Ο Νικολά Σαρκοζί, πρώην πρόεδρος της γαλλικής Δημοκρατίας, βγαίνει από τη φυλακή. Έζησε ως κρατούμενος μόλις είκοσι ημέρες. Πρόλαβε, όμως, να νιώσει έστω και λίγο τον εγκλεισμό, τη στέρηση της ελευθερίας, την απαξίωση και τον εξευτελισμό. Ο Σαρκοζί δήλωσε αμέσως μετά την αποφυλάκισή του: «η φυλακή ήταν εφιαλτική. Δεν είχα ποτέ φανταστεί πως στα 70 μου χρόνια θα τη γνώριζα. Είναι σκληρή, πολύ σκληρή. Και ασφαλώς είναι σκληρή για όλους τους κρατούμενους. Και θέλω να πω ότι είναι εξουθενωτική».
Διαβάζοντας τη δήλωση αυτή θυμήθηκα έναν άλλο κρατούμενο, εδώ στη χώρα μας, τον Άκη Τσοχατζόπουλο, που κάποτε ως ηγετικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ πρωταγωνιστούσε στην πολιτική σκηνή. Ήταν, λοιπόν, η περίοδος της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ όταν επισκέφθηκα τις φυλακές Κορυδαλλού. Κάποια στιγμή βρέθηκα στη ΣΤ’ πτέρυγα, εκεί που κρατούταν, μαζί με πολλούς άλλους, ο πάλαι ποτέ ισχυρός πολιτικός. Για αρκετή ώρα συνομίλησα μαζί του μέσα σε ένα μικρό κελί. Έβλεπα έναν άλλο άνθρωπο, χωρίς έπαρση, απρόσμενα ταπεινό. Δεν χρειάστηκε να τον ρωτήσω κάτι. Μου μίλησε για τη ζωή του στη φυλακή. Και μου είπε τα ίδια περίπου λόγια με αυτά του Νικολά Σαρκοζί. «Είναι εφιάλτης, δεν είχα σκεφτεί ποτέ ότι υπάρχουν άνθρωποι, που ζουν κάτω από αυτές τις άθλιες συνθήκες, σαν τα ποντίκια». Τον ρώτησα δειλά αν τα προηγούμενα χρόνια της παντοδυναμίας του είχε επισκεφθεί κάποια φυλακή. Με κοίταξε, θυμάμαι, βαθιά στα μάτια και απάντησε θλιμμένα«ποτέ». Μου είπε και άλλα. Στο μεταξύ, η δυσοσμία ερχόταν από παντού, απ’ όλες τις μαύρες τρύπες της φυλακής.
«Ποτέ»… δεν το είχαν σκεφθεί, δεν τους είχε περάσει από το μυαλό. Η χώρα των κλουβιών ήταν άγνωστη ή μάλλον ήταν αδιάφορη και ας ήταν δίπλα τους και ας καθόριζαν ουσιαστικά οι ίδιοι τη τύχη των υπηκόων της. Που να φανταστούν τις συνθήκες… Δεν αναρωτήθηκαν ποτέ. Δεν χρειάστηκε. Ήταν εκτός οπτικής, ύλης και πλάνου. Άλλωστε, μέσα στη φυλακή ήταν τα «περισσεύματα» του κόσμου, οι εγκληματίες, οι… άλλοι. Γιατί να ασχοληθούν; Δικό τους «καθήκον» να χτίζουν κολαστήρια και να μην κοιτούν καν μέσα σε αυτά.
Θυμάμαι, επίσης, μια δημόσια συζήτηση για τους δικαστές. Την πρόταση πριν ασκήσουν τα καθήκοντά τους, πριν να ανέβουν στην έδρα, να ζήσουν για λίγες έστω ημέρες μέσα στα κελιά. Να δουν, να νιώσουν, να βιώσουν αυτόν τον ήχο του κλειδιού, που σε εμποδίζει να ανοίξεις την πόρτα του κελιού. Όμως, δεν πέρασαν ποτέ την πόρτα της φυλακής. Δεν είδαν και ας είναι οι ίδιοι που μοιράζουν ποινές, πολλές φορές εξοντωτικές, ακόμα και σε περιπτώσεις παραβατικότητας της φτώχειας, ακόμα και σε ανήλικα παιδιά, ακόμα και σε μωρομάνες.
Θα μπορούσαμε άραγε να τους «αθωώσουμε» λόγω άγνοιας; Θα μπορούσαμε να τους χαρακτηρίσουμε απλώς αδιάφορους για τον «αόρατο κόσμο»; Μπα… Η αδιαφορία κρύβει άποψη και προσανατολισμό, μιλάει από μόνη της, αποτελεί καταδικαστική απόφαση, περιθωριοποίηση, φτιάχνει τείχη ανάμεσα σε δύο κόσμους, που δεν μοιάζουν ή, δυστυχώς, μοιάζουν απελπιστικά.
Μα μήπως δεν είναι ίδια η εικόνα για τα ψυχιατρεία; Ή για τα άσυλα και τα ιδρύματα αναπήρων; Για τα γηροκομεία, πολλά από αυτά απάνθρωπα, που για να τα φτιασιδώσουμε τα ονομάζουμε «οίκους ευγηρίας»; Για τα κέντρα κράτησης μεταναστών, που χιλιάδες άνθρωποι κρατούνται μόνο και μόνο για την έλλειψη ενός νομιμοποιητικού χαρτιού; Εν τέλει, στον θαυμαστό κόσμο του νεοφιλελεύθερου, αυταρχικού καπιταλισμού –και όχι μόνο– υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι περισσεύουν. Δεν ανήκουν στην κοινωνία των πολλών και οι πολλοί (και οι δήθεν εκπρόσωποί τους) δεν ανέχονται τη συνύπαρξη μαζί τους. Γι΄ αυτό και οι φυλακές, σύμφωνα με την άποψή τους, δεν πρέπει να είναι καν στον ιστό των πόλεων, μακριά, όσο πιο μακριά γίνεται. Αόρατες στα μάτια τους.
Ο Νικολά Σαρκοζί είναι ελεύθερος. Μπορεί, πλέον, να γευματίζει στα εστιατόρια του Παρισιού με την παρέα του. Η φυλακή, για τον ίδιο, θα είναι μια θλιβερή ανάμνηση. Και πολύ γρήγορα, σαν μια μικρή αστραπή που πέρασε ξαφνικά από μπροστά του, θα την ξεχάσει, όπως και τον λαό της, που ζει μέσα σε αυτήν.