Πολιτικός, υπαρξιακός, ερωτικός, σαρκαστικός και πολλοί ακόμα επιθετικοί προσδιορισμοί έχουν αποδοθεί και θα μπορούσαν να αποδοθούν στον Μανόλη Αναγνωστάκη από αυτό το σημαίνον διάβα του στον κόσμο της ποίησης, της Αριστεράς, των αγώνων, της οικογένειας, των φίλων. Ολους και όλα τα τίμησε και τα υπερασπίστηκε κυριολεκτικά μέχρι θανατικής καταδίκης, η οποία ευτυχώς για όλους μας δεν έγινε πράξη, εκείνον τον Ιανουάριο του 1949, ύστερα από τη σχετική απόφαση που ελήφθη σε μια αίθουσα του στρατιωτικού συγκροτήματος του στρατοπέδου Τσιρογιάννη.
Υπάρχει όμως και μία πλευρά του η οποία ανατρέχοντας στην ογκώδη, πλέον, βιβλιογραφία για το έργο του, εμφάνιζε μιαν «άδικη» μεταχείριση από τους συγκαιρινούς, αλλά και μεταγενέστερους μελετητές του. Οχι συνειδητά «άδικη», ίσως «παραμελημένη», ίσως «ήσσονος σημασίας» σε σχέση με το προσωπικό του έργο, ίσως από αμέλεια, ίσως γιατί απλώς «δεν προέκυψε». Κι αυτή η πλευρά του είναι ο μελοποιημένος λόγος του.
Αρχές, λοιπόν, του 2018, σε μια από τις συζητήσεις μας με τον Θανάση Συλιβό και τον Ηρακλή Οικονόμου για τα σχετικά Αφιερώματα του περιοδικού «Μετρονόμος», έπεσε στο τραπέζι η ιδέα να στήσουμε ένα αφιέρωμα στις μελοποιήσεις των ποιημάτων του Αναγνωστάκη. Ο καθένας μας αγαπούσε τον ποιητή ερχόμενος από διαφορετικές καταβολές και αιτίες, όμως και οι τρεις είχαμε (και διατηρούμε) την ίδια μεγάλη αγάπη για τα τραγούδια που φέρουν την υπογραφή του στους στίχους.
Το Αφιέρωμα του «Μετρονόμου» κυκλοφόρησε ως τεύχος 67, Απριλίου-Ιουνίου του ίδιου χρόνου, με πρωτότυπα κείμενα και ορισμένες αναδημοσιεύσεις, τα οποία εστίαζαν κυρίως στην κεντρική του θεματική, δηλαδή την παρουσία του Αναγνωστάκη στον χώρο του τραγουδιού με μια πιο ευρεία έννοια (ως στιχουργού, ακροατή, ομιλούντος για αυτό, ακόμα και ως… συνθέτη!).
Με αφορμή τη φετινή συμπλήρωση των εκατό χρόνων από τη γέννηση και είκοσι από τον θάνατό του, σκεφτήκαμε με τον Συλιβό και τον Οικονόμου ότι εκείνο το παροδικό Αφιέρωμα του περιοδικού θα έπρεπε να αποκτήσει και μια πιο «στέρεη» βάση. Με άλλα λόγια, να γίνει ένας πολυσυλλεκτικός Τόμος με διαχρονική πια παρουσία στα ράφια των βιβλιοπωλείων. Για τον λόγο αυτό δουλέψαμε και οι τρεις ξανά ως συνεπιμελητές εκείνο το υλικό και ζητήσαμε νέες συνεργασίες εμπλουτίζοντας το Αφιέρωμα, πάντα στον άξονα του «Ομως εγώ δεν παραδέχτηκα την ήττα» ως ιδεολογική του κληρονομιά. Εξ ου και ο υπότιτλος του παρόντος Τόμου.
