Η γενικότερη οικονομική πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη θα μπορούσε να συνοψιστεί στο ότι «μας παίρνουν το βόδι και μας δίνουν την ουρά». Ειδικότερα, μάλιστα, το πακέτο φορολογικών ελαφρύνσεων και επιδομάτων ύψους 1,7 δισ. περίπου που θα ανακοινωθεί στη ΔΕΘ καταλήγει σε μία επιστροφή 1 ευρώ για κάθε 4 που αφαιρέθηκαν με τον πληθωρισμό και την ακρίβεια την περίοδο 2019-2025. Ιδού γιατί:
Σύμφωνα με μελέτη της Eurobank (Πληθωρισμός και Φορολογική Επιβάρυνση των Νοικοκυριών) η μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας οδηγεί σε αυτόματη αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης των νοικοκυριών (ιδίως σε περιόδους υψηλού πληθωρισμού) και στην προκειμένη περίπτωση έδωσε παραπάνω φόρους περίπου 1 δισ. επί του εισοδήματος τη διετία 2021-2023. Συνεπώς, στην εξαετία 2019-25 μπορούμε να υποθέσουμε πως οι πρόσθετοι φόροι ανήλθαν σε 3 δισ. περίπου, κυρίως από τα εισοδήματα της μεσαίας τάξης.
Επιπλέον, η αύξηση των εσόδων του ΦΠΑ λόγω πληθωρισμού ήταν σημαντική. Με έναν κατά προσέγγιση σωρευτικό πληθωρισμό την εξαετία περίπου 20%, οι πρόσθετοι φόροι κυρίως για τη μεσαία και τις χαμηλότερες τάξεις ήταν περίπου 3 δισ. Συνολικά, δηλαδή, η φορολογική αφαίμαξη ανήλθε σε 6 δισ. περίπου στο εν λόγω διάστημα.
Βεβαίως, τα νέα φορολογικά έσοδα της νεοδημοκρατικής εξαετίας από τους δύο αυτούς βασικούς φόρους ανήλθαν σε 17,4 δισ.:
• Τα έσοδα από τον φόρο εισοδήματος αυξήθηκαν από περίπου 16,6 δισ. ευρώ το 2019 σε 24,9 δισ. ευρώ το 2025 προσθέτοντας 8,4 δισ. ευρώ.
• Αντίστοιχα, το 2019 τα έσοδα από τον ΦΠΑ ήταν περίπου 17,7 δισ. ευρώ, ενώ το 2025 αναμένονται στα 26,7 δισ. ευρώ, δηλαδή +9 δισ. ευρώ ή περίπου 50% αύξηση!
Όμως, ένα μέρος των 17 δισ. οφείλεται στην ανάπτυξη της οικονομίας κι ένα άλλο στον πληθωρισμό. Για να εξακριβώσουμε τα μερίδια των δύο υπολογίζουμε τη διαφορά του ονομαστικού και πραγματικού ΑΕΠ μεταξύ 2019 και 2025: το ονομαστικό ΑΕΠ (που περιλαμβάνει τον πληθωρισμό) αυξήθηκε κατά 67 δισ., ενώ το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 21 δισ. Άρα το τμήμα της αύξησης του ΑΕΠ που οφείλεται στον πληθωρισμό ισούται με τα 46 δισ. της διαφοράς τους, ποσό υπερδιπλάσιο αυτού της ανάπτυξης της οικονομίας. Γεγονός που σκιάζει την εκτίμηση της κυβέρνησης για τη βιωσιμότητα της ανάπτυξης.
Με έναν μέσο φορολογικό συντελεστή 12-14% για το εισόδημα και 14-15% για τον ΦΠΑ προκύπτει πως ο αναλογούν φόρος στο πληθωριστικό τμήμα του ΑΕΠ ανέρχεται σε 6 με 6,7 δισ. επικυρώνοντας την αρχική εκτίμησή μας βάσει των στοιχείων της Eurobank.
Από αυτά, λοιπόν τα 6-6,7 δισ. που η κυβέρνηση υπεξαίρεσε χάρη στον πληθωρισμό, τώρα ετοιμάζεται να επιστρέψει περίπου 1,7 δισ ή το 25-28%, εξ ου και η αναλογία του 1 προς 4 περίπου.
