Ο Κύρκος Δοξιάδης αναζητεί τον κοινό ιδεολογικό πυρήνα της σύγχρονης ελληνικής Δεξιάς, αλλά και τη σημασία που έχει η αριστερή θεωρία να ανακτήσει την πολιτική της αξία μέσω της γείωσής της στη σύγχρονη ιστορική πραγματικότητα ● Το νέο του βιβλίο, με έντονα στοιχεία μιας κοινωνικοπολιτικής αυτοβιογραφίας, κυκλοφορεί τις προσεχείς μέρες από τις εκδόσεις ΤΟΠΟΣ.
Ο αντικομμουνισμός, η αντιαριστερά βρίσκονται στον σκληρό πυρήνα της Δεξιάς και ευρύτερα της δεξιάς ιδεολογίας που μπορεί να εκτείνεται μέχρι το ακραίο Κέντρο ή τον ιστορικό αναθεωρητισμό, λέει με λίγα λόγια ο Κύρκος Δοξιάδης, ομότιμος καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και σταθερός συνεργάτης της «Εφημερίδας των Συντακτών» στο νέο του βιβλίο «Τα φαντάσματα του (αντι)κομμουνισμού», που κυκλοφορεί τις προσεχείς μέρες από τις εκδόσεις «Τόπος». Οπως αναφέρει ο ίδιος, η αρχική του πρόθεση ήταν ένα βιβλίο για τη Δεξιά και την αρνητική ιδεολογία της κι αυτό υπηρετείται στο πρώτο μέρος του («Η ιδεολογία της σύγχρονης ελληνικής Δεξιάς»). Ομως, στην πορεία διαπίστωσε πως είναι αδύνατο να μην αναφερθεί στο αντικείμενο της απέχθειας της Δεξιάς, την Αριστερά, την περιπέτεια της οποίας έζησε για πολλές δεκαετίες, οργανωμένος ή ανένταχτος. Ετσι, το δεύτερο μέρος του βιβλίου («Οι αντιστάσεις της σύγχρονης ελληνικής Αριστεράς») έχει και τα χαρακτηριστικά μιας κοινωνικοπολιτικής αυτοβιογραφίας, όπως ο Κύρκος Δοξιάδης αναγνωρίζει στον πρόλογο του βιβλίου που προδημοσιεύει η «Εφ.Συν.».
Μια ιδιότυπη κοινωνικοπολιτική αυτοβιογραφία θα μπορούσε ίσως να χαρακτηριστεί το παρόν βιβλίο. Για ειδικούς αλλά και για γενικότερους λόγους.
Οι ειδικοί λόγοι αφορούν κάποια συγκεκριμένα σημεία, όπου όντως αναφέρομαι σε προσωπικές μου εμπειρίες, κυρίως από τα νεανικά μου χρόνια, όταν ήμουν μέλος της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος – της νεολαίας του ΚΚΕ Εσωτερικού. Οι αναφορές αυτές δεν έχουν απλώς ανεκδοτολογικό χαρακτήρα. Πρόκειται για εμπειρίες που συνεπικουρούν και στηρίζουν την αναλυτική μου επιχειρηματολογία. Προφανώς δεν εγείρουν αξιώσεις εκτεταμένης ιστορικής έρευνας, πόσο μάλλον έρευνας που στηρίζεται σε ποσοτική μεθοδολογία. Ενας όμως στοιχειωδώς καλοπροαίρετος αναγνώστης δύσκολα θα μπορούσε να αρνηθεί τη σημασία τους ως τεκμηρίων.
Κι έτσι περνάμε στους γενικούς λόγους για τους οποίους τούτο το βιβλίο θα μπορούσε να θεωρηθεί αυτοβιογραφικό. Δεν κατείχα ποτέ κυβερνητικό ή βουλευτικό αξίωμα, δεν ήμουν σημαίνον πρόσωπο της πολιτικής ζωής γενικότερα. Εχω όμως το εξής κοινωνιολογικό προσόν: προέρχομαι από ένα οικογενειακό περιβάλλον που συνδεόταν οργανικά με την ελληνική Δεξιά. […] Αναφέρομαι σε παρέες, φιλίες, κοινωνικές συναναστροφές και γνωριμίες των γονιών και των συγγενών μου, αλλά και στο μεγαλοαστικό σχολείο που πήγαινα (Κολλέγιο Αθηνών). Ολα αυτά είχαν διαμορφώσει ένα πλαίσιο εμπειριών που σημάδεψαν την υποκειμενικότητά μου από τα πολύ νεανικά μου χρόνια.
Ταυτόχρονα, έχοντας ενταχθεί στην Αριστερά από την εφηβεία μου, αρχικά ιδεολογικά-θεωρητικά και κατόπιν οργανωτικά, είχα τη δυνατότητα όχι απλώς να «στέκομαι κριτικά» –με ό,τι αυτό μπορούσε να σημαίνει– απέναντι στο μεγαλοαστικό-δεξιό περιβάλλον μου, αλλά και να σημαδεύομαι αρνητικά από τις εμπειρίες μου μέσα σε αυτό. Θα ήταν λίγο υπερβολικό να πω πως όλα εκείνα τα νεανικά μου χρόνια «μάζευα θυμό». Τούτο το βιβλίο όμως, όπως ίσως διαισθανθεί ο αναγνώστης και η αναγνώστρια, θα μπορούσε να θεωρηθεί και κάτι σαν «ιδεολογικό ξεκαθάρισμα λογαριασμών».
