Διάβασα την πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη για τις στάσεις της ελληνικής νεολαίας που δημοσίευσε το Eteron και σχολίασε στον ιστότοπό του ο φίλος και συνάδελφος Αντώνης Γαλανόπουλος. Οι διαφορές μεταξύ του ηλικιακού γκρουπ 17-24 και του γκρουπ 25-34 ετών, καθώς και μεταξύ του πρώτου και του συνολικού πληθυσμού, δημιουργούν συχνά αίσθηση και ερμηνευτικές δυσκολίες.
Η αντίληψη των νέων 17-24 –που αποτελούν μέρος της GenZ– ότι ανήκουν στην ανώτερη τάξη σε ποσοστό μεγαλύτερο από το γενικό πληθυσμό, και στην κατώτερη τάξη σε ποσοστό μικρότερο από αυτόν, πρέπει να συσχετιστεί με το γεγονός ότι τα άτομα αυτής της ηλικίας δεν έχουν καλή εικόνα για τα οικονομικά της οικογένειας, είτε γιατί οι γονείς φροντίζουν γι’ αυτούς, είτε γιατί οι νέοι αυτοί δεν μεταφράζουν σωστά όσα υποπίπτουν στην αντίληψή τους. Σε κάθε περίπτωση, και οι δύο θεωρούν την εκπαιδευτική εμπειρία των μετεφήβων –και την αντίστοιχη οικογενειακή και ατομική επένδυση– μοχλό για καλύτερη ζωή. Αυτό είναι, άλλωστε, το αφήγημα στο οποίο εκτίθενται οι νέοι 17-24 ετών, όχι στην κατανόηση και αποδοχή στάσιμων οικονομικών κατηγοριών –άλλωστε τα παιδιά δεν θα κάνουν την ίδια δουλειά με τους γονείς. Η ίδια απόσταση μεταξύ αντίληψης και πραγματικότητας εμφανίζεται και στην ερώτηση περί του οικογενειακού εισοδήματος, η οποία μπορεί να ερμηνευθεί με τον ίδιο τρόπο για ανθρώπους που καταναλώνουν εισόδημα που τις περισσότερες φορές βγάζουν άλλοι.
Αντιστοίχως, οι 17-24 δηλώνουν δυσαρεστημένοι από τη ζωή τους σε αρκετά μικρότερο ποσοστό από τους αμέσως μεγαλύτερους και τον γενικό πληθυσμό. Αλλά ούτε κι εδώ έχουμε κάποιο παράδοξο. Για ποιον λόγο να είναι δυσαρεστημένοι άνθρωποι χωρίς πιεστικές υποχρεώσεις οποιασδήποτε μορφής πάνω στο άνθος της ηλικίας τους;
Όσον αφορά το μειωμένο κατά 10%, ή περίπου, πολιτικό ενδιαφέρον σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό, θεωρώ ότι είναι εξίσου φυσιολογικό και καθόλου δηλωτικό για την πολιτικοποίηση της GenZ, διότι τα μέλη της τώρα διανύουν τα διαμορφωτικά τους χρόνια, τώρα έρχονται σε επαφή με την Ιστορία, τώρα διαμορφώνουν τις απόψεις που σε λίγα χρόνια θα εκφράζουν. Με άλλα λόγια, πώς μπορείς να ενδιαφέρεσαι για την πολιτική στον ίδιο βαθμό με τους μεγαλύτερους όταν δεν έχεις τις ίδιες γνώσεις και δεξιότητες;
Η μικρότερη υποστήριξη αυταρχικών λύσεων εκ μέρους των νέων 17-24 ετών επίσης είναι αναμενόμενη μα καθόλου δηλωτική για τη μελλοντική τους στάση, καθώς η υποστήριξη σε τέτοιες λύσεις προκύπτει σε κρίσιμο βαθμό λόγω απογοήτευσης από όσα βίωσε κανείς μέσα στα χρόνια (δεν υποτιμώ το ιδεολογικό σκέλος αυτής της προτίμησης). Όμως τα άτομα 17-24 χρονών δεν έχουν προλάβει να βιώσουν συντριπτικές αποτυχίες και απογοητεύσεις, ούτε μπορούν να πουν «τους είδαμε και τους άλλους». Εξού και το 1/3 από αυτούς «δεν ξέρει» αν η άνοδος της Ακροδεξιάς ωφελεί τη δημοκρατία –θα μάθει όμως.