Για την ιστορία, αξίζει να αναφερθεί ότι ο Αναγνωστάκης στην αρχή ήταν αντίθετος με τη μελοποίηση ποίησης, υποστηρίζοντας την αυτοτέλειά της. Ακούγοντας, όμως, τα πρώτα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη σε δικούς του στίχους το 1969 -έχοντας ήδη γνωριστεί στις αρχές του ’60- τελικά ενδίδει ταυτιζόμενος πολιτικά και αισθητικά με τον συνθέτη και έτσι τα δύο αυτά τραγούδια, «Μιλώ» και «Χάρης 1944» του κύκλου Αρκαδία VIII, γίνονται η αφετηρία για την παρουσία του μελοποιημένου Αναγνωστάκη στον χώρο του ελληνικού τραγουδιού προσφέροντας μέχρι σήμερα ορισμένα από τα σημαντικότερα τραγούδια της σύγχρονης μουσικής μας ιστορίας.
Αυτή τη δυναμική του μελοποιημένου λόγου του, ως μια άρρηκτη σχέση με το ποιητικό και κριτικό του έργο, αναδεικνύουν τα κείμενα και οι μαρτυρίες συνθετών, ερευνητών, δημοσιογράφων, συγγραφέων και φιλολόγων που υπάρχουν στο βιβλίο.
Ετσι, το Αφιέρωμα ξεκινά με το Χρονολόγιο του Μανόλη Αναγνωστάκη που υπογράφει η Μαρία Ακριτίδου, μεταδιδακτορική ερευνήτρια της Φιλοσοφικής Σχολής ΑΠΘ, και ακολουθεί το κείμενο του μουσικού δημοσιογράφου και ραδιοφωνικού παραγωγού Αλέξη Βάκη για τον ΕΠΟΝίτη Αναγνωστάκη και την καταδίκη του σε θάνατο το 1949.
Ο ερευνητής Γιώργος Ζεβελάκης μάς ανοίγει το αρχείο του για να προσφέρει μια σπάνια ραδιοφωνική κουβέντα του ποιητή με τον Θάνο Μικρούτσικο, η οποία πραγματοποιήθηκε στο Τρίτο Πρόγραμμα, στις 12/1/1987, όπου οι δυο τους όχι μόνο ως καλλιτέχνες αλλά και ως διανοούμενοι αγγίζουν φλέγοντα ζητήματα όπως η κυρίαρχη κουλτούρα, η πολιτιστική πολιτική και η σχέση Ορθοδοξίας και Αριστεράς.
Ιδιαίτερη είναι και η συνέντευξη του ποιητή, το 1994, στον Αργύρη Παπαστάθη και τον Ηρακλή Οικονόμου –μαθητές, τότε, της Α’ Λυκείου– στην οποία μιλάει για τα παιδικά του χρόνια, για την μπάλα, την ποίηση και τον πόλεμο. O υπογράφων το παρόν κείμενο επιχειρεί στον Τόμο μια ανασκόπηση του μελοποιημένου λόγου του ποιητή περιγράφοντας παράλληλα και την «άλλη» σχέση του με το τραγούδι, ως ακροατή και «ερασιτέχνη-μουσικού», αλλά και τη θέση που έχει το «τραγούδι» μέσα στην ποιητική του.
Ο μουσικοκριτικός Γιώργος Β. Μονεμβασίτης εστιάζει στη συνάντηση της μουσικής του Μίκη Θεοδωράκη με τον ποιητικό λόγο του Αναγνωστάκη, μια ιστορική συμπόρευση όχι μόνο για τους δύο δημιουργούς αλλά για το ελληνικό τραγούδι συνολικά. Ο συνθέτης Μιχάλης Γρηγορίου περιγράφει το υπόβαθρο της δημιουργίας του δίσκου «Η αγάπη είναι ο φόβος» και μοιράζεται και κάποιους ευρύτερους προβληματισμούς του για το έντεχνο τραγούδι και τη μελοποίηση της ποίησης. Ο συνθέτης Δημήτρης Παπαδημητρίου αφηγείται το ιστορικό της δημιουργίας ενός από τα σημαντικότερα τραγούδια της τελευταίας τριακονταετίας, το «Σκάκι», όπως και τη βιωματική σχέση του με τον λόγο του ποιητή.
