Macro

Ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα: Μια επαναστατική ιδέα – ή μήπως όχι;

«Όταν γίνεται λόγος για τη θέσπιση ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, χωρίς να διευκρινίζεται τι ακριβώς εννοούμε με αυτόν τον όρο, αυτό ισοδυναμεί με μια συζήτηση περί υιοθέτησης ενός αιλουροειδούς από μια οικογένεια, χωρίς ωστόσο να διευκρινίζεται αν θα πρόκειται για γατάκι ή για τίγρη» παρατηρεί ο Όλι Κάνγκας, διευθυντής ερευνών του Kela, του φινλανδικού ινστιτούτου κοινωνικής προστασίας. Όμως, εδώ και μερικούς μήνες, αυτή η ιδέα βρίσκει ολοένα μεγαλύτερη απήχηση, όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και σε άλλες περιοχές του κόσμου -και οι πρώιμοι οπαδοί της δεν μπορούν να ξεφύγουν από την εντύπωση ότι, μπροστά στα ορθάνοιχτα από την έκπληξη μάτια τους, ξεπηδάνε γατάκια, τίγρεις κι ένα πλήθος παράξενα υβριδικά πλάσματα.

Βέβαια, όλος ο κόσμος συμφωνεί σε έναν στοιχειώδη ορισμό του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, από τη στιγμή της γέννησής του μέχρι τον θάνατό του, κάθε άτομο θα λαμβάνει ανά τακτά χρονικά διαστήματα -χωρίς καμία προϋπόθεση και αντάλλαγμα- ένα ποσό το οποίο θα προστίθεται στα υπόλοιπα εισοδήματα που θα αποκομίζει (για παράδειγμα, από την εργασία). Στις αριστερές εκδοχές της ιδέας προτείνεται ένα ποσό το οποίο θα προσεγγίζει τον κατώτατο μισθό και, σε κάθε περίπτωση, θα είναι αρκετά υψηλό ώστε να καλύπτει τις βασικές βιοτικές ανάγκες (γύρω στα 1.000 ευρώ): το εισόδημα αυτό θα μπορούσε να επιτρέψει σε ένα άτομο να αρνηθεί μια θέση εργασίας την οποία θεωρεί μη ενδιαφέρουσα, ανθυγιεινή ή κακοπληρωμένη. Το ζητούμενο είναι να αναγνωριστούν έτσι οι διάφορες μορφές που μπορεί να λάβει η συμβολή κάθε ατόμου στην κοινωνία: εργασία (αμειβόμενη ή μη), επαγγελματική κατάρτιση (πριν από την είσοδο στην επαγγελματική ζωή ή επανακατάρτιση για αλλαγή επαγγέλματος), βοήθεια που παρέχεται στους οικείους, δραστηριοποίηση στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, καλλιτεχνική δημιουργία κ.λπ. Ένας από τους υπέρμαχους αυτής της μορφής του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος στη Γαλλία, ο Μπατίστ Μιλοντό, συνδέει την ιδέα και με άλλα δραστικά μέτρα για τη μείωση των ανισοτήτων: φόρος εισοδήματος με έντονα κλιμακούμενους φορολογικούς συντελεστές, φόρος επί της περιουσίας, καθιέρωση μέγιστου επιτρεπόμενου εισοδήματος (με κλίμακα από το 1 έως το 4).

Στην άλλη άκρη του φάσματος, στη φιλελεύθερη εκδοχή του μέτρου -που θεωρητικοποιήθηκε από τον Αμερικανό οικονομολόγο Μίλτον Φρίντμαν (1912-2006) – το ποσό είναι τόσο χαμηλό ώστε κάποιος να μην μπορεί να αποφύγει την εργασία. Σε μια τέτοια περίπτωση, αντί να ενισχύει τη διαπραγματευτική εξουσία των εργαζομένων, το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα θα λειτουργούσε ως επιδότηση των εργοδοτών, που θα έμπαιναν στον πειρασμό να μειώσουν τους μισθούς. Επιπλέον, θα λειτουργούσε ως «οριστικός διακανονισμός», υποκαθιστώντας όλες τις υπάρχουσες κοινωνικές παροχές (υγείας, γήρατος, ανεργίας, οικογενειακών επιδομάτων κ.λπ.). Με λίγα λόγια, το εργαλείο αυτό θα μπορούσε να τεθεί στην υπηρεσία διαμετρικά αντίθετων κοινωνικών προγραμμάτων και κοσμοθεωριών. «Άλλοτε μας αντιμετωπίζουν ως νεοφιλελεύθερους κι άλλοτε ως κομμουνιστές» στενάζουν η Νικόλ Τεκ και ο Γιουέ Γιν, μέλη του Γαλλικού Κινήματος για το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα (MFRB), που ιδρύθηκε το 2013 και αριθμεί 900 περίπου μέλη.

