Macro

Χριστόφορος Παπαδόπουλος: Νέο κόμμα με παλιά συνταγή

Διαβάζω, όπως και σεις φαντάζομαι, σε εφημερίδες και ειδησεογραφικά σάιτ, ακόμα και σε αθλητικά ότι ο Αλέξης Τσίπρας, μετά βεβαιότητας, σχεδιάζει την ολική επαναφορά του στην κεντρική πολιτική σκηνή. Αν και «λεπτομέρειες» μένουν ακόμα σκοτεινές: ο χρόνος για παράδειγμα. Θα εμφανιστεί τώρα, του χρόνου, λίγο πριν τις επόμενες εκλογές; Απροσδιόριστο είναι επίσης το τι ακριβώς θα ιδρύσει. Κόμμα λένε οι περισσότεροι. Εύλογη η απορία, με ποιο πολιτικό προσωπικό, αφού δεν θέλει τους παλιούς του ΣΥΡΙΖΑ, δεν θέλει επίσης και τα «βαρίδια». Με νέους απαντά η εξέδρα. Μόνο που το πολιτικό σύστημα της χώρας δεν παράγει, δεν δίνει τις ευκαιρίες και τον απαραίτητο πολιτικό χρόνο για να εκκολαφθεί το νέο. Ανακυκλώνει το παλιό. Ξεκολλάτε, μας λέει πάλι η εξέδρα, σήμερα δεν χρειάζονται τα παλιά μαζικά κόμματα, επιτελεία έχει ανάγκη το πολιτικό σύστημα. Δηλαδή, κόμματα καρτέλ; κόμματα του κράτους, που επιβιώνουν ή συμβιώνουν στο πλαίσιο της κρατικής εξουσίας και της κυβερνητικής εμπειρίας; Από ότι φαίνεται, σε πρόσωπα που κάνουν γκελ έχει στρέψει την προσοχή του ο πρώην πρωθυπουργός, σε τεχνοκράτες με βαρύ βιογραφικό. Εν τάξει, ας παραβλέψουμε τις απορίες, δεν γίνεται όμως να παρακαμφθεί το βαθύ πολιτικό ερώτημα με ποιο πρόγραμμα; Δηλαδή αυτό το νέο «πράγμα» που θα φτιάξει ποιο πολιτικό κενό φιλοδοξεί να καλύψει;

Αναδρομή

Η φράση «το πράγμα» (Il Cosa ή Il Fatto) στο λεξιλόγιο της Ιταλικής Αριστεράς εμφανίστηκε για πρώτη φορά στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και αρχές του ’90, σε μια περίοδο μετασχηματισμού και υπαρξιακής αμηχανίας για το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα (PCI). Το 1989, μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, ο ηγέτης του PCI, Ακίλλε Οκκέτο, πρότεινε τη διάλυση του κόμματος και τη δημιουργία ενός νέου, μη κομμουνιστικού φορέα. Η πρόταση προκάλεσε εσωτερική κρίση και έντονες αντιδράσεις. Στο εσωτερικό του κόμματος πολλοί μιλούσαν ειρωνικά για «το πράγμα» — δηλαδή για κάτι ακαθόριστο, χωρίς σαφή ιδεολογική ταυτότητα, που θα αντικαθιστούσε το ιστορικό PCI. Το αποτέλεσμα των αυτών των επιλογών είναι γνωστό…

Μια επιστροφή χωρίς μνήμη, σε μια χώρα χωρίς εκπροσώπηση

Για να είμαστε δίκαιοι, ο Αλέξης Τσίπρας στο συνέδριο του The Economist στη Θεσσαλονίκη, έδωσε ένα περίγραμμα ιδεών του πολιτικού υποκειμένου, που επιχειρεί να δημιουργήσει. Η ομιλία του επικεντρώθηκε σε οικονομικά και θεσμικά ζητήματα: κοινωνική συνοχή, παραγωγικό μοντέλο, στρατηγική αυτονομία, ενεργειακή πολιτική. Υπήρξε γενική αναφορά σε «πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική» και ανοίγματα σε Κίνα και Ινδία, καθώς και για αποκατάσταση σχέσεων με τη Ρωσία. Δεν έγινε καμία αναφορά στη Γάζα, ούτε σε άλλα σημεία διεθνούς έντασης, όπως η Ουκρανία για παράδειγμα.

