Τη συνέντευξη πήρε ο Παύλος Κλαυδιανός
Διαμορφώνεται σιγά σιγά η στρατηγική που θα ακολουθήσει ο νέος φορέας του κέντρου, το «Κίνημα Αλλαγής», όπως ονομάστηκε. Με την πρώτη επίσημη ομιλία της κ. Γεννηματά, διατηρείται και ενισχύεται η αντι-ΣΥΡΙΖΑ γραμμή.
Νομίζω, πως είναι ένας λόγος διμέτωπος, θυμίζει λίγο την Ένωση Κέντρου πριν κάτι δεκαετίες, αλλά αυτή τη στιγμή ο βασικός πόλος της κριτικής είναι το κόμμα που κυβερνά, δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ, και μετά η Νέα Δημοκρατία. Δεν είμαι σίγουρος, όμως, ότι η κριτική έχει να κάνει μόνο με το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι στην κυβέρνηση, αλλά περισσότερο με άλλα στοιχεία, όπως ότι το ακροατήριο που στοχεύει ο νέος φορέας είναι κυρίως ένας κόσμος που έφυγε από το ΠΑΣΟΚ και στράφηκε, κυρίως, στον ΣΥΡΙΖΑ και θέλουν να τον επανακτήσουν. Την ίδια στιγμή, όμως, αυτή η στάση μπορεί να ερμηνευθεί κι αλλιώς, δηλαδή ότι αποτελεί μία προσπάθεια ισορροπιών, μέχρι να διαμορφωθεί στο μέλλον το πολιτικό σκηνικό. Αποτελεί επίσης και μία εσωτερική ισορροπία, γιατί όλες οι διαδικασίες που προηγήθηκαν για να συγκροτηθεί ο νέος φορέας έχουν θετικά στοιχεία για το χώρο, αλλά και πολλά αρνητικά, που συγκαλύπτονται και κάποια στιγμή θα βγουν στην επιφάνεια.
Μία επιφανειακή ενότητα
Πώς αξιολογείς αυτά τα στοιχεία;
Πρώτον, φαίνεται να σταματά ο πολυκερματισμός του χώρου του κέντρου και της κεντροαριστεράς με το συνέδριο. Δεύτερον, υπήρξε αξιόλογη συμμετοχή στις εκλογές και, τρίτον, στα όργανα που βρίσκονται υπό διαμόρφωση συμμετέχουν όλοι οι υποψήφιοι αρχηγοί και δεν είναι άνθρωποι μόνο μέσα από το ΠΑΣΟΚ, αλλά και από το Ποτάμι, από τη ΔΗΜΑΡ και τη σοσιαλδημοκρατία ευρύτερα και ο κ. Καμίνης. Αυτά είναι τα τρία βασικά θετικά στοιχεία, που όμως επιδέχονται και δεύτερων αναγνώσεων και κριτικών. Μπορεί να φαίνεται ότι θα ξεπεραστούν κάποιες παθογένειες του παρελθόντος, αλλά στην πραγματικότητα παραμένουν. Για παράδειγμα, η ενότητα είναι επιφανειακή, γιατί συμμετέχουν μεν οι υποψήφιοι αρχηγοί στα όργανα, αλλά δεν έχουν συζητηθεί ιδεολογικά ζητήματα, όπου υπάρχουν έντονες διαφορές, ακόμα και για το όνομα του φορέα. Αν προσέξουμε τους λόγους του κ. Θεοδωράκη και της κ. Γεννηματά διαφέρουν αρκετά, και στο μέλλον πιθανά να αποτελέσουν σημεία τριβής. Ο κ. Θεοδωράκης επιδιώκει να ακούγεται ως κεντρώος και ο λόγος του να είναι προγραμματικός, να εστιάζει σε προτάσεις. Ο λόγος πάλι της κ. Γεννηματά είναι πιο παραδοσιακός, επικεντρώνεται κυρίως στην κριτική του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ, είναι πιο κοινοβουλευτικός. Ο νέος φορέας αντιμετωπίζει επίσης προβλήματα με το ακροατήριό του, καθώς οι ψηφοφόροι του ανήκουν κυρίως σε μεγάλες ηλικίες, που σημαίνει ότι έχει ζήτημα ελκυστικότητας σε νέες δυνάμεις, νέους ψηφοφόρους. Και δεν γνωρίζουμε ακόμα και την απήχηση που έχει σε σχέση με την οικονομική κατάσταση των πολιτών κτλ. Έχω την αίσθηση ότι έχει πολύ μεγάλο πρόβλημα προσέλκυσης λαϊκών στρωμάτων.
