Είναι από τις κινήσεις που προβληματίζουν. Όχι γιατί είναι σπάνιοι τέτοιου είδους δημόσιοι …χαριεντισμοί –ακριβώς το αντίθετο– αλλά γιατί πρόκειται για μια πρωτοβουλία της Κατερίνας Στεφανίδη, μιας αθλήτριας παγκόσμιου βεληνεκούς με κατακτημένο τον θαυμασμό και την εκτίμηση στο συλλογικό μας υποσυνείδητο, η οποία με τις κατά καιρούς δηλώσεις της έχει δείξει ότι και θέση παίρνει και όσα της αντιστοιχούν διεκδικεί.
Γι’ αυτό και ξένισε, για να το πούμε κομψά, ανάρτησή της με την οποία ευχαριστούσε δημόσια «τον κύριο Θοδωρή Λιβάνιο, την κυρία Μαρέβα Γκραμπόφσκι και οποιονδήποτε άλλο βοήθησε στις διαδικασίες των τελευταίων εβδομάδων. Με τη βοήθειά σας τελείωσε επιτέλους το θέμα της ιθαγένειας του άντρα μου», έγραψε αναφερόμενη σε ένα θέμα που η ίδια είχε θίξει πριν λίγο καιρό, πάλι με ανάρτησή της στα social media, απαντώντας στα συγχαρητήρια του Κυριάκου Μητσοτάκη όταν κατέκτησε το αργυρό μετάλλιο στο επί κοντώ, στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα στίβου στη Ρώμη.
Δύο μέτρα και δύο σταθμά
Έχει ενδιαφέρον να μείνει κανείς λίγο παραπάνω σε αυτή την κίνηση και να προσπαθήσει να ερμηνεύσει τι ώθησε μια τέτοια αθλήτρια, με επιρροή και σε άτομα νεώτερης ηλικίας, να ευχαριστήσει δημόσια όχι μόνο τον αρμόδιο υπουργό, αλλά και τη σύζυγο (!) του πρωθυπουργού –την όποια σύζυγο του όποιου πρωθυπουργού, μια και το θέμα μας εδώ δεν είναι προσωπικό (ποια είναι αλήθεια η θεσμική ιδιότητα της κ. Γκραμπόφσκι με την οποία παρενέβη, προκειμένου να επιλυθεί το αίτημα του συζύγου της Κατερίνας Στεφανίδη;). Τι την οδήγησε να …ευλογήσει δημόσια πρακτικές που ενισχύουν και διαιωνίζουν τη λογική του πελατειακού κράτους; Και, τελικά, ποιο μήνυμα περνάει όταν αυτή, η προσωποποίηση του «ευ αγωνίζεσθαι», αντί να στηλιτεύει την ολιγωρία των ιθυνόντων στην επίλυση ενός χρόνιου προβλήματος που ταλαιπωρεί πληθώρα ανθρώπων που βρίσκονται στη θέση του συζύγου και προπονητή της, ευχαριστεί δημόσια για τις …άνωθεν παρεμβάσεις;
Θα είχε επίσης ενδιαφέρον να βλέπαμε τι θα απαντούσε σε έναν απλό πρόσφυγα –ούτε μπασκετμπολίστα, ούτε προπονητή, ούτε ποδοσφαιριστή, ούτε ψηφοφόρο (για να μην ξεχνάμε και τις αλήστου μνήμης ελληνοποιήσεις για ψηφοθηρικούς λόγους)– ο οποίος βρίσκεται στη χώρα πάνω από 15 χρόνια, έδωσε εξετάσεις για πιστοποιητικό ελληνομάθειας και έπρεπε να ξέρει μέχρι και τους αρχιτεκτονικούς ρυθμούς των ναών (βασιλική με τρούλο, σταυροειδής εγγεγραμμένος κλπ), πέρασε με 85%, και όπως έγραψε η σύντροφός του σε δική της ανάρτηση, ακόμα περιμένει (Ιρανός ο ίδιος) μέσα σε έναν κυκεώνα προσδοκίας, ματαίωσης, απαξίωσης, παραλογισμού και ιώβειας υπομονής.
Το ζήτημα εν προκειμένω δεν έχει να κάνει με το δίκαιο ή όχι του αιτήματος. Αλλά με το πώς οι πελατειακές σχέσεις καταλύουν θεμελιώδεις αρχές, όπως η αξιοκρατία και τα θεµελιώδη ατοµικά και κοινωνικά δικαιώµατα, πώς το κράτος από µηχανισµός στην υπηρεσία όλων, λειτουργεί υπέρ κάποιων και σε βάρος άλλων, παράγοντας αναχρονισµούς και ανισότητες και πώς η σχέση πάτρονα-πελάτη µετατρέπει τον πολίτη σε παθητικό υποζύγιο.
