Macro

Patrick Boucheron, Λεονάρντο και Μακιαβέλι, Πόλις

Στην εποχή μας έχει επανέλθει η απροσδιοριστία, η συνακόλουθη αγωνία για το τι θα συμβεί, ο φόβος. Μια τέτοια περίοδος ήταν οι λεγόμενοι Ιταλικοί Πόλεμοι στο τέλος του Μεσαίωνα (1494-1559). Στη δίνη αυτών των πολέμων, στους οποίους πήραν μέρος τα διάφορα ιταλικά κράτη και οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής, βρέθηκαν δύο πρόσωπα που έμελλε να νικήσουν το χρόνο: ο Λεονάρντο ντα Βίντσι και ο Νικολό Μακιαβέλι. Ο πρώτος ως ζωγράφος και μηχανικός σε διάφορες Αυλές, ο δεύτερος ως διπλωμάτης και συγγραφέας στην υπηρεσία της Δημοκρατίας της Φλωρεντίας. Προσπάθησαν να απαντήσουν στην αγωνία της εποχής τους, «του κύκλου τα γυρίσματα που ανεβοκατεβαίνουν». Ο Λεονάρντο επιχείρησε να αποτυπώσει στο τελάρο την κίνηση, την ασάφεια, και να εκμεταλλευθεί, φτιάχνοντας μηχανές, τον αέρα και το νερό, ώστε να υπηρετούν τον άνθρωπο αντί να τον τρομάζουν. Ο Μακιαβέλι βάλθηκε να δείξει σε δημοκρατίες και ηγεμόνες με ποια virtu οι άνθρωποι θα ευεργετούνταν από τη fortuna. Φυσικές καταστροφές και πολιτικές ανατροπές είχαν τρομάξει και τους δύο, και τους έκαναν ιδιοφυΐες. Η ανάγκη τους έσπρωξε να καινοτομήσουν, να σκεφτούν αυθεντικά, πέρα και έξω από τη σκέψη των συγχρόνων τους. Το βιβλίο του Patrick Boucheron είναι μια συναρπαστική αφήγηση για όλα τούτα. Για το πώς το αμείλικτο γίγνεσθαι σμίλεψε αυτά τα περίφημα μυαλά ώστε να αναζητήσουν λύσεις όχι μόνιμες αλλά φευγαλέες. Για το πώς οι τρομακτικές δυνάμεις της Ιστορίας και της Φύσης δεν πρέπει να μας παγώνουν και να μας απελπίζουν, αλλά αντιθέτως να μας κάνουν προσαρμοστικούς, ευφυείς, πολυμήχανους. Για το πώς να χρησιμοποιούμε τον αέρα όπως τα πουλιά, για το πώς πρέπει να αλλάζουμε στάση όταν αλλάζουν τα δεδομένα. Ο Λεονάρντο άφηνε ανολοκλήρωτους τους πίνακές του, ο Μακιαβέλι άλλαζε στρατηγική όταν πλέον η προηγούμενη δεν λειτουργούσε, σε αντίθεση με τους πολιτικούς μας που όλο ολοκληρωμένα σχέδια ονειρεύονται και τάζουν, έτοιμοι να αποτελειώσουν την Ιστορία.

Ο Patrick Boucheron όμως αποδύεται και σε ένα άλλο, εξίσου συναρπαστικό εγχείρημα. Προσπαθεί να διερευνήσει την πιθανότητα αυτοί οι δύο σύγχρονοι να συναντήθηκαν, να γνωρίστηκαν και να συνεργάστηκαν, χωρίς να διαθέτει αυτή την πληροφορία – αλλά και χωρίς να ενδίδει στη μυθοπλασία. Ακολουθώντας τα ίχνη τους παντού, στέκεται στη γωνία, όταν αυτοί εξαφανίζονται, και περιμένει υπομονετικά να επανεμφανιστούν. Υπολογίζει την απόσταση που θα είχαν μεταξύ τους, το χρόνο στον οποίο πέρασαν από το ίδιο σημείο, τις στιγμές που ήταν αδύνατο να μην ήξεραν ο ένας για τον άλλο, τους ανθρώπους που συνεργάστηκαν και με τους δύο, τις ομοιότητες στις θεωρίες τους. Η αφήγηση προχωρά διερευνητικά μα σταθερά, αποκαλύπτοντας ό,τι κινεί τους πρωταγωνιστές, αλλάζοντας συνεχώς οπτική γωνία –αυτό έκαναν και οι ίδιοι άλλωστε–, αφήνοντας κι αυτός ένα ανολοκλήρωτο προσχέδιο δύο ανθρώπων μέσα στη θύελλα των καιρών, που ίσως δεν έβλεπαν ο ένας τον άλλον λόγω της «σκόνης του χρόνου» – μα άκουγαν όσα έφερνε ο άνεμος και η φήμη. Σαν μια αριστουργηματική ταινία, όπου δεν ξέρουμε την τελευταία σκηνή – αλλά δεν μας νοιάζει.

Η ανάγνωση γίνεται ακόμα καλύτερη χάρη στην πολύ καλή μετάφραση της Ρίκας Μπενβενίστε και την επιμελέστατη έκδοση που φέρουν ένα όνομα-εγγύηση: Πόλις.

Δημήτρης Παπανικολόπουλος
Η ΕΠΟΧΗ