Υπάρχουν αποφάσεις που δεν χρειάζονται μακροσκελείς αναλύσεις για να αποκαλυφθεί η ιδεολογική τους πρόθεση.
Η πρόσφατη εξαγγελία της κυβέρνησης ότι εντάσσονται στο δημοτικό σχολείο μαθήματα όπως το πλέξιμο, το κέντημα, η υφαντική και η κεραμική –με κονδύλι, μάλιστα, 4 εκατομμυρίων ευρώ- ενώ έχει ήδη καταργηθεί το μάθημα της Κοινωνιολογίας στο λύκειο, είναι μια τέτοια περίπτωση. Δεν πρόκειται για αθώα εκπαιδευτική «αναβάθμιση», αλλά για μια στοχευμένη ιδεολογική μετατόπιση, μια επιχείρηση επιστροφής της εκπαίδευσης σε εποχές όπου τα παιδιά έπρεπε να «μάθουν τη θέση τους» και όχι να την αμφισβητήσουν.
Να ξεκαθαρίσουμε ότι κανείς δεν έχει πρόβλημα με τις τέχνες ή τη χειροτεχνία. Το να μάθει ένα παιδί να φτιάχνει κάτι με τα χέρια του, να καλλιεργεί τη δημιουργικότητα και τη λεπτή κινητικότητα, είναι πολύτιμο. Το πρόβλημα είναι τι συμβολίζει η επιλογή αυτή και, κυρίως, τι αντικαθιστά. Όταν η κυβέρνηση που ξήλωσε την Κοινωνιολογία –το μάθημα που έφερνε στα θρανία τις έννοιες της ισότητας, της εξουσίας, των κοινωνικών ρόλων, των ταξικών διαφορών, της συλλογικής διεκδίκησης, το μάθημα που μέσα στην έρημο των «δεξιοτήτων» και των «soft skills» θύμιζε ότι η κοινωνία δεν είναι απλή συνάθροιση ατόμων αλλά πεδίο σχέσεων, συγκρούσεων και αλλαγών– ανακαλύπτει ξαφνικά τη «μορφωτική αξία» του πλεξίματος, δεν μιλάμε για παιδαγωγική καινοτομία. Μιλάμε για ιδεολογική αναδίπλωση, για ένα σχολείο που επιστρέφει στις προπολεμικές αντιλήψεις περί «αγωγής του χαρακτήρα» και «διαμόρφωσης καλών κοριτσιών και εργατικών αγοριών».
Η Κοινωνιολογία αφαιρέθηκε γιατί –όπως ακούστηκε– «καλλιεργεί την αμφισβήτηση», «ενθαρρύνει την κριτική σκέψη», «προωθεί συγκεκριμένες ιδεολογίες». Με άλλα λόγια, επειδή διδάσκει τη σκέψη και όχι την υπακοή. Το πλέξιμο, αντιθέτως, δεν έχει τέτοιες «παρενέργειες»: δεν γεννά ερωτήματα για το φύλο, τη φτώχεια, την εξουσία, την εργασία, τη δημοκρατία. Δεν προκαλεί κοινωνικό στοχασμό ούτε πολιτική συνείδηση. Κάτω λοιπόν από την αθώα επιφάνεια των «χειροτεχνικών δεξιοτήτων» κρύβεται η πιο ωμή παιδαγωγική πολιτική του εφησυχασμού: ένα σχολείο που δεν ενοχλεί, δεν ρωτά, δεν ταράζει τα νερά.
Καθόλου τυχαία επιλογή
Η επιλογή των συγκεκριμένων αντικειμένων –πλέξιμο, κέντημα, υφαντική, κεραμεική– δεν είναι τυχαία. Πρόκειται για δραστηριότητες ιστορικά συνδεδεμένες με τη γυναικεία «νοικοκυροσύνη», την πειθαρχία, τη σιωπηλή εργασία, την «καλοσύνη», την «ταπεινότητα». Το μήνυμα προς τα κορίτσια είναι σαφές: μάθε να πλέκεις όχι να συζητάς για έμφυλες ανισότητες, μάθε να υφαίνεις όχι να διεκδικείς. Για τα αγόρια, επίσης: μην μπλέκεσαι με «ιδεολογίες» και «κοινωνικές θεωρίες», μάθε να φτιάχνεις πράγματα, να υπακούς, να εργάζεσαι.
Το 2025 λοιπόν, την ώρα που η παγκόσμια εκπαίδευση επενδύει στην κατανόηση της τεχνητής νοημοσύνης, της κλιματικής κρίσης και των κοινωνικών ανισοτήτων, την ώρα που ο κόσμος μιλά για δημοκρατία, αλγοριθμική προκατάληψη, πολυπολιτισμικότητα, ενδυνάμωση της κοινωνικής συνείδησης, της κριτικής σκέψης και της δημοκρατικής συμμετοχής, η ελληνική πολιτεία επενδύει στο… κέντημα.
