Συνεντεύξεις

Παναγιώτης Κορκολής: «Πρέπει να ανοιχτεί ένα άλλο μονοπάτι, που μπορεί να ικανοποιήσει λαϊκά αιτήματα»

«Μπαίνουμε σε μια νέου τύπου κανονικότητα», προειδοποιεί ο γενικό διευθυντή του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ, Παναγιώτης Κορκολής, προσθέτοντας ότι «η επιστροφή στην ευρωπαϊκή δημοσιονομική πειθαρχία ήταν αναμενόμενη». Ο ίδιος χαρακτηρίζει «καταστροφική την εικόνα σε σχέση με το τι παράγουμε και πώς το μοιράζουμε» και πρόβλημα για την Αριστερά το γεγονός ότι «δεν έχει δουλέψει αρκετά για να καταφέρει να πείσει ότι ξέρει και ότι κυρίως μπορεί να κάνει κάτι διαφορετικό στο ορατό μέλλον με τις δεδομένες δύσκολες συνθήκες».
 
Στο τελευταίο Γιούρογκρουπ αποφασίστηκαν νέοι δημοσιονομικοί κανόνες που θα εφαρμοστούν από το 2025 και προβλέπει κόφτη δαπανών στους κρατικούς προϋπολογισμούς. Μπαίνουμε σε νέα περίοδο λιτότητας;
 
Μπαίνουμε σε μία νέου τύπου κανονικότητα, η οποία δεν προβλέπεται το ίδιο ασφυκτική σε σχέση με το προ κρίσης πλαίσιο, αλλά απομακρύνεται σαφώς από τη δημοσιονομική χαλαρότητα της πανδημίας. Το νέο σύμφωνο σταθερότητας, σε αντίθεση με το προηγούμενο, είναι περισσότερο ευέλικτο και προδιαγράφει -και αυτό είναι το θετικό για τα κράτη που έχουν υψηλό χρέος και διαρθρωτικά προβλήματα- ένα ατομικό δημοσιονομικό μονοπάτι, με ένα ελάχιστο κατώφλι μείωσης του χρέους 1% ετησίως. Δίνεται έτσι η δυνατότητα καλύτερης ισορροπίας μεταξύ του στόχου της δημοσιονομικής σταθερότητας και των αναπτυξιακών στόχων. Βέβαια, αξίζει να επισημάνουμε ότι το νέο πλαίσιο σταθερότητας προβλέπει ότι μία κατηγορία δαπανών –οι αμυντικές δαπάνες- εξαιρούνται του κανόνα του υπερβολικού ελλείμματος σε αντίθεση με προτάσεις των προοδευτικών δυνάμεων που πρότασσαν εξαιρέσεις για αναπτυξιακές δαπάνες στο τομέα του περιβάλλοντος της υγείας και της παιδείας. Η Ελλάδα είναι έτσι κι αλλιώς ειδική περίπτωση λόγω του όγκου και του προφίλ του δημόσιου χρέους της. Η ελληνική κυβέρνηση πανηγύρισε την εξαίρεση των αμυντικών δαπανών επιδιδόμενη ήδη σε μια κούρσα εξοπλισμών παρά το γεγονός ότι τα διαρθρωτικά της προβλήματα δεν λύνονται προφανώς με την αγορά περισσότερων αμυντικών συστημάτων.
 
 
Ο Κ. Μητσοτάκης δήλωσε ξανά ότι θα τηρηθεί απαρέγκλιτα η δημοσιονομική πειθαρχία και να περιμένουμε σφιχτό το ζωνάρι. Άλλωστε δεν είναι μια πολιτική που δεν υποστηρίζει.
 
Η επιστροφή στην ευρωπαϊκή δημοσιονομική πειθαρχία ήταν αναμενόμενη. Η ρήτρα διαφυγής της εποχής της πανδημίας δεν θα μπορούσε να διαρκέσει για πάντα. Άλλωστε πέρα από το ευρωπαϊκό πλαίσιο ισχύουν οι περιορισμοί που τίθενται από τις διεθνείς αγορές σε σχέση με την δημοσιονομική διαχείριση, γεγονός που δεν μπορεί να αγνοήσει οποιαδήποτε κυβέρνηση στον κόσμο. Ωστόσο, το νέο σύμφωνο σταθερότητας είναι μια καλή αφορμή για την κυβέρνηση της ΝΔ να μην προχωρά σε ικανοποίηση κοινωνικών αιτημάτων και την ίδια στιγμή να διατηρεί ακέραιη την γκρίζα δομή του ελληνικού καπιταλισμού με τα υπερκέρδη, την έλλειψη ανταγωνισμού και τον μονοπωλιακό χαρακτήρα. Δείτε τι γίνεται με τα υπερκέρδη των επιχειρήσεων ενέργειας: η κυβέρνηση συντηρεί τις υψηλές τιμές μη παρεμβαίνοντας με διαρθρωτικό τρόπο στην αγορά, την ίδια στιγμή που μοιράζοντας ψίχουλα σε επιδόματα επικαλείται την δημοσιονομική σταθερότητα προκειμένου να μην παρέχει ουσιαστική στήριξη.
 