Παλιά τους τέχνη κόσκινο
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το πελατειακό κράτος δεν έχει να κάνει μόνο με μια γραφική φιγούρα που θέλει να εκλεγεί και για να το πετύχει διορίζει τους συντοπίτες του, υφαρπάζοντας την ψήφο τους. Το πελατειακό κράτος είναι ένα μοντέλο διακυβέρνησης του πελατειακού κρατισμού που έχει άμεσες και δραματικές επιπτώσεις και στα υπόλοιπα κοινωνικά υποσυστήματα: από την οικονομία και την παιδεία, μέχρι την υγεία, την ασφάλεια, το κράτος δικαίου. Με ανεπάρκειες και στρεβλώσεις ενισχυτικές μιας λογικής που την τελευταία 5ετία φαίνεται να απολαμβάνει τις δάφνες του …ένδοξου πολιτικού της παρελθόντος. Γιατί για τη ΝΔ, τζάκια και κληρονόµοι που επιβίωναν, και επιβιώνουν, χάρη στα πελατειακά τους δίκτυα και στις σύστοιχες πρακτικές –διορισμοί, µεταθέσεις, αναθέσεις σε φίλους– δεν είναι παρά ο κανόνας.
Διαπρύσιοι υποστηρικτές του μικρότερου, υποτίθεται, κράτους εκτόξευσαν τον αριθμό των μετακλητών που παρέλαβαν από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ –από τους 1.710 τον Ιούλιο του 2019, στους 3.234 τον Απρίλιο του 2024– κάνοντας τη ρήση του πρωθυπουργού ότι θα πατάξει το «βαθύ κράτος» να φαντάζει ως ανέκδοτο. Δεν έχουμε, άλλωστε, παρά να θυμηθούμε το πώς η ικανοποίηση ημετέρων κυριαρχεί στη λογική των κυβερνώντων: από την αλλαγή του νόμου για την ΕΥΠ, ώστε να αναλάβει διοικητής ο Π. Κοντολέων, παρότι δεν είχε τα τυπικά προσόντα, μέχρι τους διαγωνισμούς με φωτογραφικές διατάξεις, τη στελέχωση νοσοκομείων, προσφυγικών δομών, οργανισμών (π.χ. ΟΣΕ) με στελέχη της ΝΔ, την έγκριση υπέρογκων μισθολογικών αυξήσεων στα διευθυντικά στελέχη που διόρισαν στη ΔΕΗ, τον ΕΦΚΑ και αλλού, το κρατικό χρήμα που μοίρασαν στα ΜΜΕ και τη διαγραφή με φωτογραφικές διατάξεις δανείων ή υποθηκών υπερχρεωμένων ιδιοκτητών τους, το μοίρασμα δισεκατομμυρίων ευρώ σε απευθείας αναθέσεις.
Πελατειακές πρακτικές που διαχέονται από την κορυφή ως τη βάση της εξουσίας, τόσο σε κεντρικό όσο και σε τοπικό επίπεδο, και οι οποίες, απουσία οποιουδήποτε ελέγχου και οποιουδήποτε φραγμού –αφού όλα γίνονται αν έχεις τις κατάλληλες γνωριμίες– ενισχύουν λογικές που θέλουν τους πολίτες δέσμιους αυτού του φαινομένου.
Για να κλείσουμε όπως ξεκινήσαμε: η Κατερίνα Στεφανίδη θα μπορούσε να προσφέρει πολύτιμη υπηρεσία. Θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το όνομά της, την ισχύ της, την περίπτωση του συζύγου της, προκειμένου να πρωτοστατήσει στην ανάδειξη του θέματος, να συμβάλλει στην απλοποίηση διαδικασιών που για χρόνια ταλαιπωρούν ανθρώπους και δεν αφήνουν οικογένειες ολόκληρες να ανασάνουν. Να εκμεταλλευθεί την αναγνωρισιμότητά της και να μιλήσει εξ ονόματος των από κάτω, των «αόρατων». Δεν ξέρουμε αν το έκανε. Αυτό που ξέρουμε, μια και αυτό είδαμε, είναι να ευχαριστεί δημόσια τον αρμόδιο υπουργό και τη σύζυγο (!) του πρωθυπουργού γιατί έσπευσαν να δώσουν λύση στο δικό της πρόβλημα. Κι αυτό δεν είναι καλό παράδειγμα προς μίμηση.
Αννέτα Καββαδία