Και βέβαια πρέπει να είμαστε στο πλευρό της 16χρονης Παλαιστίνιας Άχεντ Ταμίμι, καθώς και της εξαδέλφης της. Δώδεκα ολόκληρες και σοβαρότατες καταγγελίες της φόρτωσε ο εισαγγελέας του ισραηλινού στρατοδικείου του Οφέρ. Το έγκλημά της; Ότι χαστούκισε δύο στρατιώτες, πάνοπλους σαν αστακούς (και με το δάχτυλο έτοιμο και εξαιρετικά ευαίσθητο στη σκανδάλη, όπως συμβαίνει με όλους τους στρατιώτες όλων των στρατών κατοχής), που είχαν εισβάλει στο σπίτι της, στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη. Δηλαδή στη μεγαλύτερη και αγριότερη ανοιχτή φυλακή του κόσμου που ονομάζεται Λωρίδα της Γάζας. Εκεί όπου η ζωή, η παλαιστινιακή ζωή για να ακριβολογούμε, δεν κοστίζει και σπουδαία πράγματα. Το περιστατικό με την Άχεντ Ταμίμι βιντεοσκοπήθηκε, ανέβηκε στο Διαδίκτυο και μια καινούργια ηρωίδα, ένα καινούργιο σύμβολο του αγώνα των Παλαιστίνιων για «γη και ελευθερία» αναδύθηκε στον παγκόσμιο ορίζοντα. Αποδεικνύοντας έτσι ότι η αλήθεια της ισχύος και της βαρβαρότητας δεν εδράζεται πουθενά. Απλούστατα δεν ισχύει. Μέσα σε δύο λεπτά και δύο χαστούκια, όλο το κύρος του απίστευτα εξοπλισμένου (εναντίον αόπλων) ισραηλινού στρατού κατοχής, όλη η θηριώδης πυγμή του δυνατού, όλη η χαλύβδινη δομή ενός ανύπαρκτου δικαίου, έγιναν κουρέλια. Με δύο χαστούκια το οικοδόμημα κατέρρευσε. Και φυσικά αυτό δεν θα μπορούσε να περάσει έτσι, δεν θα μπορούσε να μην ποδοπατηθεί ο κόκκος άμμου που στόμωσε την πελώρια μηχανή της ισραηλινής στρατοκρατικής προπαγάνδας. Οπότε οι 12 κατηγορίες που της απαγγέλθηκαν, καθώς και η μηχανή της προπαγάνδας που πήρε μπρος (νόμος και προπαγάνδα, «το ‘να χέρι νίβει τ’ άλλο») για να εξαχνώσει την ηθική της πράξης της, ήταν ένα απολύτως φυσικό επακόλουθο. Με την έννοια του τραγικά φυσικού που υπάρχει σε όλες τις ανώμαλες καταστάσεις.
Και κάπως έτσι βρισκόμαστε για μια ακόμα φορά στο ίδιο έργο θεατές: στον ανασκολοπισμό της πραγματικότητας, στο αναποδογύρισμα της κοινής λογικής, στο κανιβαλικό κατασπάραγμα της αθωότητας με σκοπό την επιβολή της ισχύος αδιαφορώντας για τις συνέπειες. «Μην κυνηγάς σπουργίτια με το κανόνι», είναι η συμβουλή της κινέζικης σοφίας, πλην όμως η ισραηλινή τυφλότητα έχει προ καιρού απολέσει -τουλάχιστον σε επίπεδο κρατικής οντότητας- την επαφή και με τη σοφία και με την Ιστορία. Αν διαβάσει κανείς τις κατηγορίες εναντίον της 16χρονη Άχεντ Ταμίμι, θα τον πιάσουν τα κλάματα. Γιατί είναι τραγικά αστείες. Γιατί είναι τραγικά απροκάλυπτες στην πρόθεσή τους να ποδοπατήσουν, αδιαφορώντας για το ότι το άδικο συμβαίνει μπροστά στα μάτια ολόκληρης της ανθρωπότητας που βλέπει, ακούει και συμπεραίνει. Γιατί είναι τραγικά επικίνδυνες, επειδή ποδοπατούν όχι μόνο την έννοια της επιείκειας, τον σεβασμό απέναντι στη «γυμνή ζωή», αλλά επειδή συνθλίβουν μια από τις μεγαλύτερες πανανθρώπινες ανακαλύψεις: την έννοια του νόμου ως μέσου διευθέτησης των διαφορών, δηλαδή ως αρωγού της ανθρώπινης συνύπαρξης. Την έννοια του νόμου ως εμβρυουλκού της δικαιοσύνης, της μοναδικής οδού για την πράυνση, την αλληλοκατανόηση και τον αλληλοσεβασμό των ανθρώπινων όντων.