Η ειρωνεία είναι ότι τα μαθήματα αυτά παρουσιάζονται ως «χειραφετητικά», «μακριά από στερεότυπα». Μόνο που η πολιτική τους στόχευση είναι απολύτως στερεοτυπική: να αντικατασταθεί η θεωρητική γνώση με πρακτικές ασχολίες, η κοινωνική ανάλυση με αισθητική καλλιέργεια, ο στοχασμός με την «απασχόληση». Κάτι που δεν οδηγεί, φυσικά, σε ένα δημιουργικό σχολείο αλλά σε ένα σχολείο απονευρωμένο, αποπολιτικοποιημένο και άβουλο.
Παράδοση ή προπαγάνδα;
«Σεβασμός στην παράδοση», λένε. Λες και η παράδοση είναι ένα μουσειακό έκθεμα και όχι ένας ζωντανός διάλογος με το παρελθόν. Μόνο που εδώ δεν έχουμε διάλογο αλλά οπισθοδρόμηση σε μια αναχρονιστική παιδαγωγική λογική, διπλά υποκριτική μάλιστα: ενώ από τη μία τα νέα μαθήματα πλασάρονται ως «ουδέτερα φύλου», από την άλλη το ίδιο το κοινωνικό φορτίο τους είναι βαθιά έμφυλο. Γιατί ποιο παιδί σήμερα θα μπορέσει να ξεφύγει από το στερεοτυπικό βλέμμα που σιωπηλά του υπαγορεύει «εσύ πλέκεις, εσύ παίζεις με τον πηλό»; Μετατρέποντας έτσι τη σχολική αίθουσα σε εργαστήριο αναπαραγωγής των ίδιων ρόλων που ο κόσμος προσπαθεί δεκαετίες τώρα να ξεπεράσει.
Το πιο ανησυχητικό, ωστόσο, είναι ότι αυτή η απόφαση δεν είναι μεμονωμένη. Εντάσσεται σε ένα συνεκτικό σχέδιο αποπολιτικοποίησης της εκπαίδευσης. Από τα σχολικά βιβλία που αποϊδεολογικοποιούνται, μέχρι την απαξίωση των ανθρωπιστικών σπουδών, ίδιο είναι το νήμα: να παραχθούν πολίτες χωρίς κοινωνική συνείδηση, ιστορική μνήμη και λόγο.
Το πλέξιμο λοιπόν δεν είναι απλώς ένα ακόμη μάθημα, είναι η μεταφορά της συνολικής κυβερνητικής φιλοσοφίας: ένα προσεκτικά υφασμένο πέπλο που σκεπάζει τη σκέψη με τη «δημιουργική απασχόληση». Ας το πούμε καθαρά: δεν υπάρχει τίποτα προοδευτικό στο να μαθαίνεις στα παιδιά να ράβουν, όταν τους έχεις απαγορεύσει να αναρωτιούνται γιατί κάποιοι ράβουν και άλλοι κυβερνούν. Δεν υπάρχει τίποτα σύγχρονο στο να διδάσκεις κεραμική, όταν αρνείσαι να διδάξεις πώς σχηματίζονται οι κοινωνικές δομές που καθορίζουν τη ζωή των ανθρώπων.
Η κυβέρνηση της ΝΔ επιχειρεί, με δήθεν παιδαγωγικό χαμόγελο, να ξηλώσει ό,τι απέμεινε από τον κριτικό λόγο μέσα στο δημόσιο σχολείο. Να το μετατρέψει σε χώρο αισθητικής άσκησης, όχι πνευματικής αναζήτησης. Αντί για την κοινωνία, μαθαίνουμε το στημόνι, αντί για τις σχέσεις εξουσίας, τις βελονιές. Συμβολικός και πολιτικός θρίαμβος του «ωραίου τίποτα». Μόνο που πίσω από τα ωραία λόγια κρύβεται ένα εκπαιδευτικό όραμα γεμάτο φόβο. Φόβο για το παιδί που θα σκεφτεί, θα κρίνει, θα διαφωνήσει, φόβο για παιδιά που θα κατανοούν τη δομή της κοινωνίας. Πόσο πιο σαφής ένδειξη μιας κυβέρνησης που δεν θέλει πολίτες αλλά ήσυχους υπηκόους;
Κι αν η εκπαιδευτική πολιτική είναι πολιτική εξουσίας, εδώ, η συγκεκριμένη, επιλέγει να μας θυμίσει ποιος αποφασίζει τι αξίζει να μαθαίνουμε. Στη θέση της γνώσης, το εργόχειρο· αντί κριτικής, υπακοή· στη θέση του πολίτη, ο επιμελής μικροτεχνίτης.
Ας μην έχουμε αυταπάτες, δεν πρόκειται για μια γραφική επιστροφή στο εργόχειρο αλλά για τη στρατηγική απονεύρωση μιας γενιάς. Για την προσπάθεια να μετατραπεί η εκπαίδευση σε μηχανισμό απασχόλησης, όχι χειραφέτησης.