Ο ερμηνευτής και τραγουδοποιός Θέμης Ανδρεάδης καταθέτει, επίσης, τη δική του μαρτυρία για τη συνάντησή του με τον Αναγνωστάκη και το τραγούδι «Θεόφιλε, Θεόφιλε». Ο δημοσιογράφος Νίκος Γκροσδάνης αναπολεί τη βιωματική εμπειρία με τον μελοποιημένο λόγο του ποιητή που έγινε η αφορμή να τον γνωρίσει και από κοντά αναπτύσσοντας έκτοτε μια θερμή σχέση.
Τρεις νεότεροι συνθέτες-τραγουδοποιοί, ο Πάνος Μπούσαλης, ο Δημήτρης Κογιάννης και ο Αγγελος Πάνου, παρουσιάζουν τις σκέψεις για το πώς ήρθαν σε επαφή με τον ποιητικό κόσμο του Αναγνωστάκη. Ο Ηρακλής Οικονόμου, εκκινώντας από τον όρο «ποίηση της ήττας» που χαρακτηρίζει και το έργο του Αναγνωστάκη, τεκμηριώνει την ήττα ως μοτίβο του νεότερου ελληνικού τραγουδιού μέσω στιχουργών όπως ο Αλκης Αλκαίος, ο Οδυσσέας Ιωάννου και ο Γεράσιμος Ευαγγελάτος. Από το περιοδικό «Η λέξη» (τχ. 186, 2005) αναδημοσιεύεται ένα κείμενο της Αρλέτας στο οποίο περιγράφει την πρώτη συνάντησή της με τον Αναγνωστάκη το βράδυ της 20ής προς 21η Απριλίου 1967, όπως και την επιρροή σε εκείνη του μελοποιημένου λόγου του.
Ο αείμνηστος Μάνος Ελευθερίου (1938-2018) θυμάται τη γνωριμία, αλλά και τη βαθιά φιλία του με τον ποιητή, παραχωρώντας μας ευγενικά, όπως και για το αρχικό αφιέρωμα, από το αρχείο του τη φωτογραφία του Μανόλη Αναγνωστάκη που κοσμεί το εξώφυλλο και της παρούσης έκδοσης.
Αναδημοσίευση από το περιοδικό «Η λέξη» (τχ. 186, 2005) είναι και το κείμενο του συγγραφέα Γιώργου Σκαμπαρδώνη στο οποίο αναλύει γιατί το έργο του Αναγνωστάκη έχει διαχρονική αξία. Η συγγραφέας Χαριτίνη Ξύδη ανατέμνει κριτικά, αλλά και με εξομολογητική διάθεση, την ποιητική του. Ο φιλόλογος Νίκος Κομιανός αναλύει μιαν άλλη ιδιαίτερη πτυχή του έργου του ποιητή, τη θέση που έχει η γυναίκα στην ποίησή του με τη διττή λειτουργία που αυτή επιτελεί.
Σημαντική στο αρχικό αφιέρωμα ήταν η συμβολή του αείμνηστου Λάκη Παπαστάθη (1943 – 2023) που γενναιόδωρα μας εμπιστεύτηκε τότε το σενάριο της ιστορικής εκπομπής του «Παρασκηνίου» (2007), χάρη στην οποία γνωρίσαμε πολλές και πολλοί της νεότερης γενιάς το έργο του ποιητή, σενάριο που δημοσιεύεται και στο παρόν αφιέρωμα. Τέλος, ο δημοσιογράφος και πολιτικός επιστήμονας Χρήστος Αβραμίδης εντοπίζει τα κοινά στοιχεία της ποιητικής του Αναγνωστάκη και του Τάσου Λειβαδίτη ως ένα σύμπτωμα της ιστορίας του 20ού αιώνα στο οποίο συμπυκνώνονται πολλές από τις προοπτικές και τις τραγωδίες του λαού.
Ευχαριστούμε θερμά όλες και όλους τους συμμετέχοντες στο παρόν αφιέρωμα. Πάνω απ’ όλα, όμως, ευχαριστούμε τον Μανόλη Αναγνωστάκη που ακόμη κι αν θέλει πολύ φως να ξημερώσει, μας έμαθε να μην παραδεχόμαστε την ήττα.
Σπύρος Αραβανής
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