Προς ποιον από τους δύο πόλους κλίνει σήμερα ο δημόσιος διάλογος; Περιέργως, οι αναλύσεις αποκλίνουν: ορισμένοι βλέπουν γατάκια, ενώ άλλοι βλέπουν τίγρεις. Στα δεξιά, ο μηχανικός Μαρκ ντε Μπασκιά, ένας από τους κυριότερους θεωρητικούς υποστηρικτές της ιδέας στη Γαλλία, παρατηρεί: «Δύο έρευνες που πραγματοποιήθηκαν με διαφορά ενός έτους σε μέλη πολιτικών κομμάτων αποδεικνύουν ότι η ιδέα αποκτά ολοένα και περισσότερο “αριστερή” χροιά. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα ενοχλητική εξέλιξη γιατί, εάν εκλαμβάνεται ως μια τρέλα των αριστεριστών, θα είναι ακόμη δυσκολότερο να προχωρήσει».

Εξίσου ενοχλημένη, αλλά για τους εντελώς αντίθετους λόγους, είναι και η Κορίν Μορέν Νταρλέ, μέλος της εθνικής γραμματείας του γαλλικού Κόμματος της Αριστεράς (ΡG). Ανακάλυψε το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα πριν από οκτώ περίπου χρόνια, μαζί με τον Μιλοντό, στους κόλπους του Mouvement Utopia (κίνημα στο οποίο συμμετέχουν μέλη των Πρασίνων και του ΡG): «Για μένα παραμένει η πιο ανατρεπτική ιδέα στο πολιτικό πεδίο. Μόνο που σήμερα τη βλέπω να υιοθετείται παντού, με μια μορφή που στερείται του αρχικού νοήματός της». Πράγματι, οι πειραματικές εφαρμογές της που γνώρισαν μεγάλη προβολή από τα μέσα ενημέρωσης, στην Ολλανδία και στην Φινλανδία για παράδειγμα, δεν έχουν τίποτα το επαναστατικό. Στις 20 ολλανδικές πόλεις που εξετάζουν το ενδεχόμενο υιοθέτησης του μέτρου, πρόκειται μάλλον για μια «μεταρρύθμιση της κοινωνικής προστασίας εμπνευσμένη από ορισμένες αρχές του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος» διευκρινίζει ο οικονομολόγος Σίαρ Χουιμάκερς.

Στο Ελσίνκι, το Κόμμα του Κέντρου, που βρίσκεται στην κυβέρνηση από το 2015, έκανε καμπάνια υπέρ του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος. Σε αυτό βλέπει ένα μέσο για τη βελτίωση της κοινωνικής προστασίας σε ένα πλαίσιο λιτότητας, καθώς και για την ενθάρρυνση της απασχόλησης μέσω της ώθησης των δικαιούχων των κοινωνικών βοηθημάτων προς την αγορά εργασίας. Συνδυασμένο με μια θέση εργασίας, το ελάχιστο εισόδημα θα μπορούσε να εξουδετερώσει την «παγίδα της αεργίας», δηλαδή τον κίνδυνο η επιστροφή στην αμειβόμενη εργασία να καταλήγει σε μείωση του εισοδήματος λόγω της απώλειας των κοινωνικών παροχών, με αποτέλεσμα την εκ νέου επιλογή της ανεργίας. Το μέτρο υποστηρίζεται ευρύτατα από τον πληθυσμό της χώρας, αλλά και από τους Πράσινους και την Αριστερή Συμμαχία. Αναμένεται ότι μια οριστική έκθεση θα επιτρέψει τη δρομολόγηση -στις αρχές του 2017- μιας διετούς πειραματικής εφαρμογής του μέτρου· ωστόσο, τα πρώτα στοιχεία που έχουν δοθεί στη δημοσιότητα δείχνουν πως οι αρχικές φιλοδοξίες έχουν αναθεωρηθεί προς τα κάτω. Το πιλοτικό πρόγραμμα προβλέπει ένα εισόδημα της τάξης των μόλις 550 ευρώ, στο οποίο μπορεί να προστεθεί η επιδότηση ενοικίου, και καταβάλλεται σε 10.000 άτομα. «Το πνεύμα είναι εντελώς διαφορετικό από εκείνο του ελβετικού δημοψηφίσματος» επιμένει ο Ότο Λέχτο, μέλος του φινλανδικού τμήματος του Basic Income Earth Network (BIEN, Παγκόσμιο Δίκτυο για το Βασικό Εισόδημα). «Δεν τίθεται θέμα ούτε καταπολέμησης της φτώχειας ούτε καθιέρωσης του δικαιώματος στο εισόδημα, πόσο μάλλον της απελευθέρωσης από την εργασία».