Αν και μίλησε για κοινωνική δικαιοσύνη, δεν περιείχε σαφείς μηχανισμούς αναδιανομής. Η πρόταση για «πατριωτική εισφορά» ήταν ασαφής, αφού κανείς δεν κατάλαβε αν πρόκειται για εθελοντική εισφορά ή για υποχρεωτική. Δεν ασχολήθηκε επίσης με την ανασύνθεση της Αριστεράς. Δεν υπήρξε πρόταση για ενότητα, για κινηματική σύνδεση ή για απάντηση στην κρίση αντιπροσώπευσης. Απουσίαζε επίσης ο αναγκαίος αναστοχασμός για τα πεπραγμένα του ΣΥΡΙΖΑ, ως κυβέρνηση και ως αντιπολίτευση. Όμως, στη σκοτεινή περίοδο που διάγουμε η απάντηση δεν μπορεί να είναι ένας χαρισματικός ηγέτης, ούτε ένας ακόμα πολιτικός σχηματισμός «εντός πλαισίου». Το επισημαίνουν με τον δικό τους τρόπο οι διαμαρτυρίες για τα Τέμπη, η πρωτοφανής για το ελληνικό καλοκαίρι κινητοποίηση υπέρ της Παλαιστίνης, η σημερινή συμμετοχή με το σκάφος «Οξυγόνο» στο παγκόσμιο Global Sumud Flotilla. Όπως και οι εργατικοί αγώνες που πραγματοποιούνται χωρίς διακοπή. Όλα μαζί αποτελούν ενδείξεις μιας κοινωνίας που της λείπει το οξυγόνο, η οποία όμως δεν αναγνωρίζει τον εαυτό της στο πλαίσιο της πολιτικής αντιπροσώπευσης.

Ο Α. Τσίπρας επέλεξε τη «στρατηγική της αποφυγής», εμφανίστηκε με ουδέτερο προφίλ και χωρίς κομματική ταυτότητα, ένας υπερκομματικός ηγέτης με διεθνή προφίλ. Ίσως γι’ αυτό επέλεξε τη σιωπή για την Γάζα και την Ουκρανία, επίσης ούτε καν γρατσούνισε τα συμφέροντα, «εδώδιμα και αποικιακά», επέλεξε δηλαδή να μην αγγίξει ευαίσθητα εσωτερικά και διεθνή θέματα, προκειμένου να παρουσιάσει μια πιο «τεχνοκρατική» εικόνα, ένα κεντρώο στίγμα.

Συνοψίζοντας, παραφράζοντας τον Άγγελο Ελεφάντη, από τη σκοπιά του σοσιαλισμού, και της ανασύνθεσης της Αριστεράς προσθέτω, το «πράγμα» που δημιουργεί ο Α. Τσίπρας μας αφήνει «παγερά αδιάφορους»

Η Ευρώπη σε παρακμή, όταν ο κόσμος ξαναμοιράζεται

Όμως, το διακύβευμα της περιόδου δεν είναι ο σοσιαλισμός, ούτε καν η ανασύνθεση της Αριστεράς, παρά τη δική μας επιθυμία. Επιτακτικό διακύβευμα είναι η κοινωνική βιωσιμότητα, η ανθεκτικότητα του οικοσυστήματος, η διαφαινόμενη ολιγαρχική μετάλλαξη του πολιτεύματος, ο πόλεμος. Τώρα, σήμερα, επειγόντως. Οι διεθνείς εξελίξεις, ιδιαίτερα μετά την επάνοδο του Τραμπ, για δεύτερη φορά, στο Λευκό οίκο φανερώνουν ένα κόσμο υψηλής διακινδύνευσης. Η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση δίνει τη θέση της στην κρατική ισχύ, γυμνή, κυνική, χωρίς προσχήματα. Ζώνες επιρροής επανακαθορίζονται, παλιές συμμαχίες επαναδιαπραγματεύονται με υλικές συναλλαγές και με εμβρυουλκό τους δασμούς. Ο πόλεμος και η απειλή πολέμου αποτελούν το πλαίσιο για απεριόριστους εξοπλισμούς παντού, και στην Ευρώπη. Η οποία παραμένει άφωνη και αμέτοχη σε ένα κόσμο που αλλάζει. Μια ήπειρος σε παρακμή, πολιτική και οικονομική, που παραδίδεται αμαχητί στις ΗΠΑ. Για του λόγου το αληθές: Η Ευρώπη υποχρεώθηκε να αποδεχθεί μια εμπορική συμφωνία που κατά βάση εξυπηρετεί τα αμερικανικά συμφέροντα. Δέχθηκε επίσης να ανεβάσει στο 5%, των κρατικών προϋπολογισμών, τη δαπάνη για τους εξοπλισμούς (το 60% των παραγγελιών δίνεται σε πολεμικές βιομηχανίες των ΗΠΑ) Το κόστος ενέργειας στην Ευρώπη εξακολουθεί να είναι 4 φορές πιο υψηλό απ’ ότι στις ΗΠΑ, ενώ το αμερικανικό LNG κοστίζει στους Ευρωπαίους 60-90% περισσότερο απ’ ότι στους Αμερικανούς

