Ο Τραμπ αναμένεται να υιοθετήσει ένα «γενικευμένο δασμολογικό σοκ» με δασμούς 60% για τα κινεζικά προϊόντα και 20% για οποιαδήποτε άλλη εισαγωγή.
Ο αμερικανικός εκλογικός κύκλος έκλεισε, μετά από μια περίοδο ιδιαίτερα έντονων αντιπαραθέσεων, με την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ και την επικράτηση του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Όπως ήταν αναμενόμενο, η επανεκλογή των Ρεπουμπλικάνων συνοδεύεται από πυκνές συζητήσεις, που κινούνται σε ένα ευρύτερο φάσμα: από την εμπεριστατωμένη-ιστορική ανάλυση μέχρι και φανατικές (υποστηρικτικές και μη) προσεγγίσεις. Ο σκοπός του συγκεκριμένου σημειώματος δεν είναι να προβεί σε μια πρόβλεψη των επιδράσεων της εκλογής του Τραμπ στη διεθνή οικονομία. Άλλωστε, κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά δύσκολο στην περίοδο των «επάλληλων αβεβαιοτήτων». Σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο, οι επιπτώσεις της εκλογής του Τραμπ φαίνονται περιορισμένες. Βέβαια, οι μεσοπρόθεσμες επιδράσεις στο διεθνές εμπόριο, τη διεθνή ανάπτυξη και την κλαδική εξειδίκευση της διεθνούς οικονομίας ενδέχεται να είναι εντονότερες. Όμως σε κάθε περίπτωση, ο προσδιορισμός του (μελλοντικού) αποτυπώματος των αμερικανικών εκλογών μοιάζει μια δύσκολη άσκηση.
Πρόδηλα, μια προσεκτική αποτίμηση της πρώτης διακυβέρνησης του Τραμπ μπορεί να προσφέρει χρήσιμη πληροφόρηση. Βέβαια, δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός πως ο κόσμος δεν είναι πια ο ίδιος. Προφανώς, δεν είναι το ίδιο οριζόντιος: Βιώνει δύο ανοιχτά «πολεμικά σοκ» και εξέρχεται από μια παρατεταμένη πληθωριστική κρίση, που είχε μια σειρά από συνέπειες, μία από τις κυριότερες –αν όχι η κυριότερη– εκ των οποίων είναι η όξυνση των εισοδηματικών ανισοτήτων.
Πράγματι, η πανδημία του COVID-19, αλλά και η πληθωριστική κρίση που την ακολούθησε, ενέτειναν τις ανισότητες, με αποτέλεσμα ο πλούτος του πλουσιότερου 1% του παγκόσμιου πληθυσμού να αυξάνεται σημαντικά, ενώ το 99% της ανθρωπότητας γίνεται φτωχότερο[1]. Βέβαια, μια θετική ένδειξη είναι ότι η διεθνής οικονομία έχει εισέλθει σε μια φάση αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού, παρότι παραμένουν ισχυρές μακροοικονομικές πιέσεις σε αρκετές επιμέρους οικονομίες. Μάλιστα, η αποκλιμάκωση αυτή έλαβε χώρα χωρίς κάποια αρνητική επίδραση στο παραγόμενο προϊόν και το εισόδημα, ως αποτέλεσμα της συσταλτικής νομισματικής πολιτικής. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η τελευταία έκδοση του World Economic Outlook του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, η παγκόσμια μάχη με τον πληθωρισμό έχει κερδηθεί, αλλά καταγράφονται μια σειρά από προκλήσεις[2]: η κλιμάκωση των περιφερειακών εντάσεων, η συσταλτική (για αρκετό διάστημα) νομισματική πολιτική, η επιβράδυνση της μεγέθυνσης της κινεζικής οικονομίας, αλλά και η ενίσχυση των προστατευτικών πολιτικών. Η ενίσχυση του προστατευτισμού έχει μια σειρά από αιτιάσεις: τον αυξανόμενο εξωτερικό ανταγωνισμό, τις δομικές αδυναμίες του κλάδου της μεταποίησης και τη χαμηλή παραγωγικότητα. Οι δυνητικές επιδράσεις της νίκης του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, το οποίο έχει υπό τον έλεγχό του το Κογκρέσο, στη διεθνή οικονομία μπορούν να εξεταστούν σε δύο επίπεδα, τη δημοσιονομική και την εξωτερική εμπορική πολιτική.