Όταν όμως κατηγορείς (και στην ουσία προδικάζεις, για να μην πω ανακοινώνεις, μια προειλημμένη δικαστική απόφαση, κρυμμένος σε κοινή θέα πίσω από τον καραγκιόζ μπερντέ μιας θλιβερής νομικής τραχύτητας) ένα 16χρονο κορίτσι, τότε ο νόμος δεν ενώνει, χωρίζει. Δεν πραΰνει, καλλιεργεί το μίσος. Δεν θεραπεύει, πληγώνει. Κι από τέτοιους νόμους μόνο τα χειρότερα μπορούμε να περιμένουμε. Ο λόγος ενός κοριτσιού εναντίον του λόγου ενός κράτους με δρεπανηφόρα δομή. Ίνα πραγματωθεί το πολύτιμο ρηθέν, πως όλοι είμαστε ίσοι απέναντι στους νόμους. Η ανθρωπότητα όμως έχει χορτάσει από τέτοιου είδους νομιμότητα και τέτοιου είδους ισότητα. Ποταμοί ολόκληροι ανθρώπινου αίματος έχουν χυθεί στα εκτελεστικά αποσπάσματα -και η Ελλάδα έχει τραγική γνώση- ύστερα από κατά νόμον κατηγορίες και από κατά νόμον δικαστικές αποφάσεις. Αμέτρητα κορμιά κείτονται στον Σκάμαντρο για ένα πουκάμισο αδειανό, για μια φασματική Ελένη, μια φάουσα ισχύος. Ο πλανήτης, κατά νόμον, καταστρέφεται, λες και είμαστε ιδιοκτήτες του και όχι απλοί χρήστες. Άλλο ένα παγκόσμιο, κατά νόμον, έγκλημα. Ένα, κατά νόμον, ατιμώρητο έγκλημα. Με τη Δικαιοσύνη μπαίγνιο και αυλητρίδα στα συμπόσια των ισχυρών, να «τραγουδάει» τις παραγγελιές τους. Για να χορεύουν επί πτωμάτων.
Ποιος είναι ο ένοχος για τους χιλιάδες πνιγμένους στα νερά της Μεσογείου; Ποιος είναι ο ένοχος για την εκατόμβη των παιδιών που πεθαίνουν από πείνα, δίψα, έλλειψη φαρμάκων και αρρώστιες που θα μπορούσαν να έχουν προληφθεί; Ποιος είναι ο ένοχος για τα εκατομμύρια χαμένες ζωές στα εργασιακά κάτεργα των ορυχείων στην Αφρική, στα κάτεργα παιδικής εργασίας σ’ ολόκληρο τον κόσμο; Ποιος είναι ο ένοχος για τους σύγχρονους homo sacer, τους απoλύτως ανυπεράσπιστους δηλαδή, που ο καθένας μπορεί να σκοτώσει, χωρίς καμιά τιμωρία; Κανένας. Ένοχοι δεν υπάρχουν «στα χρόνια τα δικά μας τα σακάτικα», στα χρόνια της τερατώδους αθωότητας των Τραμπ και του 1% των δυνατών που διαφεντεύει (με ποιο νόμιμο δικαίωμα άραγε;) τη ζωή στον πλανήτη σε μια φρικιαστική μίμηση θεότητας. Κανείς δεν είναι ένοχος για τη νεκρανάσταση του φασισμού, που αποστρέφει το βλέμμα από τον άνθρωπο, από τον σωρό των ερειπίων, που κλωτσάει τον διωγμένο και στέλνει τον αθώο στον δικαστή.
Όλα αυτά νομίζω ότι πρέπει να σκεφτούμε με αφορμή την παγκόσμια περίπτωση της Άχεντ Ταμίμι. Και να πράξουμε αναλόγως. Όσο μεγάλη και αν είναι η συγκίνηση που προκάλεσε, αλίμονο αν την εντάξουμε στο πλαίσιο μιας ακραίας, έστω και γενναίας, ατομικής ιστορίας. Αλίμονο αν δεν καταλάβουμε ότι η Άχεντ Ταμίμι ιστορεί το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον όλων. Αλίμονο αν ξεχάσουμε ότι η συζήτηση που είχε ξεκινήσει στη Γερμανία ήδη από τη δεκαετία του ’20, για την «διά νόμου εξόντωση της άχρηστης ζωής», δυστυχώς συνεχίζεται…
Κώστας Καναβούρης
Πηγή: Η Αυγή