Τι προβλήματα εντοπίζεις στη γραμμή του;
Το πρώτο μεγάλο πρόβλημά του είναι ο πολιτικός του λόγος, ο οποίος όσο περνά ο καιρός θα αποσαφηνίζεται, και το δεύτερο οι τυχόν συμμαχίες του. Ζήτημα που το έχει αφήσει τελείως στο περιθώριο, γιατί δεν μπορεί να σκεφτεί με ποιους θα πάει, όταν ακόμα δεν έχει εξασφαλίσει την επιβίωσή του, να αποκτήσει κάποια δυναμική και ποσοστά που θα του επέτρεπαν μια πιο ισότιμη συμμετοχή στην πολιτική σκακιέρα. Νομίζω ότι σε αυτή τη φάση, τουλάχιστον όπως φαίνεται στους λόγους που εκφωνούνται, δεν τίθεται ζήτημα συμμαχιών, παρόλο που σε μία δεύτερη ανάγνωση διακρίνεται να είναι πιο κοντά στη συμπόρευση με τη ΝΔ έχει ενδιαφέρον ότι ο κ. Θεοδωράκης προσέχει να είναι πιο ισορροπημένος στο λόγο του σε αυτό το ζήτημα, ενώ η κ. Γεννηματά, παρότι προέρχεται από τον κεντροαριστερό χώρο, κοιτάζει -παρά την κριτική που της κάνει- πιο πολύ προς τη ΝΔ, αυτό είναι το παράδοξο. Η στρατηγική μη συμμαχιών μπορεί να στερεί μια κάποια δυναμική, αλλά το κυριότερο στοιχείο που κρατά το φορέα πίσω, είναι η έλλειψη ιδεολογικού στίγματος. Κάποια ψήγματα στο λόγο του κ. Θεοδωράκη θυμίζουν ένα φιλελεύθερο, κεντρώο ευρωπαϊκό κόμμα, άλλων εποχών. Αντίθετα, υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία ιδεολογικής κατεύθυνσης στο λόγο της κ. Γεννηματά. Δεν νομίζω ότι πρόκειται για αδυναμία, αλλά οφείλεται στα εσωτερικά προβλήματα, στο να συστεγασθούν αρκετά ετερογενείς δυνάμεις στον ίδιο φορέα, και σε αυτό βοηθάει ο ασαφής λόγος. Δεύτερον, αυτός ο θολός λόγος μπορεί να είναι και αποτέλεσμα της προσπάθειας να προσελκύσει ψηφοφόρους από δεξιά και κυρίως από τον ΣΥΡΙΖΑ. Η θολότητα φαίνεται και στον τίτλο του φορέα, λίγο να θυμίζει παλιό ΠΑΣΟΚ με τον όρο «αλλαγή», λίγο νέο ΣΥΡΙΖΑ κτλ. Θα χρειαστεί, νομίζω, πάρα πολύ χρόνο να διαμορφώσει λόγο, γιατί και το ακροατήριο είναι ασαφές και οι δυνάμεις του φορέα αρκετά ανομοιογενείς. Πέραν αυτού, όμως, η έλλειψη ιδεολογικού στίγματος και λόγου οφείλεται και στη διεθνή πραγματικότητα της σοσιαλδημοκρατίας, όπου όλα τα κόμματά της ψάχνουν την ταυτότητά τους. Το ΠΑΣΟΚ, προς το παρόν, φαίνεται να μην επιλέγει το δρόμο συμμαχίας με την αριστερά, όπως κάποια σοσιαλιστικά κόμματα της Ευρώπης, αλλά να γίνεται πιο συντηρητικό.
Η παρουσία στις πρώτες σειρές των κκ. Σημίτη και Βενιζέλου, αποκαλύπτει επιδίωξη αυτή η τάση να μην είναι προσωρινή. Πώς, όμως, θα αντιδράσει η άλλη πλευρά του κόμματος;
Υπάρχουν δύο στοιχεία που μπορούν να σπρώξουν το ΠΑΣΟΚ πιο δεξιά. Το ένα είναι ότι πρόκειται για κόμμα στελεχών, εκ των οποίων κάποια φέρουν πολύ συγκεκριμένη ταυτότητα. Πέραν των κκ. Βενιζέλου και Σημίτη, υπάρχουν και άλλα με συντηρητικό λόγο. Ταυτόχρονα, επειδή έχει φύγει ένα μεγάλο κομμάτι του ΠΑΣΟΚ που κυμαινόταν πιο αριστερά, όπως και πολλοί ψηφοφόροι λαϊκών στρωμάτων, το ενδεχόμενο στροφής προς ένα πιο συντηρητικό λόγο είναι απτό. Αν εξαιρέσουμε κάποιες δυνάμεις φιλελεύθερες, που αποτελούν ένα κάποιο αντιστάθμισμα προς τη συντηρητικοποίηση, ο νέος φορές δεν φαίνεται να έχει κάποια λαϊκή βάση που θα μπορούσε να το τραβήξει από εκεί. Αρκετοί επίσης που δυσαρεστήθηκαν από τα αποτελέσματα των αρχαιρεσιών, ιδιαίτερα εκείνοι που στήριξαν τους κκ. Καμίνη και Θεοδωράκη, δεν είναι καθόλου σίγουρο πως θα εκφραστούν, τελικά, μέσα από το νέο φορέα. Ιδίως αν το Ποτάμι συμμετάσχει εντέλει, ίσως αποστασιοποιηθούν και απευθυνθούν σε άλλες δυνάμεις. Γενικά είναι πολύ δύσκολο ο νέος φορέας να συστεγάσει ανθρώπους που είναι φιλελεύθεροι ή και νεοφιλελεύθεροι με παλιούς ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ, που στράφηκαν έπειτα στο ΣΥΡΙΖΑ. Νομίζω ότι αυτό που θα προσπαθήσει ο φορέας, με πολύ ορατό τον κίνδυνο τελικά να χάσει κόσμο, είναι να έχει ένα πολυσυλλεκτικό λόγο. Αυτό θα εξαρτηθεί και από την πορεία της χώρας γενικότερα. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν τα πάει καλά με τις αξιολογήσεις και την έξοδο, υπάρχει πιθανότητα να συσπειρώσει κάποιο κόσμο.