 
Την προηγούμενη τετραετία, άλλωστε, απέδειξε ότι το κάνει με επιτυχία αυτό, στηριζόμενη σε επιδόματα και έκτακτες ενισχύσεις. Βέβαια, σε αυτή τη θητεία έχει προγραμματικό στόχο την αύξηση του εισοδήματος και τη μείωση των ανισοτήτων. Υπάρχουν τα περιθώρια για αυτό;
 
Η κυβέρνηση της ΝΔ είχε ένα πάρα πολύ μεγάλο πλεονέκτημα την προηγούμενη τριετία: την ρήτρα διαφυγής από το δημοσιονομικό πλαίσιο που ενεργοποιήθηκε πανευρωπαϊκά λόγω πανδημίας που της επέτρεψε να μοιράσει «δεξιά κι αριστερά» 60 δισ. ευρώ. Προφανώς η δυνατότητα αυτή παύει να υπάρχει και δεν μπορεί να ικανοποιήσει συμφέροντα με αυτό τον τρόπο. Ωστόσο, μεγαλύτερο ενδιαφέρον σε αυτή τη συζήτηση έχει να δούμε αν υπάρχει εναλλακτική εντός αυτού του πλαισίου. Πρέπει να ανοιχτεί ένα άλλο μονοπάτι, που μπορεί να ικανοποιήσει λαϊκά αιτήματα ακολουθώντας σε ένα σχέδιο παραγωγικού μετασχηματισμού που είναι απαραίτητο για τη χώρα.
 
 
Η εφαρμοζόμενη οικονομική πολιτική που αποτιμά η κυβέρνηση ως επιτυχημένη είναι τέτοια; Προς όφελος ποιων;
 
Κοιτώντας μεμονωμένα κάποιους οικονομικούς δείκτες μπορεί κανείς να παρουσιάσει εικόνα επιτυχίας. Έχουμε ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, οι διεθνείς οίκοι βελτιώνουν την αποτίμησή τους για την ικανότητα δανεισμού της χώρας, αν και πολύ βραδύτερα από ότι υπολόγιζε η κυβέρνηση… Στην πραγματικότητα όμως, αν αξιολογούσα την πορεία της οικονομικής πολιτικής θα έλεγα ότι πάμε ολοταχώς το καράβι πάνω στα βράχια. Και αυτό φαίνεται από δύο κατηγορίες δεδομένων: η πρώτη αφορά στοιχεία που δείχνουν ότι αναπτυξιακό μοντέλο δεν είναι βιώσιμο. Οι επενδύσεις περιορίζονται στο real estate και στις αγοραπωλησίες περιουσιακών στοιχείων. Στον τουρισμό πυροβολούμε τα πόδια μας καταστρέφοντας το περιβάλλον, χτίζοντας παντού και ρυπαίνοντας ασύστολα. Το αναπτυξιακό μοντέλο ουσιαστικά αναπαράγει όλες τις παθογένειες που μας οδήγησαν στην κατάρρευση του 2009. Το έλλειμμα εξωτερικού ισοζυγίου, το εμπορικό έλλειμμα, η αποβιομηχάνιση, η στροφή σε υπηρεσίες χαμηλής αξίας δείχνουν τον επικίνδυνο δρόμο που ακολουθούμε. Η δεύτερη ομάδα ποιοτικών και ποσοτικών δεδομένων δείχνει ότι αυτά τα χρόνια συντελείται ίσως η μεγαλύτερη μετά το 1974 αναδιανομή πλούτου υπέρ των λίγων. Εν ολίγοις, από μια στοιχειωδώς προοδευτική σκοπιά, η εικόνα σε σχέση με το τι παράγουμε και πώς το μοιράζουμε μπορεί να κριθεί καταστροφική.
 
 
Δεν φαίνεται να γίνεται αντιληπτό από τον κόσμο αυτό. Και η Αριστερά δεν κατάφερε να πείσει επαρκώς τον κόσμο το προηγούμενο διάστημα.
 
