγόμενη «αραβική άνοιξη», το κύμα εξεγέρσεων που εξαπλώθηκε μέσα σε ελάχιστους μήνες σε πολλές χώρες της βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής στις αρχές του 2011.

Η εξέγερση στην Τυνησία ξέσπασε τον Ιανουάριο εκείνης της χρονιάς με αφορμή την αυτοπυρπόληση ενός μικροπωλητή έπειτα από την κατάσχεση των εμπορευμάτων του από την αστυνομία. Ήταν μόνο η θρυαλλίδα, καθώς οι λόγοι ήταν πολύ βαθύτεροι: μαζική ανεργία στους νέους, άγριες αυξήσεις στα τρόφιμα και σε άλλα είδη πρώτης ανάγκης και ένα ανάλγητο, απολυταρχικό καθεστώς, βυθισμένο στη διαφθορά.

Η προσπάθεια αιματηρής καταστολής των διαδηλώσεων και απεργιακών κινητοποιήσεων έριξε περισσότερο λάδι στη φωτιά, με αποτέλεσμα μέχρι τα μέσα του μήνα η εξέγερση να έχει απλωθεί σε ολόκληρη τη χώρα και ο Μπεν Άλι να υποχρεωθεί να καταφύγει στη Σαουδική Αραβία. Ακολούθησαν ελεύθερες εκλογές κάτω από το ικανοποιημένο βλέμμα της διεθνούς κοινότητας. Το 2015, το Κουαρτέτο Εθνικού Διαλόγου της Τυνησίας έλαβε μάλιστα το Νόμπελ Ειρήνης «για την αποφασιστική συμβολή του στην οικοδόμηση πλουραλιστικής δημοκρατίας στην Τυνησία έπειτα από την επανάσταση του 2011».

Κι όμως, από την περασμένη Δευτέρα, οι δρόμοι της Τυνησίας θυμίζουν και πάλι τις μέρες της επανάστασης. Οι καθημερινές διαδηλώσεις έχουν πλέον επεκταθεί σε 18 πόλεις, υπάρχουν νεκροί και τραυματίες, μαζικές συλλήψεις και η κυβέρνηση στέλνει για ακόμη μία φορά τον στρατό να επιβάλει την τάξη. Καταλύτης για την κοινωνική έκρηξη στάθηκε αυτή τη φορά ο προϋπολογισμός λιτότητας του 2018 και η επιβολή νέων φόρων στα καύσιμα, που πρόκειται να ανεβάσει ακόμη περισσότερο τις τιμές βασικών ειδών διατροφής.

Τα νέα μέτρα λιτότητας επέβαλε η κυβέρνηση του Προέδρου Μπεζί Καΐντ Εσεμπσί προκειμένου να εκπληρώσει τα «προαπαιτούμενα» του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα δάνεια των τελευταίων ετών. Δάνεια που, σύμφωνα με τη γνώριμη πια σε όλους συνταγή, δεν χρησιμοποιήθηκαν για επενδύσεις στην τοπική οικονομία, αλλά διοχετεύτηκαν αποκλειστικά στην αποπληρωμή του δημόσιου χρέους προς τις ξένες τράπεζες.

Οι πιστωτές της Τυνησίας δέχτηκαν το 2015 την επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους, ζητώντας σε αντάλλαγμα σοβαρές περικοπές στις δημόσιες υπηρεσίες και αυξήσεις στους φόρους. Οι πιστωτές μπορεί μέχρι στιγμής να αδιαφορούν για το χακί στους δρόμους των πόλεων της Τυνησίας, αλλά είναι αμφίβολο αν θα μείνουν το ίδιο ασυγκίνητοι και απέναντι σε νέους στόλους πλοιαρίων που θα μεταφέρουν μετανάστες στις ιταλικές ακτές. Και, φυσικά, υπάρχει πάντοτε και η τζιχαντιστική απειλή. Αρκετές πολύνεκρες επιθέσεις σε τουριστικά θέρετρα της χώρας έχουν πλήξει βαριά τα τελευταία χρόνια τη σχετική βιομηχανία, που αποτελεί το 8% του τυνησιακού ΑΕΠ.