Κανείς από τους συνομιλητές μας δεν διακηρύσσει ανοιχτά την πλήρη διάλυση του υφιστάμενου συστήματος κοινωνικής προστασίας. Ούτε καν ο Φρεντερίκ Λεφέμπρ, βουλευτής του (δεξιού) κόμματος των Ρεπουμπλικανών, που τον Ιανουάριο του 2016 υπερασπίστηκε στην Εθνοσυνέλευση, από κοινού με τη σοσιαλίστρια συνάδελφό του Ντελφίν Μπατό, τροπολογίες που ζητούσαν από την κυβέρνηση να παρουσιάσει στο Κοινοβούλιο επίσημη έκθεση για το κατά πόσο είναι εφικτή η καθιέρωση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος ή ο Γκασπάρ Κενίγκ, ιδρυτής της φιλελεύθερης δεξαμενής σκέψης Ελεύθερη Γενιά. Θα μπορούσε να αντικαταστήσει ορισμένες από τις παροχές του συστήματος αλληλεγγύης που χρηματοδοτούνται από τη φορολόγηση, όπως το RSA (Εισόδημα Ενεργού Αλληλεγγύης), κανείς όμως δεν υποστηρίζει ότι θα έπρεπε να θιγεί το ασφαλιστικό καθεστώς που χρηματοδοτείται από τις εισφορές των ασφαλισμένων (συντάξεις, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, επιδόματα ανεργίας). Μονάχα τα οικογενειακά επιδόματα θα αντικαθίσταντο από τη χορήγηση σε κάθε παιδί ενός ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, το ύψος του οποίου θα ήταν χαμηλότερο από εκείνο των ενηλίκων. Το ίδιο ποσό για τον καθένα, όποια κι αν είναι η κατάστασή του: όλοι οι υπέρμαχοι του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος συμφωνούν ότι πρέπει να σταματήσει η εισβολή στην ιδιωτική ζωή που συνεπάγεται το σημερινό σύστημα κοινωνικής αλληλεγγύης, του οποίου οι παροχές δίνονται υπό όρους (ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση, το εισόδημα κ.ο.κ.).

Η επανεμφάνιση της έννοιας στην Ευρώπη, με την ονομασία «οικουμενικό επίδομα» οφείλεται στον Βέλγο φιλόσοφο Φιλίπ βαν Παρέις, στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Πρώην μέλος του κόμματος των Οικολόγων, θεωρεί ότι η αναγνώριση της δυνατότητας κάθε ατόμου να οργανώνει τη ζωή του και την εργασία του όπως εκείνο επιθυμεί ανατρέπει τα διανοητικά βολέματα τόσο της Αριστεράς όσο και της Δεξιάς. Όπως αφηγείται, «κατά τη διάρκεια μιας παρέμβασής μου ενώπιον του φλαμανδικού Φιλελεύθερου Κόμματος ρώτησα: “Ποιος από εσάς θεωρεί ότι η ελευθερία είναι μια αξία που έχει πρωταρχική σημασία;” Όλος ο κόσμος σήκωσε το χέρι του. Στη συνέχεια, πρόσθεσα: “Και τώρα, ποιος από εσάς πιστεύει ότι μονάχα οι πλούσιοι πρέπει να έχουν αυτήν τη δυνατότητα;».

Ποια άλλα επιχειρήματα θα δικαιολογούσαν την καθιέρωση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος; Όλοι οι συνομιλητές μας επικαλούνται τον αριθμό των θέσεων εργασίας που είναι καταδικασμένες να εξαφανιστούν εξαιτίας της αυτοματοποίησης και της ψηφιοποίησης της παραγωγής. Στην Ελβετία, οι πρωτεργάτες της πρωτοβουλίας «Για ένα άνευ όρων ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα» παρέλασαν στους δρόμους μεταμφιεσμένοι σε ρομπότ που εκδήλωναν την επιθυμία τους να εργαστούν, παίρνοντας τις δουλειές των ανθρώπων. Εντούτοις, μια πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ μετριάζει τις εκτιμήσεις παλαιότερων μελετών που πρόβλεπαν «μαζική ανεργία, οφειλόμενη στην τεχνολογία»: εκτιμά ότι μόνο 9% των θέσεων εργασίας «παρουσιάζουν υψηλό κίνδυνο αυτοματοποίησης», προειδοποιώντας ταυτόχρονα ότι οι πλέον εκτεθειμένοι εργαζόμενοι είναι εκείνοι «με το χαμηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης».