Η τελευταία εκλογική αναμέτρηση νομίζω δείχνει ότι ο κόσμος το αντιλαμβάνεται. Τη ΝΔ εγκατέλειψαν πάνω από 1 εκατ. ψηφοφόροι. Το πρόβλημα είναι ότι δεν θεωρεί ότι υπάρχει αξιόπιστη εναλλακτική κυβερνητική λύση. Πέρα όμως από αυτό θα πρέπει η Αριστερά να αναδείξει με απτά παραδείγματα την οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα και καλύτερη αφορμή για να το κάνει αυτό είναι το ζήτημα της ακρίβειας. Πρέπει να πείσουμε ότι αυτή τη στιγμή ένα μεγάλο μέρος του κεφαλαίου στην Ελλάδα παρασιτεί σε βάρος της πλειοψηφίας και γι’ αυτό ευθύνεται η κυβέρνηση. Πρέπει να δείξουμε ότι η αλλαγή του παραγωγικού συστήματος υπό την ευρύτερη έννοια μιας άλλης πολιτικής πρότασης είναι αυτή που θα μπορέσει να αντιμετωπίσει την ακρίβεια, το ζήτημα της προσιτής στέγης, της υγείας κλπ. Πρέπει για παράδειγμα να επενδύσουμε στην ιδεολογική αντιπαράθεση με την δεξιά σε σχέση με την λειτουργία των αγορών πχ στον τομέα της ενέργειας. Δεν έχει δουλέψει αρκετά η Αριστερά για να καταφέρει να πείσει ότι ξέρει και ότι κυρίως μπορεί να κάνει κάτι διαφορετικό στο ορατό μέλλον με τις δεδομένες δύσκολες συνθήκες.
 
 
Είναι και οι ιδιωτικοποιήσεις μία μάχη που έχει εγκαταλειφθεί. Είναι σαν να έχει παραιτηθεί η Αριστερά;
 
Πέρα από τα ζητήματα του κοινωνικού κράτους ιδίως της παιδείας και της υγείας υπάρχουν τρεις τομείς (ενέργεια, στέγη και νερό) που πρέπει να τεθούν μπροστά στην ατζέντα. Για παράδειγμα, έχουμε την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ από την δεξιά και κυρίως την εγκατάλειψη του ρόλου της να διαμορφώσει σε μεγάλο βαθμό την αγορά και τις τιμές. Την ίδια στιγμή, έχουμε ιδιωτικοποίηση του ΔΕΔΔΗΕ, δηλαδή του μονοπωλίου των δικτύων. Έχει διαμορφωθεί ένα στρεβλό σύστημα που απομυζά την κοινωνία. Αυτό μπορεί να γίνει αντιληπτό από τον κόσμο μα τον κατάλληλο τρόπο. Είναι η ώρα για μια ισχυρή ιδεολογική, πολιτική μάχη, η οποία θα βρίσκει όλο και πιο πολλά ευήκοα ότα, δεδομένης της κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει η ελληνική κοινωνία με την διακυβέρνηση Μητσοτάκη. Το ζήτημα είναι ποιο θα είναι το πολιτικό υποκείμενο που θα τα εκφράσει αυτά.
 
 
Ο Γ. Στουρνάρας δήλωσε ότι «θα χρειαστούμε άλλα 40 χρόνια για να διασφαλίσει η Ελλάδα την ευημερία της υπό την προϋπόθεση ότι θα επιτυγχάνουμε πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 2% του ΑΕΠ ετησίως». Δεδομένου ότι ζούμε χειρότερα από τους γονείς μας και τους παππούδες μας, είμαστε καταδικασμένοι να ζήσουμε όλη μας της ζωή ασφυκτικά;
 
Χαλάει τα πανηγύρια της κυβέρνησης αυτή η δήλωση αλλά αυτό λένε οι αριθμοί. Ο Γ. Στουρνάρας ως επίπεδο «ευημερίας» εννοεί το επίπεδο ΑΠΕ προ κρίσης. Όμως η κατάσταση ευημερίας δεν μπορεί να περιγραφεί μόνο με ένα νούμερο.
 
 
Κατάλαβα. Δεν υπάρχει ελπίδα! Είμαστε παγιδευμένοι στην ασφυξία.
 
Η Αριστερά πρέπει να αναδείξει τις πιο ουσιαστικές πλευρές της ευημερίας όπως για παράδειγμα την μείωση της ανασφάλειας για το μέλλον που επιτυγχάνει ένα αποτελεσματικό δημόσιο σύστημα υγείας… Ή από ένα καθολικό σύστημα δημόσιας φροντίδας των παιδιών ώστε οι γονείς να μπορούν να δουλεύουν χωρίς να χρειαστεί να χαλάνε μια περιουσία για την φύλαξη τους. Η Αριστερά είναι εκείνη που πρέπει να προτάξει την αισιοδοξία της δράσης, απέναντι στην απαισιοδοξία της σκέψης όπως τη διατυπώνει ο κ. Στουρνάρας. Χρειάζεται να δούμε έναν άλλο τρόπο παραγωγής, που θα μοιράσει δικαιότερα το αναπτυξιακό όφελος στην πλειοψηφία της κοινωνίας. Πχ ενεργειακές κοινότητες στον τομέα της ενέργειας. Θα χρειαστούν συγκρούσεις. Αν χτυπήσεις τον παρασιτισμό και την ίδια στιγμή κάνεις επενδύσεις στο κοινωνικό κράτος, θα έχεις γρηγορότερα αποτελέσματα στον τομέα της ευημερίας. Να το πω και αλλιώς, υπάρχουν εφικτοί και ρεαλιστικοί τρόποι ακόμα και εντός του σημερινού ευρωπαϊκού και παγκόσμιου πλαισίου. Για παράδειγμα με μια άλλη αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης.
 
