Οι χθεσινές τοποθετήσεις των πρώην πρωθυπουργών Αντώνη Σαμαρά και Κώστα Καραμανλή ήταν σαφείς: η ΝΔ ωθείται όλο και (ακρο)δεξιότερα.
Η τοποθέτηση των πρώην προέδρων της Νέας Δημοκρατίας και πολλών στελεχών της το τελευταίο διάστημα είναι σαφής: για την εκλογική της υποχώρηση, λένε, φταίει η θέσπιση του γάμου ανεξαρτήτως φύλου, η ιδεολογική «μετάλλαξη» της δεξιάς παράταξης. Ακολουθούν έτσι τακτική διαρκούς συσχέτισης με τις πιο σκληρές ακροδεξιές φωνές.
Στην πραγματικότητα εργαλειοποιούν τα ζητήματα δικαιωμάτων, για έναν και μόνο λόγο: για να κρύψουν ότι η πραγματική αποτυχία της κυβέρνησης έγκειται στη διαρκή φτωχοποίηση των πολιτών, στην πλήρη υποτίμηση των πιο ζωτικών θεμάτων που προέκυψαν κατά την προηγούμενη διακυβέρνησή της και στην επιδεικτική αλαζονεία της για όλα αυτά. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δυστυχώς έπεσε στην παγίδα που ο ίδιος έστηνε. Επί τέσσερα και πλέον χρόνια ανέπτυσσε διπλό λόγο: από τη μία η κυβέρνησή του προωθούσε κάποια ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα (έστω και ημιτελώς ή εργαλειακά) και από την άλλη μιλούσε για εισβολείς στον Έβρο και κατηγορούσε για διεθνείς συνωμοσίες όσους τον κατηγορούσαν για τις δολοφονικές επαναπροωθήσεις στο Αιγαίο. Από τη μία υποστήριζε στη Βουλή τον γάμο ανεξαρτήτως φύλου, και από την άλλη έβαζε στο ευρωψηφοδέλτιό του τον -εκλεγμένο πια- Φρέντυ Μπελέρη, με όλους τους ακροδεξιούς συμβολισμούς μιας τέτοιας κίνησης, και υπονόμευε τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Όλα αυτά δεν τα έκανε τυχαία, αλλά ακριβώς προσπαθώντας να συσπειρώσει τη βάση του στη βάση εθνικιστικής ρητορικής και πολιτισμικών πολέμων ακριβώς επειδή έχανε στο κεντρικό τους αίτημα, στα πιο επιδραστικά στη ζωή τους ζητήματα: την ακρίβεια πρώτα και κύρια αλλά και σε άλλα θέματα, όπως η αποτυχία παροχής ασφάλειας απέναντι στην κλιματική κρίση και τις καταστροφές όπως στη Θεσσαλία, το αίσθημα απειλής εν μέσω πολλαπλών κρίσεων και εμπόλεμων συρράξεων, το ΕΣΥ υπό πλήρη κατάρρευση και βέβαια η εξοργιστική συγκάλυψη στο έγκλημα των Τεμπών (για να αναφέρουμε κάποια από αυτά). Μια χώρα ανασφάλειας που ο Πρωθυπουργός αντιμετώπιζε με ακροδεξιά συνθηματολογία για να υπνωτίσει τους πολίτες.
Όλο το προηγούμενο διάστημα αναλύαμε πώς η ασυνεπής και επικίνδυνη αυτή στάση του εξέθρεφε την ακροδεξιά και τα επιχειρήματά της -τώρα καλείται να αντιμετωπίσει ο ίδιος τις συνέπειες των πράξεών του εντός του ίδιου του του κόμματος.
Από τη μεριά της Αριστεράς τα πράγματα οφείλουν να είναι ξεκάθαρα: να στήσουμε ανάχωμα σε κάθε ακροδεξιά φωνή, σε κάθε συντηρητική στροφή και να βάλουμε μέτωπο υπεράσπισης στη διασταύρωση των πιο πυρηνικών μας θέσεων: το κοινωνικό ζήτημα πάντοτε στο επίκεντρο, τα εργασιακά δικαιώματα, η διασφάλιση μιας αξιοβίωτης ζωής -και όχι μιας ζωής εξαήμερης και αδήλωτης εργασίας. Ταυτόχρονα να δοθεί νόημα στην έννοια της ασφάλειας στην ουσία της: ασφάλεια απέναντι στην κλιματική κρίση και τις καταστροφές, απέναντι σε μια ΕΕ που παράγει ή ενισχύει πολέμους, τη γενοκτονία στην Παλαιστίνη και δεκάδες χιλιάδες θύματα στις πλάτες όλων μας -αλλά και σε κάθε επίπεδο που αφορά την καθημερινή ζωή, τη δημόσια υγεία, τις συγκοινωνίες και μεταφορές, τη διασφάλιση της αξιοπρέπειας των πολιτών σε κάθε έκφανση της ζωής τους, των ζωών όλων μας. Και όλα αυτά χρειάζεται να συνοδεύονται την ίδια στιγμή από τις πυρηνικές ιδεολογικές μας θέσεις για την ισότητα και τη δημοκρατία: αδιαπραγμάτευτη διασφάλιση και προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μια γενναία προσέγγιση του μεταναστευτικού ζητήματος, έμφυλη ισότητα, ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα. Ο αγώνας απέναντι στην ακροδεξιά σήμερα χάνει την ουσία του αν υποτιμήσουμε κάτι από τα παραπάνω στο όνομα κάποιου άλλου, κι αν κάνουμε ιδεολογικές υποχωρήσεις στα βασικά -χρειάζεται να κινηθούμε με διεκδικήσεις και θέσεις που διασταυρώνονται, οφείλουμε να εξηγήσουμε και να δείξουμε στην πράξη τι σημαίνει ένα αριστερό όραμα για τον κόσμο στο εδώ και τώρα, με σάρκα και οστά.
Πάνω σε αυτή τη βάση, επίσης, θα έπρεπε να πέφτουν στο τραπέζι οι όποιες ιδέες για τυχόν μέτωπο της πληθυντικής Αριστεράς ή και του λεγόμενου προοδευτικού χώρου, που βρίσκεται σε κρίση -οργανωτική, πολιτική, ιδεολογική. Με βάθος και σαφήνεια στους πολιτικούς και προγραμματικούς όρους και όχι με όρους ηγεσιών και εσωκομματικών ισορροπιών. Η κατάσταση βέβαια είναι σαφώς κατώτερη των κοινωνικών αναγκών, κι αυτό δεν αντιμετωπίζεται εύκολα -πήρε άλλωστε χρόνια για να σχηματιστεί. Το πώς η Αριστερά, με ποιους τρόπους και με ποιους όρους, θα αναλάβει την ευθύνη που της αναλογεί, παραμένει επίσης ανοιχτό ερώτημα. Όσο παραμένει κλειστή, είτε στο όνομα της απόλυτης ιδεολογικής καθαρότητας, είτε στο όνομα της συντήρησης γνώριμων προσώπων και συσχετισμών στο εσωτερικό της, θα δυσκολεύεται να αποκτήσει κοινωνικό έρεισμα.
Έρχεται όμως η ώρα για τις μεγάλες μάχες. Η ώρα του αντιφασισμού και η ώρα της επαναδιεκδίκησης των αυτονόητων που δεν είναι ποτέ δεδομένα.
Και σε όλα αυτά δεν πρέπει να γίνει ούτε βήμα πίσω.
Έλενα-Όλγα Χρηστίδη