Στην πρώτη θητεία του Τραμπ οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις ήταν, όπως επισημαίνει και ο Άνταμ Τουζ, μάλλον λιγότερο ριζοσπαστικές σε σχέση με ό,τι παρουσιάζεται. Η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική κινήθηκε εντός ενός δημοσιονομικού περιθωρίου της τάξης του 1% του προϋπολογισμού, που συνδέθηκε μάλιστα με μέτρα που συνδέθηκαν με χαμηλούς δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές. Σε δημοσιονομικό επίπεδο, λόγω και των μάλλον αμελητέων δημοσιονομικών πολλαπλασιαστών, δεν είναι βέβαιο ότι μια ανάλογη δημοσιονομική επέκταση θα μεταφραστεί σε αυξανόμενο πληθωρισμό.
Σε σχέση με την εξωτερική εμπορική πολιτική και τους δασμούς, τα πράγματα μοιάζουν περισσότερο πολύπλοκα. H πολυπλοκότητα αυτή συνδέεται με την επιλογή μεταξύ γενικευμένων και στοχευμένων δασμών. Η πρώτη διακυβέρνηση του Τραμπ συνδέθηκε με δασμούς σε διάφορα κινεζικά προϊόντα, που ενίσχυσαν το δολάριο σε σχέση με του γουάν. Σύμφωνα με μια σειρά από ενδιαφέρουσες έρευνες, το 22% της ανατίμησης του δολαρίου το διάστημα 2018-2019 οφείλεται στους δασμούς που επέβαλαν οι ΗΠΑ[3].
Ένα σημείο που δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει είναι ότι η επιθετική δασμολογική πολιτική δεν σταμάτησε με την εκλογή του Μπάιντεν και την ήττα του Τραμπ, καθώς οι Δημοκρατικοί επέβαλαν υψηλούς δασμούς σε μια σειρά κινεζικών προϊόντων, όπως είναι τα ηλεκτρικά οχήματα, τα τσιπς κ.λπ. Όμως, από ό,τι τουλάχιστον μέχρι στιγμής διαφαίνεται, ο Τραμπ αναμένεται να υιοθετήσει ένα «γενικευμένο δασμολογικό σοκ» με δασμούς 60% για τα κινεζικά προϊόντα και 20% για οποιαδήποτε άλλη εισαγωγή. Όπως επισημαίνει και ο ΟΟΣΑ, ένα ενδεχόμενο γενικευμένο «προστατευτικό σοκ», σε συνδυασμό με μια πιθανή όξυνση της γεωπολιτικής αστάθειας, δύναται να μεταφραστεί σε υψηλότερες τιμές και σε διαταραχή των εφοδιαστικών αλυσίδων, επηρεάζοντας αρνητικά τη διεθνή οικονομική ανάπτυξη[4]. Ήδη, η αβεβαιότητα της εμπορικής πολιτικής έχει επιδεινωθεί σημαντικά τους τελευταίους μήνες, χωρίς βέβαια να έχει επιστρέψει στα επίπεδα του 2018-2019.
Σύμφωνα με τις μελέτες των διεθνών οικονομικών οργανισμών, η παγκόσμια οικονομία καλείται να βρει τον βηματισμό της μετά την πληθωριστική κρίση, εν μέσω επάλληλων κρίσεων, οι οποίες μάλιστα υπερβαίνουν την εκλογή του Τραμπ. Προφανώς, η επανεκλογή του εισάγει πρόσθετη αβεβαιότητα, λόγω και της πληθώρας των πηγών αστάθειας (π.χ. συγκρούσεις στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή). Η αβεβαιότητα αυτή μπορεί να μετριαστεί με την υιοθέτηση οικονομικών πολιτικών. Παρά τις αναντίρρητα μεγάλες πιέσεις του παγκόσμιου δημοσίου χρέους, το οποίο ξεπερνά τα 100 τρισ. δολάρια και το 93% του διεθνούς Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος, ο σχεδιασμός και η υιοθέτηση οικονομικών πολιτικών είναι πρώτιστης σημασίας[5]. H επένδυση στην τεχνολογία και την καινοτομία, η βελτίωση της διαχείρισης των διαθέσιμων πόρων, η εμβάθυνση της οικονομικής ενοποίησης, αλλά και οι υποστήριξη των δημόσιων πολιτικών, είναι κρίσιμης σημασίας.
[1] J. Ghosh (2022). Globalisation and Deglobalisation: The Impact of the Alternatives. Intereconomics, 57 (6): 342-343. Διαθέσιμο εδώ.
[2] IMF (2024). World Economic Outlook: Policy Pivot, Rising Threats. International Monetary Fund, Washington DC. Διαθέσιμο εδώ.
[3] Ο. Jeanne και J. Son (2023). To What Extent Are Tariffs Offset By Exchange Rates?. Journal of International Money and Finance, Volume 142, 2024. Διαθέσιμο εδώ.
Μανόλης Μανιούδης