 
Εκταμιεύθηκε η τέταρτη δόση του Ταμείου Ανάκαμψης. Επειδή το παρακολουθείτε στο Ινστιτούτο ΕΝΑ, πώς έχουν διατεθεί οι πόροι;
 
Είμαστε πάνω από τα μισά του χρόνου επιλεξιμότητας – το Ταμείο λήγει το 2026- και η απορρόφηση έχει φτάσει μόλις το 12%, πράγμα που σημαίνει ότι οι πανηγυρισμοί της κυβέρνησης είναι κούφιοι. Πέρα όμως από την ποσοτική αποτίμηση, πρέπει να εστιάσουμε στα ποιοτικά στοιχεία, για το πώς θα έπρεπε να είχαν αξιοποιηθεί τα 40 και πλέον δισ. του Ταμείου. Για παράδειγμα, η Πορτογαλία διαθέτει 2,7 δισ. ευρώ για κοινωνική κατοικία και η Ελλάδα σχεδόν τίποτα. Και τώρα προσπαθεί να διορθώσει την ανεπάρκειά της, εντείνοντας το πρόβλημα, αφού προβλέπει την επιδότηση κάποιων λίγων δανείων σε μια πανάκριβα διαμορφωμένη αγορά, με αποτέλεσμα να ρίχνει λάδι στην φωτιά της προσφοράς αντί να αντιμετωπίσει τη ζήτηση, προσφέροντας ακίνητα προς διάθεση. Άλλα κράτη επενδύουν στις ενεργειακές κοινότητες, εδώ συγκεντρώνεται η παραγωγή σε λίγους ομίλους. Υπάρχουν άπειρα παραδείγματα που θα μπορούσε να δώσει κανείς για έναν εναλλακτικό προοδευτικό τρόπο αξιοποίησης των πόρων. Έχουμε μια κυβέρνηση που θέλει να εμφανίζεται ως μεταρρυθμιστική. Δεν υπάρχουν μεταρρυθμίσεις χωρίς επιθετικό προσδιορισμό και ας μην εκχωρεί η Αριστερά αβασάνιστα τον όρο. Οι «μεταρρυθμίσεις» της κυβέρνησης συνιστούν συντηρητικές απορρυθμίσεις. Η Αριστερά πρέπει να προτάξει κοινωνικά ωφέλιμες προοδευτικές μεταρρυθμίσεις. Υπό αυτή την έννοια, η στέγη, πρέπει να διεκδικηθεί ως δικαίωμα με την υλοποίηση μιας μεταρρυθμιστικής στεγαστικής πολιτικής.
 
 
Η τόσο μικρή απορρόφηση δεν συμφέρει ούτε την κυβέρνηση. Γιατί συνέβη; Της ξέφυγε;
 
 
Γιατί έχει πέσει θύμα της ιδεοληψίας της για το κράτος και τις ικανότητές του, για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που πρέπει να εξαφανιστούν, για την αγορά που θα λύσει τα ζητήματα των επενδύσεων αρκεί να άρει κανείς τα «εμπόδια». Να θυμίσω ότι η διαχείριση του Ταμείου Ανάκαμψης έχει εξολοκλήρου ανατεθεί στον ιδιωτικό τομέα, στους μεγάλους συμβουλευτικούς οίκους. Έχει πέσει θύμα η κυβέρνηση της δυστοκίας του καλομαθημένου στα εύκολα κέρδη ιδιωτικού τομέα να επενδύσει στην παραγωγική οικονομία με βάση λογικά περιθώρια κέρδους και ρίσκου σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Υπό την κυβερνητική πολιτική διαχείριση, οι μεγάλες επιχειρήσεις δεν έχουν επαρκή κίνητρα (ή αντικίνητρα) που θα οδηγήσουν σε περισσότερες μεσοπρόθεσμες παραγωγικές επενδύσεις με τη βοήθεια των ευρωπαϊκών πόρων οι οποίες με τη σειρά τους θα οδηγήσουν σε καλά αμειβόμενες υψηλής προστιθέμενης αξίας θέσεις εργασίας ενώ οι ΜμΕ είναι αποκλεισμένες.
 
Ιωάννα Δρόσου, Παύλος Κλαυδιανός