Το ζητούμενο είναι να διασφαλιστεί η ελευθερία επιλογής των προσωπικών διαδρομών σε μια στιγμή γενικευμένης επισφάλειας – με τον κίνδυνο να παγιωθεί η ανισόρροπη διανομή του πλούτου ανάμεσα στους μισθούς και στα κέρδη. Κάτι τέτοιο γίνεται φανερό με το παράδειγμα του Earned Income Tax Credit, μέσω του οποίου το αμερικανικό κράτος συμπληρώνει το εισόδημα ορισμένων φτωχών εργαζομένων. Υπάρχει και ένας ακόμη σκόπελος: ότι η καθιέρωση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος μετατρέπεται σε αφορμή για την κατεδάφιση του εργατικού δικαίου και των μισθολογικών κατακτήσεων, με τον τρόπο που γίνεται από επιχειρήσεις όπως η Uber.

Τα πάντα εξαρτώνται από τη διαπραγματευτική δύναμη που θα έδινε στους εργαζομένους το ύψος του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματός τους, καθώς επίσης και το επίπεδο της φορολόγησης και της αναδιανομής του πλούτου. Όμως, ως προς αυτά τα ζητήματα, η μεγάλη διστακτικότητα πολλών υπερμάχων του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος έρχεται σε αντίθεση με την τόλμη της ιδέας που εκφράζουν.

Όπως κάθε προοδευτικό πρόγραμμα, η αριστερή εκδοχή του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος προσκρούει στην απουσία μιας εξουσίας που θα μπορούσε να το υλοποιήσει. Σε αυτό προστίθεται, στον βαθμό που μια τέτοια πρόταση κερδίζει μεγάλη δημοφιλία, ο ολοένα μεγαλύτερος κίνδυνος της αλλοίωσης. Όσο κι αν η ιδέα της καθιέρωσης ενός οικουμενικού εισοδήματος ακόμη προκαλεί επί της ουσίας αδιαφορία ή αποδοκιμασία, μοιάζει σε ορισμένους βολική σανίδα σωτηρίας, δεδομένου ότι στη Γαλλία πλησιάζουν οι βουλευτικές και οι προεδρικές εκλογές του 2017 μέσα σε μια συγκυρία έλλειψης νέων ιδεών και απαξίωσης της πολιτικής δράσης. Την περασμένη άνοιξη, ενώ μαινόταν η μάχη ενάντια στον νόμο της κυβέρνησης Βαλς για τα εργασιακά, ο Γκιγιόμ Ματελιέ, σοσιαλιστής δήμαρχος της πόλης Αμπιγί της Άνω Σαβοΐας και συντάκτης μιας διατριβής για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, δήλωνε ότι ο γραμματέας του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ζαν-Κριστόφ Καμπαντελίς τον επιφόρτισε να «προωθήσει την ιδέα» στο εσωτερικό του κόμματος, αν και ο ίδιος την αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό. Όσο για τον πρωθυπουργό Μανουέλ Βαλς, δήλωνε στις 19 Απριλίου 2016 στο Facebook ότι επιθυμεί «να δρομολογήσει το ζήτημα του οικουμενικού εισοδήματος», προσθέτοντας αμέσως μετά ότι δεν θα πρόκειται για ένα επίδομα που θα «χορηγείται σε όλους», καθώς «κάτι τέτοιο θα είχε υπερβολικό κόστος και δεν θα είχε κανένα νόημα». Με άλλα λόγια: δεν υπάρχει πρόβλημα να καθιερωθεί το οικουμενικό εισόδημα, αρκεί μονάχα να μην είναι… οικουμενικό!

Σε κάθε περίπτωση, πώς να ελπίζουμε στην εδραίωση της νομιμοποίησης του δικαιώματος στο οικουμενικό εισόδημα σε μια κοινωνία που στραγγαλίζεται από τη λιτότητα και σφυροκοπείται από μια ρητορική η οποία στάζει χολή εναντίον «της τεμπελιάς των φτωχών που περιμένουν να τους πληρώνει το κράτος»; Δεν πρέπει να βιαστούμε, πρέπει να έχουμε χρόνο για να διεξάγουμε αυτήν την πολιτισμική και πολιτική μάχη: ίσως αυτός να είναι ο καλύτερος τρόπος για να είμαστε σίγουροι πως, όταν βάλουμε το γατάκι μέσα στο σαλόνι, δεν θα μετατραπεί σε τίγρη που θα κατασπαράξει τους ιδιοκτήτες της.

 

Η Mona Chollet είναι συντάκτης της «Le Monde diplomatique»

Επιμέλεια: Βασίλης Παπακριβόπουλος

Πηγή: Η Αυγή