Στη συμβολή των οδών Βρυούλων και Υμηττού στην Καισαριανή υπάρχει μια σειρά από προσφυγικές πολυκατοικίες του Μεσοπολέμου. Οι τοίχοι τους είναι κατάστικτοι: φέρουν τα σημάδια από τη Μάχη της Αθήνας του 1944, όταν οι βρετανικές δυνάμεις επιτέθηκαν στους οχυρωμένους μαχητές του ΕΛΑΣ που ήλεγχαν την είσοδο της συνοικίας.
Ογδόντα χρόνια μετά, κλιματιστικά, σωληνώσεις και μπαλώματα δεν έχουν εξαφανίσει τα ίχνη από τα βλήματα, ενώ ο προσεκτικός παρατηρητής μπορεί να διακρίνει ένα αχνό σύνθημα με κόκκινη μπογιά. Πρόκειται για ένα τοπόσημο της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Απλώς δεν υπάρχει τίποτα που να το υποδεικνύει πέρα από μια διακριτική μαρμάρινη πινακίδα με λιγοστές πληροφορίες που χάνονται στον πλεονασμό του επικολυρισμού.
Η απουσία της σήμανσης του γεγονότος σε ένα δήμο που παραδοσιακά ανήκει στην Αριστερά υπογραμμίζει την αμηχανία της έναντι του Δεκέμβρη του 1944. Ιστορικά η επαναστατική έκρηξη των λαϊκών και προσφυγικών συνοικιών αποτέλεσε ένα από τα θεμέλια του ελληνικού αντικομμουνισμού και ταυτόχρονα ένα εσωτερικό τραύμα για την Αριστερά, που προσπαθούσε να το αποφύγει μεταθέτοντας τη συζήτηση στην περίοδο της Κατοχής ως αποδεικτική της δικής της συνεισφοράς στην εθνική υπόθεση.
Η Μάχη της Αθήνας έφερνε την Αριστερά αντιμέτωπη με δύσκολες ερωτήσεις που εκκινούσαν από το ζήτημα της κατάληψης της εξουσίας και έφταναν μέχρι το βάρος μιας βίαιης εμφύλιας σύγκρουσης που –μεταξύ άλλων– δοκίμαζε τη συμμαχική ενότητα. Μια «σκατοϊστορία», όπως έλεγε ένας έγκλειστος Γερμανός κομμουνιστής στο Μπούχενβαλντ προσπαθώντας να καταλάβει γιατί οι Ελληνες σύντροφοί του στην Αθήνα βρέθηκαν να πολεμούν με τους Βρετανούς την ώρα που ο πόλεμος δεν είχε τελειώσει.
Υπό το βάρος της ήττας και των όσων ακολούθησαν, αυτό που συνέβη τον Δεκέμβρη του 1944 μετασχηματίστηκε για την ελληνική Αριστερά σε σιωπή.
Ο υποφωτισμένος Δεκέμβρης του 1944 ήρθε με ορμητικό τρόπο στο προσκήνιο τον Δεκέμβρη του 2008. Το σύνθημα «Βάρκιζα τέλος / ζωή μαγική» εξέφρασε το εξεγερτικό φαντασιακό της στιγμής και εγκαινίασε μια περίοδο –όσο η χώρα βυθιζόταν στην κρίση– όπου περίσσευαν οι ιστορικές αναλογίες και οι αντιπαραθέσεις γύρω από το παρελθόν.
Η Μάχη της Αθήνας απενοχοποιήθηκε. Ιστορικά βιβλία –όπως του Μενέλαου Χαραλαμπίδη–, περίπατοι στα σημεία της σύγκρουσης και κυρίως η αίσθηση ενός νήματος που συνέδεε το βαθύ χάσμα μεταξύ της αστικής και της εργατικής Αθήνας με τις πολώσεις της κρίσης άλλαξαν το τοπίο. Και αυτό είχε και πολιτικό αποτύπωμα.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα έκανε μια δική του εσωτερική αναθεώρηση: η αντιστασιακή εμπειρία της Κατοχής άρχισε να υποκαθίσταται από τον Δεκέμβρη και τον Εμφύλιο μέσα από την αναγόρευσή τους στις κατεξοχήν εμπειρίες της επαναστατικής αναμέτρησης. Στην άλλη πλευρά, πολιτικοί και δημοσιολογούντες που υπερασπίζονταν την πολιτική των μνημονίων έκαναν τα δικά τους μαθήματα Ιστορίας. Από την κρίση της Βαϊμάρης μέχρι τη Μάχη της Αθήνας αναπήδησε η θεωρία των «δύο άκρων» και η έκκληση μιας επίπονης σταθερότητας έναντι του ιστορικά απρόβλεπτου που σηματοδοτούσαν οι ογκώδεις διαδηλώσεις που αμφισβητούσαν την πολιτική των μνημονίων.
Σήμερα, βρισκόμαστε σε ένα παράξενο σημείο. Τα 80 χρόνια από τα Δεκεμβριανά δεν φαίνεται να πυροδοτούν μια αντιπαράθεση στη δημόσια σφαίρα. Αυτό δεν πρέπει να μας εκπλήσσει. Το ίδιο συνέβη και με άλλα ορόσημα – τα 200 του 1821, τα 100 του 1922, τα 50 του 1974.
Προφανώς έχουμε –και αυτό είναι θετικό– δημοσιογραφικά αφιερώματα, τηλεοπτικές παραγωγές, νέες ιστορικές εργασίες. Δίχως όμως την ένταση που ζήσαμε στο πρόσφατο σχετικά παρελθόν.
Η ιστορία στις σύγχρονες κοινωνίες είναι ένας από τους κατεξοχήν τόπους συγκρότησης ανταγωνιστικών ταυτοτήτων – όπως στο παράδειγμα των ΗΠΑ με το ζήτημα της δουλείας. Αλλά αυτή η διάσταση δεν έρχεται από το παρελθόν στο παρόν. Εχει την αντίστροφη φορά. Είναι οι κοινωνικοί και πολιτικοί ανταγωνισμοί του παρόντος αυτοί που επικάθονται στις αναγνώσεις του παρελθόντος και το μετατρέπουν σε συγκρουσιακό πεδίο.
Υπό αυτό το πρίσμα, η σχετική απάθεια της ελληνικής κοινωνίας για τα ορόσημα της ιστορίας της μας λέει ίσως κάτι για το σημείο που βρισκόμαστε: την απουσία σύγχρονων διαχωριστικών γραμμών και κυρίως ευδιάκριτων ανταγωνιστικών σχεδίων για το παρόν και το μέλλον.
φωτό: Λένα Στεφάνου
Κωστής Καρπόζηλος
Καθημερινή