Ο απόλυτα καταγγελτικός λόγος για την πορεία της διαπραγμάτευσης, που δεν ταιριάζει και σε μετριοπαθή λόγο κεντρώου κόμματος, τι αποτελέσματα θα έχει;
Αυτό δεν ξέρω αν αποτελεί επιλογή ή αδυναμία. Πάντως μέχρι τώρα και για το επόμενο διάστημα, θα βλέπουμε ότι από τη μία θα έχει ένα λόγο φιλελεύθερο, ούτε καν σοσιαλδημοκρατικό, που θα θυμίζει πάρα πολύ το Ποτάμι, και από την άλλη ένα λόγο που θα προσπαθήσει να απευθυνθεί στο λαϊκό κόσμο επιφανειακά, για παράδειγμα η προστασία της πρώτης κατοικίας θα είναι κεντρικό αίτημα για να υπερκεράσει τον ΣΥΡΙΖΑ. Ή στο ζήτημα πώλησης μονάδων της ΔΕΗ και των οικογενειακών επιδομάτων θα προσπαθήσει να δείξει ότι είναι πιο κοντά στους ανθρώπους.
Χωρίς ξεκάθαρη στρατηγική η ΝΔ
Η τακτική της ΝΔ πώς διαμορφώνεται αυτή τη στιγμή;
Η ΝΔ προσπαθεί να ανοίξει κάποια θέματα ταμπού κατά περίσταση, όχι συστηματικά. Σήμερα είναι αυτό της οικογενειοκρατίας, αύριο μπορεί να είναι το ζήτημα της αξιοκρατίας και μεθαύριο κάποιο άλλο. Αυτό δείχνει ότι δεν υπάρχει κάποια ξεκάθαρη στρατηγική, αλλά αποσπασματικά προσπαθεί να αναδείξει ζητήματα συχνά χάριν εντυπωσιασμού. Ενδεχομένως, βέβαια, πίσω από το ζήτημα της οικογενειοκρατίας να κρύβονται και θέματα προσωπικών σχέσεων. Αλλά σε κάθε περίπτωση, επειδή και η ΝΔ εστιάζει στο να αδράξει ψήφους κατά θέματα, αντί να οικοδομήσει ένα συνεκτικό πολιτικό λόγο και προτάσεις, προτιμά, ελλείψει αυτού του λόγου, να παρεμβαίνει στην πολιτική κομματιαστά, θίγοντας θέματα και κυρίως παθογένειες του συστήματος.
Στις δημοσκοπήσεις, όμως, εντοπίζεται κόπωση του κόσμου από αυτή τη στάση.
Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα για την αντιπολίτευση. ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία φαίνεται να μένουν πίσω από τις εξελίξεις και να έχουν πέσει έξω στις εκτιμήσεις τους για εκλογές. Αυτό έχει δημιουργήσει άγχος στα δύο κόμματα για το τι θα κάνουν και επειδή δεν μπορούν να ξεκινήσουν πάλι από την αρχή, επιλέγουν να χτίσουν μια πολιτική κατά θέματα, πάνω στην άμμο. Βάσει αυτών, στο συνέδριό της η ΝΔ αναμένω να αναλωθεί σε μια περισσότερο επιφανειακή προσέγγιση κάποιων ζητημάτων, θέτοντας κάποιες επιγραμματικές αρχές, χωρίς όμως να ασχοληθούν ιδιαίτερα με την ουσία τους.
Πηγή: Η Εποχή