Είναι προφανές πως η μικρή αλλά όχι και αμελητέα αυτή φορολογική ελάφρυνση που ενεργοποιεί η κυβέρνηση έχει ως πολιτική στόχευση να αποσοβήσει τη μετατροπή της εξυφαινόμενης πολιτικής κρίσης σε ανοιχτή κοινωνική έκρηξη. Γιατί έρχεται σε μία συγκυρία πληθώρας σκανδάλων, συμπτωμάτων διαφθοράς και αναποτελεσματικής δημόσιας λειτουργίας της (βλ. υποκλοπές, Τέμπη, ΟΠΕΚΕΠΕ, μαζικές πυρκαγιές, Παλαιστινιακό κ.ά.) που έχουν πλήξει δραστικά το κύρος και την αξιοπιστία της, αμφισβητώντας συγχρόνως την κυβερνητική και κομματική συνοχή της.
Το εύλογο ερώτημα είναι πόσο ικανές είναι οι εξαγγελλόμενες παροχές να γλυκάνουν τον πόνο της ακρίβειας και να μετριάσουν την οργή των εξαπατημένων και καμένων. Πόσο σημαντική οικονομική ανακούφιση μπορεί να φέρουν 60 ευρώ τον μήνα στις μεσαίες και χαμηλές εισοδηματικά οικογένειες; Και πόσο ικανή θα είναι αυτή η ανακούφιση ώστε να υποσκελίσει την αγανάκτηση και τον θυμό για την μέχρι τώρα κοινωνική κατρακύλα;
Να τονίσουμε συνεπώς πως:
• Το συνολικό κόστος των μέτρων θεωρείται χαμηλό σε σύγκριση με προτάσεις όπως 13ος–14ος μισθός (7-8 δισ. ευρώ), οι οποίες απορρίπτονται υποτίθεται λόγω δημοσιονομικού κινδύνου.
• Η ενίσχυση της μεσαίας τάξης σίγουρα αφήνει τουλάχιστον μερικούς ευάλωτους πληθυσμούς λιγότερο καλυμμένους. Το όφελος για τα νοικοκυριά κυμαίνεται 650–750 ευρώ τον χρόνο για εισοδήματα 15–40 χιλιάδες.
• Το πακέτο λειτουργεί ως προεκλογική στήριξη απευθυνόμενο κυρίως σε συνταξιούχους και μεσαία τάξη (παραδοσιακά το πιο συντηρητικό και προνομιακό εκλογικό κοινό της ΝΔ), περιορίζοντας αναμφίβολα τη μακροπρόθεσμη στρατηγική και ενώ δεν αλλάζει το παραγωγικό πρότυπο.
• Οι συγκεκριμένες παρεμβάσεις δεν αλλάζουν ριζικά τη δομή της φορολογίας και δεν επιδιώκουν σημαντικές μεταρρυθμίσεις (π.χ. περιουσιολόγιο), με αποτέλεσμα να παραμένει περιορισμένη η μεσοπρόθεσμη επίδρασή τους.
Το πακέτο παροχών αντικατοπτρίζει μια μετριοπαθή, αλλά επωφελή για την κυβέρνηση προσέγγιση: αξιοποιεί το δημοσιονομικό περιθώριο που προέκυψε χάρη στη φορολογική αφαίμαξη της ακρίβειας. Είναι προσεκτικά σχεδιασμένο ώστε να το απορροφήσει άμεσα η καταναλωτική δαπάνη.
Ωστόσο, δεν πρόκειται για «μεταρρύθμιση μεγάλης κλίμακας» και δεν συνιστά ουσιώδες αναδιανεμητικό ή δομικό άλμα στην οικονομία ή στην κοινωνική πολιτική.
Το αν οι παροχές θα έχουν θετικό εκλογικό αποτύπωμα βραχυπρόθεσμα, εξαρτάται από το αν η οικονομία θα διολισθήσει στην ύφεση, τις συνεχιζόμενες αποκαλύψεις σκανδάλων και την πολιτική της αντιπολίτευσης. Ωστόσο, σίγουρα δεν θα αλλάξει τους όρους του πολιτικού παιχνιδιού. Αρνητικά κλίματα σε τομείς όπως η ακρίβεια, η υγεία ή τα σκάνδαλα δύσκολα ανατρέπονται..