Η ευρύτητα του υπότιτλου ελπίζω πως καθιστά σαφή την ποικιλομορφία των θεμάτων που με απασχολούν. Στο πρώτο μέρος επικεντρώνομαι στις διαφορετικές και ποικίλες όψεις της δεξιάς ιδεολογίας. Από την ιδεολογία των ηγεσιών της Ν.Δ. μέχρι τη σχέση της Δεξιάς με τις κοινωνικές επιστήμες, τον ιστορικό αναθεωρητισμό και το ακραίο Κέντρο. Αν υπάρχει ένα νήμα που συνδέει όλα αυτά τα ποικιλόμορφα στοιχεία, τούτο είναι η κοινή ταξική βάση που καθορίζει και την κοινή αρνητική στόχευση: αντικομμουνισμός, αντιαριστερά.
Αρχικά σκόπευα να είναι ένα βιβλίο μόνο για την ελληνική Δεξιά και για την ιδεολογία της. Στην πορεία όμως είδα πως δεν θα μπορούσα να μην αναφερθώ αναλυτικότερα και στον αρνητικό στόχο της Δεξιάς με τον οποίο αυτοπροσδιορίζεται ως τέτοια. Γι’ αυτό και το «αντι» του «αντικομμουνισμού» του κύριου τίτλου μπήκε σε παρένθεση. Το δεύτερο μέρος, για την Αριστερά και την ιδεολογία της, είναι αρκετά μικρότερο. Εχει περισσότερο απολογητικό χαρακτήρα – αναπόφευκτα μάλλον, καθ’ ότι η εμπειρική-ιστορική αφετηρία είναι τα μεγάλα αδιέξοδα της Αριστεράς του παρόντος, στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς. Οπως είναι αναμενόμενο, εκεί ο αυτοβιογραφικός χαρακτήρας είναι λιγότερο έμμεσος. Σχεδόν όλα τα ζητήματα της ελληνικής Αριστεράς που θίγονται σε αυτό το μέρος τα είχα ζήσει από κοντά, ακόμα κι εκείνα που αφορούν το τεράστιο διάστημα κατά το οποίο δεν ήμουν οργανωμένος, την περίοδο 1980-2012.
Ορισμένες/-οι αναγνώστριες και αναγνώστες ίσως κρίνουν πως σε κάποια σημεία δίνω δυσανάλογα μεγάλη έκταση σε καθαρά θεωρητικά ζητήματα – όπως η σημασία της σχέσης της βιοπολιτικής και του πληθυσμού με τις κοινωνικές επιστήμες και με την κοινωνική ανάπτυξη ή η έννοια της αρνητικής ιδεολογίας. Και ίσως σκεφτούν πως η δυσαναλογία συνίσταται στο ότι η τόσο μεγάλη έμφαση στην καθαρή θεωρία δεν συνάδει με την κύρια εμπειρική-ιστορική αναφορά του εγχειρήματος, που είναι η σύγχρονη ελληνική ιδεολογία και πολιτική. Οφείλω να εξηγήσω εκ των προτέρων ότι και εκεί το βαθύτερο κίνητρο σχετίζεται με την κοινωνικοπολιτική αυτοβιογραφία μου.
Το ενδιαφέρον μου για τη φιλοσοφία και τις κοινωνικές επιστήμες κατά τα εφηβικά μου χρόνια δεν προέκυψε ως καμπή μιας καθαρά διανοητικής εξέλιξης. Οπως πιθανότατα και σε αρκετά άλλα άτομα της γενιάς μου, ο φιλοσοφικοεπιστημονικός προσανατολισμός μου επήλθε ως αποτέλεσμα της ιδεολογικοπολιτικής μου ένταξης στην Αριστερά. Και είναι γενικότερη θέση μου, όπως ελπίζω να φανεί και στις σχετικές σελίδες, ότι η αριστερή θεωρία, ακόμα και στα εκ πρώτης όψεως αφαιρετικά επίπεδα, έχει ούτως ή άλλως λόγο ύπαρξης μόνο σε συνάρθρωση με την πολιτική πρακτική της Αριστεράς.
Εδώ και μερικές δεκαετίες, θεωρητικοί που αυτοπροβάλλονται ως αριστεροί, τουλάχιστον με την έννοια του «όχι mainstream», έχουν καταφέρει να πείσουν πολύ κόσμο πως η αριστερή θεωρία είναι ένα διανοητικό παιχνίδι χωρίς καμία απολύτως ουσιαστική πολιτική σημασία. Με τη δουλειά μου, προσπαθώ να δείξω ότι το ακριβώς αντίθετο ισχύει. Γνωρίζω πως δεν είναι καθόλου εύκολο, αλλά δεν αισθάνομαι και Δον Κιχώτης. Ηδη, πολύς κόσμος φαίνεται πως αυτού του είδους την «αριστερή θεωρία» έχει αρχίσει να τη βαριέται. Γι’ αυτό και τελευταία στρέφεται περισσότερο προς τη δουλειά ιστορικών. Η ιστορική έρευνα και η ιστοριογραφία, όπως επίσης ελπίζω να φανεί στη συνέχεια, είναι απολύτως κρίσιμες για την αριστερή κοινωνική και πολιτική θεωρία, αλλά δεν μπορούν να την υποκαταστήσουν. Τα δοκίμια που ακολουθούν εντάσσονται στο πλαίσιο της προσπάθειας να επανακτήσει η αριστερή θεωρία την πολιτική της αξία, διά μέσου ακριβώς της γείωσής της στη σύγχρονη ιστορική πραγματικότητα.