Χωρίς να έχει κλείσει οριστικά η συμφωνία και χωρίς να έχει κανείς αυταπάτες για τον ρόλο που θα συνεχίζουν να παίζουν όλη την επόμενη περίοδο οι δανειστές, φαίνεται ότι αυτή μπορεί να δώσει τον «χώρο» που η κυβέρνηση χρειάζεται και αναζητά.
Μέχρι το 2019 ανοίγει μια περίοδος «σχετικής ηρεμίας» στις σχέσεις της με τους δανειστές, που η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να την εκμεταλλευτεί ρίχνοντας, λογικά, «στο πεδίο» το σύνολο των όπλων που διαθέτει, οικονομικά πολιτικά και θεσμικά. Αυτό θα της δώσει την δυνατότητα να «πυκνώσει τον χρόνο» έτσι ώστε σε αυτό το σύντομο χρονικό διάστημα να μπορέσει να ανατρέψει την, όποια, δυσμενή κατάσταση έχει διαμορφωθεί σε βάρος της στο εσωτερικό της χώρας.
Ελοχεύει όμως ο «ηθικός κίνδυνος». Αυτός μπορεί να περιγραφεί σαν εκείνη την «κατάσταση» όπου η κυβέρνηση προσαρμόζει τη συμπεριφορά της, τις διεκδικήσεις και στόχους της, στα όρια του «προγράμματος» και της συμφωνίας και γίνεται, με αυτό τον τρόπο, «ιδιοκτήτης» τους.
Άλλωστε αυτός ακριβώς είναι, σε τελική ανάλυση, ο στόχος των «προγραμμάτων προσαρμογής». Αυτός δεν είναι κυρίως οικονομικός, αλλά πολιτικός – ιδεολογικός: Να «κανονικοποίησει» σε μια συγκεκριμένη συμπεριφορά την κοινωνία με «φόβητρο» το δυσμενές αποτέλεσμα που μπορεί να έχει για αυτήν «η μη κανονική συμπεριφορά».
Ο «κόφτης» εν” προκειμένω, δεν παίζει κανέναν άλλο ρόλο παρά να επιχειρεί να θέτει τα πλαίσια της ¨κανονικής συμπεριφοράς» στην κυβέρνηση και δια αυτής, στην ίδια την κοινωνία. Το τελικό αποτέλεσμα θα είναι, να κυριαρχήσει στην τελευταία η αντίληψη ότι οι διεκδικήσεις της πρέπει να είναι «υπό την αίρεση του κόφτη» και «τους κινδύνους εκτροχιασμού του προγράμματος».
Ο «ηθικός κίνδυνος» είναι υπαρκτός και η δουλειά της κυβέρνησης είναι όχι μόνο να δημιουργεί συνεχώς νέες δυνατότητες για την κοινωνία αλλά και να στέλνει συνεχώς μηνύματα σε αυτήν για την απόκρουση του. Αυτό τελικά είναι που θα κριθεί τα επόμενα δύο χρόνια.
Ένα νέο πεδίο πάλης
Η δουλειά του «συνειδητού παράγοντα» σε αυτή την ιστορική συγκυρία είναι κυρίως να συνθέτει στο κοινωνικό πεδίο, τις δυνατότητες που αυτά τα δύο χρόνια έχουν δημιουργηθεί, να κινητοποιεί την κοινωνία στην αξιοποίηση αυτών των δυνατότατων αλλά και στην διεκδίκηση νέων.
Δεν είναι μια εύκολη διαδικασία και όχι μόνο γιατί αυτή είναι μια πρωτόγνωρη διαδικασία. Η αξιοποίηση των δυνατοτήτων που σήμερα έχουν δημιουργηθεί σε οποιοδήποτε πεδίο, δεν μπορεί γίνει ερήμην της κοινωνίας. Αντίθετα προϋπόθεση για να υπάρξει επιτυχία είναι η συμμετοχή της κοινωνίας.
Αυτή η «άσκηση» μπορεί και πρέπει να επεκταθεί στο σύνολο της κοινωνικής δράσης, γιατί δυνατότητες έχουν δημιουργηθεί σχεδόν παντού. Από την ανάπτυξη και την παραγωγική ανασυγκρότηση μέχρι και την υπεράσπιση και διεύρυνση των εργασιακών δικαιωμάτων.
Ομως η ύπαρξη δυνατοτήτων και η προσπάθεια δημιουργίας νέων δεν φτάνει. Απέναντι μας έχουμε έναν κρατικό μηχανισμό που είναι διαποτισμένος με την ιδεολογία του αντιπάλου. Ο αντίπαλος εντός του κρατικού μηχανισμού είναι ταμπουρωμένος πίσω από τις διατάξεις της δικής του νομιμότητας και συνεχώς βάζει και θα βάζει εμπόδια στην αξιοποίηση των δυνατοτήτων ή την δημιουργία νέων.
Ο κίνδυνος διολίσθησης του ΣΥΡΙΖΑ και να γίνει αυτός το «μακρύ χέρι του κράτους εντός της κοινωνίας», είναι υπαρκτός στον βαθμό βεβαίως που συμβιβαστεί με παγιωμένες πρακτικές και αντιλήψεις και θεωρήσει ότι προσωπικές επιλογές κυβερνητικών στελεχών ή ακόμα και συνειδητές πολιτικές επιλογές που γίνονται υπό το πίεση του «ηθικού κινδύνου» ή των πιέσεων της γραφειοκρατίας του κάθε υπουργείου είναι «δικές του» και τις ενσωματώσει σε δικές του πρακτικές και αποφάσεις.
Ακόμα και «θύλακες» που θεωρητικά έχουν φτιαχτεί ή στελεχωθεί από αυτή την κυβέρνηση έχουν αντίστοιχες συμπεριφορές και τα παραδείγματα είναι αρκετά και αυτό το αντιλαμβάνονται όλοι και όλες. Χρειάζονται λοιπόν συγκρούσεις που καμία φορά πρέπει να μεταφερθούν μέχρι και τα ανώτερα κλιμάκια της ίδιας της κυβέρνησης.
Τελικά η πάλη για την αξιοποίηση των δυνατοτήτων και την διεύρυνσή τους είναι το σημείο που μπορεί να συναντηθεί το κίνημα με τον «ηθικό κίνδυνο» και να συγκρουστεί μαζί του. Είναι το σημείο δηλαδή που μπορεί να «σπρώξει» την κυβέρνηση στην μη αποδοχή της ιδιοκτησίας του προγράμματος και με αυτό τον τρόπο να την προφυλάξει από τον ίδιο τον «ηθικό κίνδυνο».
Πηγή: Τα Μπλόκια