Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ορκίστηκε στις 11 Απριλίου 1990 έβδομος πρωθυπουργός της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας, εκλεγείς με δύο βασικά συνθήματα: πολιτική «κάθαρση» και οικονομικό νοικοκύρεμα μέσω φιλελευθεροποίησης, που όμως δεν ήλθε ποτέ. Η περίοδος 1990 – 1993 με τις «γκάφες» στην οικονομική πολιτική έδειξαν τη ρηχότητα του ακραίου δογματικού φιλελευθερισμού, που στη συγκεκριμένη περίπτωση απλώθηκε έως τις παρυφές του νεοφιλελευθερισμού. Το χρέος λ.χ., που για σειρά ετών βρισκόταν σε διψήφιο ποσοστό του ΑΕΠ, έγινε τριψήφιο φθάνοντας το 110,9% του ΑΕΠ. Διογκώθηκε δραματικά όχι τόσο λόγω της δημοσιονομικής «βόμβας» που έσκασε στα χέρια της, αλλά και επειδή η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνέχισε τον υπερδανεισμό.
Μύθος που επικαλούνται οι φιλελεύθεροι είναι τα πρωτογενή πλεονάσματα ως αποτέλεσμα της πολιτικής τους, κάτι όμως που προφανώς δεν ισχύει, καθώς πρωτογενή πλεονάσματα σχημάτισαν και το «κρατικιστικό» ΠΑΣΟΚ και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Άλλος μύθος είναι οι «επιτυχημένες ιδιωτικοποιήσεις», παρότι οι περισσότερες απέτυχαν παταγωδώς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Τράπεζα Αθηνών. Μεταβιβάστηκε το 1992 από την Εθνική Τράπεζα στον κορεατικό όμιλο HANWA. Παρά τα χαμόγελα, τις αναμνηστικές φωτογραφίες και τις δηλώσεις, οι σχέσεις τους επιδεινώθηκαν όταν οι Κορεάτες απαίτησαν να εισπράξουν επισφάλειες δισεκατομμυρίων δραχμών που ανακάλυψαν μετά την εξαγορά. Το θέμα παραπέμφθηκε σε διεθνή διαιτησία και ανεξάρτητο ελεγκτικό οίκο. Ο φάκελος όμως δεν άνοιξε. Κυκλοφόρησαν αδιασταύρωτες φήμες για «θαλασσοδάνεια» αποκρυβέντα από τα επίσημα βιβλία, μεταξύ άλλων προς συγκεκριμένο κόμμα και εκδότη εφημερίδας. Το αποτέλεσμα ήταν οι Κορεάτες να αποχωρήσουν όπως – όπως και να δυσφημιστεί η Ελλάδα.
Φιάσκο στο τετράγωνο
Φιάσκο αποδείχθηκε και η πώληση της ΑΓΕΤ Ηρακλής, καθώς συνδέθηκε με τη Μαφία. Πουλήθηκε σε ιταλικό όμιλο, την Καλτσεστρούτσι. Η ιταλική αστυνομία συνέλαβε τέσσερα διευθυντικά στελέχη της με την κατηγορία ότι ήταν στην υπηρεσία της Κόζα Νόστρα. Ο Ραούλ Γκαρντίνι, που σχεδίασε το εγχείρημα, αυτοκτόνησε για να αποφύγει τη φυλάκιση. Ο πρωθυπουργός Μπετίνο Κράξι, που στήριξε τα μεγαλεπήβολα σχέδιά του, πέθανε αυτοεξόριστος στην Τυνησία με τη «ρετσινιά» των σκανδάλων. Το Νο 2 της εταιρείας Αρτούρο Φερούτσι αποσύρθηκε και ο Λορέντσο Παντσαβόλτα, αφεντικό του ομίλου, ταλαιπωρούνταν στην 8η δεκαετία της ζωής του από τους ανακριτές. Η κυβέρνηση ισχυριζόταν πως επέλεξε τους Ιταλούς για να μην καταλήξει η ελληνική τσιμεντοβιομηχανία στους βασικούς ανταγωνιστές της, όπως η γαλλική Lafarge. Λίγα χρόνια αργότερα οι Ιταλοί πούλησαν την ΑΓΕΤ στην κοινοπραξία Blue Circle, η οποία πουλήθηκε στη… Lafarge, που -αναμενόμενα- έβγαλε από τη μέση την ελληνική τσιμεντοβιομηχανία.
Φιάσκο αποδείχθηκε και η απελευθέρωση στα καύσιμα, που, αντί να φέρει πτώση τιμών όπως ήθελαν οι νεοφιλελεύθερες ιδεοληψίες, τις εκτόξευσε. Ήταν τότε που σε συνέντευξη Τύπου, απαντώντας σε ερώτηση μεγάλου καναλιού, εις εκ των συναρμοδίων υπουργών είπε «on camera» το περίφημο «θα αυξηθεί και η βαζελίνη», που έγινε πρώτο θέμα στις ειδήσεις.
Χωρίς σχέδιο και πρόγραμμα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη ιδιωτικοποίησε τα λεωφορεία έκλεισε σε μια νύχτα την ΕΑΣ απολύοντας 8.000 εργαζόμενους και παραχωρώντας δωρεάν 1.700 οχήματα. Τότε με τις απεργίες των εργαζομένων της ΕΑΣ ήταν που ο Κ. Μητσοτάκης είπε στους αστυνομικούς «εσείς είστε το κράτος», φράση που εξελήφθη ως σύνθημα για πολύ ξύλο στις καθημερινές διαδηλώσεις της εποχής.
Μετά τις παραπάνω αποτυχίες (και όχι μόνο αυτές) δεν είναι περίεργο που τα εν Ελλάδι προσδιοριζόμενα ως «φιλελεύθερα» κόμματα πασχίζουν επί δυόμισι δεκαετίες να ξεφύγουν από το όριο του 1,5%.
Θάνος Παναγόπουλος
Πηγή: Η Αυγή