Δυνάμεις του στρατού έχουν ήδη αναπτυχθεί σε πόλεις όπως η Σους, το Κεμπέλι και η Μπιζέρτ για να περιφρουρήσουν κυβερνητικά κτήρια, αρκετά από τα οποία έχουν ήδη γίνει στόχοι διαδηλωτών. Οι συλλήψεις ξεπερνούν τις 600, οι τραυματίες υπολογίζονται σε εκατοντάδες, ενώ μέχρι στιγμής έχει καταγραφεί και ένας νεκρός διαδηλωτής. Σύμφωνα με μία εκδοχή, το θύμα παρασύρθηκε από όχημα της αστυνομίας, ενώ σύμφωνα με άλλες, έχασε τη ζωή του από την εισπνοή χημικών.

Αψηφώντας τη λαϊκή κατακραυγή, ο πρωθυπουργός Γιουσέφ Τσαχέντ απεύθυνε στα μέσα της εβδομάδας ένα ιδιαίτερα σκληρό διάγγελμα, μιλώντας απλώς για «λεηλασίες» που θα λάβουν την αρμόζουσα απάντηση από τις αρχές. «Δεν βλέπουμε διαδηλώσεις, αλλά ανθρώπους που σπάνε πράγματα, κλέβουν και επιτίθενται σε Τυνήσιους» τόνισε παράλληλα σε ραδιοφωνική του συνέντευξη.

Από την πλευρά του, ο Χαμά Χαμαμί του αντιπολιτευόμενου Λαϊκού Μετώπου υποσχέθηκε τον συντονισμό όλων των κινημάτων διαμαρτυρίας και δήλωσε στο πρακτορείο Reuters ότι οι διαδηλωτές θα παραμείνουν στους δρόμους μέχρι την ανάκληση του «άδικου», όπως τον χαρακτήρισε, προϋπολογισμού. Ωστόσο, παραμένει αμφίβολο αν ακόμη και η αντιπολίτευση ελέγχει σήμερα τις κινητοποιήσεις. Το σύνθημα «Τι περιμένουμε;», που εξαπλώθηκε ταυτόχρονα σε τοίχους και κοινωνικά δίκτυα, φαίνεται να αντανακλά μια βαθιά και συσσωρευμένη κοινωνική δυσφορία για το «χαϊδεμένο παιδί» της κοινωνικής άνοιξης.

«Αυτή η κυβέρνηση, όπως και κάθε κυβέρνηση μετά τον Μπεν Άλι, μόνο δίνει υποσχέσεις και δεν κάνει τίποτε. Ο λαός είναι εξαγριωμένος και η φτώχεια αυξάνεται» δηλώνει στο δίκτυο Αλ Τζαζίρα ο 27χρονος φοιτητής Ιμέν Μχανμντί. «Η τυνησιακή κυβέρνηση οφείλει να κατανοήσει ότι η κοινωνία έχει φτάσει στα όριά της. Πνίγεται στη μιζέρια, τη φτώχεια και την ανεργία» συμπληρώνει άλλος διαδηλωτής στην πόλη Σους.

Δεν είναι προφανώς η μοναδική κοινωνία που πνίγεται. Σε ακόμη μία αφρικανική χώρα ξέσπασαν αυτή την εβδομάδα παρόμοιες διαδηλώσεις με αφορμή την αύξηση της τιμής του αλευριού, που προκάλεσε τον διπλασιασμό εκείνης του ψωμιού. Οι διαμαρτυρίες ξεκίνησαν και εδώ από την επαρχία, για να φτάσουν πολύ σύντομα στην πρωτεύουσα του Χαρτούμ. Και σε αυτή την περίπτωση έχουν αναφερθεί νεκροί και τραυματίες. Και σε αυτή την περίπτωση οι αυξήσεις ήταν αποτέλεσμα των επιλογών του ΔΝΤ, που, αφού ξεμπέρδεψε με τον ευρωπαϊκό Νότο, επέστρεψε στα συνηθισμένα του θύματα.

Όλα αυτά προσφέρονται όμως και για μια γενικότερη επισκόπηση της «αραβικής άνοιξης» επτά χρόνια μετά την ολοκλήρωσή της. Στη Σαουδική Αραβία και στο Μπαχρέιν το κίνημα διαμαρτυρίας πνίγηκε στο αίμα χωρίς κανείς να συγκινηθεί, στην Αίγυπτο το καθεστώς Μουμπάρακ διαδέχτηκαν οι στρατηγοί, ενώ στη Λιβύη, τη Συρία και την Υεμένη σκεπάζουν πια τα συντρίμμια. Τι είδους άνοιξη ήταν αυτή;

Μιχάλης Τρίκκας

Πηγή: Η Αυγή