Η κοινωνία σε κίνηση, η πολιτική σε αναμονή

Στη χώρα μας συντελείται, με τις κυβερνήσεις της ΝΔ, τεράστια αναδιανομή εισοδημάτων και δικαιωμάτων σε βάρος της μισθωτής εργασίας και των λαϊκών τάξεων, με νικητές τις μεγάλες επιχειρήσεις, τα υψηλά εισοδήματα και τα funds. Ταυτόχρονα παραδίδεται ο τομέας της κοινωνικής αναπαραγωγής (παιδεία, υγεία, κοινωνική ασφάλιση και πρόνοια) στους ιδιώτες και τα funds. Ενώ τα οικοσυστήματα δίνονται αντιπαροχή στη βιομηχανία των ΑΠΕ, στις εξορυκτικές και στον υπερτουρισμό.
Τούτων δοθέντων είναι λαϊκό αίτημα να φύγει ο Μητσοτάκης, να ηττηθεί η ΝΔ, μόνο που το αίτημα απευθύνεται σε «ώτα μη ακουόντων», αφού οι προτεραιότητες του λεγομένου δημοκρατικού τόξου είναι άλλες: για παράδειγμα, ποιος θα είναι αξιωματική αντιπολίτευση στις επόμενες εκλογές, πως θα διατηρηθεί η εσωκομματική συνοχή, πως θα ανακόψουν τις διαρροές στο κόμμα Τσίπρα, ποιοι θα επανεκλεγούν, πως θα «περιφράξουν» τον χώρο τους προκειμένου να μπούνε στη Βουλή; Τρέχοντες μικρό-υπολογισμοί θα πείτε, και θα έχετε δίκιο. Έτσι βέβαια, παρακάμπτεται το βασικό κοινωνικό αίτημα: να αποπεμφθεί η ΝΔ και να την αντικαταστήσει μια πλατιά συμμαχία. Για να κάνει, όμως, τι; Και το συναφές διακύβευμα, εκείνο της αξιοπιστίας, του συνόλου της Αριστεράς, όχι μόνο των επιγόνων του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία, μεταξύ άλλων, δέχθηκε σοβαρό πλήγμα από την υπόθεση Κασελάκη. Όλα αυτά, όμως, εξαρτώνται από την καθοριστική παράμετρο της αποδοχής των λαϊκών στρωμάτων, των νέων και του κόσμου της αποχής. Χωρίς αυτούς το κοινωνικό μπλοκ που στηρίζει τη ΝΔ, είναι ανίκητο και η ακροδεξιά καραδοκεί.

Το αδιέξοδο της αντιπροσώπευσης

Ο κανόνας λέει επίσης ότι ένα ηγεμονικό σχέδιο οφείλει να περιλαμβάνει και τις συστημικές δυνάμεις, λόγου χάρη το ΠΑΣΟΚ ή το κόμμα Τσίπρα. Αλλά ο κανόνας λέει. επίσης. ότι, για να είναι ηγεμονικό ένα σχέδιο πρέπει να απαντά στις ανάγκες του κόσμου, που θέλει να εκπροσωπήσει. Με αυτή την έννοια οφείλει να συγκρουστεί με τα καρτέλ της ενέργειας και των τροφίμων, να επανα-θεμελιώσει το φορολογικό σύστημα, το οποίο σήμερα δίνει ασυλία στον πλούτο, να γίνει δυσάρεστο με τη μικρή και μεγάλη ιδιοκτησία στο ζήτημα της στέγης, Οφείλει, επίσης, να σχεδιάσει και να υλοποιήσει την επιστροφή στο δημόσιο κρίσιμων τομέων της οικονομικής ρύθμισης. Τέλος οφείλει να συγκρουστεί με σκοταδιστικές, ρατσιστικές, ομοφοβικές και θρησκόληπτες ιδέες και να έχει ηθική πυξίδα στις διεθνείς σχέσεις (Πικετί). Κρίνοντας από τα προγράμματα, αλλά και τον πολιτικό λόγο που εκφωνείται καθημερινά, τόσο από τα συστημικά, όσο και από τα Αριστερά κόμματα –με τιμητική εξαίρεση τη Νέα Αριστερά- το ενδεχόμενο επί του παρόντος φαίνεται αδύνατον, και εν πολλοίς αδιάφορο.

Η ΕΠΟΧΗ