Από την άλλη, η μεγαλύτερη στήριξή τους στους θεσμούς της δημοκρατίας σε σχέση με τους 25-34 δεν προοικονομεί κατά τη γνώμη μου μια γενιά πιο ικανοποιημένη από τη δημοκρατία μας, απλώς εξηγεί το πώς επιδρά στις πολιτικές στάσεις των νέων η επαφή με την εργασιακή και κοινωνική πραγματικότητα ΜΕΤΑ τα χρόνια της εκπαιδευτικής «φούσκας». Όταν δηλαδή δεις τι πραγματικά σε περιμένει φεύγοντας από την οικογενειακή προστασία και συνειδητοποιήσεις το μέγεθος της επισφάλειας της κοινωνικής ζωής στην Ελλάδα.
Η μεγαλύτερη στήριξή τους προς τους ευρωπαϊκούς θεσμούς δεν προδίδει απαραίτητα μια πιο ευρωπαϊκή γενιά αλλά μάλλον την απουσία των αρνητικών εμπειριών όσων έζησαν ως ενήλικοι την τραγωδία των μνημονίων.
Η μεγαλύτερη στήριξη στη μείωση των στρατιωτικών εξοπλισμών και των πολεμικών περιπετειών επίσης εξηγείται από την ηλικία τους: είναι αυτοί που θα επωμιστούν τους κινδύνους αν τα πράγματα οδηγηθούν στα άκρα με την Τουρκία.
Η μικρότερη ταύτιση με τον αντισυστημισμό σε σχέση με τους 25-34 θα πρέπει να συσχετιστεί και με την πλημμελή συμμετοχή σε μεγάλα κινηματικά γεγονότα και πολιτικές μάχες, αν εξαιρέσει κανείς το «κίνημα των Τεμπών».
Η μικρότερη ταύτιση με την οικολογία σε σχέση με τους 25-34 δεν μπορεί να ερμηνευθεί αν δεν λάβουμε υπόψη μας ότι πρόκειται για μια ιδεολογική τοποθέτηση που απαιτεί κάτι παραπάνω από οικολογική ευαισθησία, δηλαδή γνώσεις τις οποίες μένει να αποκτήσουν με τον καιρό –και δεν θα εκπλαγώ αν στην ηλικία 24-35 τις έχουν αποκτήσει και δηλώνουν οικολόγοι περισσότερο από κάθε άλλη προηγούμενη γενιά. Το ίδιο θα μπορούσαμε να πούμε και για ιδεολογίες που απαιτούν κάτι παραπάνω από τις αντίστοιχες ευαισθησίες (κομμουνισμός, δημοκρατικός σοσιαλισμός, φιλελευθερισμός, εθνικισμός).
Ακόμα και η μεγαλύτερη αποδοχή του εκσυγχρονισμού έναντι του γενικότερου πληθυσμού, και ταυτόχρονα η συγκριτικά μικρότερη αποδοχή του ανταγωνισμού, προδίδει τις εκτιμήσεις για τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα που συνδέονται με την ηλικία: εκσυγχρονισμός για να αποκτήσουμε πλεονέκτημα στον ανταγωνισμό που δεν μας ευνοεί τώρα λόγω ηλικίας.
Μεγάλη είναι και η απόκλιση μεταξύ των δύο κατηγοριών νέων σχετικά με την υποστήριξη των φόρων με σκοπό την ενίσχυση τομέων όπως η παιδεία. Δεν είναι λογικό οι λήπτες των υπηρεσιών να θέλουν να τις λαμβάνουν και αυτοί που καλούνται να πληρώσουν να μη θέλουν να το κάνουν;
Είναι πολύ ενδεικτικό, τέλος, ότι οι νέοι 17-24 ετών απαντούν σε μεγαλύτερο βαθμό από τις άλλες ηλικίες «δεν ξέρω». Είναι ακόμα μετέφηβοι. Δεν είναι ακόμα γενιά. Θα γίνουν τα επόμενα χρόνια. Και πολύ πιθανό να μοιάζουν με τους αμέσως μεγαλύτερούς τους, τους Millennials.
Συμπερασματικά, οι στάσεις της GenZ προς το παρόν διαφέρουν όχι λόγω μιας διαμορφωμένης γενεακής προτίμησης, αλλά λόγω ηλικίας με ό,τι αυτό συνεπάγεται κάθε φορά.